Quantcast
Channel: Το Ρεμπέτικο Τραγούδι
Viewing all 1584 articles
Browse latest View live

Ιστορίες ρεμπετών και πώς πέθαναν στην Κατοχή

$
0
0

Μετά την πρώτη απάντηση στους φασίστες και τους ντόπιους θαυμαστές τους, οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν και αγωνίστηκαν για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωσή τους.

Οι μεγάλες στιγμές ενός λαού που πάλεψε μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες. Μέσα σε συνθήκες καταχνιάς, πείνας και κατατρεγμού. Πολλοί έφυγαν μέσα σε κείνες τις συνθήκες και ανάμεσά τους κάποιοι πού ήταν στηρίγματα αυτού του λαού, καθώς με τα τραγούδια τους, με την μουσική τους, με την φωνή τους, εξέφραζαν τις πίκρες και τα βάσανα του.

Σε αυτούς τους ανθρώπους, τους συνθέτες, μουσικούς και τραγουδιστές που έφυγαν μέσα στην Κατοχή αναφέρεται το περιοδικό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, Πρακτορείο.

Υπηρέτησαν όλοι τους το ρεμπέτικο τραγούδι, πλην του Αττίκ, ο οποίος "έφυγε" τον Αύγουστο του 1944 παίρνοντας υπερβολική ποσότητα "βερονάλ" βαθύτατα προσβεβλημένος, καθώς ένας ναζί τον είχε σπρώξει στον δρόμο. Η Κατοχή προσέβαλε ως τα βάθη της ψυχής του τον μεγάλο καλλιτέχνη.

Μέσα στο 1941 έφυγε από την ζωή ο Ανέστος Δελιάς, ή Ανεστάκι, ή Αρτέμης: Ο Δελιάς γεννήθηκε στην Σμύρνη το 1912. Ήταν πολύ αγαπητός. Στην ζωή του μοιραίο ρόλο έπαιξε μια πόρνη, η οποία τον έριξε στην πρέζα. Ο Δελιάς πέθανε μόνος και το άψυχο σώμα του βρέθηκε σε ένα καροτσάκι στο Βαρβάκειο το 1941.

Ένας άλλος καλλιτέχνης που έφυγε μέσα στην Κατοχή, ήταν ο Γιάννης Εϊτσιρείσης, ή Εϊζερίδης, ή Ιντζιρίδης, ή πιο γνωστός ως Γιοβάν Τσαούς. Από τους καλύτερους μουσικούς. Όταν έπαιζε, ο Μάρκος Βαμβακάρης ακουμπούσε το μπουζούκι του δίπλα και καθόταν να τον ακούσει. "Παίξε ρε Γιοβάνη" τούλεγε ο Μάρκος, "να χαρείς τα παιδιά σου".

Ο Γιοβάν Τσαούς πέθανε τον Οκτώβριο του 1942 από δηλητηρίαση. Έφαγε τηγανόψωμο που έφτιαξε με χαλασμένο αλεύρι που είχε πάρει από κάποιο βομβαρδισμένο πλοίο στο λιμάνι του Πειραιά. Λίγες ώρες αργότερα από την ίδια αιτία πέθανε και η γυναίκα του, η οποία έχει γράψει σχεδόν όλους τους στίχους των τραγουδιών του.

Ο Γιώργος Κάβουραςαποτελεί αναμφισβήτητα μια από τις πιο συγκλονιστικές φωνές του ρεμπέτικου τραγουδιού. Έζησε μόνο 36 χρόνια για να μας χαρίσει 70 μόνο ανεπανάληπτες ερμηνείες. Ήταν γνώστης διαφόρων μουσικών οργάνων, αλλά τελικά με την παρέμβαση του Στελλάκη Περπινιάδη, που ήταν και φίλοι, αποφασίζει να ασχοληθεί με το τραγούδι.

Μετά το '40 η κατάσταση αλλάζει, ο Γιώργος Κάβουρας κυνηγιέται από τους Ιταλούς (είχε Ιταλική υπηκοότητα μέχρι το 1936) και περνά στιγμές αγωνίας κρυμμένος και φοβισμένος για την οικογένειά του και για το ίδιο. Το τέλος έρχεται σύμφωνα με τα λεγόμενα της αδελφής του στις 20 Φεβρουαρίου 1943. Δούλευε στο μαγαζί του Στελλάκη στο Χαϊδάρι και λιποθύμησε την ώρα που τραγουδούσε.

Στο νοσοκομείο της Νίκαιας που τον πήγαν το οποίο είχαν αναλάβει οι Γερμανοί-Ιταλοί, κανείς δεν έδωσε σημασία και έτσι μετά από έξι μέρες το "αηδόνι" του ρεμπέτικου ξεψύχησε από το εγκεφαλικό επεισόδιο που είχε πάθει. Στο νοσοκομείο τον μετέφερε ο Γιάννης Αγορόπουλος ή Χατζής που εκείνη την εποχή δούλευε μαζί του. Στα χέρια του Χατζή έγινε τραγουδιστής ο Κάβουρας, ενώ ο Χατζής του συμπαραστάθηκε ως την τελευταία του στιγμή.


Σμυρνιός ήταν και ο Βαγγέλης Παπάζογλου. Ήταν εξαιρετικός μουσικός και ήταν καθιερωμένος στην Σμύρνη πριν το 1922. Πάνω σε αυτόν και τον Παναγιώτη Τούνταπου και αυτός πέθανε μέσα στην Κατοχή στηρίχθηκε το λαϊκό μας τραγούδι πριν να μπει το μπουζούκι.

Ο Παπάζογλου αρνήθηκε να δίνει τραγούδια του στην δισκογραφία γιατί δεν ήθελε να του τα ελέγχουν οι επιτροπές του Μεταξά. Μέχρι τον πόλεμο του '40 ζούσε κάνοντας περιοδείες στην επαρχία και συχνά έβγαινε στη γύρα βγάζοντας πιατάκι.

Επίσης υπάρχει μαρτυρία από τον Γρηγόρη Ασίκη, ότι λίγο πριν πεθάνει ο Παπάζογλου πήγε στην οδό Αθηνάς 33, στο στέκι των μουσικών και μοίρασε σε συναδέλφους του παρτιτούρες πολλών ανέκδοτων τραγουδιών του.

Τα ανέκδοτα αυτά τραγούδια είναι περίπου 100. Ο γιος του Βαγγέλη, Γιώργης μετά από 25 ετών προσπάθειες κατάφερε να μαζέψει περίπου70. Ο Γιώργης Παπάζογλου για την συμμετοχή του στους αγώνες κατά των κατακτητών "τιμήθηκε" δεόντως με φυλακές και εξορίες από το ελληνικό κράτος.

Σμυρνιός ήταν ο Δημήτρης Μπαρούσης, ή Μπαρούς, ή Λορέντζοςπού ήρθε στην Ελλάδα μετά το 1922. 'Ηταν επί πολλά χρόνια σύμβουλος του Σωματείου λαϊκών μουσικών. Ο Δημήτρης Μπαρούσης χάρισε το καλό του βιολί στον Μιχάλη Γενίτσαρη. "Έφυγε" το 1944.

Η μαύρη πείνα που θέριζε τα λαϊκά στρώματα και ιδιαίτερα τα παιδιά, ο αγώνας του λαού μας για επιβίωση, τα θαρραλέα παιδιά που έγιναν από την ανάγκη σαλταδόροι τραγουδήθηκαν από το ρεμπέτικο τραγούδι.

Επίσης, οι ρεμπέτες επηρεάστηκαν και από τον οργανωμένο αγώνα του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ, τραγούδησαν τον αντάρτικο αγώνα, ιδιαίτερα ο Μπαγιαντέρας, μίλησαν μέσα από τα τραγούδια τους για τις λαϊκές γειτονιές της Κατοχής τα μπλόκα και τους αγωνιστές.

Από τις φοβερές συνθήκες της περιόδου της Κατοχής έχασαν την ζωή τους και σπουδαίοι δημιουργοί του λαϊκού μας τραγουδιού, όμως, έφθασαν ως εμάς τα τραγούδια τους από τους πατέρες μας που πάντα κουβαλούσαν μέσα τους το παιδί που υπήρξαν στην Κατοχή, το κορίτσι που δεν πρόφτασαν να φιλήσουν, τον αγιάτρευτο καημό της λαχανίδας, τον φόβο της συσκότισης, τον φίλο που "έφυγε" πολεμώντας στο βουνό, και τις αγωνίες και τους αγώνες της συνοικίας.

Πηγή: ΑΠΕ/ΜΠΕ
Αναδημοσίευση: nooz.gr

«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα τραγουδάω»

$
0
0

Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΝΑΓΚΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΟΥΣΙΚΗ

Κάποιος που του αρέσει να γράφει στίχους, να γράφει μουσική, να τραγουδάει, ακόμη κι αν δεν έχει να φάει, αλλά μπορεί να κάνει αυτό που τον εκφράζει, «γεμίζει» μέσα του, δηλώνει στη «Σημερινή» ο Μπάμπης Τσέρτος

Η Ελλάδα ποτέ δεν απέκλεισε κάτι καλό που της ερχόταν από κάπου αλλού. Νομίζω ότι το μεγαλείο της είναι αυτό. Ότι καταφέρνει πάντα να συνθέτει ως σταυροδρόμι στη φιλοσοφία και στη τέχνη



Σεμνός, χαρισματικός, ήρεμος. Με αυτές τις τρεις λέξεις θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει έναν ερμηνευτή κι έναν μουσικό, ο οποίος έχει καταγράψει ήδη χιλιάδες χιλιόμετρα στην ελληνική μουσική σκηνή. Όταν στη σημερινή Ελλάδα μιλάμε για το ρεμπέτικο τραγούδι, τότε ένας από τους κύριους εκπροσώπους του θεωρείται αναμφισβήτητα ο Μπάμπης Τσέρτος, τον οποίο συναντήσαμε πρόσφατα στη Λευκωσία στο Θέατρο Στροβόλου, λόγω της συμμετοχής του στις παραστάσεις του πολύ επιτυχημένου έργου «Σμύρνη αγαπημένη».

Δεν ψέλναμε αλλά τραγουδούσαμε
Βρεθήκατε στην Κύπρο για να συμμετέχετε στην πολύ επιτυχημένη παράσταση «Σμύρνη αγαπημένη». Δέκα μέρες περίπου στην Κύπρο, ποια είναι η αίσθησή σας από αυτή την εμπειρία;
Η παράσταση στην Κύπρο, παρόλο που οι προδιαγραφές στο θέατρο δεν ήταν τόσο υψηλές όσο στην Αθήνα, που υπήρχαν υπέροχα σκηνικά, νομίζω ότι ταιριάζει πολύ έντονα, συναισθηματικά πλέον, διότι οι μνήμες από την εισβολή του ’74 είναι ακόμη νωπές. Νομίζω ότι η συγκίνηση είναι μεγάλη, όπως και στην Αθήνα. Ίσως μεγαλύτερη, εδώ. Εισπράξαμε και εισπράττουμε πολλή αγάπη από τον κόσμο.

Από τις υμνωδίες στο τραγούδι, πώς έγινε αυτό το ταξίδι;
Ξέρεις ότι ήμουν ψάλτης. Στα χωριά μας, εκείνη την περίοδο, ο πατέρας μου, οι θείοι μου ήταν όλοι ψάλτες. Ψάλτες, δηλαδή, ήταν αυτοί που τραγουδούσαν ωραία. Αυτό ήταν. Αργότερα, όταν ήρθα στην Αθήνα και άκουσα στη Μητρόπολη τον Περιστέρη και άλλους, κατάλαβα ότι εμείς στα χωριά μας δεν ψέλναμε, αλλά τραγουδούσαμε. Από τότε κατάλαβα ότι για να κάνεις και τα δύο θα πρέπει να κοπιάσεις και να μάθεις πολύ καλά αυτές τις διαφορές. Από τότε, λοιπόν, παρότι ακούω Βυζαντινή μουσική και ψαλμωδίες, δεν τόλμησα να ξαναψάλλω, δημόσια.

Πολύ αληθινό έργο τέχνης
Τι σημαίνει για σένα το ρεμπέτικο τραγούδι;
Εκ των υστέρων, ανακάλυψα ότι το ρεμπέτικο τραγούδι είναι το λαϊκό αστικό τραγούδι, δηλαδή είναι το τραγούδι των λαϊκών μαζών στις πόλεις, που δημιουργήθηκε κυρίως τον 19ο αιώνα και λίγο πριν. Άρα, αναπτύχθηκε, κυρίως, στη Σμύρνη και στα λιμάνια της κυρίως Ελλάδας, στον Πειραιά στη Θεσσαλονίκη, στον Βόλο, στην Πάτρα, στην Ερμούπολη. Εγώ, το ανακάλυψα στην αυθεντική του μορφή μετά το 1974, όταν εξαιρετικοί συλλέκτες, όπως ο Κουνάδης και πολλοί άλλοι, επανέφεραν στη δισκογραφία τις αυθεντικές εκτελέσεις από το ’40 και πριν.
Εκεί άρχισα να καταλαβαίνω τη δύναμη αυτού του τραγουδιού. Νομίζω ότι το σημαντικότερο πράγμα, εκτός από τις υπέροχες μελωδίες, που είναι συνέχεια αυτής της υπέροχης παράδοσης, που έχει η χώρα μας, ήταν και η έλλειψη κάθε είδους υποκρισίας. Ήταν ένα πολύ αληθινό έργο τέχνης. Οι ρεμπέτες δεν είχαν πρόβλημα να πουν αυτά που συνέβαιναν ή αυτά που συμβαίνουν σε μια κοινωνία, ακόμα και γι’ αυτά που συνέβαιναν στους ίδιους. Νομίζω ότι αυτό στην πορεία το χάσαμε.

Σωτηρία Μπέλλου, Τάκης Μπίνης, Άννα Χρυσάφη, Καίτη Γκρέι ήταν δάσκαλοι, ήταν συνεργάτες;
Ήταν δάσκαλοι. Τους γνώρισα σε μικρή ηλικία. Εκείνοι ήταν σε μεγαλύτερη. Προφανώς, υπήρξαν δάσκαλοι.

«Πίνω και μεθώ», ένα τραγούδι που σου χάρισε μια μεγάλη καλλιτεχνική καριέρα. Τι κρύβεται πίσω από αυτό το τραγούδι;
Είναι μια πολύ απλή ιστορία, θα έλεγα. Είναι ένα από τα τραγούδια που άκουγα και μάθαινα εκείνη την περίοδο. Το είχα ακούσει στην επανεκτέλεση που είχε κάνει το ’82, ’83 ο Αγάθωνας ο Ιακωβίδης. Δεν είχα ακούσει ποτέ την πρώτη εκτέλεση. Εκ των υστέρων, λέω: ευτυχώς. Το είχα ακούσει μια-δυο φορές τότε που το τραγουδούσε ο αείμνηστος Μπάμπης Γκολές, με τον οποίο δούλεψα κάποια χρόνια. Όπως το έλεγε λοιπόν ο Γκολές, όπως το άκουσα από τον Αγάθωνα, ο οποίος πάντα είναι πιστός στις πρώτες εκτελέσεις, προέκυψε αυτό το «μείγμα». Μια φορά το άκουσε ο αείμνηστος Αριστείδης Μόσχος. Πήγα να με ακούσει. Μόλις άκουσε το «Πίνω και μεθώ», ενθουσιάστηκε. Το έβαλα αμέσως σε ένα δίσκο, το έβαλα στην τηλεόραση κι από κει και πέρα προχώρησε. Τόσο απλή ιστορία. Έτσι γίνονται αυτά.

«Δεν έχω μάθει να βάζω τείχη στη μουσική»
Παρακολουθείς το σημερινό ελληνικό τραγούδι; Έχει ελπίδα; Βλέπεις φως στην άκρη της σήραγγας;
Ομολογώ ότι δεν προλαβαίνω να παρακολουθήσω όλο το νέο τραγούδι. Επιλεκτικά παρακολουθώ μερικά πράγματα γιατί η κύρια ενασχόλησή μου είναι με τα ρεμπέτικα, τα ελαφρά, τα παλιά παραδοσιακά τραγούδια. Ο πλούτος σε ποσότητα και ποιότητα αυτών των τραγουδιών χρειάζεται πολύ χρόνο. Έχω γνωρίσει, όμως, νέους ανθρώπους, σπουδαίους και μορφωμένους, οι οποίοι, νομίζω, ότι θα αποτελέσουν το μέλλον της επόμενης γενιάς. Εμείς είμαστε μια άλλη γενιά.
Δηλαδή, κρίνουμε με τους όρους των τριάντα σαράντα χρόνων πριν και -ίσως- να μην μπορούμε να καταλάβουμε πολύ εύκολα τα καινούργια που έρχονται. Γνωρίζοντας, όμως, πολλούς νέους ανθρώπους με μεράκι και ταλέντο θα έλεγα ότι είμαι αισιόδοξος, γιατί η φουρνιά των νέων αυτών ανθρώπων είναι πολύ καλά διαβασμένοι, μορφωμένοι και αγαπούνε το καλό τραγούδι. Ωστόσο, αυτοί οι άνθρωποι δεν φαίνονται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Αυτό είναι το πρόβλημα στην Ελλάδα. Πάντα συνέβαινε αυτό.
Η Ελλάδα ποτέ δεν απέκλεισε κάτι καλό που της ερχόταν από κάπου αλλού. Νομίζω ότι το μεγαλείο της είναι αυτό. Ότι καταφέρνει πάντα να συνθέτει ως σταυροδρόμι στη φιλοσοφία και στη τέχνη. Αυτή την εποχή, με την παγκοσμιοποίηση, ελπίζω ότι φωτεινά μυαλά και σπουδαίοι καλλιτέχνες θα ενσωματώσουν πολλά ωραία πράγματα.

Έχει συνέχεια στη διαδρομή του αυτό που λέμε λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι, σήμερα;
Έχει συνέχεια. Εγώ δεν έχω μάθει να βάζω τείχη στη μουσική. Δηλαδή, όταν εμφανίσθηκε ο Θεοδωράκης, ο Χατζηδάκις, ο Κουγιουμτζής, ο Λοΐζος, ο Σπανός πού «πάτησαν»; Αυτοί, κατά κάποιο τρόπο, έφεραν με τις σπουδές τους την ευρωπαϊκή μουσική, όπως τη λέμε, με τη διαφορετική της αρμονία. Έγραψαν πάνω σε δρόμους λαϊκούς. Οι ρυθμοί τους ήταν λαϊκοί. Ήταν συνέχεια του ρεμπέτικου. Η «Δραπετσώνα» δεν θα μπορούσε να είναι ένα τραγούδι που να είχε γράψει ο Βασίλης Τσιτσάνης; Το «Μια Κυριακή» του Σπανού, «Ο αητός» του Χατζηδάκι, δεν θα μπορούσαν να είναι μια συνέχεια; Το ρεμπέτικο δεν είναι ένα πράγμα. Λέει ο Παναγιώτης Κουνάδης ότι: μετά από τόση μελέτη η άποψή μου είναι ότι το ρεμπέτικο δεν είναι ένα είδος μουσικής. Είναι γένος μουσικής και περιλαμβάνει πολλά είδη μέσα.
Το ρεμπέτικο, λοιπόν, επηρεάστηκε πάρα πολύ από όλα τα ακούσματα της εποχής του 19ου και της αρχής του 20ού αιώνα. Από το ’50 και μετά, που σιγά-σιγά «φεύγουν» οι πρώτοι δημιουργοί του, επηρεάζει όλους τους μεγάλους Έλληνες λαϊκούς καλλιτέχνες.

Βιώσαμε μια περίοδο ψεύτικης ευμάρειας
Ζεις σε μια κουρασμένη και αποδυναμωμένη Ελλάδα. Ένας άνθρωπος της μουσικής πώς βιώνει αυτήν τη δυσκολία σήμερα;
Συναισθηματικά, θα έλεγα, τα πράγματα είναι δύσκολα, με την έννοια ότι δίπλα σου βλέπεις ανθρώπους δυστυχισμένους, ενώ πριν από δύο-τρία χρόνια η κατάσταση ήταν διαφορετική. Νομίζω, όμως, ότι εμείς που ασχολούμαστε με τη μουσική, άλλοι άνθρωποι που ασχολούνται με άλλη μορφή τέχνης, είμαστε τυχεροί. Δηλαδή, κάποιος που του αρέσει να γράφει στίχους, να γράφει μουσική, να τραγουδάει, ακόμη κι αν δεν έχει να φάει, αλλά μπορεί να κάνει αυτό που τον εκφράζει, «γεμίζει» μέσα του. Δεν ξεχνώ ποτέ ότι ο Μητσάκης, ο Τσιτσάνης και πολλοί καλλιτέχνες εκείνης της περιόδου, που έζησαν σε συνθήκες πολέμου και φτώχειας, δούλευαν δέκα ώρες την ημέρα για ένα πιάτο φασολάδα. Κι εκείνη την περίοδο έγραψαν τα πιο ωραία τους τραγούδια.
Θα έλεγα ότι το πρόβλημα είναι ότι βιώσαμε μια περίοδο ψεύτικης ευμάρειας. Εκπαιδεύσαμε τον κόσμο στο εύκολο κέρδος με μικρή προσπάθεια. Κατά την άποψή μου υπάρχει πρόβλημα στη σχέση με το λαϊκό τραγούδι. Τι σημαίνει λαϊκό τραγούδι; Να βρεθεί ένας ωραίος και γνήσιος τρόπος, δηλαδή ένας στιχουργός ή ένας τραγουδιστής ή ένας συνθέτης να εκφράσει, αυτό που λέμε, το λαϊκό αίσθημα. Όταν οι περισσότεροι εκπρόσωποι αυτού του είδους ζουν σε παλάτια, είναι πολύ δύσκολο να εκφράσουν το λαϊκό αίσθημα. Αυτή είναι η ζωή, όμως. Αλλά τώρα, βλέπεις, γίνεται ξανά τούμπα και θα βγουν οι νέοι άνθρωποι, που στις συνθήκες αυτές θα ξαναγράψουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να δημιουργούμε συνθήκες κακές για να γράψουμε καλό λαϊκό τραγούδι. Δυστυχώς, η ζωή μάς τα έφερε έτσι.

Όπου πας κι όπου σταθείς βομβαρδίζεσαι από το ευτελές τραγούδι. Εσύ, πώς αντιμετωπίζεις αυτό το φαινόμενο και ως ερμηνευτής και ως άνθρωπος;
Εδώ και πολλές δεκαετίες, γιατί δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, πάντα υπήρχε αυτό το τραγούδι, δεν το ακούω καν. Μου έχει τύχει να κάθομαι σε κάποιο μέρος να πιω καφέ, γιατί δεν βρίσκω κάπου αλλού να καθίσω, και να ακούγονται αυτά τα τραγούδια, γιατί αυτά παίζουνε. Αν δεν έχω κάτι δικό μου να ακούσω από τα ακουστικά ή κάτι να διαβάσω, εξακολουθώ να μην ακούω.
Επίσης, δεν συμμετέχω σε καμιά εκδήλωση και δραστηριότητα αυτού του είδους, ούτε για πλάκα. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια πολλοί είναι εκείνοι που λένε: «Εντάξει, μωρέ. Πάμε να κάνουμε πλάκα». Επειδή το θεωρώ πολύ σοβαρό αυτό, όχι μόνο δεν πηγαίνω, αλλά προσπαθώ να τους αποτρέψω λέγοντάς τους ότι: «Δεν το κάνεις για πλάκα. Πηγαίνεις γιατί, κατά βάθος, ίσως σου αρέσει».

Ποια διαφορά βρίσκεις ανάμεσα στη μελοποίηση και στη στιχουργική της εποχής του Τσιτσάνη και της σημερινής εποχής;
Δεν είμαι και πολύ ειδικός για να βρω αυτές τις αποχρώσες διαφορές. Αυτό που θα έλεγα είναι ότι ο Τσιτσάνης και πολλοί άλλοι εκείνης της περιόδου έγραφαν οι ίδιοι στίχους. Υπήρχαν, παρά τις όποιες δυσκολίες και αντιξοότητες, οι παρέες. Καλλιτεχνικές παρέες, ίσως, με την έννοια ότι ήταν μαζί, χωρίς απαραίτητα να αγαπιούνται.
Εξαιτίας των αναγκών και των συνθηκών οι άνθρωποι ήταν αναγκασμένοι να ζουν πιο κοντά. Νομίζω ότι ο Τσιτσάνης ως καινοτόμος, καθιέρωσε, παρόλο που υπήρχε και πριν, το ρεφρέν στο τραγούδι, το οποίο ήρθε από την Ιταλία ή τη Γαλλία - δεν θυμάμαι καλά. Αυτή ήταν η καινοτομία του και πολλές άλλες που έκανε στην αρμονία και στον τρόπο με τον οποίο παίζονταν τα τραγούδια. Σήμερα έχουμε πολλές σχολές. Πολλούς επηρεασμούς. Άλλους καλούς, άλλους κακούς.
Εγώ, με την ξένη μουσική δεν έχω πολύ καλή σχέση. Δεν έμαθα Αγγλικά. Τα ροκ δεν μου αρέσουν πολύ, εκτός από κάποιες μπαλάντες. Ωστόσο, ακούγοντας ορισμένα τραγούδια νεο-ροκ μού αρέσει πολύ ο στίχος τους, ενώ η μουσική τους δεν μου αρέσει ιδιαίτερα. Ο στίχος τους μου αρέσει ίσως, επειδή εγώ ασχολούμαι με αυτού του είδους την άλλη μουσική, να μην μπορώ να καταλάβω. Αλλά πολλές φορές έχω ανακαλύψει στίχους πολύ καλούς σ’ αυτά τα καινούργια ροκ τραγούδια.

Υπήρξαν πολλές λυτρωτικές στιγμές
Κι ως μαγνήτης σε φέρνει ξανά και ξανά στην Κύπρο. Τι είναι η Κύπρος για σένα;
Η Κύπρος, κατ’ αρχήν, είναι Ελλάδα. Είναι ένας Ελληνισμός πανάρχαιος. Για μένα, που είμαι Αρκάς κι έχω διαβάσει την Ιστορία, ξέρω ότι οι πρώτοι Έλληνες είναι Αρκάδες και ότι υπήρχε η αρχαία αρκαδική κυπριακή διάλεκτος. Εμείς μεγαλώσαμε έντονα με το πρόβλημα της Κύπρου, με την εισβολή, με όλα αυτά που συμβαίνουν. Επομένως, η συναισθηματική φόρτιση και το δέσιμο με την Κύπρο είναι έντονα. Συναισθηματικά και πολιτιστικά, νομίζω ότι είμαστε πολύ κοντά στην Κύπρο.

Νέος δίσκος σε μουσική του φίλου σου και συνεργάτη Ανδρέα Κατσιγιάννη. Δώσε μας μια αίσθηση αυτού του ταξιδιού που αναμένεται να δρομολογηθεί σύντομα.
Είμαι ένας άνθρωπος που έχει κάνει ελάχιστες νέες δουλειές, γιατί το 80% αυτών που έχω κάνει είναι επανεκτελέσεις. Με τον Ανδρέα είμαστε φίλοι και συνεργάτες από το 1997-98. Πολύ μικρός ο Ανδρέας ήρθε να παίξει σε ένα δίσκο μου. Στη συνέχεια παίξαμε σε κάποιες παραστάσεις με τον Παναγιώτη Κουνάδη για τη Σμύρνη στο Κατράκειο. Ο Ανδρέας έκανε την Εστουδιαντίνα. Εγώ, είμαι από τους πρώτους -μπορεί να είμαι και ο πρώτος- που τραγούδησε στη Νέα Ιωνία του Βόλου, στην πρώτη συναυλία της Εστουδιαντίνας το ’99 ή το 2000 - δεν θυμάμαι καλά. Από τότε, με τον Ανδρέα έχουμε παίξει πολλές φορές. Έχω τραγουδήσει και πολλά του τραγούδια. Ποτέ, όμως, δεν κάναμε ολοκληρωμένο δίσκο.
Πριν από δυο-τρία χρόνια, τότε που παίζαμε στον Βόλο μια φορά την εβδομάδα, ήρθε η ιδέα να κάνουμε μαζί ένα δίσκο. Έτσι, ξεκίνησε αυτή η ωραία συνεργασία και διαδικασία. Ο Ανδρέας έχει μεγάλο ταλέντο στη σύνθεση και είναι σπουδαίος μουσικός. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, αυτό που έλεγα πριν: ένας άνθρωπος με γνώσεις τόσο της παραδοσιακής όσο και της νεότερης μουσικής. Υπάρχουν πολλά τέτοια παιδιά. Αλλά όταν έχεις και το ταλέντο να συνθέτεις, νομίζω ότι ο Ανδρέας μεταφέρει τον παραδοσιακό κόσμο της μουσικής στο σήμερα με σύγχρονο τρόπο. Νομίζω ότι είναι η υγιής διαδικασία για δημιουργία.

Ποια ήταν η πιο λυτρωτική σου στιγμή στη μουσική σου πορεία;
Δεν μπορώ να απαντήσω αυτή την ερώτηση. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα τραγουδάω. Από τότε που άρχιζα να παίζω μπουζούκι, πάντα παίζω και τραγουδάω είτε στις ταβέρνες, είτε στο θέατρο τώρα, είτε οπουδήποτε. Νομίζω ότι η μεγαλύτερη ανάγκη της ζωής μου και ο καλύτερος τρόπος έκφρασης για μένα είναι η μουσική. Γενικά, είμαι δειλός άνθρωπος. Ό,τι ήθελα να εκφράσω προς τις γυναίκες ή προς οπουδήποτε, το εξέφραζα με καλύτερο τρόπο μέσα από τη μουσική. Άρα, υπήρξαν πολλές τέτοιες στιγμές λυτρωτικές. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω καμία.

Κι είσαι πολύ τυχερός! Σε ευχαριστώ!


Μουσική παράσταση με θέμα:«Ο Έρως στο μεταπολεμικό Ρεμπέτικο»

$
0
0
mitsitakis-a
Ο στιχουργός, συνθέτης, συγγραφέας και δημιουργός του συγκροτήματος «Ενδελέχεια», Δημήτρης Μητσοτάκης και οι «Ρε Καντίνι» παρουσιάζουν μια μουσική παράσταση με κείμενα και τραγούδια στις 4 Νοεμβρίου στο αθηναϊκό στέκι ΜΑΚΑΡΙ. 
Μια αναφορά στις πρώτες, αυθεντικές εκτελέσεις μεταπολεμικών ρεμπέτικων τραγουδιών των Μητσάκη, Χιώτη, Βαμβακάρη, Χατζηχρήστου, Τσιτσάνη, Καλδάρα, Παπαϊωάννου κ.α. Τα κείμενα είναι του Δημήτρη Μητσοτάκη αλλά και γνωστών συγγραφέων, λογοτεχνών, μουσικών, λαογράφων και δημοσιογράφων τα οποία θα συνοδεύουν τα τραγούδια τοποθετώντας έτσι το ιστορικό πλαίσιο και κοινωνικό περίγραμμα εκείνης της εποχής.
Τουλάχιστον τα μισά ρεμπέτικα έχουν τον έρωτα ως θέμα τους:
mitss
Η μεταπολεμική περίοδος του ρεμπέτικου τραγουδιού από το 1946 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’50 έχει να μας επιδείξει μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια ερωτικής θεματολογίας είτε πρόκειται για τραγούδια ένωσης είτε για τραγούδια χωρισμού.
«Τόσο έδειραν τα πάθη τους ανθρώπους των ρεμπέτικων τραγουδιών ώστε απώλεσαν το δικαίωμα να εκπροσωπούν τον εαυτό τους. Ουσιαστικώς τα ρεμπέτικα τραγούδια είναι ερωτικές επιστολές», αναφέρει ο Ηλίας Πετρόπουλος και συνεχίζει:«Οι ερωτευμένοι χρησιμοποιούν ολόχρυσα λόγια, λόγια πού καίνε, αν και η αγάπη νιώθεται και δεν την αποδεικνύουν. Οι ερωτευμένοι εκφράζονται με υπερβολές γιατί διαβιούν εν υπερβολαίς. Όσο κι αν ο άνθρωπος έχει βουνό την καρδιά αδυνατεί να αγαπήσει πολλές φορές στη ζωή του. Ο έρως είναι ένας γλυκόπικρος εφιάλτης. Τέτοιους έρωτες ψάλλουν τ’ αδέρφια μου, οι έσχατοι ρεμπέτες».

Δημήτρης Μητσοτάκης: κιθάρα, τραγούδι
Μαρώ Τσουράπα: τραγούδι
Αντώνης Σίδερης: μπουζούκι, τραγούδι
ΜΑΚΑΡΙ
Ζ. Πηγής 125 – Κομνηνών
Νεάπολη, Εξάρχεια
Τηλέφωνο: 210-6458958
Παρασκευή 4 Νοεμβρίου
Έναρξη: 22:00
Είσοδος: 10ευρώ (με μπύρα,κρασί,ρακή)
Ε.Σ.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ 

Οι «Rebetien» στο «Πέραν, το καφέ αμάν της πόλης»

$
0
0

Από: www.zougla.gr
Από την Τετάρτη 2 Νοεμβρίου, και κάθε Τετάρτη στις δέκα και μισή το βράδυ, στο «Πέραν, το καφέ αμάν της πόλης», οι «Rebetien» (Φώτης Βεργόπουλος-μπουζούκι/τραγούδι, Κωστής Κωστάκης-κιθάρα-τραγούδι, Αυγερινή Γάτση-ακορντεόν - πιάνο - τραγούδι και Γιάννης Ζαρίας-βιολί - μπαγλαμάς) μας ταξιδεύουν στην περίοδο του μεσοπολέμου με τραγούδια και σκοπούς από το ρεπερτόριο του ρεμπέτικου και του σμυρναίικου τραγουδιού και της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.

Ο Γιάννης Ζαρίας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1975. Επί μακρά σειρά ετών δραστηριοποιείται ως βιολιστής στο χώρο του ρεμπέτικου, της λαϊκής, παραδοσιακής, έντεχνης και, γενικότερα, της ελληνικής μουσικής. Είναι διπλωματούχος κλασικού βιολιού. Σπούδασε τζαζ μουσική στο Conservatorium van Amsterdam της Ολλανδίας. Είναι διδάκτορας της ειδίκευσης βιολιού του τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, καθώς, επίσης, διδάσκων βιολιού στο ίδιο τμήμα. Ακόμη, είναι απόφοιτος του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχ/κών και Μηχ/κών Η/Υ του Ε.Μ.Π.

Η Αυγερινή Γάτση γεννήθηκε το 1989 στην Αθήνα. Ξεκίνησε μαθήματα πιάνου στην ηλικία των 8 ετών. Είναι απόφοιτη του Μουσικού Γυμνασίου-Λυκείου Παλλήνης. Επί τρία χόνια, παρακολούθησε μαθήματα τροπικής μουσικής στο Ωδείο Αθηνών με τον Χρίστο Τσιαμούλη και νέυ με τον Χάρη Λαμπράκη Τώρα φοιτά στο τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ε.Κ.Π.Α. Έχει, επίσης, παρακολουθήσει σεμινάρια στο μουσικό εργαστήρι «Λαβύρινθος» του Ross Daly. 

Ο Φώτης Βεργόπουλος γεννήθηκε το 1988 στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, αλλά μεγάλωσε στην Κορώνη Μεσσηνίας. Με τη μουσική ασχολήθηκε από πολύ μικρός, με την έμμεση παρακίνηση του πατέρα του, ο οποίος υπήρξε μέλος της «Απόδημης Κομπανίας» στη Μελβούρνη. Μετά το λύκειο, έφυγε πάλι για την Αυστραλία, όπου σπούδασε πολιτικός μηχανικός, ενώ παράλληλα άρχισε να ασχολείται πιο σοβαρά με το μπουζούκι, εμφανιζόμενος σε διάφορα φεστιβάλ εκεί, με το μουσικό του σχήμα. Από το 2013 μένει μόνιμα στην Αθήνα.

Ο Κωστής Κωστάκης γεννήθηκε το 1986. Η πρώτη του επαφή με την κιθάρα έγινε στην ηλικία των οκτώ ετών, πρώτα με την κλασική, όπου παρακολούθησε μαθήματα σε ωδείο για πέντε χρόνια, μαζί με θεωρητικά, και ύστερα, τα χρόνια της εφηβείας, με την ηλεκτρική, σχηματίζοντας μαθητικά γκρουπάκια με φίλους. Τα ρεμπέτικα και τα σμυρναίικα τον ακολουθούσαν πάντα σαν άκουσμα, μέσω του πατέρα του, που ασχολείται ερασιτεχνικά με το ακορντεόν. Εργάζεται επαγγελματικά ως μουσικός από 18 ετών.

Ηχοληψία: Θοδωρής Θεοχαρόπουλος.
Είσοδος: 3,00 ευρώ/άτομο. 

Πέμπτη 3 ΝοεμβρίουΣτέλιος Βαμβακάρης – Νίκος Τατασόπουλος «Από γενιά σε γενιά…»


Σπουδαίοι γιοι σπουδαίων πατεράδων, ο συνθέτης Στέλιος Βαμβακάρης και ο σολίστας Νίκος Τατασόπουλος κουβαλούν αναπόφευκτα μέσα τους το μεγαλείο του Μάρκου Βαμβακάρη, του «Πατριάρχη» της ελληνικής λαϊκής μουσικής, και του Γιάννη Τατασόπουλου, του «καλύτερου μπουζουξή μας», όπως είχε πει ο Βασίλης Τσιτσάνης. Πατώντας σε όσα διδάχτηκαν από εκείνους, διαμόρφωσαν το δικό τους μουσικό ύφος, χάραξαν το δικό τους δρόμο και εξελίχθηκαν σε μορφές μοναδικές του σύγχρονου μουσικού στερεώματος. Ωστόσο, όσα έμαθαν κοντά τους, αλλά και όσα ανακάλυψαν μόνοι τους αργότερα στην πορεία τους, όλη αυτή την πολύτιμη γνώση, θέλουν να τη διαδώσουν και να την «κοινωνήσουν» στον κόσμο.

Με έρεισμα αυτή την ανάγκη τους να «φανερώσουν την ψυχή τους με τις νότες, όταν παίζουν», πλαισιωμένοι από εξαιρετικούς μουσικούς, έφτιαξαν ένα μουσικό πρόγραμμα με τραγούδια των πατεράδων τους, δικά τους, αλλά και άλλων αξιόλογων δημιουργών, και θα το παρουσιάζουν από την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου και κάθε Πέμπτη, στις 22.30, στη σκηνή του «Πέραν, το καφέ αμάν της πόλης». Μαζί τους η σημαντική λαϊκή φωνή Εβελίνα Αγγέλου, η Αθηνά Λαμπίρη (κιθάρα- τραγούδι), ο Γιάννης Νιάρχος (μπαγλαμάς-τραγούδι) και ο Δήμος Βουγιούκας (ακορντεόν).

Ο Στέλιος Βαμβακάρης είναι ο δευτερότοκος γιος του Μάρκου Βαμβακάρη. Από δώδεκα ετών εργάζεται επαγγελματικά στο πλευρό του πατέρα του. Συνεργάστηκε με σημαντικούς μουσικούς του ρεμπέτικου, αλλά και της λαϊκής και έντεχνης μουσικής σκηνής. Είναι από τους πρώτους μουσικούς που ασχολήθηκαν με τα κοινά στοιχεία ανάμεσα στο μπλουζ και το ρεμπέτικο. Γράφει τραγούδια, σε στίχους δικούς του, του πατέρα του αλλά και σημαντικών ποιητών και στιχουργών, με ιδιαίτερα προσωπικό στυλ, «παντρεύοντας» τα καραντουζένια με τα μπλουζ. Το καινοτόμο μουσικό ύφος του είναι αναγνωρισμένο διεθνώς.

Ο Νίκος Τατασόπουλος γεννήθηκε στις Η.Π.Α. Ξεκίνησε να παίζει μπουζούκι και να εμφανίζεται δημόσια με τον πατέρα του –το βιρτουόζο και συνθέτη Γιάννη Τατασόπουλο- από την ηλικία των τριών ετών. Έχει σπουδάσει, επίσης, κλασικό πιάνο και τζαζ κιθάρα. Η τεχνική του θεωρείται σχολή για Έλληνες και ξένους. Έχει εμφανιστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής μουσικής σκηνής. Ηχογραφεί και διδάσκει μουσική. «Πλέκοντας» αριστοτεχνικά τη ρεμπέτικη και λαϊκή μουσική μας με δυτικά ακούσματα, αποδεικνύει με το ύφος και την τεχνική του ότι η μουσική δεν έχει σύνορα, ότι είναι η κοινή γλώσσα όλων των ανθρώπων.

Ηχοληψία: Θοδωρής Θεοχαρόπουλος.
Είσοδος: 5,00 ευρώ/άτομο. 




Παρασκευή 4 ΝοεμβρίουΛάκης Ορφανίδης – Κατερίνα Τσιρίδου «Αφιέρωμα στον Μανώλη Χιώτη»


Την Παρασκευή 4 Νοεμβρίου, στις 23.00, στο «Πέραν, το καφέ αμάν της πόλης» ανταμώνουν ο συνθέτης και δεξιοτέχνης του τρίχορδου μπουζουκιού Λάκης Ορφανίδης και η ερμηνεύτρια Κατερίνα Τσιρίδου, σε ένα πρόγραμμα-αφιέρωμα στον μεγάλο συνθέτη Μανώλη Χιώτη, με κλασικά, αλησμόνητα και πολυαγαπημένα τραγούδια του, αλλά και άλλα, ίσως λιγότερο ακουσμένα, λαϊκά και ρεμπέτικα. Στον μπαγλαμά και το τραγούδι ο Σωτήρης Παπατραγιάννης και στην κιθάρα ο Νίκος Πρωτόπαπας.

Ο Λάκης Ορφανίδης, γεννήθηκε στο χωριό Βορεινό του νομού Πέλλης. Μέχρι τα 11 χρόνια του έζησε εκεί και μετά η οικογένειά του μετοίκισε στον Πειραιά. Πήρε τα πρώτα του μαθήματα στο μπουζούκι από τον πατέρα του Γιάννη Ορφανίδη που έπαιζε βιολί και τον φίλο και συνεργάτη του πατέρα του Λευτέρη Τραπεζανλίδη, που έπαιζε τρίχορδο μπουζούκι. Εργάζεται επαγγελματικά με το μπουζούκι από το 1974.

Η Κατερίνα Τσιρίδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, από Καβαλιώτες γονείς. Από νωρίς την τράβηξε η μουσική και έκανε σπουδές πιάνου, κιθάρας και μπαγλαμά. Έχει συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως ο Μπάμπης Γκολές, ο Αγάθωνας, ο Στέλιος Βαμβακάρης, ο Τάκης Μπίνης και πολλοί άλλοι. Το 2009 κυκλοφόρησε η πρώτη προσωπική δισκογραφική της δουλειά με τίτλο «Κισμέτ». 

Ο Σωτήρης Παπατραγιάννης είναι αυτοδίδακτος μουσικός και τραγουδιστής. Έχει συνεργαστεί με τα περισσότερα ρεμπετάδικα της Αθήνας, αλλά και στο εξωτερικό, καθώς και με τους πιο σημαντικούς ανθρώπους του χώρου. Ο πρώτος του προσωπικός δίσκος, με τίτλο «Ρομάντζα», κυκλοφόρησε το 2011 (General και 8η Νότα). 

Ο Νίκος Πρωτόπαπας είναι ένας από τους πλέον αναγνωρισμένους κιθαρίστες της νέας γενιάς. Έχει συνεργαστεί με τον Μπάμπη Γκολέ, τον Αγάθωνα, τον Τάκη Μπίνη, την Μπέμπα Μπλανς, τον Μπάμπη Τσέρτο, τον Νίκο Περγιάλη, την Γλυκερία και πολλούς άλλους. 

Οι τρεις τους (Κατερίνα Τσιρίδου, Σωτήρης Παπατραγιάννης, Νίκος Πρωτόπαπας) είναι ιδρυτικά μέλη της πενταμελούς ρεμπέτικης ορχήστρας «KOMPANÍA» (www.kompania.gr), με σημαντικές διακρίσεις στο εξωτερικό και δύο δίσκους στην πρώτη δεκάδα της Ευρωπαϊκής έθνικ μουσικής (World Music Charts of Europe).

Ηχοληψία: Θοδωρής Θεοχαρόπουλος.
Είσοδος: 5,00 ευρώ/άτομο. 



Σάββατο 5 ΝοεμβρίουΓιώργος Κουτουλάκης «Από το ρεμπέτικο στο λαϊκό»



Τον δεξιοτέχνη του μπουζουκιού με το εκφραστικό παίξιμο, Γιώργο Κουτουλάκη, θα φιλοξενήσει το Σάββατο 5 Νοεμβρίου, στις 23.00, το «Πέραν, το καφέ αμάν της πόλης». 

Ο γνωστός -κυρίως από τη συνεργασία του με τον μεγάλο σκηνοθέτη Κώστα Φέρρη στην τηλεοπτική του σειρά «Ονείρου Έλλάς»- μουσικός, πλαισιωμένος από τους εξαιρετικούς συναδέλφους του Μαρία Δεναξά στο τραγούδι, Φώτη Τσορανίδη στην κιθάρα και Δημήτρη Παπαδάμη στο ακορντεόν, θα μας χαρίσει μοναδικές κεφάτες στιγμές, με ένα πρόγραμμα λαϊκό, γεμάτο με τα πιο αγαπημένα τραγούδια. 

Ηχοληψία: Θοδωρής Θεοχαρόπουλος.

Είσοδος: 4,00 ευρώ/άτομο. 



Κυριακή 6 Νοεμβρίου, μεσημέρι: Μάνος Κουτσαγγελίδης – Σταυρούλα Δαλιάνη «Meyhane»


Την Κυριακή 6 Νοεμβρίου, στις 15.00, το «Πέραν, το καφέ-αμάν της πόλης» μας μεταφέρει στις μουσικές, τις γεύσεις και τ’ αρώματα της Πόλης και της Σμύρνης, με ένα πρόγραμμα-ταξίδι στους μεϋχανέδες (τις μουσικές ταβέρνες), εκεί όπου οι θαμώνες διασκέδαζαν ακούγοντας καλλιτέχνες πολύ υψηλού επιπέδου. Με τον Μάνο Κουτσαγγελίδη και τη Σταυρούλα Δαλιάνη στο τραγούδι, τον Γιώργο Μαρινάκη στο βιολί, τον Κώστα Μήτσιο στο λαούτο και το ούτι και τον Μανούσο Κλαπάκη στα κρουστά. Χορός της κοιλιάς: Aisha.

Ο Μάνος Κουτσαγγελίδης γεννήθηκε στην Κομοτηνή από γονείς πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη. Άρχισε να ασχολείται με τη μουσική σε ηλικία οκτώ ετών. Στα δεκαεπτά του, ήδη διδάσκει παραδοσιακή μουσική και όργανα στο Ωδείο Αλεξανδρούπολης. Έχει τιμηθεί για την προσφορά του στη μουσική από διάφορους φορείς. Συνεργάστηκε, μεταξύ άλλων, με τον Χρόνη Αηδονίδη, την Ξανθίππη Καραθανάση, την Νίτσα Τσίτρα κ. ά. 

Η Σταυρούλα Δαλιάνη γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα. Στὰ ἕξι ἀρχίζει μαθήματα μαντολίνου με τον Διονύση Αποστολάτο στο σύλλογο «Εύγερος Κεφαλονιάς» και συμμετέχει στην χορωδία του συλλόγου. Αργότερα εγγράφεται σε ωδείο και παρακολουθεί μαθήματα πιάνου και θεωρητικών. Συμμετείχε σε πολλούς διαγωνισμούς, αποσπώντας βραβεία. Είναι νηπιαγωγός, πτυχιούχος του Παιδαγωγικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών και παράλληλα σπουδάζει κλασικό τραγούδι. Διδάσκει μαζί με τον πατέρα της παραδοσιακό τραγούδι. Εκτός από το παραδοσιακό τραγούδι, ασχολείται επίσης με το έντεχνο.

Ο Γιώργος Μαρινάκης γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά κατάγεται από τη Φολέγανδρο. Στην παραδοσιακή μουσική μυήθηκε από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν και ο πρώτος του δάσκαλος στο βιολί. Διδάχθηκε Βυζαντινή μουσική από τον Λυκούργο Αγγελόπουλο. Δίδασκε επί σειρά ετών στο Μουσικό Γυμνάσιο-Λύκειο Παλλήνης και σε μουσικές σχολές. Από το 1995 διδάσκει βιολί στον τομέα της παραδοσιακής μουσικής του ωδείου «Φίλιππος Νάκας.

Ο Κώστας Μήτσιος κατάγεται από την Άρτα. Συμμετείχε σε λαϊκά και παραδοσιακά συγκροτήματα ξεκινώντας από το λαϊκό σχολείο παραδοσιακής μουσικής του Αριστείδη Μόσχου, αρχικά σαν μαθητής και στη συνέχεια σαν δάσκαλος, παίζοντας μπουζούκι, κιθάρα και λαούτο σε συναυλίες με γνωστούς δημοτικούς και λαϊκούς τραγουδιστές. Έχει συνεργαστεί με την ΚΟΕΜ, Γκόραν Μπρέκοβιτς, Ορχήστρα σύγχρονης μουσικής της ΕΡΤ κ.ά. 

Ο Μανούσος Κλαπάκης ήρθε σε επαφή με τα κρουστά σε πολύ μικρή ηλικία με πρώτο δάσκαλο τον πατέρα του. Είναι απόφοιτος του Μουσικού Λυκείου Παλλήνης. Σπούδασε βιολί και θεωρητικά στο Εθνικό Ωδείο με τον Γιάννη Ζευγώλη και Συμφωνικά κρουστά με τον Κωνσταντίνο Βορίση και τον Κώστα Θεοδωράκο στο Δημοτικό Ωδείο Ζωγράφου. Διδάχτηκε το νταούλι από τον Γιώργο Γευγελή. Διδάσκει κρουστά σε ωδεία καθώς επίσης και σε ομάδες παραδοσιακών χορών, με τις οποίες συνεργάζεται σε παραστάσεις εντός και εκτός Ελλάδας. 

Ηχοληψία: Θοδωρής Θεοχαρόπουλος.
Είσοδος: 5,00 ευρώ/άτομο. (Παιδιά έως 12 ετών χωρίς επιβάρυνση εισιτηρίου.)


Κυριακή Νοεμβρίου, βράδυ: ATHENS TANGO ENSEMBLE


Την Κυριακή 6 Νοεμβρίου, στις δέκα το βράδυ, το κουιντέτο Athens Tango Ensemble ερμηνεύει στο «Πέραν το καφέ αμάν της πόλης» μουσικά αριστουργήματα από τη χρυσή εποχή του αργεντίνικου tango (1935-1955), συνθέσεις του Astor Piazzolla (tango nuevo) καθώς και σημαντικών Ελλήνων δημιουργών του είδους της εποχής του μεσοπολέμου, όπως Σουγιούλ, Γιαννίδης, Αττίκ.

Το κουιντέτο Athens Tango Ensemble αποτελείται από τους σπουδαίους σολίστες: Δήμο Βουγιούκα (ακορντεόν, ενορχηστρώσεις), Κυριάκο Γκουβέντα (βιολί), Παναγιώτη Μάρκο (πιάνο), Δημήτρη Κουφογιώργο (κιθάρα), Κώστα Αρσένη (κοντραμπάσο).
Guests: Ελένη Δημοπούλου - Ροδή Γκιουλ (τραγούδι)
Ηχοληψία: Θοδωρής Θεοχαρόπουλος

Είσοδος: 5,00 ευρώ/άτομο. 

Πληροφορίες-Κρατήσεις: 210-25.33.896

«Πέραν, το καφέ αμάν της πόλης»
Λεωφόρος Δεκελείας 20, Νέα Χαλκηδόνα
http://www.peran.gr




Γιάννης Λεμπέσης «Θέλουμε και τα τραβάμε»

$
0
0
Κυκλοφορεί ένα νέο διπλό cd από τον Γιάννη Λεμπέση, για τα τριάντα χρόνια παρουσίας του στη δισκογραφία.

Ο δίσκος έχει τίτλο «Θέλουμε και τα τραβάμε» και περιλαμβάνει σαρανταδύο τραγούδια, με τη συμμετοχή αρκετών ερμηνευτών και μουσικών.

Τα σαράντα τραγούδια είναι ζωντανές ηχογραφήσεις από τις εμφανίσεις του Γιάννη Λεμπέση, ενώ υπάρχουν και δύο νέες ηχογραφήσεις στην αρχή των δύο cd.
Συμμετέχουν οι ερμηνευτές:Γιώργος Μαργαρίτης, Παναγιώτης Λάλεζας, Μαρία Κατινάρη, Ντένια Κουρούση, Μαρία Σταφυλοπάτη, Μαριάνθη Λιουδάκη, Φάνης Σαπατίνας
και οι μουσικοί:Πορφύρης Κονάς, Βασίλης Μούζος, Μίλτος Χρυσανθίδης, Θοδωρής Τζινέλης, Έκτωρ Κοσμάς, Ηλίας Καλιαμπέτσος, Αντώνης Καλιούρης, Κώστας Κοπανιτσάνος, Σάκης Σάμπαλης, Θεοδόσης Συκιώτης, Σπύρος Γλένης και Γιάννης Φουστέρης.

Kυκλοφορεί από το Ogdoo Music Group.

Ανδρέας Π.
 agrinioreport

Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο τραγουδιστής που έκανε τον καημό του Έλληνα, ψαλμό

$
0
0
Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο τραγουδιστής που έκανε τον καημό του Έλληνα, ψαλμό

Ο «Σερ Μπιθί» με τη δωρική φωνή που έβαλε στα στόματα του λαού τους στίχους των μεγάλων μας ποιητών

Από: www.newsbeast.gr
Είμαστε στο Παρίσι το 1958, όταν ο Μίκης Θεοδωράκης μελοποιεί τον «Επιτάφιο» του Ρίτσου και επιλέγει τη φωνή κάποιου Μπιθικώτση να τον ερμηνεύσει.
Κατά τα λεγόμενα του μεγάλου μας συνθέτη, «η φωνή του Μπιθικώτση … νομίζω ότι πάει να γίνει η συνισταμένη αυτής της φωνής του έλληνα, ας το πω έτσι, λεβέντη: του ξωμάχου, του φαντάρου, του φοιτητή, του εργάτη. Του καθένα μας».
Ο Θεοδωράκης αγνόησε τις αντιδράσεις της δισκογραφικής που δεν ήθελε τον λαϊκό Μπιθικώτση να ερμηνεύει τον «Επιτάφιο», ο οποίος ήταν έξαλλου έτοιμος να φύγει για την Αβησσυνία για να δουλέψει ως υδραυλικός, και συνέχισε τις πρόβες μαζί του.

Όπως ξέρουμε σήμερα, η απόφαση του Θεοδωράκη να μελοποιήσει και να ενορχηστρώσει τον «Επιτάφιο» χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τόσο ένα λαϊκό όργανο, όπως το μπουζούκι, όσο και μια γνήσια λαϊκή φωνή ήταν ριζοσπαστική για τα ελληνικά μουσικά χρονικά και καθοριστική για τη μετέπειτα εξέλιξη, αποδοχή και κοινωνικό επαναπροσδιορισμό του ελληνικού τραγουδιού.
Η μετέπειτα πορεία του υδραυλικού έμελλε να είναι ανεπανάληπτη, ένας σωστός κύριος του πενταγράμμου δηλαδή με περισσότερα από 200 τραγούδια στο ενεργητικό του και μια σειρά από κλασικές επιτυχίες που δεν λένε να ρυτιδώσουν.
Όλα ξεκίνησαν το 1937, όταν ένα 15χρονο φτωχόπαιδο που γρατζουνούσε την κιθάρα σε ένα συνοικιακό ταβερνάκι πήγε να ακούσει τρεις μουσικούς. Ήξερε δεν ήξερε ποιοι ήταν οι Μάρκος Βαμβακάρης, Μανώλης Χιώτηςκαι Στράτος Παγιουμτζήςπου άκουγε, η νύχτα αυτή θα άλλαζε ωστόσο τη ζωή του, μιας και πλέον το ρεμπέτικο και το λαϊκό ήταν στην καρδιά του.
Επόμενος σταθμός το 1948. Έχοντας σταλεί στη Μακρόνησο από το 1947 για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία ως πολιτικός κρατούμενος, συναντά στην Κερατέα τον Μίκη Θεοδωράκη και προσφέρεται να ξεδιψάσει αυτόν και τους άλλους κρατουμένους που μεταφέρει το καμιόνι στην εξορία.
Στη Μακρόνησο ο Μπιθικώτσης θα γίνει Μπιθικώτσης! Το πρωί γράφει τραγούδια και το βράδυ διασκεδάζει τους αξιωματικούς στη λέσχη του στρατοπέδου. Όταν θα εγκαταλείψει το κολαστήριο της Μακρονήσου, θα μπει ο θεμέλιος λίθος για μια σπουδαία καριέρα, καθώς η δωρική φωνή του λατρεύτηκε απ’ όλους, κοινό και συνθέτες σε ισόποσες δόσεις.
Ο Μπιθικώτσης γράφει τα δικά του τραγούδια και ερμηνεύει φυσικά τις κλασικές επιτυχίες των μεγάλων μουσουργών της εποχής του. Δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη και τον Μάνο Χατζιδάκι, θα σφραγίσει με την αξεπέραστη φωνή του τον «Επιτάφιο» και το «Άξιον Εστί», γνωρίζοντας την πλατιά καταξίωση.
Και οι δικές του συνθέσεις δεν πάνε βέβαια πίσω, χαρίζοντας στο ελληνικό πεντάγραμμο κομμάτια όπως τα «Του Βοτανικού ο μάγκας», «Σε τούτο το στενό», «Επίσημη αγαπημένη», «Τρελοκόριτσο», «Στου Μπελαμή το ουζερί», «Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα» και δεκάδες ακόμα.
Ο Μπιθικώτσης συνεργάστηκε με όλους τους σπουδαίους συνθέτες της εποχής, καθώς στη φωνή του δεν μπορούσε κανείς να πει «όχι», από τους Μίκη και Μάνο μέχρι τους Ξαρχάκο, Μούτση, Βαμβακάρη και Τσιτσάνη, για να αναφέρουμε μερικούς μόνο. Αυτή τη θεσπέσια φωνή επέλεξαν ακόμα και οι χουντικοί συνταγματάρχες της Επταετίας να ενσαρκώσει τον ζοφερό «Ύμνο της 21ης Απριλίου», τον οποίο ερμηνεύει πράγματι στις 13 Ιουλίου 1967 με τη Βίκυ Μοσχολιού.
Η δικτατορία ήταν μια δύσκολη περίοδος για τον ίδιο και φάνηκε να χάνει τα πατήματά του, τα οποία ξαναβρήκε ωστόσο μετά το 1974, όταν θα ξανασταθεί και πάλι δίπλα στον Μίκη στο κατάμεστο Ηρώδειο το 1976 και θα βγουν από το στόμα του οι πρώτοι στίχοι του «Άξιον Εστί».
Ο «Σερ Μπιθί», όπως τον χαρακτήρισε ο Δημήτρης Ψαθάς σε χρονογράφημά του, έδωσε με τη φωνή του υπόσταση στους μεγάλους καημούς αλλά και τους ψαλμούς του έθνους, φέρνοντας κοντύτερα στον λαό τα γραπτά των μεγάλων μας ποιητών…

Πρώτα χρόνια

biithikkotsiisis1
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης γεννιέται στις 11 Δεκεμβρίου 1922 στο Περιστέρι ως το στερνοπαίδι μιας οκταμελούς οικογένειας της εργατικής τάξης. Ο μικρός είχε το μεράκι της μουσικής από πολύ τρυφερή ηλικία και ήδη από τα 7-8 του έπαιζε κιθάρα. Ήταν όμως παιδί φτωχής οικογένειας κι έτσι επίσης από πολύ νωρίς βγαίνει στη βιοπάλη, μαθητεύοντας υδραυλικός σε συνοικιακό μαγαζί.
Στα 15 του άκουσε σε ένα γραμμόφωνο μερικές πενιές του Μάρκου και ξελογιάστηκε, όπως έλεγε χαρακτηριστικά. Έψαξε τον Βαμβακάρη, ο οποίος συμπτωματικά τραγουδούσε σε ένα ταβερνάκι της γειτονιάς εκείνο τον χειμώνα του 1937, και κίνησε μια κρύα νύχτα να τον ακούσει. Τον άκουσε, πλάι στον Χιώτη και τον Στράτο, και ερωτεύτηκε το ρεμπέτικο μονομιάς.
biithikkotsiisis2
Κι έτσι μέχρι τα 18 του είχε δυο τέχνες στις πλάτες του: το πρωί υδραυλικός, το βράδυ τραγουδιστής σε ένα κουτουκάκι, κάνοντας τα πρώτα του βήματα στο μουσικό στερέωμα. Γρατζουνούσε κιθάρα και μπουζούκι, κι έτσι μέσα στη θύελλα του 1940 με τα αδέλφια του να φεύγουν για το μέτωπο, εκείνος ήταν οργανοπαίκτης σε ταβέρνες, πιάνοντας φιλίες με τους μεγάλους του ελληνικού πενταγράμμου.
Το 1947, όταν ήρθε η ώρα για τη στρατιωτική του θητεία, τον στέλνουν να υπηρετήσει ως πολιτικός κρατούμενος στη Μακρόνησο, όπου έφτιαξε τη λαϊκή ορχήστρα της εξορίας ψυχαγωγώντας τα βράδια τους αξιωματικούς. Μέσα στο κολαστήριο γράφει τον Νοέμβριο του 1947 το πρώτο του τραγούδι, «Το καντήλι τρεμοσβήνει», το οποίο ηχογράφησε δύο χρόνια αργότερα (Σεπτέμβριος του 1949) με τη φωνή του δασκάλου Βαμβακάρη.

Στη Μακρόνησο θα γνωρίσει όπως είπαμε και τον άνθρωπο που θα σφραγίσει τη μετέπειτα καλλιτεχνική του ζωή, αλλάζοντας παρέα όλα τα δεδομένα του λαϊκού τραγουδιού: τον Μίκη Θεοδωράκη. Η γνωριμία τους το 1948 ήταν εντελώς συμπτωματική, αν και σημαδιακή για τον τόπο μας.
Ο στρατιώτης Μπιθικώτσης που εκτελούσε χρέη μεταγωγών είδε τους κρατουμένους για τη Μακρόνησο να ξεφορτώνονται στην Κερατέα, πριν φτάσουν στο Λαύριο για να περάσουν απέναντι. Τους είδε διψασμένους και γέμισε το παγούρι του για να τους ξεδιψάσει...

Ο «Σερ Μπιθί»

biithikkotsiisis3
Όταν απολύθηκε το 1949, ήταν πια έτοιμος να επιστρέψει στους κανονικούς ρυθμούς της καθημερινότητας. Τον Δεκέμβριο του 1950 παντρεύεται την πρώτη του γυναίκα, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, και αργότερα, στον δεύτερο γάμο του, θα αποκτήσει και τον συνονόματο και τραγουδιστή γιο του.
Ήδη από το 1949 σχηματίζει τη δική του κομπανία και εμφανίζεται στη δισκογραφία ως συνθέτης αρχικά. Τώρα οργώνει τα κέντρα της Αθήνας και της επαρχίας ως μπουζουξής, αλλά και ως συνθέτης και τραγουδιστής. Παρά την απίστευτη φωνή του, δεν έχει εμφανιστεί ακόμα στη δισκογραφία ως τραγουδιστής!
biithikkotsiisis6
Τα τραγούδια που γράφει γνωρίζουν επιτυχία στους δίσκους και τα πάλκα, τα ερμηνεύουν ονόματα όπως ο Τσαουσάκης, ο Καζαντζίδης και η Γκρέι και ο Μπιθικώτσης κάνει ένα καλό όνομα ως συνθέτης και οργανοπαίκτης. Το 1952 μάλιστα ανακαλύπτει ένα 13χρονο κορίτσι στην Πάτρα, στην οποία δίνει το νέο του άσμα «Πήρα τη στράτα την κακιά» και την κάνει αμέσως αστέρι. Ήταν η Πόλυ Πάνου!

Μέχρι το 1955 έχει συνθέσει αρκετές επιτυχίες της εποχής, από το «Τύραννε τι θα κερδίσεις» μέχρι και το «Τρελοκόριτσο», το οποίο θα επανακυκλοφορήσει το 1961 με τη δική του φωνή και θα γίνει διαχρονικό χιτ!

Η πρώτη ποτέ δισκογραφική του απόπειρα ως ερμηνευτής θα έρθει το 1956, όταν ο Χατζιδάκις του εμπιστεύεται τα «Γαρύφαλλο στ’ αυτί» και «Είμαι άντρας». Όλοι προσκυνούν τη φωνή του και ο Μπιθικώτσης γίνεται σχεδόν αμέσως ένας από τους δημοφιλέστερους τραγουδιστές του καιρού!
Πλέον τους ήξερε όλους, τον σέβονταν όλοι, οι δίσκοι του γίνονταν ανάρπαστοι (όπως το άλμπουμ «Σε τούτο το στενό» του 1959) και ήταν έτοιμος να πάει στον Καναδά να τραγουδήσει για την ομογένεια όταν έλαβε το ραβασάκι που θα του άλλαζε τη ζωή.
Ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής της Columbia τον καλεί στο γραφείο του για να τον ενημερώσει ότι ένας καινούριος συνθέτης έχει μελοποιήσει τον «Επιτάφιο» του Ρίτσου και τον θέλει διακαώς για ερμηνευτή. Μπιθικώτσης και Χιώτης συνεργάζονται με τον μεγάλο μας συνθέτη, ο οποίος συνοδεύει την ποίηση με ήχους μπουζουκιού και γράφει εν αγνοία του Ιστορία!
biithikkotsiisis4
Λαϊκές φωνές και λαϊκοί τραγουδιστές να ερμηνεύουν σοβαρή ποίηση ήταν ανήκουστο και από κείνο το σημείο και μετά τίποτα δεν θα είναι το ίδιο για το ελληνικό τραγούδι. Ο εμφανώς αλλαγμένος ερμηνευτικά Μπιθικώτσης (κάτω από τις οδηγίες του μεγάλου μαέστρου) ερμηνεύει τον «Επιτάφιο», τη «Δραπετσώνα» και το «Μάνα μου και Παναγιά» από την «Πολιτεία», αλλά και το «Αρχιπέλαγος» και χάνει τον ύπνο του. Όπως εξομολογήθηκε αργότερα, αναστατώθηκε τόσο από τις μελωδίες του Θεοδωράκη που πλέον δεν μπορούσε να γράψει τα δικά του τραγούδια.

Η ιστορική από κάθε άποψη συνεργασία Θεοδωράκη-Μπιθικώτση κρατά εφτά χρόνια, μέχρι το 1966 και τη «Ρωμιοσύνη» δηλαδή, αφήνοντας τον Μπιθικώτση εκφραστή των μεγάλων ψαλμών της χώρας: «Επιτάφιος», «Αρχιπέλαγος», «Πολιτεία», «Τραγούδι του νεκρού αδερφού», «Όμορφη πόλη», «Επιφάνεια», «Άξιον Εστί» και «Ρωμιοσύνη»!

Ο κατεξοχήν ερμηνευτής του Θεοδωράκη συνεργάστηκε με την ίδια ευκολία με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Σταύρο Ξαρχάκο, τον Δήμο Μούτση κ.λπ., την ίδια ώρα που πλάι στους έντεχνους συνθέτες δεν έχασε ποτέ την επαφή του με το πολυαγαπημένο του ρεμπέτικο. Το οποίο γνώρισε μια δεύτερη ζωή στη δεκαετία του 1960 και ο Μπιθικώτσης ήταν και πάλι εκεί να υποβαστάξει την αναβίωσή του. Ο Μπιθικώτσης τραγουδά Βαμβακάρη το 1960 και το συγκλονιστικό «Απελπίστηκα» του Μάρκου βρίσκει την ιδανική φωνή του.

Ο Μπιθικώτσης εμφανιζόταν με την ίδια άνεση στα λαϊκά πάλκα και τα μεγάλα θέατρα, στις ζωντανές συναυλίες και τα στούντιο της δισκογραφίας, ως ένα συνολικό φαινόμενο του ελληνικού πενταγράμμου: μπουζουξής, συνθέτης και τραγουδιστής. Τραγούδησε και έπαιξε το μπουζούκι του σε όλους, από τον Μάρκο και τον Χατζηχρήστο μέχρι τον Μπαγιαντέρα, τον Παπαϊωάννου, τον Τσιτσάνη, τον Χιώτη, τον Μητσάκη, τον Καλδάρα και τόσους ακόμα.
Το προσωπικό στιλ ερμηνείας του έμοιαζε πασπαρτού που μπορούσε να σηκώσει στις πλάτες του τα πάντα, από το έντεχνο και τη μεγάλη σύνθεση μέχρι το λαϊκό και το ρεμπέτικο. Χαρακτηριστικό για την καλλιτεχνική του ιδιοσυστασία ήταν το άγχος που ένιωθε όταν τραγουδούσε, λες και ήταν πρωτόβγαλτος!
biithikkotsiisis5
Το περιστατικό παραμένει θρυλικό: Μάρτιος του 1961 διοργανώνεται μεγάλη συναυλία των Μίκη Θεοδωράκη και Μάνου Χατζιδάκι στο θέατρο «Κεντρικόν» ως το γεγονός της χρονιάς. Τα τραγούδια θα ερμήνευε η αφρόκρεμα του ελληνικού τραγουδιού (Καζαντζίδης, Μαρινέλλα κ.ά.) και θα τα πλαισίωνε ο μεγάλος δεξιοτέχνης Μανώλης Χιώτης. Όταν βγήκε όμως στη σκηνή ο Μπιθικώτσης να τραγουδήσει το «Στον άλλο κόσμο που θα πας», κατέρρευσε από το άγχος!

Περιπέτειες στη Χούντα

biithikkotsiisis8
Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, τα τραγούδια και η μουσική του «κομμουνιστού» συνθέτη απαγορεύτηκαν, όχι όμως και η φωνή που τόσο ζωντανά τα είχε φέρει στη ζωή. Το χουντικό καθεστώς είδε στις χορδές του Μπιθικώτση ό,τι ακριβώς και οι μεγάλοι συνθέτες, γι’ αυτό και τον θέλησε να ερμηνεύσει τον ύμνο της χούντας.
Κι έτσι στις 13 Ιουλίου 1967, στο νυχτερινό κέντρο «Δειλινά», Μπιθικώτσης και Βίκυ Μοσχολιού (την οποία είχε επίσης ανακαλύψει ο ίδιος) τραγουδούν σε πρώτη εκτέλεση το χουντικό άσμα. Ο Μπιθικώτσης δεν άκουσε τη συμβουλή του φίλου του Μίκη, που του είχε στείλει σχετική επιστολή όταν έμαθε τα ζοφερά νέα: «Γρηγόρη, διάβασα με κατάπληξη ότι πρόκειται να τραγουδήσεις στα ‘‘Δειλινά’’ τον ‘‘Ύμνο της Επαναστάσεως’’. Νομίζω ότι είσαι αρκετά μεγάλος, για να καταλαβαίνεις τι πρόκειται να κάνεις».
biithikkotsiisis9
«Πόσες ευθύνες επωμίζεσαι και σε τι σοβαρούς κινδύνους μπαίνεις. Κάθισε σπίτι σου με αξιοπρέπεια. Μην γκρεμίζεις, με μια κλωτσιά, αυτό που χτίσαμε μαζί τόσα χρόνια. Μην ακούς τους κερδοσκόπους και τους προσκυνημένους. Μη ρίχνεις στον βούρκο το όνομά σου και το όνομα των παιδιών σου, που σε λίγο θα ντρέπονται για σένα. Κάνε τον άρρωστο. Φύγε για το εξωτερικό.
«Εκεί μπορείς ν’ αρχίσεις μια καινούργια καριέρα. Η Μελίνα σε περιμένει. Γιατί αν εσύ, ο Μπιθικώτσης, το πρωτοπαλίκαρο του Θεοδωράκη, γίνεις επίσημος τραγουδιστής της Δικτατορίας, τραγουδώντας αυτό το άθλιο κατασκεύασμα, θα πρέπει να ξέρεις, ότι θα γίνεις ο πιο αχάριστος και τιποτένιος προδότης, που γέννησε ο Λαός μας. Στο όνομα της φιλίας μας και για χάρη της γυναίκας σου, των παιδιών σου και όλων των αμέτρητων φίλων μας, σε ικετεύω να μ ακούσεις για τελευταία φορά. Μετά την Πέμπτη θα είναι αργά. Πάρα πολύ αργά».
biithikkotsiisis11
Ο Μπιθικώτσης δεν τον άκουσε. Δικαιολογήθηκε πως δεν αντέχει να ξαναπεράσει εξορία, ειδικά τώρα που η ζωή του φαινόταν να έχει στρώσει έπειτα από βάσανα δεκαετιών. Βέβαια, μόνο ως προδότης δεν έμεινε στην Ιστορία καθώς κανείς δεν χρειάστηκε να τον συγχωρέσει, ούτε και ο ίδιος αναγκάστηκε να ξεπλύνει τα κρίματά του. Η προσωπική ευθύνη ήταν άλλωστε δική του επιλογή.
Συνέχισε απλώς τη μεγαλειώδη του πορεία στην ελληνική μουσική και έβαλε πλώρη γι’ άλλα, κόβοντας λες δεσμούς με το παλιό αριστερό παρελθόν που τόσο είχε ταυτιστεί. Όταν έκοψε μάλιστα το μουστάκι μετά το 1967, θέλοντας προφανώς να αποκοπεί από την παλιά του εικόνα, οι κακές γλώσσες έδιναν και έπαιρναν για τη στροφή του.
Ο ερμηνευτής του Ελύτη, του Ρίτσου, του Βάρναλη και του Σεφέρη τραγουδούσε τώρα την «Επίσημη αγαπημένη» και το «Μια γυναίκα φεύγει», το σπουδαίο ερμηνευτικό του εκτόπισμα τον κράτησε όμως στην κορυφή, συνδυάζοντας τα ετερόκλητα και γεφυρώνοντας τα αγεφύρωτα.

Με την επιρροή του Μίκη να ξεθωριάζει, ο Μπιθικώτσης άρχισε και πάλι να γράφει τα δικά του τραγούδια, σε στίχους κυρίως του Κώστα Βίρβου τώρα, κάνοντας μια δεύτερη (ή τρίτη;) και εξίσου μεγάλη καριέρα. Από την κριτική δεν θα ξέφευγε, έκλεινε όμως τα στόματα με το χρυσό του λαρύγγι.
Είμαστε εξάλλου στη μεταδικτατορική εποχή, όταν και επανεκδίδονται τα τραγούδια του Μίκη και μπαίνουν πια σε κάθε σπίτι. Οι δυο μεγάλοι συνεργάτες ήρθαν και πάλι κοντά το καλοκαίρι του 1976 στο Ηρώδειο, όταν ο Γρηγόρης τραγούδησε ζωντανά το «Άξιον Εστί» σε διεύθυνση του Μίκη θυμίζοντας σε όλους τα κολοσσιαία πράγματα που έκανε το δίδυμο πριν από λίγα χρόνια…

Τελευταία χρόνια

biithikkotsiisis12
Η δωρική φωνή του Μπιθικώτση, που αγκάλιασε την Ελλάδα από τα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι και πολύ μετά τη Μεταπολίτευση, έδωσε το δικό της βάρος και την απαραίτητη λαϊκότητα στις μελοποιήσεις των μεγάλων μας ποιημάτων, βάζοντας τους στίχους του Ελύτη, του Ρίτσου, του Σεφέρη, του Βάρναλη, του Λειβαδίτη, του Χριστοδούλου και άλλων στα στόματα του λαού.
Το 1978, Μίκης και Γρηγόρης κυκλοφορούν την τελευταία τους δισκογραφική συνεργασία, το «Οκτώβρης 78». Ο Μπιθικώτσης πραγματοποίησε την αποχαιρετιστήρια συναυλία του στο Ολυμπιακό Στάδιο το 1984, αν και συχνά πυκνά επέστρεφε είτε στη δισκογραφία είτε σε ζωντανές εμφανίσεις. Το 2003 τιμήθηκε από την ελληνική πολιτεία με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα για το σύνολο του έργου του, καθώς και με το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλης των Αθηνών.

Όταν έκλεισε τα μάτια του στις 7 Απριλίου 2005, ήταν ο τραγουδιστής της «Ρωμιοσύνης» και του «Άξιον Εστί», αλλά και διαχρονικών -και πιο ελαφρών- λαϊκών και ρεμπέτικων επιτυχιών που σφράγισε η μεγαλειώδης φωνή του.
biithikkotsiisis13
Τρία χρόνια πριν φύγει από τον κόσμο, είχε δηλώσει αναφορικά με το αν φοβάται τον θάνατο: «Όχι, είναι νόμος. Σήμερα που μιλάμε πιστεύω ότι η ζωή μας είναι σαν μαραμένο φύλλο από δέντρο που το παίρνει ο αέρας και το πάει τσάρκες. Αυτή είναι η τσάρκα της ζωής. Τόσο λίγο κρατάει στο διάστημα των αιώνων και των εκατομμυρίων χρόνων».

Ο ίδιος έμελλε βέβαια να είναι αθάνατος, έχοντας τη φωνή του μέρος της συλλογικής μας μνήμης αλλά και της πολιτιστικής παρακαταθήκης του τόπου μας…

ΠΗΓΗ www.newsbeast.gr


Η νοσταλγία ενός ρεμπέτη, στον Πολυχώρο Πολιτισμού Διέλευσις

$
0
0

Στον Πολυχώρο Πολιτισμού Διέλευσις παρουσιάζεται η παράσταση«Η νοσταλγία ενός ρεμπέτη», ένα ταξίδι που συνδυάζει ζωντανή μουσικήκαι παντομίμα το Σάββατο 12 και τοΣάββατο 26 Νοεμβρίου.

Ιστοριογραφία της ρεμπέτικης και λαϊκής μας μουσικής με συνδυασμόπαντομίμας και ζωντανής μουσικήςμε την συνάντηση των ηθοποιών της ομάδας θεάτρου δρόμου «Παίζω-Δρόμος» και του ρεμπέτικου σχήματος «οι Παραπεταμένοι».

Η ιστορική συνάντηση δύο μουσικών ειδών, λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής: το Πειραιώτικο και τοΣμυρναίικο, από την οποία  θα γεννηθεί το ρεμπέτικο .

Η συνάντηση, μέσα στην παράσταση, του νεαρού Πειραιώτη ρεμπέτη και της τσαχπίνας Σμυρνιάς, η οποία συμβολίζει το κράμα των δύο ειδών.
Διαβάστε την συνέχεια στο  www.culturenow.gr

Ρεμπέτικες βραδιές με τον Αγάθωνα

$
0
0
agathonas
Τις γνωστές του ρεμπέτικες βραδιές υπόσχεται ο Αγάθωνας, ο οποίος θα βρίσκεται κάθε Δευτέρα βράδυ στο καφενείο «Η Πρίγκηπος» (Αποστόλου Παύλου 22)

Ο Αγάθωνας Ιακωβίδης, που όμως έγινε γνωστός μόνο με το μικρό του όνομα γεννήθηκε στον Ευαγγελισμό του Λαγκαδά από γονείς Μικρασιάτες πρόσφυγες, το 1955. Τα πρώτα του μουσικά ακούσματα προέρχονται από τον κοινωνικό του περίγυρο και είναι έντονα διαποτισμένα από τις μελωδίες της Μικράς Ασίας.
Πιο συστηματικά, άρχισε να ασχολείται με τη μουσική, σε ηλικία 16 ετών, οπότε και άρχισε να πιάνει στα χέρια του μουσικά όργανα, όπως κιθάρα, μπαγλαμά, ούτι, μπουζούκι, τζουρά, μαντόλα και μαντολίνο και να προσπαθεί να αποτυπώσει πάνω τους τα μουσικά του ακούσματα. Ό,τι έμαθε δηλαδή από μουσική, το έμαθε μόνος του.

Το επαγγελματικό του ξεκίνημα γίνεται στις μπουάτ της Θεσσαλονίκης, μετά από δυο χρόνια, το 1973. Σύντομα, αντιλαμβάνεται ότι αυτό που τον ενδιαφέρει πραγματικά και ταιριάζει και στη φωνή του είναι το ρεμπέτικο τραγούδι, στο οποίο και αφιερώνεται έκτοτε αποκλειστικά. Το 1978 αποφάσισε να ιδρύσει το Ρεμπέτικο Συγκρότημα Θεσσαλονίκης, με το οποίο ηχογραφεί δύο δίσκους, εμφανίζεται σε διάφορα μαγαζιά και πραγματοποιεί πολλές συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Και λίγα χρόνια μετά παίρνει την απόφαση να κατέβει στην Αθήνα, όπου και συνεργάστηκε το 1981 με μουσικούς όπως ο Κώστας Παπαδόπουλος, ο Γιώργος Κόρος, ο Βασίλης Σούκας, ο Λάζαρος Κουλαξίζης, ο Νίκος Φιλιππίδης, ο Νίκος Χατζόπουλος, ενώ είχε εμφανιστεί σε πόλεις και χωριά σε όλη την Ελλάδα και είχε προσκληθεί για προσωπικές συναυλίες, σχεδόν σε όλη την Ευρώπη και στις Η.Π.Α.
Το 2013 σε συνεγασία με το συγκρότημα ΚΟΖΑ MOSTRA εκπροσώπησε τη χώρα μας στον Ευρωπαικό διαγωνισμό τραγουδιού της EUROVISION. Ο Αγάθωνας είναι αφοσιωμένος στο ρεμπέτικο και δημοτικό τραγούδι. Τα υπηρετεί από το 1973, αρνούμενος πεισματικά να μετακινηθεί σε άλλα δημοφιλέστερα είδη. Σε όλες τις προσωπικές δισκογραφικές του δουλειές παρουσιάζει συστηματικά το ρεμπέτικο τραγούδι, ερμηνεύοντας τόσο παλιά και άγνωστα ρεμπέτικα (στηριζόμενος, κατά μεγάλο μέρος, στο αρχειακό του υλικό), όσο και γνωστά και πολυτραγουδισμένα.

dailythess | Ειδήσεις από τη Θεσσαλονίκη 

Στράτος Παγιουμτζής 1904 – 16/11/1971

$
0
0
Στράτος Παγιουμτζής
Στις 16 Νοεμβρίου 1971 «έσβησε» πάνω στο πάλκο, σε ηλικία 67 ετών
Εμβληματικός τραγουδιστής της κλασσικής εποχής του ρεμπέτικου. Είπαν χαρακτηριστικά γι' αυτόν ότι «στο λαιμό του είχε φωλιές από αηδόνια».
Γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας το 1904. Ήλθε στην Ελλάδα πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Από παιδί μπήκε στο μεροκάματο, αλλά το μεγάλο πάθος του ήταν το τραγούδι. Γρήγορα γνωρίστηκε με την πειραιώτικη παρέα του ρεμπέτικου.
Μαζί με τους Μάρκο Βαμβακάρη, Ανέστη Δελιά και Γιώργο Μπάτη έφτιαξαν την πρώτη αμιγώς μπουζουξίδικη λαϊκή ορχήστρα. Ήταν γνωστή ως «Τετράς του Πειραιώς», στην καθαρευουσιάνικη εκδοχή του Μπάτη.
Το 1934 η κομπανία πρωτοεμφανίζεται στη μάντρα του Σαραντόπουλου, στην Ανάσταση του Πειραιά και γνωρίζει πολύ μεγάλη επιτυχία.
Tetras-Peiraias.jpgΣτην κομπανία τραγουδούν όλοι, όμως ο Στράτος είναι ο βασικός τραγουδιστής. Την ίδια χρονιά, ο Μάρκος ετοιμάζεται να ηχογραφήσει τον πρώτο του δίσκο.
Ο Μάρκος πηγαίνει στην εταιρία για να παίξει τα τραγούδια του, αλλά όχι και να τα τραγουδήσει, καθώς η κομπανία είχε βασικό τραγουδιστή τον Στράτο και ο ίδιος δεν πίστευε στις φωνητικές του ικανότητες.
http://4.bp.blogspot.com/-sLgh0X5jN70/Uaz82b8Tt2I/AAAAAAAAAxs/1DN61vpTzRo/s1600/DSC00674.JPG
Photo: mpouzouksides.blogspot.gr

Όμως, ο Σπύρος Περιστέρης, ο μαέστρος της εταιρίας, επιμένει να είναι ο Μάρκος ο ερμηνευτής των τραγουδιών του. Έτσι, δημιουργείται το εξής παράδοξο: Στο λαϊκό πάλκο τα τραγούδια του Μάρκου να ερμηνεύονται από το Στράτο και στη δισκογραφία από τον Μάρκο.

Την ίδια περίοδο εμφανίζεται στη δισκογραφία και ο Γιώργος Μπάτης. Ηχογραφεί πρώτα το τραγούδι «Μπάτης ο δερβίσης» και ετοιμάζεται να ηχογραφήσει το «Ζεϊμπεκάνο σπανιόλο». Η κομπανία προβάρει το τραγούδι, ο Μπάτης όμως δεν μπορεί να τραγουδήσει κι έτσι ηχογραφείται με τη φωνή του Στράτου. Ακολουθούν τα τραγούδια «Οι σφουγγαράδες» και «Μάγκες καραβοτσακισμένοι» και το 1936 ο Στράτος ερμηνεύει τραγούδια και του τέταρτου της παρέας, του Ανέστη Δελιά («Μάγκες πιάστε τα βουνά», «Τον άντρα σου και μένα» κ.ά.).

Στα πρώτα χρόνια της δισκογραφικής παρουσίας των Πειραιωτών ο Στράτος συμμετέχει στις περισσότερες ηχογραφήσεις, ακόμα κι όταν δεν τραγουδάει. Σε πολλά απ' τα πρώτα τραγούδια του Μάρκου παίζει μπαγλαμά ή ποτηράκια, ενώ δεκάδες είναι οι δίσκοι όπου η φωνή του χαιρετίζει τους συμμετέχοντες στην ηχογράφηση («Γεια σου Μάρκο με τις ζωντανές σου τις πενιές σου», «Γεια σου Σπύρο μου με το μπουζουκάκι σου»). Καμιά φορά χαιρετίζει και τον εαυτό του! («Γεια σου και σένα ρε Στράτο με τον τζουρά σου»).

http://users.sch.gr/gpantakis/wp-content/uploads/2012/12/Pap1.jpg
Από τ’αριστερά: Γιάννης Παπαϊωάννου, Στράτος Παγιουμτζής, Μάρκος Βαμβακάρης, Γ.Λαύκας. Photo: Παντάκης Γιώργος

Στα μέσα της δεκαετίας του '30 η φωνή του Στράτου Παγιουμτζή είναι ήδη μύθος. Από τότε αναφέρεται μόνο με το μικρό του όνομα, ακόμα και σε ετικέτες δίσκων. Το 1935 τον χρησιμοποιεί ως ερμηνευτή ο Βαγγέλης Παπάζογλου («Σαν εγύριζα απ' την Πύλο») και από το 1937 και άλλοι μεγάλοι Μικρασιάτες δημιουργοί: Ο Παναγιώτης Τούντας («Περσεφόνη μου γλυκιά», «Είν' ευτυχής ο άνθρωπος» κ.ά.), ο Κώστας Σκαρβέλης («Σε γελάσανε», «Ο κόσμος πλούτη λαχταρά» κ.ά.) και ο Σπύρος Περιστέρης («Θαλασσινό μεράκι», «Για σένα μαυρομάτα μου» κ.ά.).

Το 1938 ο Στράτος θα τραγουδήσει Μανώλη Χιώτη («Δε λες το ναι και συ») και μερικά απ' τα καλύτερα τραγούδια του Μπαγιαντέρα («Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», «Χατζηκυριάκειο»). Με τον Τσιτσάνη είχε γνωριστεί μερικούς μήνες νωρίτερα και μαζί του θα ξεκινήσει μια πολύχρονη συνεργασία. Δεκάδες πασίγνωστα τραγούδια του Τσιτσάνη πρωτοηχογραφήθηκαν με τη φωνή του Στράτου Παγιουμτζή, κάτι που δεν είναι καθόλου άσχετο με την επιτυχία τους.

Μετά την Κατοχή, ο Στράτος συνεχίζει τη συνεργασία του με τους παλιότερους λαϊκούς δημιουργούς (Μάρκο, Τσιτσάνη, Χιώτη κλπ.) και με νέους, όπως ο Απόστολος Καλδάρας («Πάνω σ' ένα βράχο») και ο Γιώργος Μητσάκης («Μάγκας βγήκε για σεργιάνι»). Θα συνεχίσει στη δισκογραφία ως τα μέσα της δεκαετίας του '50, οπότε με την άνθηση του αρχοντορεμπέτικου η καριέρα του θα πάρει την κατιούσα.

http://users.sch.gr/gpantakis/wp-content/uploads/2012/12/Bam5.jpg

Στις αρχές της δεκαετίας του '60 ο Ζαμπέτας τον ξαναφέρνει στο προσκήνιο, εκμεταλλευόμενος τη μεγάλη του επιρροή στις εταιρίες.
Ο Στράτος ηχογραφεί προπολεμικά ρεμπέτικα του Χατζηχρήστου, του Τσιτσάνη και άλλων δημιουργών, τον περίφημο αμανέ «Μινόρε του Στράτου» και τον ύμνο του Ολυμπιακού «Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ» («Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ / που εσάρωσες τη Σάντος, την ομάδα του Πελέ). Εκτός απ' τη δισκογραφία, ο Στράτος επανέρχεται στα λαϊκά πάλκα, όπου δούλευε ασταμάτητα απ' το 1934 έως το 1955.

Τον Οκτώβρη του 1971 καταφέρνει να βγάλει διαβατήριο (το 1937 είχε συλληφθεί για χρήση χασίς και πήγε εξορία) και να πάει στη Νέα Υόρκη. Δούλεψε στη «Σπηλιά», όπου αποθεωνόταν απ' τους ομογενείς.

Στις 16 Νοεμβρίου 1971 «έσβησε» πάνω στο πάλκο, σε ηλικία 67 ετών. Για να τον γυρίσουν στην πατρίδα και να τον κηδέψουν, χρειάστηκε να γίνει έρανος από παλιούς φίλους και συνεργάτες του, ενώ τα έξοδα της κηδείας κάλυψε ο Γιώργος Ζαμπέτας.

ΠΗΓΗ: 

 







Γιώργος Μητσάκης Όπου Γιώργος και μάλαμα.

$
0
0

Του Κώστα Μπαλαχούτη
Στο χώρο του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού, λίγοι είναι εκείνοι που ασχολήθηκαν με όλες τις πτυχές της καλλιτεχνικής έκφρασης και κυμάνθηκαν ταυτόχρονα σε υψηλές στάθμες δημιουργίας.
Ο Γιώργος Μητσάκης, στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο, όπου έκανε το ντεμπούτο του στην δισκογραφία ξεχώρισε αμέσως για την δύναμη των στίχων του, την πολυποίκιλη μουσική του φλέβα, την σωστή ερμηνεία του και την μαστοριά του στο μπουζούκι.
Άλλοτε στιβαρός και δωρικός κι άλλοτε αρχοντορεμπέτης και περιπαικτικός, ο Μητσάκης είχε το χάρισμα να διαφοροποιείται από τους ομότεχνους του.
Ακόμα και σαν προσωπικότητα αλλά και σαν φιγούρα πάνω στο πάλκο «πέρασε» το δικό του ύφος και στυλ. Χωρίς υπερβολή πέρα από τον κοινότοπη αλλά εύστοχη ετικέτα «Δάσκαλος»που του απένειμαν πολλοί, ο Μητσάκης θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ένας πηγαίος εστέτ του λαϊκού πενταγράμμου.
Κι είναι κρίμα που μεγάλα μέρη από το εύρος και το μέγεθος του έργου του παραμένουν ακόμη και σήμερα ανεξερεύνητα κι ας έχουν δεκάδες τραγούδια του κερδίσει την δύσκολη μάχη με τον χρόνο. Γιατί πέρα από την εκτίμηση και αναγνώριση που χαίρει στον ευρύτερο μουσικό κύκλο, ο Μητσάκης δεν έχει «παρασημοφορηθεί» όσο άλλοι ισοδύναμοί του. Κι αυτό ίσως συμβαίνει γιατί τα media αλλά και η έρευνα, από άγνοια ή ακόμη και μικροπολιτική σκοπιμότητα, αποδίδουν τα εύσημα μόνο σε λιγοστούς και ορισμένους. Το περίεργο είναι ότι ο Μητσάκης μέχρι και την αναγκαστική «απόσυρσή» του από τα πράγματα παρέμενε επίκαιρος και ευρηματικός σημειώνοντας και στην δεκαετία του '70 επιτυχίες που κατέγραφαν το κλίμα και την ατμόσφαιρα της εποχής. Όπως άλλωστε συνήθιζε να πράττει στην πολύχρονη διαδρομή του στο τραγούδι, όπου στην περίπτωσή του η περίφημη ρήση «Όπου Γιώργος και μάλαμα.»βρίσκει την απόλυτη επιβεβαίωση της.

http://i.imgur.com/r1fNrU8.jpg

ΓΙΩΡΓΟΣ ΕΙΝΑΙ Τ' ΟΝΟΜΑ

«Εγώ γεννήθηκα στην Πόλη. Τον πατέρα μου τον λέγανε Στέφανο και τη μητέρα μου Αθηνά. Γεννήθηκα στο Μπέικος, μια περιοχή φημισμένη για τα καρύδια της. Ο παππούς μου είχε ανοίξει ένα μαγέρικο εκεί κοντά στα δικαστήρια και σιγά-σιγά είχε αποκτήσει φήμη. Ο πατέρας μου άρχισε να ψαρεύει. Πήρε και μια βάρκα -εγώ ήμουν τότε πολύ μικρός- πήρε και τη μάνα μου κι εμένα και πήγαμε και μείναμε στην Πρίγκηπο, σε κάτι παράγκες κοντά στην παραλία. Εκεί μένανε όλοι οι ψαράδες.
Εγώ γεννήθηκα το 1921. Αλλά έχω κι άλλο ένα πιστοποιητικό γεννήσεως το 1924. Κι αυτό γιατί είχαν αρχίσει να κυνηγάνε τους Ρωμιούς.
Τα πράγματα σιγά-σιγά είχαν αρχίσει να γίνονται δύσκολα για μας τους Έλληνες. Είδαμε κι αποείδαμε, δε μας σήκωνε ο τόπος και αποφάσισε ο πατέρας μου να γυρίσουμε πίσω στην Ελλάδα. Φορτώσαμε τα πράγματά μας σ' ένα ιταλικό πλοίο, μια σακαράκα, «Αμπάζια» λεγότανε. Και έπειτα από δεκαεφτά μέρες ταξίδι -πιάσαμε Αλεξανδρούπολη, πιάσαμε Θάσο- φτάσαμε στην Καβάλα. Αυτό έγινε το 1935. Του πατέρα μου όμως δεν του πολυάρεσε.
 Οι μεγάλοι δημιουργοί του λαϊκού: Γιώργος Μητσάκης
Αλλά και η μάνα μου φώναζε γιατί είχε ένα θείο ενωμοτάρχη στο Βόλο κι ήθελε να πάμε εκεί, μας είχε καλέσει ο θείος να πάμε κοντά του. Εκεί εγκατασταθήκαμε σ' ένα χωριό λίγο πιο έξω από το Βόλο, την Άφυσσο. Ψαροχώρι ήτανε, ο πατέρας μου ψάρευε εκεί, ήτανε κι ο θείος εξουσία, αρχίσαμε λοιπόν να τα βολεύουμε κάπως. Εμένα όμως το αίμα μου έβραζε.»1.

Ο νεαρός Μητσάκης τελειοποιεί τα ελληνικά του, για να μην γίνεται λόγω της προφοράς του ο περίγελος των πιτσιρικάδων, διαβάζει ποίηση και ασχολείται με το μπουζούκι. Στην ονομαστή «Σκάλα» του Στέφανου Μιλάνου θα πάρει τα πρώτα «μουσικά» μαθήματα αλλά δεν θα εξοφλήσει το χρέος του προς τον ιδιοκτήτη, 150 δραχμές, που δανείστηκε για να αγοράσει το πολυπόθητο τρίχορδο. Γι' αυτό και το όνομά του παρέμενε μέχρι και τα χρόνια του '60 στο μαυροπίνακα του μαγαζιού. Προκειμένου να μην καταλήξει ψαράς, όπως επιθυμούσε ο πατέρας του το σκάει και πηγαίνει στη Θεσσαλονίκη.

Ο ΜΕΡΑΚΙ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ

Η καλή του μοίρα θα τον κάνει να γνωριστεί με τον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Απόστολο Χατζηχρήστο. Ο τελευταίος όχι μόνο θα του διδάξει τα μυστικά του οργάνου αλλά θα τον προσκαλέσει στην Αθήνα και θα τον φιλοξενήσει στο σπίτι του στη Δραπετσώνα. Μαζί με τον Ηλία Ποτοσίδη θα δουλέψουν σαν τρίο παίζοντας σε ταβέρνες και καφενεία, βγάζοντας «πιατάκι». Γνωρίζεται με το Στελλάκη Περπινιάδη, το Μάρκο Βαμβακάρη, τον Γιάννη Παπαϊωάννου, το Στράτο Παγιουμτζή, το Σπύρο Περιστέρη, το Στέλιο Κερομύτη, τον Γιάννη Σταμούλη, το Σταύρο Τζουανάκο και άλλους πρωταγωνιστές και κατά την περίοδο της κατοχής εμφανίζεται στα μουσικά στέκια γύρω από την Ομόνοια (στου Πίκινου, στου Μπουχιούνη, στο Καρρέ του Άσσου κ.ά.). Γράφει τα πρώτα του τραγούδια που αμέσως ξεχωρίζουν για την στιχουργική τους φρεσκάδα και πρωτοπορία καθώς και για την φροντισμένη και ταιριαστή μουσική τους επένδυση.

Δίφυλλο με τα δύο πασίγνωστα τραγούδια του Γιώργου Μητσάκη.

Αυτόγραφο του Γιώργου Μητσάκη. Σύμφωνα με τον Μητσάκη, το περίφημο Κομπολογάκι και το Όταν καπνίζει ο λουλάς -που ηχογραφήθηκαν μετά την απελευθέρωση και την επαναλειτουργία των studio στη Ριζούπολη και μάλιστα το καθένα σε τρεις παράλληλες εκτελέσεις - είναι βασισμένα σε πραγματικά γεγονότα και αφορμές. Παρά κάποια προβλήματα που αντιμετωπίζει με την στρατιωτική του θητεία (αρχικά στην Καλαμάτα και στη συνέχεια με εξάμηνη φυλάκιση στα Γιάννενα) σκαρφαλώνει με γοργούς ρυθμούς τα σκαλοπάτια της καταξίωσης.
Το 1947 παντρεύεται με την πρώτη του σύζυγο και την επόμενη χρονιά έρχεται στη ζωή η κόρη τους. Συνεργάζεται με τον Παπαϊωάννου στου «Μάριου» στην Ίωνος και στου «Καλαματιανού» στις Τζιτζιφιές, μόνοι τους αλλά και ως μέλη του ξακουστού σχήματος των 12 μπουζουξήδων. Περνάει απ' τη «Λουζιτάνια» στη Συγγρού με τον Απόστολο Καλδάρα.
Ιστορική έχει μείνει η σύμπραξή του με τον Μανώλη Χιώτη στο «Πίγκαλς» στην αρχή της Πατησίων όπου οι δυο τους συναγωνίζονταν σε κομψότητα και αρχοντιά, μαγεύοντας το κοινό. Ο ίδιος ο Μητσάκης ταπεινά θα δηλώσει: «Η μόνη μου επιτυχία στο πάλκο ήταν με το Χιώτη στο Πίγκαλς»2. Εκεί η Μαρίκα Νίνου θα κάνει το νούμερό της με τον άντρα της και το μικρό γιο τους ως «Δυόμισι Νίνο» αλλά θα αποδώσει και μόνη της τις πρώτες μπριόζικες ερμηνείες της, κι εκεί ο Χιώτης θα γνωρίσει την Μαίρη Λίντα.



ΤΑ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Η φήμη του Μητσάκη εκτινάσσεται στην κορυφή. Βρίσκεται στην πιο παραγωγική και αποδοτική φάση της καριέρας του. Σε μια λογοκριμένη περίοδο καταθέτει ώριμα δείγματα μιας αφοπλιστικά αψεγάδιαστης γραφής που παλινδρομούν ανάμεσα στην απεικόνιση της σκληρής μετεμφυλιακής πραγματικότητας αλλά συντοχρόνως και την διάθεση για διασκέδαση, γλέντι και απόδραση απ' τα προβλήματα και τις δυσκολίες. Πηγές της θεματολογίας του η καθημερινότητα και οι ανάγκες της που προσεγγίζει με καυστική και αιχμηρή ματιά αλλά και σκωπτική, σαρκαστική οπτική. Μέχρι και τα μισά του '50 η μία επιτυχία διαδέχεται την άλλη: Το καπηλειό, Τα δαχτυλίδια, Η Βαλεντίνα (επηρεασμένος από τη θεία του στην Πόλη, στην οποία εύρισκε καταφύγιο για να μην τιμωρηθεί για τις σκανταλιές του), Η Φρόσω (απ' την παραμονή του στα Γιάννενα και τον μύθο της Κυρά Φροσύνης), Ο Ψαράς (για τον πατέρα του), Κατσιβέλλα, Θέλω στα μπουζούκια να με πας, Δεν είμαι ο Γιώργος, Ψιλή βροχούλα, Το σβηστό φανάρι, Παλαμάκια - Παλαμάκια, Γυναίκα με δυο άντρες, Απόψε είναι βαριά, Να 'χεις χάρη που σε αγαπώ (Το δικό σου το μαράζι) κ.ά. που ερμηνεύουν -συχνά μαζί με τον Μητσάκη- σπουδαίοι τραγουδιστές, όπως οι Στελλάκης, Παγιουμτζής, Νίνου, Ιωάννα Γεωργακοπούλου, Σωτηρία Μπέλλου, Καίτη Γκρέυ κ.ά.

ΓΙΩΡΓΟ ΜΟΥ ΠΟΙΑ ΣΕ ΧΑΙΡΕΤΑΙ

Η ανοδική διαδρομή του Μητσάκη στη νύχτα περνά από του «Τζίμη του Χοντρού» στην Αχαρνών με τους Στέλλα Χασκίλ, Χρηστάκη (είχε παντρευτεί την αδελφή του Μητσάκη), Ευαγγελία Μαργαρώνη, Δημήτρη Ευσταθίου και τον νεαρό τότε Πάνο Μιχαλόπουλο. Ο τελευταίος θα μπει στην δισκογραφία χάρη σ' ένα τραγούδι του «δάσκαλου», το «Σαββατόβραδο συννεφιασμένο» .
Στις αρχές του '50, με «μεσολαβητή» το Γιώργο Ζαμπέτα, γνωρίζει την Άννα Χρυσάφη που μόλις έχει κάνει τα πρώτα της βήματα στο τραγούδι. Μετά από ένα πολύμηνο διάστημα μαθητείας θα εμφανιστούν στη «Γωνιά της Αθήνας» στην Πατησίων και το καλοκαίρι του 1952 στο «Ροσινιόλ» στα Σεπόλια. όπου όπως λέει ο ίδιος ο Μητσάκης «γινόταν λοιπόν μεγάλος ντόρος κάθε βράδυ»3. Η παρουσία τους στην ταινία «Ο Πύργος των Ιπποτών» του Νίκου Τσιφόρου με τους Μίμη Φωτόπουλο και Πέτρο Κυριακό θα ενισχύσει την δημοτικότητά τους.
Για το κοινό θα αποτελέσουν ένα από τα ωραιότερα ντουέτα εκείνης της περιόδου αλλά η καλλιτεχνική τους σύζευξη θα είναι σχετικά σύντομη και στιγματισμένη από παράπονα και «γκρίνιες». Η Χρυσάφη θα κατηγορήσει τον Μητσάκη, ότι τα τραγούδια που εκείνη κάνει επιτυχία στο πάλκο -όπως συνηθιζόταν τότε- τα ηχογραφεί με άλλες ερμηνεύτριες ενώ ο δημιουργός, απαντώντας, θα θέσει το ζήτημα των διαφορετικών εταιρειών που δεν επιτρέπει τη δισκογραφική τους συνεργασία. Η Χρυσάφη ανήκε στην Odeon και ο Μητσάκης στην Columbia. Στο ίδιο κέντρο θα ξανασυναντηθούν με επιτυχία το 1954 και το 1957. Έχουν μεσολαβήσει τα ταξίδια του Μητσάκη στην Κωνσταντινούπολη και αργότερα της Χρυσάφης στην Αμερική. Η λεζάντα που προανήγγειλε την δεύτερη επανασύνδεσή τους έγραφε: Ξανασμίγουν τα' αηδόνια.

ΟΠΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΙ ΜΑΛΑΜΑ

Η δυναμική πορεία του Μητσάκη θα έχει συνέχεια και «συγκομιδή» και στις επόμενες δεκαετίες. Μετά από έναν στενωπό και μια κάμψη που θα έχει στα μισά του '50, το «Όπου Γιώργος και μάλαμα» θα του προσφέρει στήριγμα και εφαλτήριο για νέα «σουξέ». Ο Θεόδωρος Δερβενιώτης, μαέστρος τότε στην Columbia, θυμάται χαρακτηριστικά ότι ο Νίκανδρος Μηλιόπουλος, εκ των διευθυντικών στελεχών της εταιρείας, αντιμετώπιζε με δυσπιστία το συγκεκριμένο τραγούδι και τις προοπτικές του. Μάλιστα είχε δημιουργηθεί κι ένα «παγωμένο» κλίμα με τον Μητσάκη αφού μια σειρά δημιουργιών του είχαν περάσει απαρατήρητες.
Η κάθετη στάση του Δερβενιώτη -που εκτιμά ιδιαίτερα το έργο του Μητσάκη- σχετικά με την ποιότητα και το «γκελ» του «Όπου Γιώργος και μάλαμα» ήταν καθοριστική. Νωρίτερα -αλλά και στη συνέχεια- ο Μητσάκης θα βρει στο πρόσωπο του ανερχόμενου Στέλιου Καζαντζίδη τον ιδανικό εκφραστή μιας ομάδας κοινωνικών τραγουδιών που έθιγαν και φωτογράφιζαν κυριολεκτικά τα «κακώς κείμενα» και την δεινή θέση στην οποία είχε περιέλθει το μεγαλύτερο τμήμα των λαϊκών στρωμάτων. Οι τίτλοι μιλούν από μόνοι τους: Θλιμμένο δειλινό, Ζωή είν' αυτή Ζωίτσα μου, Χτύπα φτωχή καμπάνα, Αχάριστε κόσμε και ντουνιά,
Οι καλοί πεθαίνουν νέοι, Το πιο πικρό ψωμί, Πέφτουν τα φύλλα απ' τα κλαριά, Ζωντανό με κλάψανε, Βράδιασε μες το Γεντί Κουλέ, Το σήμερα χειρότερο, Όλα μαύρα, Το μεροκάματο, Κλάψε φτωχή καρδούλα μου -σε μουσική Δερβενιώτη-, Άσε με γιατρέ μου θέλω να πεθάνω, Μοναξιά και φτώχεια κ.ά. Με τον Καζαντζίδη ο Μητσάκης αφήνει τον ευρωπαϊκό του αέρα και επιστρέφει σε πιο βυζαντινά ηχοχρώματα. Αυτός θα σηματοδοτήσει δισκογραφικά και το «πάντρεμα» του ερμηνευτή με την Μαρινέλλα με εναρκτήριες εγγραφές τα: Η πρώτη αγάπη σου είμαι εγώ, Νίτσα Ελενίτσα, Το ρομάντζο.
Ο Καζαντζίδης σε συζήτηση που είχα μαζί του θα επισημάνει τον όγκο και την αστείρευτη φλέβα του δημιουργού: «Τα τραγούδια του τα τραγούδησε ολόκληρη η Ελλάδα. Είναι ίσως ο πιο πολυτραγουδισμένος συνθέτης»4. Οι δυο τους θα συναντηθούν «διακριτικά» και στην δεκαετία του '60, χωρίς ν' αφήσουν όμως έντονα τα χνάρια τους, με εξαίρεση το πανελλαδικής εμβέλειας «Το δικό μου πάπλωμα». Στο μεγάλο δίσκο αφιέρωμα «Ο Κύριος Μητσάκης» (1993) ο Καζαντζίδης στην εισαγωγή του «Τι γυρεύεις παλικάρι» περνάει στο μικρόφωνο τον χαιρετισμό: «Γεια σου Μητσάκη μεγάλε δάσκαλε».

ΑΝ ΖΟΥΣΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ.

Στα χρόνια του '60 ο Μητσάκης βρίσκεται ανελλιπώς στην επικαιρότητα. Στην ζωή του έχει μπει πλέον «το μεγάλο κεφάλαιό του»5, η δεύτερη σύζυγός του Αθηνά. Οι παλιές του δόξες επανεκτελούνται από κορυφαίους λαϊκούς τραγουδιστές ενώ μια σειρά καινούργιων συνθέσεων του κατέχουν περίοπτες θέσεις στις λίστες επιτυχιών: Το παιδί που μπήκε τώρα, Στον Πειραιά συννέφιασε, Της Λαρίσης το ποτάμι, Ο μπάρμπα Θωμάς, Πάρε το δαχτυλίδι μου κ.ά. με τους Γρηγόρη Μπιθικώτση, Σπύρο Ζαγοραίο, Πόλυ Πάνου, Γιώτα Λύδια, Μανώλη Αγγελόπουλο κ.ά. Παράλληλα συμβάλει με τα τραγούδια του στην καθιέρωση νέων ερμηνευτών, όπως οι Λίτσα Διαμάντη (Συννεφιές), Γιάννης Καλατζής (Πού 'σαι καημένε Περικλή), Γιώργος Νταλάρας (Στην εποχή του Πάγκαλου), Γιάννης Πάριος (Η θάλασσα του Πειραιά), Καίτη Αμπάβη κ.ά.
Προσπαθώντας να κρατηθεί στις κορυφογραμμές της τραγουδοποίας και των τάσεων της εποχής ακολουθεί πιο «έντεχνες» διαδρομές. Παρά τις εμπορικές δάφνες που θα αποκομίσει δεν θα καταφέρει να αγγίξει τα όρια της πρώτης και αξεπέραστης φάσης της καριέρας του.

Ο στίχος του που τόσο εύστοχα αντικατόπτρισε μια ολόκληρη κοινωνία και εποχή, το πνεύμα, τις αγωνίες και τα συναισθήματά της, αρχίζει να δείχνει τις ρυτίδες του, να καταφεύγει σε μανιέρες κι ευκολίες και να χάνει το σφρίγος και το σμάλτο του. Είναι χαρακτηριστικό ότι λίγο πριν το '70 λίγο επιχειρώντας να κάνει και πάλι τραγούδια με τον Νταλάρα, εκείνος θα αρνηθεί την πρότασή του: «Τώρα κάνω άλλα πράγματα, δεν τραγουδάω αυτό το μοτίβο»6.
Ο Μητσάκης δεν θα παραδοθεί άνευ ορών στα νέα καλέσματα των καιρών και στο «άδειασμα» των πρωτομάστορων του κλασικού λαϊκού απ' τις μεγάλες εταιρείες. Στη Lyra θα ανοίξει και πάλι το «Ρεμπέτικο Σχολείο» του και «Το Παλιό Τεφτέρι» του κάνοντας κατάσταση και σημαντικές πωλήσεις με νέους κυρίως καλλιτέχνες μέσα από μια σειρά δίσκων 33 στροφών. Το δέσιμο και επικοινωνία τον κόσμο έχουν κτιστεί με στέρεα υλικά. Άλλωστε απ' τις αρχές του '60 στη νύχτα δείνει δυναμικό παρών: Στο Κάστρο, στο Βράχο, στα Χρυσά Κλειδιά, στον Περικλή και στο Πλακιώτικο Σαλόνι στην Πλάκα, στο Άλσος με τον Οικονομίδη, στη Νεράϊδα, στα Παλιά Δειλινά, στο Quenn Ann.

ΑΝ ΜΙΛΟΥΣΑΝ ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ

Ίσως να ζούσαν οι αρχαίοι, όπως και ο τίτλος του χαρακτηριστικού lp του Μητσάκη, που κυκλοφόρησε το 1969 να εκτιμούσαν περισσότερο το έργο και τις ιδιαιτερότητές του. Τις εμμονές του με τις συννεφιασμένες και βροχερές ημέρες (Στον Πειραιά συννέφιασε, Αν μιλούσαν τα σύννεφα, Ψιλοβρέχει, Της βροχούλας το νεράκι κ.ά.) με τους ψαράδες, το ψάρεμα και τη θάλασσα (Ο Νικόλας ο ψαράς), με τους Γιώργηδες και τα ονόματα γενικότερα (Έδιωξες το Δημητράκη), με τα επαγγέλματα και τις ιδιότητες (Ο βιοπαλαιστής, Ο φοιτητής, Ο πατέρας, Ο ναύτης, Το φανταράκι, Οι καπεταναίοι, Ο τσιγγάνος), με τις τοποθεσίες (Στης Καλλιρόης το ρέμα, Στο γύρο της Ακρόπολης, Θεσσαλονίκη, Στα Τρίκαλα, Γκρεμίζουν την Αθήνα την παλιά) τα δαχτυλίδια της αγάπης, το κομπολογάκι που το έχανε και το ξαναέβρισκε, τα ερωτικά τρίγωνα που δεν χωρούν σε «διπλό πάπλωμα» και «μικρό χαγιάτι», τους φυλακισμένους στα κάτεργα και τόσες ακόμη στιγμές που περικλείουν την πολυδιάστατη θεματολογία του που ανέπτυξε με ποιητική σφραγίδα, δυναμισμό, αμεσότητα, κριτική σκοπιά και σαφήνεια με συμπορευτή του λόγου τις όμορφες και ισοβαρής μελωδίες του.

ΟΤΑΝ ΘΑ ΣΒΗΣΕΙ ΤΟ ΚΑΝΤΗΛΙ.

Το 1981 η ζωή του θα κινδυνέψει μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Θα αποσυρθεί από τα πράγματα αλλά αραιά θα επανέλθει στη νυχτερινή διασκέδαση: Το 1983 στα Δειλινά, το 1984 στο Χάραμα και το 1987 στην Όμορφη Νϋχτα. Το 1991 αντιμετωπίζει νέα προβλήματα με την υγεία του και φεύγει απ' τη ζωή το μεσημέρι της 17ης Νοεμβρίου του 1993. Με χαμόγελο στα χείλη και ικανοποιημένος από τη συναυλία που οργανώθηκε προς τιμήν του από το Δήμο Πειραιά στο Βεάκειο με συμμετοχή πλήθους καλλιτεχνών τον Ιούλιο της ίδια χρονιάς κι έχοντας προλάβει να απολαύσει το ύστατο σουξέ, με τις χρυσές πωλήσεις της συλλογής «Η Ελλάδα του Μητσάκη». «Δραπέτης» απ' το «Γεντί Κουλέ» της ζήσης και με σβηστό «Καντήλι» όπως ερμήνευε ο Νίκος Γιουλάκης σε κάποια τραγούδια του «Δάσκαλου» που ανήκουν και στα αγαπημένα του γράφοντα.

'Όταν θα σβήσει και το δικό μου το καντήλι
θέλω να πεθαίνω με χαμόγελο στα χείλη..

1,3,5,6 Γιώργος Μητσάκης - Αυτοβιογραφία, επιμέλεια Νίκος Οικονόμου (εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου) 2 Συνέντευξη του Μητσάκη στους Στέλιο Ελληνιάδη και Γιώργο Κοντογιάννη (Ντέφι, τεύχος 8,1983) 4. Κι Όσο Υπάρχει θα Υπάρχω - Η πορεία και τα τραγούδια του Στέλιου Καζαντζίδη, του Κώστα Μπαλαχούτη (εκδόσεις Ατραπός). Επίσης στοιχεία αντλήθηκαν από Ρεμπέτικη Ανθολογία, του Τάσου Σχορέλη (εκδόσεις Πλέθρον) Μανώλης Αγγελόπουλος, Ο Μεγάλος Τσιγγάνος, όπως τον γνώρισα του Τάσου Καραίσκου (Ατραπός) Αρχείο Ελληνικής Δισκογραφίας, Συνθέτες του Ρεμπέτικου του Παναγιώτη Κουνάδη (σειρά ψηφιακών δίσκων της Minos-Emi). ΔΙΦΩΝΟ ΤΕΥΧΟΣ 98 (ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2003)

Αναδημοσίευση απο: ΡEMΠETIKOI  ΔΙΑΛΟΓΟΙ

Δισκογραφία

Μητσάκης Γιώργος - 1967 - Φτωχό κομπολογάκι μου
Μητσάκης Γιώργος - 1968 - Μητσάκης
Μητσάκης Γιώργος - 1969 - Αν ζούσαν οι Αρχαίοι
Μητσάκης Γιώργος - 1974 - Τα Πειραιώτικα
Μητσάκης Γιώργος - 1975 - Το παλιό τεφτέρι του Μητσάκη
Μητσάκης Γιώργος - 1976 - Τα Σαΐνια
Μητσάκης Γιώργος - 1976 - Το Ρεμπέτικο σχολείο του Μητσάκη
Μητσάκης Γιώργος - 1978 - Γεια Σου
Μητσάκης Γιώργος - 1981 - Που θα τη βρούμε σήμερα
Μητσάκης Γιώργος - 1984 - Οι Μεγάλοι του Ρεμπέτικου Νο 14
Μητσάκης Γιώργος - 1987 - Οι Μεγαλύτερες Επιτυχίες
Μητσάκης Γιώργος - 1993 - Η Ελλάδα του Μητσάκη (2 Cd)
Μητσάκης Γιώργος - 1993 - Ο Κύριος Μητσάκης
Μητσάκης Γιώργος - 1993 - Τελευταία Συναυλία στο Βεάκειο
Μητσάκης Γιώργος - 1995 - Εγώ είμαι ο Γιώργος σου (2 Cd)
Μητσάκης Γιώργος - 1995 - Συνθέτες του Ρεμπέτικου I
Μητσάκης Γιώργος - 1995 - Συνθέτες του Ρεμπέτικου II
Μητσάκης Γιώργος - 1995 - Συνθέτες του Ρεμπέτικου III
Μητσάκης Γιώργος - 1995 - Συνθέτες του Ρεμπέτικου IIII
Μητσάκης Γιώργος - 1995 - Τα Μεγάλα τραγούδια
Μητσάκης Γιώργος - 1996 - Λαϊκοί Συνθέτες Νο 2
Μητσάκης Γιώργος - 1996 - Μου ΄φαγες Τα Δαχτυλίδια
Μητσάκης Γιώργος - 1997 - Γιώργος Μητσάκης
Μητσάκης Γιώργος - 1997 - Μεγάλοι Λαϊκοί (4 Cd)
Μητσάκης Γιώργος - 1997 - Τραγούδια Από τις 45 στροφές
Μητσάκης Γιώργος - 1998 - Τραγούδια Από τις 45 στροφές No 2
Μητσάκης Γιώργος - 1999 - Συνθέτες του Ρεμπέτικου Νο 04
Μητσάκης Γιώργος - 1999 - Συνθέτες του Ρεμπέτικου Νο 15
Μητσάκης Γιώργος - 2002 - Παλαμάκια
Μητσάκης Γιώργος - 2003 - Μου ΄φαγες Όλα Τα Δαχτυλίδια
Μητσάκης Γιώργος - 2003 - Τα Αυθεντικά (2 Cd)
Μητσάκης Γιώργος - 2003 - Όπου Γιώργος Και Μάλαμα
Μητσάκης Γιώργος - 2005 - Έλληνες Συνθέτες (2 Cd)
Μητσάκης Γιώργος - 2008 - Μεγάλοι Συνθέτες Του Λαϊκού
Μητσάκης Γιώργος - 2009 - Ανθολογία (4 Cd)
Μητσάκης Γιώργος - 2009 - Τα Ωραία Του Μητσάκη
Μητσάκης Γιώργος - 2012 - Πάρε Το Δαχτυλίδι Μου (4 Cd)


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ: tralala.gr - ellinomania.eu -musicheaven.grogdoo.gr

Ο Μπάμπης Τσέρτος σ΄ένα πρόγραμμα “εφ’όλης της ύλης” στο Ρυθμό Stage

$
0
0
glykeria_tsertos_proves_2013_11_22
από: www.musiccorner.gr 
Ο Μπάμπης Τσέρτος ανεβαίνει στη σκηνή του “Ρυθμός Stage” για τρεις μοναδικές παραστάσεις σ’ ένα πρόγραμμα με τα ωραιότερα τραγούδια του Ελληνικού τραγουδιού, ένα πρόγραμμα “ Εφ΄όλης της ύλης”.

Με κορμό το ρεμπέτικο, ταξιδεύουμε από την προϊστορία του, μέχρι και την σημερινή εκδοχή του Λαϊκού Αστικού Τραγουδιού. Παραδοσιακά, Σμυρνέικα, Ρεμπέτικα, Ρετρό, έντεχνα λαϊκά, νεώτερα Τραγούδια .

Συνοδοιπόροι σ΄ αυτές τις Βραδιές η Ειρήνη Τουμπάκη με την υπέροχη φωνή της, ο Κυριάκος Γκουβέντας κορυφαίος βιολιστής , ο Δημήτρης Ρέππας στο μπουζούκι και στο τραγούδι, ο Κώστας Τσεκούρας στην κιθάρα και το ούτι και ο Γιάννης Τσέρτος στο πιάνο και στο ακορντεόν, καθώς και στις ενορχηστρώσεις και την επιμέλεια της ορχήστρας.


Την Παρασκευή 25 Νοεμβρίου , 2 και 9 Δεκεμβρίουθα ακουστούν τραγούδια από τις τελευταίες δισκογραφικές δουλειές του Μπάμπη Τσέρτου με τον Ανδρέα Κατσιγιάννη «Της καρδιάς τα πάθη» και της Ειρήνης Τουμπάκη με τον Βαγγέλη Μαχαίρα « Της ζωής μου η γραμμή»
 

Ώρα έναρξης: 22.30
Είσοδος: 12€ (με μπύρα ή κρασί)

Ρυθμός Stage
Λεωφόρος Μαρίνου Αντύπα 38, Ηλιούπολη
Τηλ: 210 975 0060
E-mail: info@rythmostage.gr


MusicCorner.gr
www.musiccorner.gr

Ο Ρεμπέτης που ''εθίστηκε'' από μία πόρνη και πέθανε από ηρωίνη..

$
0
0
Εθίστηκε από μια πόρνη που είχε ερωτευθεί. Εξορίστηκε στην Ίο λόγω της εξάρτησης. Ο Ανέστος Δελλιάς της "ξακουστής Τετράδας", έφυγε μόλις στα 32 του

Από τη Μηχανή του Χρόνου:
Ο Ανέστος Δελιάς, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Αναστάσιος Δέλλιος, γεννήθηκε στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας, το 1912 και ήταν γιος του γνωστού σαντουρίστα Παναγιώτη Δέλλιου. Από μικρός ήθελε να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του και να γίνει μουσικός. Έτσι, άρχισε να ασχολείται με την κιθάρα.

Η Τετράς Η Ξακουστή Του Πειραιώς

http://www.mixanitouxronou.gr/

Tetras-Peiraias.jpg
Η τετράς του Πειραιά

Το 1930, λίγα χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο Ανέστος πλέον ζούσε με την οικογένεια του στη Δραπετσώνα. Όταν γνωρίστηκε με το Μάρκο Βαμβακάρη, ο συριανός ρεμπέτης αντιλήφθηκε αμέσως το ταλέντο του και τον παρότρυνε να μάθει να παίζει μπουζούκι και μπαγλαμά. Έτσι κι έγινε. Λίγα χρόνια αργότερα, αν και αυτοδίδακτος, ο Δελιάς είχε γίνει άσσος στο μπουζούκι.

Μαζί με το Βαμβακάρη, το Γιώργο Μπάτη και το Στράτο Παγιουμτζή δημιούργησαν το 1934 την πρώτη επίσημη ρεμπέτικη κομπανία στην Ελλάδα και την ονόμασαν «Η Τετράς, η Ξακουστή Του Πειραιώς». Στις πρώτες εμφανίσεις της κομπανίας στον Πειραιά, ο Δελιάς παρουσίασε τα πρώτα του τραγούδια, τα οποία συμπεριλήφθηκαν και σε δίσκο τα επόμενα χρόνια.

Ο εθισμός στα ναρκωτικά

http://www.mixanitouxronou.gr/

Παρά την επιτυχία ωστόσο, ο Δελιάς άρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα. Η φιλενάδα του και κατά πολλούς πόρνη, με καταγωγή από τα Βουρλά, τον έμπλεξε στα ναρκωτικά. Οι φίλοι του προσπάθησαν να τον βοηθήσουν να ξεκόψει, αλλά μάταια. Ο Ανέστος είχε εθισθεί στην ηρωίνη.
Παρά την επιτυχία ωστόσο, ο Δελιάς άρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα. Η φιλενάδα του και κατά πολλούς πόρνη, με καταγωγή από τα Βουρλά, τον έμπλεξε στα ναρκωτικά. Οι φίλοι του προσπάθησαν να τον βοηθήσουν να ξεκόψει, αλλά μάταια. Ο Ανέστος είχε εθισθεί στην ηρωίνη.

  Το 1938, εξορίστηκε με την κατηγορία του τοξικομανή στην Ίο, όπου και παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εκεί με τη βοήθεια του επίσης εξόριστου και ρεμπέτη τραγουδιστή Μιχάλη Γενίτσαρη, μπόρεσε να αποτοξινωθεί. Όταν όμως επέστρεψε από την εξορία και πήγε στην Αθήνα, η ιστορία επαναλήφθηκε. Κύλησε ξανά στην ηρωίνη. Δεν ηχογράφησε πολλά τραγούδια καθ’ όλη τη διάρκεια τη καριέρας του. Από το 1937, ο Ιωάννης Μεταξάς είχε επιβάλει λογοκρισία και αυτό ήταν κάτι που τον εξόργιζε. Όπως και άλλοι ρεμπέτες, έτσι και ο Δελιάς δεν μπορούσε και δεν ήθελε να ανεχτεί κάτι τέτοιο. Προτίμησε να σταματήσει να γράφει στίχους και να συνθέτει μουσικά κομμάτια.

Ο τραγικός επίλογος

http://www.mixanitouxronou.gr/

Στις 31 Ιουλίου του 1944, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Δελιάς βρέθηκε νεκρός από υπερβολική δόση ναρκωτικών, έξω από το τεκέ του Ντανάκουλη στο Μεταξουργείο, κρατώντας στα χέρια του το πολυαγαπημένο του μπουζούκι. Το τραγούδι του «Ο Πόνος Του Πρεζάκια» αποδείχτηκε προφητικό για τη ζωή και το άδοξο τέλος του καλλιτέχνη. Ο Ανέστος Δελιάς είναι ο μοναδικός ρεμπέτης που έχει χάσει τη ζωή του από τα ναρκωτικά.
Ορισμένα από τα πιο δημοφιλή τραγούδια του Ανέστου Δελιά είναι: «Μές Στης Πόλης Το Χαμάμ», «Έκανες Τη Φιγούρα Σου Μάγκα Στη Γειτονιά Μου», «Μάγκες Πιάστε Τα Βουνά», «Ο Τρελλάκιας», «Ο Πόνος Του Πρεζάκια», «Το Κουτσαβάκι», «Πάρε Ένα Γυαλί Και Κόψε Το Λαιμό Σου».

Ακούστε το τραγούδι «Ο Πόνος Του Πρεζάκια»

http://www.mixanitouxronou.gr/
http://www.mixanitouxronou.gr/
 
http://news247.gr/eidiseis/mixani-tou-xronou/mhxanh-toy-xronoy-o-rempeths-poy-ethisthke-apo-mia-pornh-kai-pethane-apo-hrwinh.4382307.html 
 
 
 
 
 
 
 

Οι Rebeletiko στην εκπομπή ''Στην υγειά μας ρε παιδια'' [19.11.2016].

Ρίτα Σακελλαρίου 1934 – 1999

$
0
0

Μία από τις γνήσιες λαϊκές φωνές, η Ρίτα Σακελλαρίου γεννήθηκε στη Σητεία της Κρήτης, στις 22 Νοεμβρίου του 1934. 

Έχασε τον πατέρα της στον εμφύλιο και παντρεύτηκε από ανάγκη, σε ηλικία 14 ετών. Από αυτό το γάμο απέκτησε δύο παιδιά και όταν χώρισε έπιασε δουλειά ως εργάτρια στα Λιπάσματα, στου Παπαστράτου, ακόμα και στη χωματερή.

Ως τραγουδίστρια πρωτοεμφανίστηκε στο Μύλο, στο Πέραμα. Εκεί την ανακάλυψε ο Στέλιος Χρυσίνης που της έδωσε τα πρώτα της τραγούδια. Έπειτα βρέθηκε στο Φαληρικό, στις Τζιτζιφιές, να κάνει σεγκόντα στον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Γιάννη Παπαϊωάννου, με τους οποίους συνεργάστηκε οχτώ χρόνια και λίγο αργότερα έγινε «πρώτο όνομα» στην Τριάνα του Χειλά με το τραγούδι Ιστορία μου, αμαρτία μου.

Στο μεταξύ, είχε γνωρίσει το δεύτερο σύζυγό της, τον παλαιστή Σιδηρόπουλο, με τον οποίο άνοιξαν το κέντρο Κουίν Αν στην εθνική οδό. Από τα τραπέζια του πέρασαν ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής, όπως ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Σπύρος Άγκνιου, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Αντονι Κουίν και η Μελίνα Μερκούρη, για να απολαύσουν τα σουξέ της Ρίτας: Παράνομή μου αγάπη, Κάθε ηλιοβασίλεμα, Αν κάνω άτακτη ζωή.
Πιστός θαυμαστής της ήταν βέβαια και ο Ανδρέας Παπανδρέου, που ήθελε πάντα να του τραγουδά και να χορεύει το Αυτός ο άνθρωπος, αυτός. Η χρυσή εποχή του Κουίν Αν κράτησε πέντε χρόνια, όσο και ο δεύτερος γάμος της, από τον οποίο απέκτησε ακόμα τρία παιδιά.

Όταν πήγε στη Νεράιδα, μαζί με την Άννα Βίσση, ο κόσμος την αναγνώρισε μόνο από τη φωνή. Είχε αδυνατίσει πολύ κι είχε βαφτεί ξανθιά. Τότε, το 1986, ο Νίκος Καρβέλας της πρότεινε να κάνουν δίσκο. Η Γάτα («Είναι γάτα ο κοντός με τη γραβάτα») ήταν το σουξέ που δεν περίμενε από το δίσκο Αρέσω. Ακολούθησαν Οι σαραντάρες=δύο εικοσάρες, Αυτός ο έρωτας, αυτό το αγόρι, αλλά και το Εγώ δεν πάω Μέγαρο.

Η Ρίτα Σακελλαρίου πέθανε στις 6 Αυγούστου του 1999, χτυπημένη από την επάρατο νόσο.



Κοσμοκράτορες - Αυθεντικό Ρεμπέτικο από αυθεντικούς Ευρωπαίους

$
0
0
Κοσμοκράτορες - Αυθεντικό Ρεμπέτικο από αυθεντικούς Ευρωπαίους
Aπό: zougla.gr
Οι Κοσμοκράτορες, η γνωστή μουσική ομάδα από το Βέλγιο που διασκευάζει και προωθεί το ρεμπέτικο με μαζική επιτυχία στην Ευρώπη, μετά την επιτυχημένη τους καλοκαιρινή περιοδεία στην Ελλάδα, επιστρέφουν για μια σειρά εμφανίσεων στην Αθήνα και στην περιφέρεια από 2 έως 7 Δεκεμβρίου.

Αφετηρία της περιοδείας τους είναι ο Πολυχώρος Χυτήριο την Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016 στις 22.00.

Με τα ήδη γνωστά διασκευασμένα ρεμπέτικα σε Αγγλικά, Γαλλικά, Ολλανδικά κι Ελληνικά που απολαύσαμε στην Αθήνα και σε φεστιβάλ της περιφέρειας το περασμένο καλοκαίρι, οι Κοσμοκράτορες, στο πλαίσιο της μεγάλης περιοδείας τους στην Ευρώπη, κατεβαίνουν στην Ελλάδα με ένα νέο μουσικό project που περιέχει διασκευές πασίγνωστων λαϊκών τραγουδιών της μεταρεμπέτικης περιόδου, τα οποία έχουν ήδη παρουσιαστεί με επιτυχία σε μεγάλες ευρωπαϊκές μουσικές σκηνές.


Δείτε το βίντεο:


Μια πρωτοβουλία ευγενών εραστών του ρεμπέτικου, μιας ομάδας που ξεκινά από το Βέλγιο και ο πυρήνας της αποτελείται από δύο Ολλανδούς τον Frans De Clercq, τον Karsten de Vilder και έναν Βέλγο τον Dimi Dumortier. Δημιούργησαν μια ρεμπέτικη κομπανία τους Kosmokrators, η οποία χαρακτηρίζεται από την βαθιά έρευνα των πρωτογενών στοιχείων αυτού του είδους και την πιστή μεταφορά ήχου, επιλογής οργάνων, ενορχήστρωσης και στίχου σε άψογη ελληνική. Χαρακτηριστικό της ομάδας είναι κατ’ εξοχήν η διασκευή ρεμπέτικων σε ξένη γλώσσα (Αγγλικά, Γαλλικά, Ολλανδικά) χωρίς αλλοίωση των μελωδικών και ρυθμικών γραμμών του είδους..

Για τους ιδρυτές της κομπανίας αυτή η πρωτοβουλία ξεκινά από την αγάπη τους για το ρεμπέτικο και την πρόθεσή τους να το διαδώσουν στο διεθνές κοινό και δεν αποτελεί πρωτογενή δραστηριότητα γι’ αυτούς. Ο Frans De Clercq είναι επίσημος μεταφραστής σε 5 γλώσσες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο Karsten de Vilder είναι μοντέρ σε τηλεοπτικό σταθμό και ο Dimi Dumortier είναι εικαστικός.

Στο Βέλγιο, την Ολλανδία και τη Γαλλία οι Kosmokrators παρουσιάζουν σε ζωντανές εμφανίσεις το ρεμπέτικο σε όλες τις γλώσσες που μεταφράζουν και φυσικά στην ελληνική, με ιδιαίτερη αποδοχή από το ξένο κοινό και επιτυχία..

Αποτελούν τον δίαυλο ενός ειρηνικού μουσικού «κινήματος» του ρεμπέτικου στην Ευρώπη, το αγγίζουν με σεβασμό, παιδεία και γνώση, παρουσιάζοντας το για πρώτη φορά, σε ευρύ κοινό, σ’ αυτή τη μορφή.

Οι Kosmokrators συνεργάζονται και με Έλληνες μουσικούς στις συναυλίες τους και έχουν και μόνιμο guest της ομάδας τον Αγάθωνα Ιακωβίδη. Είναι άξιοι πρεσβευτές του ρεμπέτικου στο Ευρωπαϊκό κοινό και αξίζουν της ιδιαίτερης προσοχής μας για το έργο πολιτισμού που παράγουν, προωθώντας ένα από τα πιο πολύτιμα και διαχρονικά είδη του μουσικού μας πολιτισμού.

Λίγα λόγια γραμμένα από τους ίδιους:

Οι Κοσμοκράτορες παρουσιάζουν ρεμπέτικα τραγούδια στα γαλλικά, ολλανδικά, anglika και ελληνικά. Οι μεταφράσεις τους είναι όσο γίνεται κυριολεκτικές, και αναπαράγουν τον σκληρό και περιθωριακό χαρακτήρα των αυθεντικών τραγουδιών.

Το θέμα είναι κατεξοχήν ο κόσμος του μάγκα, εκεί που ζούσαν οι αυθεντικοί και περήφανοι χασικλίδες και μουσικοί της Αθήνας και του Πειραιά.

Τα λόγια πάντα καπνιστά, που και που, προσαρμοσμένα στην σύγχρονη εποχή, άλλοτε χοντρά, άλλοτε τρυφερά, αλλά πάντα με μια μεγάλη δόση χιούμορ.

Στο CD συμμετέχουν :

Agathonas Iakovidis( baglamas, voice),
Frans De Clercq ( bouzouki, voice),
Michalis Karakatsanis ( bouzouki, voice),
Giannis Perisoratis ( bouzouki, voice),
Karsten De Vilder ( guitar, voice),
Dimi Dumo ( percussion, voice),
Dimos Vougioukas ( accordeon),
Vasilis Stefanopoulos( double bass).

Πολυχώρος Χυτήριο (Ιερά Οδός 44, Κέντρο, 104 35)

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016 στις 22.00

Εισιτήριο: 12ευρώ

To CD διανέμεται ψηφιακά από την PROTASIS MUSIC. 



 

Οι μοναδικοί Imam Baildi, live την Παρασκευή 9/12 στην Πάτρα

$
0
0

Στα πλαίσια του The Best Comedy Week

Imam Baildiμετά απο πολύ καιρό επιστρέφουν στην Πάτρα στα πλαίσια του The Best Comedy Weekκαι ετοιμάζονται να δώσουν ένα ακόμα μεγάλο πάρτυ όπως πάντα, με εφόδιο τη σκηνική τους παρουσία που στις μεγάλες σκηνές είναι ακόμα πιο εκρηκτική, τα κομμάτια που αγαπάει ο κόσμος, και, φυσικά, καινούριες ιδέες και εκπλήξεις, που δεν παραλείπουν ποτέ να εντάξουν στο πρόγραμμά τους.

Παρασκευή 09 Δεκεμβρίου 2016
Royal Theater


Oι πόρτες ανοίγουν στις 21.00

Εισιτήρια:
10€ προπώληση (έναρξη 30.11.2016)
13€ στην είσοδο την ημέρα της συναυλίας

Προπώληση εισιτηρίων:
Discover Your Way
Γωνιά του βιβλίου - Βιβλιοπωλεία Παπαχρίστου
Si Doux
Το Θρανιο
TicketServices.gr
The Best Portal

Τηλεφωνική προπώληση εισιτηρίων:
2107234567

Πληροφορίες - κρατήσεις τραπεζιών , πάσων:
6972807170

Διοργάνωση: Mojo Live



thebest.gr logothebest.gr logo



Ρεμπετάδικα στην Αθήνα: 9 στέκια για ωραίες πενιές

$
0
0
Ρεμπετάδικα στην Αθήνα: 9 στέκια για ωραίες πενιές
εμπέτικα και λαϊκά με ή χωρίς μικρόφωνα, παρεϊστικο κλίμα, ατμόσφαιρα νοσταλγίας. Δέκα διευθύνσεις του… ντουνιά, για γνήσιες πενιές στην Αθήνα.

του Νικόλα Γεωργιακώδη από: in2life.gr
Γνήσια ρεμπέτικα από «μορφές» του είδους, αλλά και νέους πολλά υποσχόμενους καλλιτέχνες. Παρεΐστικη και κεφάτη ατμόσφαιρα. Άφθονο κρασί να ρέει και τραγούδι με ή χωρίς μικρόφωνο. Αυτή είναι εν ολίγοις η ατμόσφαιρα στα καταφύγια του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού στην Αθήνα.

Άλλα πιο μικρά και «χύμα», άλλα πιο ευρύχωρα, "κυριλέ" και mainstream. Όλα τους όμως εγγυημένα προσφέρουν απλόχερα στιγμές μουσικής διασκέδασης  Ώπα της!

Στοά Αθανάτων
Σοφοκλέους 19 και Στοάς Αθανάτων, τηλ: 2103210342

in2life.gr

Έχει φιλοξενήσει κατά τις τρεις δεκαετίες λειτουργίας του μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού και συνεχίζει απτόητη. Η Στοά μας υποδέχεται σε έναν ζεστό χώρο, με «ρεμπέτικους» πίνακες να στολίζουν τους τοίχους και φιλοξενεί  φέτος τον Δημήτρη Τσαουσάκη, την Κατερίνα Σκορδαλάκη, τον Χρήστος Μανιάτη, τη Μαρία Διχτά και τον Γιώργο Σιώπη, σε κλασσικές ρεμπέτικες και λαϊκές βραδιές. Για ένα πλήρες γεύμα με χύμα κρασί στη Στοά, θα πληρώσετε περί τα 15-20€ κατ’ άτομο.

Παλιά Μαρκίζα
Χρυσάφη και Πρόκλου 41, Πλ. Βαρνάβα, Παγκράτι, τηλ: 2107511888


 in2life.gr
Από το 1963 μέχρι σήμερα η «Μαρκίζα» αποτελεί σταθερή αξία στον χώρο του ρεμπέτικου και λαϊκού. Ο χώρος είναι ενός κλασσικού ρεμπετάδικου- κέντρου διασκέδασης, ενώ το φετινό σχήμα φιλοξενεί την «αρχόντισσα» του λαϊκού τραγουδιού Χαρούλα Λαμπράκη, πλαισιωμένη από τον μουσικοσυνθέτη Γιώργο Γεωργόπουλο και τους τραγουδιστές Αθηνά Γεωργοπούλου, Πάνο Ράλιο και Επιστήμη Καμπουρόγλου. Το σχήμα «παίζει» κάθε Παρασκευή, Σάββατο βράδυ και Κυριακή μεσημέρι αγαπημένα λαϊκά και ρεμπέτικα, παραδοσιακά και νησιώτικα, ενώ τις καθημερινές υπάρχουν εναλασσόμενα μουσικά σχήματα. Για το πλήρες μενού με κρασί, υπολογίστε 16€ κατ’ άτομο.

Διαδρομές
Λεωφ. Πατησίων 208 & Καλλιφρονά, Κυψέλη, τηλ: 2108676155


in2life.gr
Σε ένα παλιό νεοκλασσικό της Πατησίων, ο Μπάμπης Τσέρτος ηγείται ενός σχήματος με την Ειρήνη Τουμπάκη και τη Σταυρούλα Μανωλοπούλου στη φωνή, τον Κυριάκο Γκουβέντα στο βιολί, το Θοδωρή Στούγιο στο μπουζούκι, τον Κωσταντίνο Τσεκούρα στην κιθάρα και τον Γιάννη Τσέρτο στο πιάνο.
Εδώ θα ακούσουμε μερικές από τις πιο ωραίες στιγμές της ελληνικής λαϊκής μουσικής, με τραγούδια ρεμπέτικα, σμυρναίικα, παραδοσιακά αρχοντορεμπέτικα, έντεχνα λαϊκά καθώς επίσης και αξιόλογα σύγχρονα τραγούδια του ελληνικού πενταγράμμου. Με 25€ ανά άτομο επιλέγετε πλήρες μενού συνοδεία κρασιού.

Αστροφεγγιά
Λεωφ. Πατησίων 294 & Κόντου, Άγιος Λουκάς, Πατήσια, τηλ: 2102010160


 in2life.gr
Είκοσι χρόνια συνεχούς παρουσίας στο αγαπημένο μουσικό κέντρο των Πατησίων κλείνει ο δημοφιλής στον χώρο του ρεμπέτικου Αντώνης Ρεπάνης, και συνεχίζει απτόητος για ακόμα ένα χρόνο μαζί με τον Γιάννη Ντουνιά, τον Βασίλη Χαραλάμπους και δύο ικανότατες ερμηνεύτριες, την Γεωργία Διακομή και τη Βάνα Γρηγορίου. Εδώ απολαμβάνουμε λαϊκό τραγούδι, κλασσικό αλλά και σύγχρονο και fixed μενού με 25€ κατ’ άτομο με απεριόριστο κρασί.

 
Ανηφόρι 
Β. Γεωργίου και Μουσών, Πειραιάς, τηλ: 2104115819
Σταθερή πειραιώτικη αξία, το Ανηφόρι ξεκίνησε τις πρώτες του πενιές το 1985 και έκτοτε αποτελεί σημείο αναφοράς για τους λάτρεις.
Μικρός χώρος που θυμίζει κάτι από τα παλιά, με όμορφα κάδρα στους τοίχους τα οποία απεικονίζουν εικόνες του παλιού ρεμπέτικου. Στην κομπανία, ο Γιώργος Ζορμπάς, η Έφη Ράπτη, ο Ανδρέας Γκιζιώτης, ο Δημήτρης Μεντής και ο Θεοδόσης Νικολετόπουλος κρατούν ζωντανή την μουσική παράδοση. Οι μερίδες των συμπαθητικών μεζέδων – κυρίως πιάτων τιμώνται στα 7-10€, ενώ το χύμα κρασί κοστίζει 10€ το κιλό.


Ποντίκι
Επτανήσου 9 και Άνδρου, Κυψέλη, τηλ: 210 8232 971, 210 8226 995


 in2life.gr
Στην φοιτητική «τρύπα» της πολυσυλλεκτικής Κυψέλης, το Πόντικι παραδίδει εδώ και τρεις (και βάλε) δεκαετίες μαθήματα αυθεντικής ρεμπέτικης, λαϊκής αλλά και νησιώτικης μουσικής ιστορίας. Δυνατή η κομπανία του με τον Άγγελο Ανδριανό, την Χριστιάνα Γαλιάτσου, τον Κώστα Μήτσιο, τον Νίκο Πλιό, τον Χρήστο Δαλιάνη και τον Άρη Κονιδάρη Το ποτό κοστίζει 8€, η φιάλη ουίσκι 95€ (κομπλέ), η φιάλη κρασί από 15€ και οι ποικιλίες από 8€.
 
Κοτταρού
Αγ. Σοφίας 43, Κολωνός, τηλ: 210 5120682


in2life.gr
Η περίφημη Κοτταρού είναι ο απόλυτος ορισμός του κουτουκιού-ρεμπετάδικου από τα παλιά. Θα τη βρείτε σε ένα υπόγειο στον Κολωνό, σε έναν χώρο με σκορπισμένα… γνωμικά και γραβάτες για διακόσμηση και ατμόσφαιρα που προετοιμάζει για τους ρεμπέτικους ήχους που θα ακολουθήσουν. Η ρεμπέτικη ορχήστρα της είναι από τις λίγες που διανυκτερεύουν κάθε βράδυ εκτός Δευτέρας, και ενώ το μπουζούκι, η κιθάρα και το ακορντεόν δίνουν το σύνθημα, οι φωνές του μαγαζιού τραγουδούν χωρίς μικρόφωνο, σαν μέλη μιας μεγάλης παρέας.

 
Εφήμερον
Μεθώνης 58, Εξάρχεια, τηλ: 210 3841848

Αυτή η παλιά και ξακουστή ταβέρνα στο πλακόστρωτο της Μεθώνης, σερβίρει πολίτικες γεύσεις σε ένα όμορφο νεοκλασικό με πολλά δωματιάκια. Εδώ θα δοκιμάσετε, για παράδειγμα, ωραιότατο γκιουζλεμέ, χοιρινό στη γάστρα με λιωμένα τυριά και παπαρουνόσπορο, χιουνκιάρ μπεγεντί και νοστιμότατες σαλάτες. Στα της μουσικής το μαγαζί φέρνει εξαιρετικούς μουσικούς– από τρίο με κιθάρες που παίζουν μόνο Χιώτη, μέχρι κλαρίνα και ρεμπέτικα του ’30. Το φαγητό θα σας κοστίσει περί τα 20€ ανά άτομο με κρασί.

Χαμηλού
Αδριανουπόλεως 30, Κολωνός, τηλ: 210 5131359


 in2life.gr
Με ιστορία 80 και βάλε ετών, το παραδοσιακό αυτό κουτούκι ανακαινίστηκε μεν, χωρίς να χάσει την μοναδική του ατμόσφαιρα δε, η οποία φέρνει στο νου εικόνες από παλιά Αθήνα.
Το φαγητό του είναι μια χαρά - πολύ καλή χοιρινή μπριζόλα, τηγανιά με πιπεριές και τηγανιτές πατάτες… γλύκισμα. Κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή μετατρέπεται σε ρεμπετάδικο με ζωντανά λαϊκά και έντεχνα τραγούδια, με ή χωρίς μικρόφωνο.
Υπολογίστε περί τα 17€ ανά άτομο με κρασί.

in2life.gr                          in2life.gr 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ • Ο «θρύλος» του λαϊκού

$
0
0
[Espresso]: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ • Ο «θρύλος» του λαϊκού
Ένα μεγάλο μουσικό αφιέρωμα στον «θρύλο» Γιάννη Παπαϊωάννου, που ως συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής ήταν ένας από τους θεμελιωτές και κύριους εκφραστές του λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού, φιλοξενεί αυτό το Σάββατο η «Εspresso weekend». Για πρώτη φορά κυκλοφορεί μία διπλή συλλογή με 35 από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ερμηνευμένες από σπουδαίες φωνές, όπως οι Στέλιος Καζαντζίδης, Σωτηρία Μπέλλου, Πόλυ Πάνου, Μανώλης Αγγελόπουλος, Ρίτα Σακελλαρίου, Μάρκος Βαμβακάρης, Πρόδρομος Τσαουσάκης, Πάνος Γαβαλάς, Οδυσσέας Μοσχονάς, Πασχάλης Τερζής, Γιάννης Κυριαζής, Μπάμπης Γκολές, Νίκος Γιουλάκης, Δημήτρης Κοντογιάννης, Παναγιώτης Μιχαλόπουλος, Οπισθοδρομική Κομπανία, Στράτος Κύπριος, Αλεξάνδρα, αλλά και από τον ίδιο τον δημιουργό.
Από τον
Αλκίνοο Μπουνιά  & espressonews.gr

Ο Γιάννης Παπαϊωάννου γεννήθηκε το 1914 στην Κίο της Μικράς Ασίας από εύπορη οικογένεια και ήρθε στην Ελλάδα κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στα Προσφυγικά, στις Τζιτζιφιές (ο πατέρας του πέθανε όταν εκείνος ήταν οκτώ χρόνων) και, δυστυχώς, λόγω των νέων συνθηκών στη ζωή του αναγκάστηκε να αφήσει το σχολείο για να εργαστεί σε διάφορες δουλειές εξασφαλίζοντας τα προς το ζην.


Εκτός από τις οικοδομές δούλεψε ως ψαράς σε καΐκια, έχοντας για δάσκαλο τον καπετάν Ανδρέα Ζέππο, για τον οποίο αργότερα έγραψε το περίφημο ομώνυμο τραγούδι. Η μουσική μπήκε νωρίς στη ζωή του, από παιδάκι στην Κίο, όπου έπαιζε φυσαρμόνικα. Όταν όμως βρέθηκε στον Πειραιά παράτησε το όργανο και ρίχτηκε με τα μούτρα στο ποδόσφαιρο (έπαιζε βασικός στον Φαληρικό, τον μετέπειτα Εθνικό), ώσπου μια μέρα χτύπησε άσχημα και η μητέρα του τού επέβαλε να σταματήσει την μπάλα.

Το μαντολίνο

Το... αντάλλαγμα για να εγκαταλείψει τη μεγάλη αγάπη του, το ποδόσφαιρο, ήταν να του αγοράσει εκείνη ένα μαντολίνο και να επιστρέψει στον πρώτο του έρωτα, τη μουσική, και φυσικά στο τραγούδι. Το μαντολίνο έφερε και μια κιθάρα και η κιθάρα έγινε τελικά μπουζούκι, το αγαπημένο του όργανο, με το οποίο μεγαλούργησε γράφοντας κλασικές λαϊκές επιτυχίες. Ο ίδιος έχει πει ότι η μητέρα του έγινε έξω φρενών όταν εκείνος έφερε το μπουζούκι στο σπίτι. «Ποιος είδε τον Θεό και δεν φοβήθηκε! Με έπιασε η μάνα μου στο μονότερμα. “Πάρ’ το, φύγε, αλήτη, εγκληματία, παλιάνθρωπε” και τα λοιπά.

“Μπουζούκι”, μου ’λεγε, “έφερες εδώ πέρα, να σηκωθείς να φύγεις”, και δώσ' του τα ίδια και τα ίδια. Με έδιωξε...» είχε πει. Όμως δεν το έβαλε κάτω και πολύ γρήγορα -μυημένος από παλιότερους οργανοπαίκτες του είδους σε τεκέδες όπως «Το μινόρε του τεκέ» του Γιάννη Χαλκιά αλλά και σε ρεμπέτικα στέκια, όπου σύχναζαν κουτσαβάκηδες, νταήδες καθώς και πλούσιοι μερακλήδες και αρχοντόμαγκες- έγινε ένας από τους καλύτερους δεξιοτέχνες του μπουζουκιού.
Εμφανίστηκε πρώτη φορά επαγγελματικά δίπλα στους Μάρκο Βαμβακάρη και Στέλιο Κερομύτη το 1937 και την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το πρώτο δισκάκι του, το οποίο στη μια πλευρά είχε ένα σερβο-σμυρνέικο οργανικό κομμάτι και στην άλλη την περίφημη «Φαληριώτισσα», που έγινε το σήμα κατατεθέν της πλούσιας δισκογραφίας του.

Στη σαραντάχρονη πορεία του έγραψε περισσότερα από 800 τραγούδια, τα οποία χαρακτηρίζονται από ένα κράμα καντάδας, μπάλου και μικρασιάτικων ακουσμάτων και τον καθιέρωσαν σε συνθέτη πρώτης γραμμής. Ανάμεσα στις διαχρονικές επιτυχίες του συμπεριλαμβάνονται τα αγαπημένα λαϊκά - ρεμπέτικα τραγούδια «Η μοδιστρούλα», «Οταν δω τα δυο σου μάτια», «Σου 'χα χαρίσει την καρδιά», «Βαδίζω και παραμιλώ», «Πριν το χάραμα», «Σβήσε το φως να κοιμηθούμε», «Βαγγελίτσα», «Καπετάν Αντρέα Ζέππο, «Πέντε Έλληνες στον Αδη», «Ανοιξε - άνοιξε», «Γλέντα τη ζωή», «Οταν κλαίει το μπουζούκι», «Ενας σατράπης θηλυκός», «Θλιμμένο σούρουπο».

Ο Γιάννης Παπαϊωάννου επισκέφθηκε τρεις φορές τις ΗΠΑ (1953, 1960, 1967) για εμφανίσεις σε κέντρα της ομογένειας. Τις δυο, μάλιστα, είχε μαζί του την επίσης θρυλική τραγουδίστρια Ρένα Ντάλλια, με την οποία ηχογράφησε εκεί αρκετά τραγούδια του με θέματα βασισμένα στις εμπειρίες του στον νέο κόσμο.

«Εζησα στην Αμέρικα σ’ ουρανοξύστες πλάι, κι είδα για πρώτη μου φορά την τύχη να γελάει. Δολάρια μου χάρισε κι όμως εγώ πονούσα, κάθε στιγμή σε σένανε Αθήνα τριγυρνούσα», «Είσαι μαγεμένη χώρα, το φωνάζω κάθε ώρα Hollywood, έχεις όμορφα κορίτσια όλο νάζια και καπρίτσια very good. Εχεις κι ένα παραπάνω, τις πενιές Παπαϊωάννου, Hollywood, κι όσοι θέλουν να γλεντήσουν τις πενιές σου θα ζητήσουν very good» έγραψε μεταξύ άλλων στίχων.
Το 1943 γνωρίστηκε με την Ευδοξία Καμπούρη, την οποία παντρεύτηκε στις αρχές του 1944 και απέκτησαν τρία παιδιά, τον Παναγιώτη, τον Αντώνη και τη Χρυσούλα. Εφυγε από τη ζωή το 1972, στα 58 χρόνια του, σε αυτοκινητικό δυστύχημα, όταν μια νύχτα μετά τη δουλειά πήγαινε για ψάρεμα στη Σαλαμίνα. Ο Βασίλης Τσιτσάνης, κουμπάρος και στενός συνεργάτης του, έγραψε στη μνήμη του «Το τραγούδι του Γιάννη», που ερμήνευσε η Πόλυ Πάνου.


Αρχική
www.espressonews.gr




Το ρεμπέτικο είναι ένα σπουδαίο είδος λαϊκής τέχνης

$
0
0
Το ρεμπέτικο είναι ένα σπουδαίο είδος λαϊκής τέχνης

Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΥΣΤΑΚΙΔΗΣ ΜΙΛΑ ΣΤΗΝ «Ε» ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ… 

* «…Θέλω να βγει από τα στενά όρια των “μυημένων” και να ακουστεί από πάρα πολύ κόσμο»

Ανάμεσα σε φίλους που αντάμωσαν από τα παλιά, σε παρέες του καλοκαιριού που βρέθηκαν στα μέσα του χειμώνα για να πιουν ένα ποτήρι κρασί και να σιγοτραγουδήσουν για την «Τζεμιλέ», για το «Κοριτσάκι μου» και να φωνάξουν «Σάμπα μου ξηγιέσαι» συναντά κανείς τον Δημήτρη Μυστακίδη.
Τον λαϊκό, τον ρεμπέτη, τον αυθεντικό, τον κιθαρίστα, τον μουσικό, τον δάσκαλο, τον φίλο, τον άνθρωπο που γεμάτο πάθος και έρωτα «φυσά» τη σκόνη από τα τραγούδια και τα φέρνει πάλι στο φως.
Πρόθυμα εξηγεί στην «Ε» πώς ένα συνοικέσιο μπορεί να οδηγήσει σε έρωτα και ο έρωτας σε αγάπη, όχι για μια γυναίκα αλλά για μια κιθάρα, για τη λαϊκή κιθάρα. «Αυτό που μου άρεσε πάντα να κάνω ήταν το να παίζω μουσική με άλλους. Δεν με ενδιέφερε το τι όργανο θα έπαιζα. Έτσι πάντα στις παρέες που έμπλεκα έπαιζα το όργανο που δεν έπαιζε κανείς.
Όπως καταλαβαίνετε τις περισσότερες φορές αυτό το όργανο ήταν η κιθάρα γιατί δεν έχει πάνω της τα φώτα του σολίστα. Αυτό το “συνοικέσιο” ας πούμε, εξελίχθηκε σε έρωτα. Ειδικά όταν ασχολήθηκα με τη διδασκαλία της και αναγκάστηκα να αναλύσω όλη την τεχνική της, κατάλαβα πόσο σπουδαίο είναι όλο αυτό που κάνει και από εκεί και μετά ο έρωτας έγινε αγάπη».
 

Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας 
Μιλά με το κοινό πάνω από τη σκηνή. Του αρέσει να εξηγεί τους λόγους που ανασύρει από το χρονοντούλαπο κομμάτια της λαϊκής παράδοσης. «Διαλέγω λαϊκά τραγούδια γιατί πιστεύω στη μεγάλη τους αξία σαν πρώτη ύλη αλλά και επειδή είναι τα τραγούδια που μεγάλωσα μαζί τους και τα αγαπώ. 
Μιλάμε για ένα ρεπερτόριο όμως που ήδη μετρά πάνω από εκατό χρόνια ζωής. Πιστεύω ότι στη ζωή τίποτα δεν πρέπει να μένει χωρίς εξέλιξη και εξέλιξη δεν σημαίνει πάντα καινοτομία. Ειδικά το ρεμπέτικο που από πολλούς θαυμαστές του έχει αγιοποιηθεί και προσπαθούν απλώς να το αναπαράξουν ακόμη και με τα ίδια λάθη, που ενδεχομένως έγιναν λόγω των τότε συνθηκών, κινδυνεύει να γίνει μουσειακό είδος που απευθύνεται σε κάποιους λίγους μυημένους. 

Εγώ, επειδή ακριβώς πιστεύω ότι το ρεμπέτικο είναι ένα σπουδαίο είδος λαϊκής τέχνης, θέλω να βγει από τα στενά όρια των “μυημένων” και να ακουστεί από πάρα πολύ κόσμο. Να έρθει στο σήμερα όχι σαν ένας “γλυκούλης παππούς” αλλά σαν ένας σύγχρονος νέος.
Με ορμή, δύναμη και στιβαρό λόγο. Αυτό ακριβώς που είναι δηλαδή, απλώς θεώρησα ότι θα μπορούσα να αφαιρέσω από πάνω του λίγη από τη σκόνη που έχει μαζευτεί όλα αυτά τα χρόνια και να το κάνω πιο εύκολα προσβάσιμο σε ανθρώπους που δεν έχουν την τύχη να έρθουν σε επαφή μαζί του. Μην φαντάζεσαι ότι θέλει και ιδιαίτερο κόπο. 
Είναι τόσο ζωντανή και δυνατή αυτή η μουσική που το μόνο που χρειάζεται είναι να μην την εμποδίζεις. Τα άλλα τα κάνει μόνη της. Εγώ απλώς λειτουργώ σαν μια γέφυρα ανάμεσα στους μυημένους και τους μη και το ευχάριστο είναι ότι αυτό λειτουργεί και άρχισε να διαμορφώνεται ένα νέο είδος ακροατηρίου χωρίς αγκυλώσεις και στεγανά».

Πώς ξεχωρίζει το ρεμπέτικο από το λαϊκό τραγούδι; «Οι γραμμές είναι δυσθεώρητες. Θα μπορούσα να πω ότι η αλλαγή άρχισε να γίνεται ακριβώς μετά τον πόλεμο με τον μεγάλο Τσιτσάνη και ακολούθησε ο Χιώτης. Αυτοί οι δύο πήραν το ρεμπέτικο και το μετέφεραν με τον καλύτερο τρόπο σε όλες τις τάξεις. Άλλαξαν τις ορχήστρες, το μπόλιασαν με άλλες μουσικές επιρροές και το έκαναν στην ουσία διαταξικό. Προσέξτε λέω διαταξικό και όχι αταξικό γιατί πάντα το λαϊκό τραγούδι θα είναι στην ουσία του ταξικό. Μέχρι ίσως να σταματήσουν να υπάρχουν οι τάξεις, πράγμα που δεν βλέπω να συμβαίνει σύντομα. Μουσικολογικά πάντως η χρονική στιγμή της μετάβασης από το ρεμπέτικο στο λαϊκό έχει ορισθεί στο 1955».
Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας
«ΕΣΠΕΡΑΝΤΟ»
Ο Δημήτρης Μυστακίδης κυκλοφόρησε τη νέα δισκογραφική του δουλειά, με τίτλο «Εσπεράντο» και με κοινή γλώσσα καταφέρνει να συναντηθούν σπουδαίοι ερμηνευτές. «Η εσπεράντο είναι μια τεχνητή γλώσσα που κατασκευάστηκε για να διευκολύνει ανθρώπους με διαφορετική κουλτούρα να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Να λειτουργήσει δηλαδή σαν κοινή γλώσσα. Αυτό ακριβώς θεωρώ ότι είναι η λαϊκή μουσική για όλους εμάς. 
Η κοινή μας γλώσσα. Για αυτό ακριβώς ζήτησα από όλους αυτούς τους σπουδαίους ερμηνευτές που ο καθένας έχει τη δική του πορεία στο ελληνικό τραγούδι να συναντηθούν σε αυτόν τον δίσκο και να τραγουδήσουν λαϊκά τραγούδια. Με αυτόν τον τρόπο προσπάθησα να κάνω και ένα άνοιγμα σε νέο ευρύτερο κοινό γι’ αυτή τη μουσική».
Στις εμφανίσεις του έχει μαζί του στη σκηνή τους εξαιρετικούς κιθαρίστες Γιώργο Τσαλαμπούνη, Δημήτρη Παππά, και την τραγουδίστρια Ιφιγένεια Ιωάννου οι οποίοι ήταν μαθητές του στο ΤΕΙ Άρτας, «είναι και οι τρεις εξαιρετικοί και χαίρομαι που παίζω μαζί τους. Ό,τι έχουν καταφέρει αυτά τα παιδιά το έχουν καταφέρει με δική τους δουλειά και προσπάθεια. 

Ο δάσκαλος δείχνει τον δρόμο. Έναν δρόμο που συνήθως είναι και ο μόνος που ξέρει. Στην κρίση των μαθητών είναι να δουν αν θα τον ακολουθήσουν ή όχι. Οπότε όλα τα εύσημα είναι δικά τους και μόνο. Φυσικά εάν έχω συμβάλει έστω και λίγο σε αυτό που έχουν γίνει, χαίρομαι πάρα πολύ. Η συμβουλή μου είναι να απολαμβάνουν αυτό που κάνουν και να μην το βλέπουν σαν μάθημα. Το να παίζεις μουσική είναι απόλαυση. Εάν δεν είναι ας το παρατήσουν. Δεν υπάρχει πιο φρικτό πράγμα από το να προσπαθείς να μάθεις ένα όργανο που δεν σου αρέσει».
Συγχρόνως ο ίδιος έχει αγάπες, ανθρώπους που δεν τους αποχωρίζεται στις δουλειές του, ζητώντας του να ξεχωρίσει δύο «θα έλεγα τον Κώστα Σκαρβέλη ως κιθαρίστα και τον Βαγγέλη Παπάζογλου για όλα. Κυρίως όμως για την αξιοπρέπειάτου».
Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας
Η ΚΟΥΤΣΟΥΠΙΑ
Από τα παιδικά του χρόνια μέχρι και σήμερα λίγο μεγαλύτερος πια δεν ξεχνά το πέρασμά του από την Κουτσουπιά, του Δήμου Αγιάς. Εκεί είναι οι φίλοι του, που όποτε βρεθεί στη Λάρισα ανταμώνει μαζί τους και τραγουδούν δυνατά «Σάμπα»! 
«Η Κουτσουπιά είναι το μέρος που πέρασα όλα μου τα καλοκαίρια σαν παιδί και εκεί γνώρισα πολλούς καλούς φίλους που έχουμε επαφή ακόμη και σήμερα», κατεβαίνει από τη σκηνή και σηκώνει το ποτήρι για να χαιρετήσει τους φίλους του που πρόθυμα είχαν αναλάβει τον ρόλο της χορωδίας στο τραγούδι «Σάμπα μου ξηγιέσαι».

Για 17 χρόνια ήταν κιθαρίστας του Ν. Παπάζογλου, συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους εν ζωή συνθέτες και τραγουδιστές, είναι 13 χρόνια στη σκηνή με τον Θ. Παπακωνσταντίνου, είναι καθηγητής στο ΤΕΙ Άρτας, έχει παίξει σε αμέτρητους δίσκους διάφορων καλλιτεχνών, έχει εκδώσει τέσσερα CD και έχει γράψει δύο μουσικά βιβλία. 
Ασταμάτητος, χωρίς αυτή η συνεχής ενασχόληση να φθείρει το πάθος και την όρεξη για μουσική «όχι, μόνο δεν το φθείρει το πάθος αλλά το αντίθετο. Όσο πιο πολλά πράγματα κάνεις τόσο πιο πολύ φουντώνει. Είναι μαγικό πράγμα η μουσική και αισθάνομαι πολύ τυχερός που με επέλεξε».
Όσο για τις στιγμές που τον χαλαρώνουν δεν είναι άλλες από αυτές που περνά με τα παιδιά του, τα ούζα με τους φίλους και τα ταξίδια με τη μηχανή.

Ζωή Παρμάκη
Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας 

 


Έλληνες τραγουδιστές, ηθοποιοί, ποιητές που αγάπησαν την ηρωίνη περισσότερο από τη ζωή

$
0
0
dsmnar13

Από τον ρεμπέτη Ανέστο Δελιά και τον ποιητή Μήτσο Παπανικολάου μέχρι την Γώγου και τον Σιδηρόπουλο

Από newsbeast.gr
«Πρέζες υπάρχουν πολλές, δεν είναι μόνο η ηρωίνη. Αλλά η ηρωίνη σκοτώνει, αυτή είναι η μόνη διαφορά»! Ο εθισμένος στα ναρκωτικά Παύλος Σιδηρόπουλος θέλησε με τα παραπάνω λόγια να δείξει πως δεν είναι μόνο τα ναρκωτικά που σε «ανεβάζουν».
Υπάρχουν πολλά άλλα πράγματα που μπορεί να λειτουργήσουν με τον τρόπο αυτό, χωρίς να σε σκοτώνουν στο τέλος.
Βέβαια, ούτε ο ίδιος ο «πρίγκηπας» του ελληνικού ροκ, μπόρεσε να ξεφύγει από τον δρόμο που ο ίδιος χάραξε. Ήξερε, όπως οι περισσότεροι τοξικομανείς, πως το τέλος του είναι προδιαγεγραμμένο. Απόλυτα αυτοκαταστροφικός, ωστόσο, συνέχιζε να βαδίζει έναν δρόμο χωρίς επιστροφή.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση που βιώνουν τα εξαρτημένα άτομα ανεξαρτήτως αναγνωρισιμοτητας ή μη, τους οδηγούν στο τελικό τους ταξίδι στον κόσμο των ναρκωτικών.
Τα βήματα που έχει διανύσει η κοινωνία για την επανένταξη, τη στήριξη και την απεξάρτηση των ασθενών από ουσίες, είναι ακόμα σε βρεφικό στάδιο. Η τοξικομανία, άλλωστε, παραμένει ακόμα και το 2016 ταμπού στην ελληνική κοινωνία, η οποία αρκείται στο να αποστρέφει το βλέμμα από την εικόνα του προβλήματος ή αναλώνεται στο να το κρύβει κάτω από χαλί.

Ο ασυμβίβαστος Παύλος, το ροκ και η ηρωίνη

dsmnar9
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1948 στην Αθήνα. Ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της ποιήτριας Έλλης Αλεξίου. Συνεργάστηκε με σπουδαίους δημιουργούς, όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος, έβγαλε μερικά από τα σπουδαιότερα ελληνικά ροκ τραγούδια ενώ η μουσική του επηρέασε δεκάδες μουσικούς στα χρόνια που ακολούθησαν.
Το μοιραίο για τον Παύλο «ραντεβού» με την μοίρα του, δόθηκε το φθινόπωρο του 1979. Ήταν 31 ετών όταν ξεκίνησε η σχέση του με την ηρωίνη. Όπως ο ίδιος είχε πει σε κοντινούς του ανθρώπους  πίστευε ότι θα μπορούσε να την ελέγξει και να ξεμπλέξει εύκολα όποτε εκείνος ήθελε.
Το λάθος του αυτό, ωστόσο, το έκανε στίχους μερικά χρόνια αργότερα όταν έγραψε το τραγούδι «ηρωίνη»:
Του εγώ μου φίλε τα όσα στεγανά
διαλύθηκαν σε κάποια μαύρη φλέβα
σ' ένα μονόδρομο αγωνίας αλήθεια και ψευτιά
το ίδιο πρόσωπο σκοτάδι με τη μέρα
Παραμονεύει στη σκιά, με μια καρδιά και μια παντιέρια
είν' η ηρωίνη φίλε και ίσως να ξεχαστείς
μας λες πως την ελέγχεις
πως ξέρεις τι ζητάς και το γιατί
dsmnar8
Όταν και ο ίδιος κατάλαβε το αδιέξοδο στο οποίο είχε περιέλθει προσπάθησε να σωθεί αλλά, όπως αποδείχθηκε ήταν αργά.  Έκανε πολλές φορές μόνος του προσπάθειες αποτοξίνωσης αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η «χαριστική βολή» για τον ευαίσθητο ψυχισμό του ήρθε την Άνοιξη του 1990 όταν και πέθανε η πολυαγαπημένη του μητέρα.
Λίγους μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 6 Δεκεμβρίου του 1990, ανήμερα του Αγίου Νικολάου, πήρε την μοιραία δόση. Έκανε χρήση ηρωίνης στο σπίτι μιας γνωστής του στο Νέο Κόσμο. Έπεσε σε κώμα και άφησε την τελευταία του πνοή κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός».

Η Κατερίνα της μεγάλης οθόνης και η ποιήτρια των Εξαρχείων

gogou.jpg
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε την 1η Ιουνίου 1940 στην Αθήνα. Στα 12 της χρόνια  πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Ο Άλλος», δίπλα στον Γιώργο Παππά.
Η Γώγου έγινε διάσημη τη δεκαετία του ’60 παίζοντας δεύτερους ρόλους στις ταινίες «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Νόμος 4.000» (1962), «Δεσποινίς Διευθυντής» (1964), «Γάμος αλά ελληνικά» (1964), «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα» (1965), «Μια τρελή- τρελή οικογένεια» (1965).
Η Γώγου, όμως, ήταν ανήσυχο πνεύμα και παράλληλα είχε τους δικούς της δαίμονες να παλέψει. Ακριβώς, όπως, και ο Σιδηρόπουλος. Η μεταπολίτευση την βρίσκει έντονα πολιτικοποιημένη με δράσεις στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά αλλά και στον αναρχικό χώρο.
dsmnar7
Η Γώγου παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Παύλο Τάσιο με τον οποίο απέκτησε, το 1967, την κόρη της Μύρτω (που έφυγε από την ζωή τον Σεπτέμβριου του 2015). Η «Μυρτιούλα», όπως την έλεγε η Κατερίνα, έμπλεξε με τα ναρκωτικά. Η μητέρα της προσπάθησε να την ξεμπλέξει αλλά τελικά χάθηκε και η ίδια στους σκοτεινούς και πολυδαίδαλους διαδρόμους των ναρκωτικών.
Η Γώγου έβλεπε το τέλος να έρχεται και μιλούσε για αυτό. «Φεύγω για αλλού», είχε πει λίγες μέρες πριν χάσει τη ζωή της στον φίλο της και ποιητή Γιώργο Χρονά. Και πράγματι αυτό έγινε. Η Κατερίνα Γώγου «έφυγε για αλλού» στις 3 Οκτωβρίου του 1993. Ξεψύχησε στο ασθενοφόρο που την μετέφερε στο «Ιπποκράτειο» της Αθήνας. Στον οργανισμό της βρέθηκαν τεράστιες ποσότητες αλκοόλ και ναρκωτικών χαπιών.

Ο νικητής της ποίησης, ο χαμένος της ζωής

dsmnar3
Ο Μήτσος Παπανικολάου γεννήθηκε το 1900 στην Ύδρα. Μαθητής ακόμα ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και εμφανίστηκε στο χώρο των γραμμάτων από τις σελίδες του περιοδικού Διάπλασις των Παίδων με το ψευδώνυμο «Νικητής της Αύριον».
Υπήρξε κυρίως συμβολιστής και αισθητιστής ποιητής με επιρροές από τους Maeterlinck, Verhaaren, Valery, Apollinaire, Baudelaire, Poe, Wilde, Laforgue, Milosz και άλλους, έργα των οποίων μετέφρασε και δημοσίευσε στα περιοδικά της εποχής. Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από την αίσθηση της νοσταλγίας του παρελθόντος και από την τάση φυγής, όπου κυριαρχεί η μεταφυσική αναζήτηση της ερωτικής ηδονής και η αγωνία απέναντι στο θάνατο. Από τους στίχους του απουσιάζει συνειδητά ο συναισθηματισμός. Το ποιητικό του έργο είναι μικρό σε ποσότητα (πρόκειται για συνολικά 50 ποιήματα)  αλλά εξαιρετικό σε ποιότητα.
Οι κακουχίες της γερμανικής κατοχής και η κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών τον οδήγησαν στην κατάρρευση. Μετά το 1940 ξεπούλησε την περιουσία του και εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στην Κοκκινιά. Κατέληξε στο τμήμα τοξικομανών του Δημόσιου Ψυχιατρείου και φάνηκε να ξεπερνά τον εθισμό του, ωστόσο υπέκυψε ξανά και πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών τον Οκτώβρη του 1943. Είχε προηγουμένως φτάσει στην απόλυτη εξαθλίωση και κυκλοφορούσε ζητιανεύοντας στους δρόμους της Αθήνας.

Η σταρ της εποχής της «βιντεοκασέτας»

dsmnar5
Η Λιζέτα Μαλινδρέτου, γεννήθηκε το 1968. Έγινε γνωστή την δεκαετία του ’80 με την άνθηση της… «βιντεοκασέτας». Η Λιζέτα αν και ποτέ δεν υπήρξε το μεγάλο όνομα, ήταν αναγνωρίσιμη καθώς σχεδόν όλες οι δουλειές που έκανε ήταν πετυχημένες και είχαν εμπορική επιτυχία.
Είχε λάβει μέρος στις τηλεοπτικές σειρές «Ορκιστείτε παρακαλώ», στο «Τμήμα Ηθών», στον «Χατζημανουήλ» σε ελληνικές ταινίες όπως «Αγάπησα ένα Πόντιο» και «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα Νο2 και Νο3»!
dsmnar4
Μετά από εκείνη τη χρυσή εποχή, ήρθε αντιμέτωπη με το αδηφάγο τέρας της ανεργίας και της απόρριψης. Η νέα τάση στη showbiz και ειδικότερα στο χώρο του θεάματος ήθελε ανθρώπους σαν την Μαλινδρέτου στο περιθώριο.
Η ανεργία και τα ψυχολογικά προβλήματα την οδήγησαν στον κόσμο των ναρκωτικών και αυτά στο θάνατο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της έμενε μόνιμα στην Κρήτη αντιμετωπίζοντας μεγάλα προβλήματα. Ένα από τα ελάχιστα άτομα που στάθηκαν στο πλευρό της, ήταν η γνωστή ηθοποιός, Καίτη Φίνου. Η Λιζέτα Μαλινδρέτου πέθανε, από υπερβολική δόση ναρκωτικών, το 2006 σε ηλικία μόλις 38 ετών.

Ο ρεμπέτης που έκανε την πρέζα τραγούδι

dsmnar2
Όταν ο μεγάλος Μάρκος Βαμβακάρης λέει για εσένα πως  είσαι «ένας άγγελος πεταμένος στα σκουπίδια», εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς το πόσο σπουδαίου ταλέντο ήταν ο Ανέστος Δελιάς. Το πραγματικό όνομά του ήταν Αναστάσιος Δέλιος και γεννήθηκε το 1912 στη Σμύρνη. Από εκεί ήρθε με την οικογένεια του το 1920 και εγκαταστάθηκε στην Δραπετσώνα.
Από τους κορυφαίους προπολεμικούς ρεμπέτες, γνωστός και ως Ανεστάκι ή Αρτέμης, έπιασε για πρώτη φορά μπουζούκι το 1930 και τέσσερα χρόνια αργότερα μαζί με τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Στράτο Παγιουμτζή και τον Γιώργο Μπάτη δημιούργησαν την πρώτη επίσημη ρεμπέτικη κομπανία στην Ελλάδα, την «τετράς τη ξακουστή του Πειραιώς»!
Ανάμεσα στα πρώτα τραγούδια που έγραψε ο Ανέστος ήταν και «ο πόνος του πρεζάκια», ένα τραγούδι προφητικό για τον ίδιο. Το 1935 έγραψε το δημοφιλέστατο ακόμα και σήμερα τσιφτετέλι «Μέσα στης Πόλης το χαμάμ»! Δεν ηχογράφησε πολλά τραγούδια, διότι αρνήθηκε να «συμμορφωθεί» με την λογοκρισία που είχε επιβάλει η δικτατορία του Μεταξά.
dsmnar1
Η «τετράς η ξακουστή του Πειραιώς» στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Ανέστος Δελιάς (όρθιος δεξιά), Γιώργος Μπάτης (καθιστός δεξιά), Μάρκος Βαμβακάρης (όρθιος αριστερά) και Στράτος Παγιουμτζής (καθιστός αριστερά)



Ο Ανέστος ήταν και αυτός ένας άνθρωπος ευαίσθητος που πάλευε με τους προσωπικούς του δαίμονες. Παρασύρθηκε στα ναρκωτικά από μια φιλενάδα που είχε, την Κούλα, γυναίκα από τις κακόφημες συνοικίες των Βούρλων, με το ψευδώνυμο «Σκουλαρικού»!
Οι φίλοι του έλεγαν πως αυτή τον μύησε στον κόσμο της ηρωίνης. Παρά τις επίμονες προσπάθειες τους, ο Ανέστος είχε πάρει και αυτός τον μοναχικό δρόμο απ' όπου δύσκολα καταφέρνει κάποιος να επιστρέψει. Το 1938 εξορίστηκε στη Νιο ως τοξικομανής.
Το τέλος ήρθε στις 31 Ιουλίου του 1944. Λίγο πριν το τέλος της Γερμανικής κατοχής βρέθηκε νεκρός στο Βαρβάκειο, μετά από υπερβολική δόση ηρωίνης .
Το άψυχο κορμί του εντοπίστηκε μέσα σ' ένα καροτσάκι ενώ στα χέρια κρατούσε το μπουζούκι του που δεν το αποχωριζόταν ποτέ.
Οι ειδικοί λένε πως υπάρχουν πολλοί λόγοι για να «πέσει» κάποιος στα ναρκωτικά. Προσωπικά προβλήματα, οικονομικά προβλήματα, συναισθηματικά προβλήματα και πολλά άλλα. Κυρίως, όμως, έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους εξαιρετικά ευαίσθητους όσο και αυτοκαταστροφικούς.
Όλα τα παραπάνω δεν κάνουν διακρίσεις ανάμεσα σε διάσημους και… κοινούς θνητούς. Και οι ιστορίες αυτών των πέντε διάσημων αλλά και τραγικών προσώπων, το επιβεβαιώνουν με τον πλέον γλαφυρό τρόπο.

ΠΗΓΗ: www.newsbeast.gr
Viewing all 1584 articles
Browse latest View live