Quantcast
Channel: Το Ρεμπέτικο Τραγούδι
Viewing all 1577 articles
Browse latest View live

Κουτσαβάκηδες και μάγκες: δυο λέξεις με ιστορία

$
0
0
magki1.jpg
Η ελληνική γλώσσα διαθέτει μεγάλο λεξιλογικό πλούτο. Έτσι είναι δυνατή η έκφραση ενός νοήματος με τη χρήση πολλών συνωνύμων. 
Για παράδειγμα, για να αποδοθεί η έννοια του «ψευτοπαλληκαρά», μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι λέξεις «νταής», «λιονταρής», «ταρταρίνος», «κουτσαβάκης» κ.ά.. Το δύσκολο είναι να προσδιοριστεί το έτυμο (= η προέλευση, η ρίζα) των λέξεων αυτών, δεδομένου ότι πολλές είναι γλωσσικά δάνεια, τα οποία έχουν αφομοιωθεί από την ελληνική γλώσσα και έχουν ενταχθεί στο κλιτικό της σύστημα. Στο σημερινό post θα ασχοληθώ με την ιστορία των λέξεων «κουτσαβάκης» και «μάγκας»
Συγκεκριμένα θα αναφερθώ στην ετυμολογική τους προέλευση και στο εννοιολογικό τους περιεχόμενο.
«Κουτσαβάκηδες» λέγονταν οι ψευτοπαλληκαράδες της Αθήνας κατά το δεύτερο μισό του 19ουαιώνα. Για την προέλευση της λέξης έγιναν διάφορες υποθέσεις:
  1. άλλοι υποστήριξαν ότι είναι τουρκικό γλωσσικό δάνειο,
  2. άλλοι είπαν ότι τα περιθωριακά και αντικοινωνικά αυτά στοιχεία έλαβαν την προσωνυμία, γιατί κούτσαιναν «και τούτο ένεκα πληγής δήθεν, την οποίαν έλαβον κατά τινα συμπλοκήν» (= για να δείξουν έτσι το νταηλίκι τους) (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 10ηςΙανουαρίου 1898).
Η πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική. Το 1862 ζούσε στον Πειραιά ένας βαρκάρης ονόματι Δημήτριος Κουτσαβάκης. Κατατάχθηκε στο στρατό, υπηρέτησε ως υπαξιωματικός και έγινε περιβόητος για τους ψευτοπαλικαρισμούς του (εφημερίδαΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 12ηςΝοεμβρίου 1908).Το εξεζητημένο ντύσιμό του και τη βίαιη συμπεριφορά του μιμήθηκαν οι σύγχρονοί του νέοι του αθηναϊκού υποκόσμου κι έτσι «γεννήθηκε» η λέξη «κουτσαβάκης» (συνήθως στον πληθυντικό).
Με τον καιρό οι «κουτσαβάκηδες» έκαναν στέκι τους την πλατεία των Ηρώων του Ψυρρή. Στριμμένο μουστάκι, σακάκι φορεμένο από το ένα μόνο μανίκι, σουβλερό παπούτσι, μαλλιά με «αφέλεια», λιγδωμένη ρεπούμπλικα, κόκκινο ζωνάρι από το οποίο εξείχε η λαβή του αμφίστομου μαχαιριού ή του κουμπουριού, ιδού η εικόνα των «κουτσαβάκηδων» της παλιάς Αθήνας. Καθισμένοι στο καφενείο άφηναν να σέρνεται η άκρη του ζωναριού τους και αλίμονο σε ’κείνον που θα την πατούσε ή θα έλεγε: «Κρέμεται το ζωνάρι σας». Το επακόλουθο ήταν ο ξυλοδαρμός του φιλήσυχου περαστικού, αν βέβαια αυτός τους φαινόταν «του χεριού τους».
Τα αντικοινωνικά αυτά στοιχεία είχαν γίνει μάστιγα για τους κατοίκους των Αθηνών. Γι’ αυτό ορισμένοι αστυνομικοί διευθυντές της πρωτεύουσας ανέλαβαν να εξαλείψουν το φαινόμενο πλήττοντας το «φιλότιμο» των ψευτοπαλληκαράδων. Πρώτος ο Βρατσάνος και στη συνέχεια ο Επτανήσιος Τζαννέτος, ο οποίος χρησιμοποίησε ως «σωφρονιστική» μέθοδο τον ξυλοδαρμό τους. Ένας άλλος προσέλαβε ως κατώτερα αστυνομικά όργανα μερικούς «κουτσαβάκηδες» και αυτοί, φορείς πλέον εξουσίας, ξεκαθάρισαν πολλούς από τους παλιούς τους συντρόφους. Ήρθε έπειτα η σειρά του Κοσσονάκου και κυρίως του Μπαϊρακτάρη κατά τα τέλη του 19ουαιώνα. Αυτοί συλλάμβαναν τους «κουτσαβάκηδες» και τους έκοβαν την «αφέλεια» των μαλλιών τους, τα τσιγκελωτά μουστάκια τους, τις μύτες των σουβλερών παπουτσιών τους, τα κρεμασμένα ζωνάρια τους και το ένα μανίκι των σακακιών τους λέγοντάς τους: «Για να μην το φοράτε, θα πει ότι δεν το χρειάζεστε» (εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φύλλο της 5ηςΣεπτεμβρίου 1958).Με τις αστυνομικές αυτές μεθόδους ο «κουτσαβακισμός» σταδιακά περιορίστηκε.
Και μετά τους «κουτσαβάκηδες» ας έρθουμε στους «μάγκες». Έτσι ονομάζονταν στην παλιά Αθήνα τα χαμίνια των δρόμων και οι μικροαπατεώνες που προσπαθούσαν να επιβιώσουν κάνοντας θελήματα ή εξαπατώντας τους συμπολίτες τους. Για την προέλευση της λέξης έγιναν διάφορες υποθέσεις. Πιο πιθανή είναι η ακόλουθη παράδοση. Όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους (την 1ηΔεκεμβρίου 1834), οι άστεγοι έφηβοι συγκεντρώνονταν γύρω από το ρολόι της παλιάς Αγοράς, το οποίο είχε δωρίσει στους Αθηναίους πριν από την Επανάσταση ο λόρδος Θωμάς Έλγιν «ως αντιστάθμισμα» για τη λήστευση των γλυπτών του Παρθενώνα (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 26ηςΑπριλίου 1929).Εκεί, λοιπόν, όταν ο καιρός ήταν ψυχρός, άναβαν φωτιά και κάθονταν ολόγυρα αφηγούμενοι κατά το πλείστον παραμύθια ή «ανδραγαθήματα» διάφορων περιθωριακών τύπων. Λέγεται ότι κάποιο βραδάκι ο αστυνομικός διευθυντής της πρωτεύουσας περνώντας από την Αγορά και βλέποντάς τους συγκεντρωμένους είπε: «Βρε τι μάγκα είσθε αυτού;». Σημειωτέον ότι «μάγκα» κατά την Επανάσταση ονομαζόταν η ενωμοτία (= μικρή στρατιωτική ομάδα) άτακτων πολεμιστών. Η λέξη διατηρήθηκε και κατά τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια με τη σημασία «μπουλούκι». «Εκ του γεγονότος αυτού απεδόθη εις τους εν τω ωρολογίω της Αγοράς διαιτωμένους ανεστίους (= άστεγους) το όνομα του μάγκα» έγραψε κάποιος αρθρογράφος της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ στο φύλλο της 10ηςΙανουαρίου1898.Συνεπώς «μάγκες» λέγονταν αρχικά τα μπουλούκια των άστεγων νέων.
Με τον καιρό η λέξη έγινε και προσωνυμία των οπαδών του Γαλλικού κόμματος. Στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1825 – 1856 λειτουργούσαν τρία κόμματα: το «Αγγλικό», το «Γαλλικό» και το «Ρωσικό». Ονομάζονταν έτσι, γιατί τα είχαν ιδρύσει Έλληνες πολιτικοί με υποκίνηση των Μεγάλων Δυνάμεων (από τότε υπάρχει η ξενοκρατία στην Ελλάδα). Μεταξύ των κομμάτων αυτών υπήρχε αντιπαλότητα. Τα στελέχη του «Αγγλικού» κόμματος απέδωσαν στους οπαδούς του «Γαλλικού» την υποτιμητική προσωνυμία του «μάγκα». Αυτοί την αποδέχτηκαν προσθέτοντας το συνδετικό μοσχο-, «εξ ου εγένοντο οι « μοσχομάγκαι» προς διάκρισιν από των «μαγκών» της Αγοράς»  (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 10ηςΙανουαρίου 1898).
Το 1856 διαλύθηκε το «Γαλλικό» κόμμα κι έτσι εξέλιπε η λέξη «μοσχομάγκας». Την 8ηΑυγούστου του 1884 εκδηλώθηκε στην παλιά Αγορά μεγάλη πυρκαγιά, από την οποία καταστράφηκε και ο πύργος, όπου ήταν τοποθετημένο το ρολόι του Έλγιν (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλα της 29ηςΑυγούστου 1925 και της 26ηςΑπριλίου 1929). Έτσι τα μπουλούκια των χαμινιών της Αθήνας, οι «μάγκες», έχασαν το στέκι τους.
Οι τύποι του «κουτσαβάκη» και του «μάγκα» αφθονούν και στην εποχή μας. Συνεπώς διατηρήθηκαν και οι λέξεις που τους εκφράζουν, αλλά διαφοροποιημένες σημασιολογικά συγκριτικά με το παρελθόν.
photo: mpouzouksides.blogspot.gr
Πηγή ανάρτησης: ΧρονοντούλαποΠαύλου Παπανότη, συνταξιούχου εκπαιδευτικού.

Σκύρος: 8ο Σεμινάριο-συνάντηση για το Ρεμπέτικο τραγούδι

$
0
0

Aπό τις 17 έως τις 24 Ιουλίου 2016 στην όμορφη Σκύρο, θα πραγματοποιηθεί για όγδοη συνεχή χρονιά, το Σεμινάριο – συνάντηση για το Ρεμπέτικο.
Όπως αναφέρουν οι διοργανωτές: «Το γνώριμο σε όλους μας Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο «Μάνου και Αναστασίας Φαλτάϊτς» που μας καλοδέχεται εδώ και οκτώ χρόνια, προσφέροντας τους φιλόξενους χώρους του, περιμένει και πάλι να γεμίσει από ανθρώπους που ζητούν να ανακαλύψουν και να ερμηνεύσουν τους κώδικες της Ρεμπέτικης Μουσικής, αλλά συγχρόνως να διαφυλάξουν από τον αφανισμό το λαϊκό μας τραγούδι.
Υπάρχει συμμετοχή από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από Τουρκία, Σουηδία, Φινλανδία, Βέλγιο, Κύπρο, Ισραήλ, Ολλανδία, Γαλλία  κ.λπ. Αυτή είναι μια σοβαρή ένδειξη της απήχησης της λαϊκής μας  μουσικής στο εξωτερικό που δεν πρέπει να περάσει ανεκμετάλλευτη. Μας χαροποιεί όμως ιδιαίτερα το γεγονός της συμμετοχής των νέων στην προσπάθειά μας.

Η Συνάντηση αυτή, με τις παράλληλες εκδηλώσεις της, έπαψε να έχει την μορφή ενός απλού Σεμιναρίου. Έγινε πια ένας θεσμός, που ρίζωσε βαθιά στο αιγαιοπελαγίτικο νησί. Αγκαλιάστηκε ζεστά από την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τους κατοίκους του και δημιούργησε έναν άξονα για βάθεμα των ανθρωπίνων σχέσεων, αφού καταφέρνει να ενώνει σε ένα κοινό στόχο ανθρώπους από διαφορετικές χώρες και να ικανοποιεί τις ψυχικές τους ανάγκες, προσφέροντας εκτός από την γνώση και αξέχαστες στιγμές διασκέδασης.
Θα υπάρξουν παράλληλες εκδηλώσεις ελεύθερες για όλο τον κόσμο και θα περιλαμβάνουν ομιλίες, προβολές video  και καθημερινή διασκέδαση με τα οργανάκια μας στις γραφικές ταβέρνες του νησιού «συν γυναιξί και τέκνοις».
Κατά την βραδινή εξάσκηση με τα όργανα στις ταβέρνες του νησιού το ρεπερτόριο θα περιλαμβάνει τραγούδια από το 1930 μέχρι 1955 και σύνθετες όπως: Μ. Βαμβακάρης, Α. Χατζηχρήστος, Ι. Παπαϊωάννου, Γ. Μπάτης, Α. Δελιάς, Γ. Μητσάκης, Β, Τσιτσάνης, Π. Τούντας, Δ. Σκαρβέλης, Μ. Χιώτης, Σπ. Περιστέρης κα.».

rembetiko

Eπίσης στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνεται πως: «Κατά την διάρκεια των φετινών μαθημάτων οι συμμετέχοντες θα διδαχθούν τραγούδια του Δημήτρη Γκόγκου (Μπαγιαντέρα). Ο Μπαγιαντέρας ήταν σύνθετης που έγραψε τραγούδια απ’ όλα τα στυλ όπως: σμυρναίικο, πειραιώτικο, προπολεμικό λαϊκό, μεταπολεμικό λαϊκό, δημοτικό, αντιστασιακό.
Έχει γράψει σχεδόν σε όλους τους δρόμους και όλους τους ρυθμούς της λαϊκής αστικής μουσικής.  Θα γίνει αναφορά και ανάλυση του δρόμου και του ρυθμού για κάθε τραγούδι το οποίο θα διδαχθεί καθώς επίσης και ταξίμι σε κάθε δρόμο.
Το Σάββατο 23 Ιουλίου θα πραγματοποιηθεί η συναυλία μας, με τους συμμετέχοντες στο σεμινάριο,  στο θέατρο του Μουσείου Φαλτάϊτς».
Στοιχεία επικοινωνίας:
 
ΠΗΓΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ
www.ert.gr

Δείτε πώς είναι η εγγονή του Βασίλη Τσιτσάνη – ΦΩΤΟ

$
0
0
Δείτε πώς είναι η εγγονή του Βασίλη Τσιτσάνη – ΦΩΤΟ
Ο Βασίλης Τσιτσάνηςήταν ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες λαϊκούς συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές του 20ού αιώνα, του οποίου τραγούδια ακούγονται μέχρι και σήμερα.

Η μνήμη του παραμένει αξέχαστη τόσο στους θαυμαστές του όσο και στα πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος .

Η εγγονήτου συνθέτη, Ζωή Τσιτσάνη λησμονεί τον παππού της, δημοσιεύοντας συχνά φωτογραφίες στο Facebook από την παιδική της ηλικία.

Δείτε τη φωτο που ανέβασε στον προσωπικό της λογαριασμό στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης:

Δείτε πώς είναι σήμερα η εγγονή του Βασίλη Τσιτσάνη:
 

http://www.enikos.gr/lifestyle/399577,Deite-pws-einai-h-eggonh-toy-Basilh-Tsitsanh--FWTO.html
www.enikos.gr

Η ιστορική συναυλία του περιοδικού «Ντέφι» στον Λυκαβηττό το 1982 [Βίντεο]

$
0
0
Γράφει ο Σωτήρης Μπέκαςστο:  www.musicpaper.gr
Το 1982 υπήρξε μια εποχή εκ διαμέτρου διαφορετική από τη σημερινή. Σε επίπεδο κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό.
Στα «μουσικά πράγματα», ο Μάνος Χατζιδάκης επέμενε σταθερός στο έργο και τη στάση του «σαν βράχος στον ωκεανό», ενώ στην υπόλοιπη σκηνή ξεχώριζε η κρίση «ταυτότητας» στο λαϊκό τραγούδι, που από τη μια είχε να αναμετρηθεί με τη λαίλαπα της «παραλιακής» και από την άλλη όφειλε να αποκωδικοποιήσει τα ανανεωτικά ζητήματα που είχαν θέσει «Η Εκδίκηση της Γυφτιάς», «Τα Δήθεν» και η εκ νέου «αναβίωση» του ρεμπέτικου.
Σε αυτό το πλαίσιο, η έκδοση ενός περιοδικού για την ελληνική μουσική, όπως το «Ντέφι» (κυκλοφόρησε την περίοδο 1982 - 1995, με κάποια χρονικά «διαλείμματα») αποδείχτηκε επίκαιρη και κυρίως ουσιαστική.
Μία από τις πιο παρεμβατικές δράσεις του περιοδικού (με επικεφαλής τον δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό, Στέλιο Ελληνιάδη) υπήρξε και η περίφημη συναυλία που «άνοιξε»
τον Λυκαβηττό, το 1982, με κορυφαίους καλλιτέχνες της εποχής, όπως οι Πάνος Γαβαλάς, Ρία Κούρτη, Γλυκερία, Αγάθωνας, Ρεμπέτικο Συγκρότημα Θεσσαλονίκης, Μπάμπης Γκολές, Νίκος Παπάζογλου, Δημήτρης Κοντογιάννης, Κατερίνα Κόρου, Γιώργος Κόρος, Θανάσης Πολυκανδριώτης κ.α. Το Μusicpaper.grπαρουσιάζει το σπάνιο ντοκουμέντο (με ολόκληρη τη συναυλία) που αναρτήθηκε στο youtube, πριν από λίγες ημέρες και όπου μπορεί κανείς να χαρεί σπουδαίες μουσικές στιγμές, αλλά και την αποτύπωση μιας εποχής, που μοιάζει (εν τέλει) τόσο μακρινή…
http://mariostokas.gr/wp-content/uploads/2015/10/musicpaper.jpghttp://mariostokas.gr/wp-content/uploads/2015/10/musicpaper.jpg
http://mariostokas.gr/wp-content/uploads/2015/10/musicpaper.jpghttp://mariostokas.gr/wp-content/uploads/2015/10/musicpaper.jpg

Οι STRING DEMONS έρχονται στο SummERTime Festival στις 18 Ιουλίου !

$
0
0
String_Demons.jpg
Oι String Demons Live στο ξεχωριστό SummERTime Festival , στο προαύλιο της ΕΡΤ  σήμερα Δευτέρα 18 Ιουλίου στο πλαίσιο των ''Fear of the Bach Summer Concerts'' !

Ώρα 20.30 !

Oi String Demonsφέτος το καλοκαίρι θα παρουσιάσουν τα...''Fear of the Bach'' Summer Concerts.Οι συναυλίες αυτές φέρουν τον τίτλο του διπλού καινούργιου Album τους (Fear of the Bach).
Μετά από έναν εκρηκτικό χειμώνα sold out συναυλιών σε Ελλάδακαι εξωτερικό (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών-Θεσσαλονίκης,Βερολίνο,Παλλάς-Αθήνας,Κύπρο,Θέατρο Απόλλων Σύρου,Δημοτικό Θέατρο Πειραιά κ.α) έρχονται, με πολυ τρέλα,ρυθμό,εκπλήξεις και φυσικά δαιμονικά έγχορδα, να σας ''βρούν''όπου και αν είστε στην Ελλάδα!
Το.. προγραμμά τους...από Κλασικά σε Παραδοσιακά,από Heavy Metalσε Λαϊκά, από Popσε Ρεμπέτικα,Εκκλησιαστικούς-Βυζαντινούς Ύμνους,δικά τους κομμάτια και ότι άλλο φανταστείτε
σε ένα ''Συμφωνικό Πανηγύρι''για.. γερά νεύρα και..έγχορδα!
Το καλοκαίρι αυτό μαζί με το καινούργιοδιπλό Albumτους ''Fear of the Bach'' κυκλοφορεί και η..Second Edition του πρώτου τους CD (String Demons) που εξαντλήθηκε..!!

 Και η Περιοδεία συνεχίζεται...                                                      
2/7 ΣΗΤΕΙΑ 
5/7 ΗΡΑΚΛΕΙO

8/7 ΒΟΛΟΣ

11/7 ΖΑΧΑΡΩ-ΠΥΡΓΟΣ 
13/7 ΧΑΛΑΝΔΡΙ             
18/7 ΜΕΓΑΡΟ ΕΡΤ 
20/7 ΠΛΑΤΑΜΩΝΑΣ 
6/8 ΚΟΜΟΤΗΝΗ - ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ        
12/8 ΜΑΝΗ - MANI SONNENLINK FESTIVAL
18/8 ΜΟΥΣΕΙΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

16/9 ΑΘΗΝΑ - ΗΡΩΔΕΙΟ

Πίτσα Στασινοπούλου , δημοσιογράφος ''Τα περίπου 90 λεπτά των String Demons αποδείχθηκαν τελικά πολύ λίγα γι αυτό το θαυμάσιο βίωμα σε όλα τα επίπεδα και θέλαμε κι άλλο!! Ένα θα πούμε: ΑΝ όλοι οι «δαίμονες» ήταν σαν τους συγκεκριμένους «έγχορδους», η… κόλαση θα ήταν μοναδικά παραδεισένια!''...''Να μη τέλειωνε ποτέ η «κόλαση» των ΘΕΪΚΩΝ ΔΑΙΜΟΝΩΝ''!!
String Demons Website stringdemons.gr

Ενσωματωμένη εικόνα 3

https://www.youtube.com/watch?v=d6zanC5gOSc

https://www.youtube.com/watch?v=HrcdL13v_wA



https://www.youtube.com/watch?v=udLdyjxHtv4

Απάντηση στο κουίζ .....

$
0
0
quiz.jpg
Την  Δευτέρα, 20 Ιουνίου 2016 έκανα μια ανάρτηση  στο Blog βάζοντας ένα ''κουίζ''Δέιτε εδώ.
Η απάντηση ήρθε από τον κύριο Μπάμπη Μώκο.........ο οποίος μας λέει:
Tο περιστατικό διαδραματίστηκε στην Σκύρο. Όπου η κόρη του μεγάλου Παναγιώτη Τούντα , Ιωάννα-Σεβαστή Τούντα, πηγαίνοντας εκεί εκδρομή σε κάποιον τοίχο ενός οικίσκου, σαν αυτοσχέδιο μουσείο, είδε σε κάποιο κάδρο κρεμασμένο τους στίχους ενός τραγουδιού.

Ρώτησε τον ιδιοκτήτη που βρήκε τους στίχους και εκείνος της απάντησε πως ήταν χρόνια
παραπεταμένοι σε μιά γωνιά.
Τότε του συστήθηκε και του είπε πως οι στίχοι ηταν του πατέρα της . Τό τραγούδι ήταν "Τα τσόκαρα".

(Όποιος ρεμπετοασχολούμενος ενδιαφέρεται για πιστοποίηση των παραπάνω, μπορεί να δεί την ίδια την κόρη του Τούντα να διηγείται την ιστορία στο You Toube -"ΕΧΕΙ  ΓΟΥΣΤΟ-Παναγιώτης Τούντας"-(36':48'').

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΟΥΝΤΑΣ (1886-1942)

$
0
0
Panagiotis_Tountas.jpg
photo: www.sansimera.gr
Από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της σμυρναίικης σχολής στο νεοελληνικό τραγούδι, ο Παναγιώτης Τούντας γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1886 από πλούσιους γονείς που του έδωσαν τη δυνατότητα να ασχοληθεί από μικρός με τη μουσική.
Ξεκίνησε να μαθαίνει μαντολίνο. Αργότερα, συμμετείχε στη σμυρναίικη  Εστουδιαντίνα  του Σιδερή που έμεινε γνωστή με το όνομα «τα Πολιτάκια». Μαζί του ήταν και αρκετοί μουσικοί που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πορεία του λαϊκού μας τραγουδιού, όπως ο Βαγγέλης Παπάζογλου και o Σπύρος Περιστέρης.
Συμμετείχε επίσης σε διάφορα μουσικά σχήματα που έκαναν περιοδείες εκτός Σμύρνης – στην  Αίγυπτο, στην Αβησσυνία, γενικότερα όπου υπήρχε Ελληνισμός, με σκοπό να διασκεδάζουν τους  Έλληνες της διασποράς. Σε αυτά τα ταξίδια βρήκε ευκαιρία να έρθει σε επαφή με την ανατολίτικη αλλά και με τη δυτική κουλτούρα.
Με την Εστουδιαντίνα του Σιδερή εμφανίζεται στην δισκογραφία πριν τη μικρασιατική καταστροφή, σε ηχογραφήσεις που πραγματοποιήθηκαν στη Σμύρνη (στην Ελλάδα δεν είχαν ανοίξει ακόμα εργοστάσια δίσκων).


Μετά τη συμφορά, ήρθε στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στη Νέα Σμύρνη. Δούλεψε για ένα χρόνο ως μουσικός σε μικρασιάτικες κομπανίες, μαζί με τους Ευάγγελο Σωφρονίου, Γιάννη Δραγάτση (Ογδοντάκη) και άλλους πρόσφυγες μουσικούς και τραγουδιστές. Το 1924 ηχογραφεί στην Ελλάδα το πρώτο του τραγούδι «η Σμυρνιά» και γίνεται ο πρώτος λαϊκός συνθέτης της δισκογραφίας που το όνομά του αναφέρεται σε ετικέτα δίσκου.
Την ίδια χρονιά αναλαμβάνει τη διεύθυνση του ελληνικού παραρτήματος της δισκογραφικής εταιρίας Odeon. Από τότε εγκαταλείπει το πάλκο και η σχέση του με τις κομπανίες περιορίζεται στην οργάνωσή τους. Για έξι χρόνια είναι προϊστάμενος ηχογραφήσεων, ενώ από το 1931 αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής της Columbia και της  His Master’s Voice και παραμένει στη θέση αυτή μέχρι το 1941. Εκτός από ενορχηστρωτής, είναι υπεύθυνος ρεπερτορίου και ταυτόχρονα αυτός που αναζητά νέους δημιουργούς και ερμηνευτές.
Με υπόδειξη δική του θα περάσουν στη δισκογραφία αρκετοί σπουδαίοι ερμηνευτές, όπως ο Κώστας Ρούκουνας, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Βαγγέλης Σωφρονίου, η Ρίτα Αμπατζή, η Ρόζα Εσκενάζυ και πολλοί άλλοι, ενώ φτιάχνει πολύ συχνά τις παρτιτούρες για τραγούδια άλλων λαϊκών τραγουδοποιών που δεν γνώριζαν να γράφουν νότες.



Από το 1924 ως το 1941 θα ηχογραφήσει σχεδόν 400 τραγούδια. Μέσα σε αυτά έχουν μεταφερθεί πολλές παραδοσιακές μικρασιάτικες μελωδίες, ωστόσο έγραψε και πολλά πρωτότυπα κλασικά λαϊκά τραγούδια, αλλά και ελαφρά.
Κι ενώ στα παλαιότερα τραγούδια του εναλλάσσεται ο «ευρωπαϊκός» ήχος με τα «σαντουροβιόλια» από τραγούδι σε τραγούδι, αργότερα, όταν επικράτησε ο πειραιώτικος  ήχος (μπουζούκια και  μπαγλαμάδες) τον χρησιμοποίησε κι αυτόν.

http://www.culturenow.gr/thumbnail?filepath=/contentfiles/images/Panagiotis_Tountas_70_chronia_apo_to_thanato_tou_korufaiou_Ellina_suntheti_-_Afieroma_sto_badminton_11.jpg&width=400
photo: www.culturenow.gr
Τα τραγούδια του καλύπτουν ολόκληρο το φάσμα της μουσικής της εποχής εκείνης: από επιθεωρησιακά μέχρι δημοτικοφανή, από «ελαφρά ευρωπαϊκά» μέχρι «βαριά» ρεμπέτικα.

Η θεματολογία των τραγουδιών αυτών είναι πολύ πλούσια. Μοιάζουν σαν μεγάλοι κατάλογοι που περιγράφουν τη ζωή διαφόρων ανθρώπων από κάθε κοινωνική τάξη, τις συνήθειές τους, τα πάθη τους, τα ελαττώματά τους ή διάφορα επαγγέλματα, με τρόπο ηθογραφικό και συχνά χιουμοριστικό. Κάθε  τραγούδι είναι σαν ένα μικρό θεατρικό έργο που παρουσιάζει τη ζωή, με τα συναισθήματα, τις διακυμάνσεις, την ατμόσφαιρά της, ακόμα και το σκηνικό όπου βιώνεται. Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε ότι πολλές φορές υποβόσκει και ένα καταγγελτικό ύφος, με σχεδόν πολιτική και ιστορική απόχρωση.    

Με προσωπική μου πρωτοβουλία παραθέτω μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια του,  με τη συνοδεία ενός μικρού σχολίου. Αδικώ σίγουρα άλλα εξίσου σπουδαία, μα ήταν πολύ δύσκολη η επιλογή.

«Η Σμυρνιά»είναι ένα τραγούδι που εμφανώς βρίσκεται μεταξύ Ανατολής και Δύσης αφού ο παραδοσιακός δρόμος (σαμπάχ) των στροφών εναρμονίζεται με δυτικό τρόπο στο ρεφρέν (διφωνίες με διαστήματα τρίτης), αποδίδεται από τον Κώστα Μισαϊλίδη και την αθηναϊκή Εστουδιαντίνα του Τάσου Μαρίνου.                                                                                            
«Η προσφυγοπούλα»είναι ένα νοσταλγικό καθαρά ελαφρό τραγούδι, τραγουδισμένο από τον Γιώργο Βιτάλη που το όνομά του συναντάται εκείνο τον καιρό εκτός από ελαφρά και σε λαϊκά, μέχρι και σε άριες από όπερες. Εδώ ο πρόσφυγας συνθέτης αναπολεί τη χαμένη του πατρίδα.   

«Η Φαληριώτισσα»είναι ένα τραγούδι που κινείται στο χώρο του «ελαφρού», μια ερωτική καντάδα.

«Το κουκλί της Κοκκινιάς»λόγω της μεγάλης επιτυχίας του είχε πολλές επανεκδόσεις σε διαφορετικές εταιρείες. Εδώ παρουσιάζεται η πρώτη εκτέλεση με τον Κώστα Ρούκουνα. Ακολούθησαν οι εκτελέσεις του Στελλάκη  Περπινιάδη και της Ρόζας Εσκενάζυ, μια και τα τραγούδια που είχαν μεγάλη επιτυχία κυκλοφορούσαν από όλες τις τότε γνωστές εταιρείες.


Tο τραγούδι «Miss Odeon»αναφέρεται στην εποχή πριν το 1933, που άνοιξαν στην Ελλάδα εταιρείες δίσκων. Μέχρι τότε έρχονταν από το εξωτερικό και ηχογραφούσαν ελληνικά τραγούδια (είχαν ηχογραφηθεί ελληνικά τραγούδια στη Σμύρνη, στην Πόλη και στην Αμερική αλλά όχι ακόμα στην Ελλάδα). Έτσι λοιπόν, η Miss Odeon έρχεται από το Βερολίνο και αναζητεί τον κύριο Τούντα να ακούσει τι καινούργιο έχει γι’ αυτήν. Το τραγούδι αποτελείται από αποσπάσματα διάφορων άλλων τραγουδιών του συνθέτη.

«Του Λινάρδου η ταβέρνα»είναι σαν πίνακας λαϊκής ζωγραφικής που απεικονίζει το κέφι και το γλέντι σε ένα στέκι της εποχής εκείνης.

«Η γκαρσόνα» όπως και το «Μαριανθάκι»δείχνουν μια γυναίκα ανεξάρτητη, τολμηρή και χειραφετημένη, κάτι αρκετά πρωτοπόρο για εκείνη την εποχή. Το «Μαριανθάκι» το τραγουδά η Κάκια Μένδρη, σημαντική εκπρόσωπος του ελαφρού τραγουδιού.

«Το καλοκαίρι τώρα»περιγράφει τις εντυπώσεις και  τα σχόλια που προκαλεί μια νέα μόδα άγνωστη μέχρι τότε, ιδιαίτερα διαδεδομένη και αγαπημένη σήμερα: το μπάνιο στη πλαζ. 

Στο «Ερηνάκι», η απόγνωση που νιώθει ο ήρωας λόγω της απόρριψης από μια γυναίκα τον σπρώχνει  στα ναρκωτικά ως έσχατη λύση, και βέβαια γίνεται σαφές πως πρόκειται για πάθος που οδηγεί τον άνθρωπο στην καταστροφή. Το τραγούδι αυτό κυκλοφόρησε με τη Ρίτα Αμπατζή τον επόμενο χρόνο και στίχους που απευθύνονται σε «άκαρδο» άντρα.

«Αμάν Κατερίνα μου»: ερωτικό τραγούδι ή μήπως απλώς αυτός που απευθύνεται στην Κατερίνα λιγουρεύεται τα φαγητά της; Ο καλοφαγάς ερωτευμένος περιγράφεται με αρκετό χιούμορ από τον συνθέτη.

Η «Δημητρούλα», ένα πολύ διάσημο τραγούδι ακόμα και σήμερα, παρουσιάζει μια απελευθερωμένη γυναίκα, προκλητική και ιδιαίτερα επιθυμητή.   

«Εγώ θέλω πριγκιπέσσα», μας εξομολογείται ο συνθέτης σε μια ατμόσφαιρα παραμυθιού, εκφράζοντας τα όνειρα πολλών απλών ανθρώπων που περιμένουν να πλουτίσουν από μια καλή προίκα,, για να φτάσουμε στη «Βαρβάρα», τραγούδι που προκάλεσε σκάνδαλο (και κάτι παραπάνω) την εποχή που κυκλοφόρησε. Σατιρικό, με έξυπνα σεξουαλικά υπονοούμενα, θεωρήθηκε από το φασιστικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά άκρως προσβλητικό για τη δημόσια αιδώ – και επιπλέον, φήμες ανέφεραν πως το τραγούδι αναφερόταν στην κόρη του Μεταξά.
Γνώρισε τεράστια επιτυχία: λέγεται  πως σε μια Ελλάδα με 10.000 γραμμόφωνα, πούλησε γύρω στους 90.000 δίσκους. Το τραγούδι απαγορεύτηκε, ενώ ο Τούντας οδηγήθηκε στο δικαστήριο και καταδικάστηκε σε βαρύ χρηματικό πρόστιμο. Η αστυνομία έψαξε, μάζεψε και έσπασε όσα αντίτυπα της «Βαρβάρας» βρήκε.


Ο Τούντας απάντησε ξανακυκλοφορώντας το τραγούδι με άλλους στίχους και άλλους τίτλους και η επιτυχία συνεχίστηκε. Ωστίσο, αυτή η υπόθεση στάθηκε αφορμή να επιβληθεί η λογοκρισία (οι αιτίες ήταν παλιότερες και βαθύτερες) και να ξεκινήσει η προσπάθεια να αφανιστεί οτιδήποτε θύμιζε Ανατολή. Έτσι εξαφανίστηκαν αρκετοί Μικρασιάτες συνθέτες που αρνήθηκαν να προσαρμοστούν σε ένα πιο «δυτικό στυλ»  (ήχος, τρόπος), ή όσοι έγραφαν τολμηρούς στίχους (για ναρκωτικά, κανόνες «μαγκιάς», νόμους του υποκόσμου κτλ.). Η θέση του Τούντα στις δισκογραφικές εταιρείες αποδυναμώθηκε. Παρ’ όλα αυτά, εκείνος συνέχισε να γράφει μέχρι το 1941 που οι Γερμανοί έκλεισαν τα εργοστάσια δίσκων.

Στην «Τομπουρλίκα»ή «Ταμπουρλίκα» (δεν ξέρω ποιο είναι το σωστό, ούτε τι σημαίνει), είναι εμφανές πλέον το πιο δυτικό «κανταδόρικο» ύφος.

«Τα τσόκαρα» τέλος είναι ένα ερωτικό τραγούδι, στο οποίο ξεχωρίζει η χιουμοριστική αναφορά του δημιουργού στη γιαγιά του στην τέταρτη στροφή («σαν τα δικά σου τσόκαρα φορούσε κι η γιαγιά μου…»).

 


Ο Παναγιώτης Τούντας έφυγε από τη ζωή στις 23 Μαΐου του 1942από ρευματισμούς. Με το θάνατό του έκλεισε ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο της λαϊκής ελληνικής μουσικής. Το έργο του πολύ συχνά έχει καταπατηθεί από νεότερους τραγουδοποιούς και πραγματικά  δεν έχει αξιολογηθεί όπως του αξίζει. Σε αντίθεση με τις μέρες μας, το τραγούδι τότε διένυε ιδιαίτερα γόνιμη εποχή.
Ο Τούντας στάθηκε  πραγματικά μια κορυφή για το ελληνικό τραγούδι του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα, και το έργο του ύψιστη λαογραφική και πολιτιστική κληρονομιά μας. Ως συνθέτης, κατάφερε να κάνει κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή καταγραφή.
Εκφράζει όλες τις κοινωνικές τάξεις της εποχής του, περιγράφοντας όχι μόνο την καθημερινότητά τους αλλά και τον συναισθηματικό τους κόσμο. Ο τρόπος που ασχολείται  με τα προβλήματα του καιρού του αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους νεότερους δημιουργούς στη δική μας άγονη από πολλές απόψεις εποχή, που το τραγούδι έχει περάσει σε καθαρά εμπορικά χέρια, αποσκοπώντας στο γρήγορο και εύκολο κέρδος εις βάρος οποιασδήποτε πνευματικής και καλλιτεχνικής αξίας.
Αναδημοσίευση από: www.tar.gr
Γεράσιμος Τριανταφύλλου 

gerasimost@tar.gr  
mailto:gerasimost@tar.gr 
www.myspace.com/gerasimostriantafyllou

«Μουσικές Διαδρομές στην Ελληνική Μουσική»

$
0
0
 
Στο πλαίσιο των πολιτιστικών εκδηλώσεων του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης «Σύρος – Πολιτισμός 2016» και συνεχίζοντας τα «Μουσικά Ταξίδια στη Σύρα», θα πραγματοποιηθεί συναυλία στην παραλία του Φοίνικα, στις 21 Ιουλίου 2016 και ώρα 21:00.
Πρόκειται για ένα οδοιπορικό από το ρεμπέτικο μέχρι το λαϊκό τραγούδι, όπου θα μας ταξιδέψουν οι: η Ρένα Βέργου με την βελούδινη φωνή της, ο Αντώνης Κονσολάκης με την πιο μελωδική εκτέλεση στο μπουζούκι του και ο Γρηγόρης Λούβαρης με την ρυθμική συνοδεία της κιθάρας του.
Είσοδος Ελεύθερη


Η ΕΡΤ στο Βεάκειο για καλό σκοπό

$
0
0
1 pioa eleni
Δύο μοναδικές παραστάσεις στο Βεάκειο Θέατρο του Πειραιά.
Ένα μουσικό ταξίδι στο ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι την Παρασκευή 22 Ιουλίου με θέμα «Το Λαϊκό τραγούδι στον 20ό αιώνα» και το «Ποια Ελένη;», μια θεατρική παράσταση το Σάββατο 23 Ιουλίου.
Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται με την υποστήριξη της ΕΡΤ. Μέρος των εσόδων θα διατεθεί για φιλανθρωπικό σκοπό στον Καλό Ποιμένα, ίδρυμα προστασίας ανηλίκων Πειραιά.
  • «Το Λαϊκό τραγούδι στον 20ό αιώνα»
Γνωστά τραγούδια, μελωδίες που όλοι αγαπήσαμε και τραγουδήσαμε, σε μια πρωτότυπη παρουσίαση την Παρασκευή 22 Ιουλίου, στις 9.30 το βράδυ, ξετυλίγουν την ιστορία και την μουσική εξέλιξη της Ελλάδας στον 20ό αιώνα.
* μουσική παράσταση «Το Λαϊκό Τραγούδι στον 20ό αιώνα» παρουσιάζει τις μουσικές δημιουργίες της αστικής εργατικής τάξης των συνθετών του πρωτορεμπέτικου, του ρεμπέτικου αλλά και των διαδόχων τους.
* μουσική παρουσίαση γίνεται με βάση την χρονολογική δισκογραφική εμφάνιση αυτών των τραγουδιών, ενώ δίνονται αφηγηματικά και οι συνθήκες οι οποίες οδήγησαν στην εξέλιξη της λαϊκής μουσικής.
στο "ΦΟΝΤΟ"οι :
Δημήτρης Γκίνης, ακορντεόν
Αργύρης Σταμούλος, κιθάρα - τραγούδι Αντώνης Τζίκας, κόντρα μπάσο Λάζαρος Ακριβόπουλος, κρουστά
Θάνος Θεοδωρόπουλος, μπουζούκι,ούτι,ταμπουρά
Επιμέλεια Προγράμματος
τραγουδούν:
Αφεντούλα Ραζέλη - Κώστας Μάντζιος
φιλική συμμετοχή
Κατερίνα Κουρεντζή
  • «Ποια Ελένη;»
Οι Σπουδαστές της Ανωτέρας Δραματικής Σχολής του Πειραϊκού Συνδέσμου παρουσιάζουν το Σάββατο 23 Ιουλίου στις 9.30 το βράδυ, την πρωτότυπη κωμωδία - μιούζικαλ των Ρέππα – Παπαθανασίου «Ποια Ελένη;» σε μουσική Αφροδίτης Μάνου και χορογραφίες Φωκά Ευαγγελινού .

« Οι χαρισματικοί συγγραφείς Μ. Ρέππας και Θ. Παπαθανασίου, καταπιάνονται με τον πασίγνωστο τρωικό πόλεμο. Η δική τους εκδοχή: Ο Τρωικός πόλεμος δεν έγινε ποτέ. Το όλο μπλέξιμο το δημιούργησαν οι θεές, λόγω ανταγωνισμού και αφόρητης βαρεμάρας στον Όλυμπο. Ο Πάρης κλέβει την καρδιά της Ελένης, αλλά στο πλοίο του, αντί για την Ελένη, επιβιβάζεται η άσχημη ξαδέρφη της, η Πευκίδα. Μαγεμένοι από την Ήρα, ο Πάρης και οι Τρώες θα λατρέψουν την Πευκίδα ως ωραία Ελένη. Και οι υπόλοιποι, μαγεμένοι από την Αφροδίτη, θα βλέπουν την Ελένη, ως Πευκίδα …! Ο Τρωικός πόλεμος μένει χωρίς αιτία και το αναγκαστικό happy end έρχεται για να λύσει την παρεξήγηση με τον Όμηρο.»
Κείμενα : Παπαθανασίου - Ρέππας
Επιμέλεια – Διδασκαλία : Σταύρος Καραγιάννης
Μουσική : Αφροδίτη Μάνου
Μουσική διδασκαλία : Κατερίνα Βασιλείου
Χορογραφίες : Φωκάς Ευαγγελινός
Διδασκαλία χορού : Αλεξάνδρα Κουλούρη
Σκηνικά κουστούμια : Χάρης Σεπεντζής
Σπαθογραφίες :Κυριάκος Κοσμίδης
Παίζουν με σειρά εμφάνισης :
Δασκάλα – Πευκίδα : Ισιδώρα Δελή
Δίας – Πρίαμος : Χρήστος Κωνσταντινίδης
Ήρα : Κατερίνα Βασιλείου
Αθηνά : Έφη Αντωνάκου
Αφροδίτη : Νάγια Μητσάκου
Πάρης : Γιάννης Ρούσσος
Ωραία Ελένη : Λιλή Πετροσιάν
Θυμαρίδα : Μαριάννα Βασιλαγιαννακοπούλου
Πασιφίλη- Ευνομία :Χρύσα Παπαδοπούλου
Γογγύλη : Ρένα Καραγιάννη
Μενέλαος : Δημήτριος Πάσιος
Εκάβη : Ελένη Καρκανίδα
ΠΗΓΗ: www.portnet.gr

2η Συνάντηση Συριανών Μουσικών στον Πάγο «Από τον Μάρκο στο Σήμερα»

$
0
0

Σημείο συνάντησης των φίλων και εκπροσώπων της λαϊκής και ρεμπέτικης μουσικής στη Σύρο αποτέλεσε για δεύτερη συνεχή χρονιά το Γήπεδο Μπάσκετ του Πάγου.
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Πάγου, διαμέσου του προέδρου του, Ισίδωρου Ρούσσου υπήρξε και φέτος η «γέφυρα» μεταξύ των Συριανών μουσικών και σχημάτων που υπηρετούν το γνήσιο λαϊκό τραγούδι για ένα μοναδικό οδοιπορικό «Από τον Μάρκο στο Σήμερα».
Στόχος της εκδήλωσης ήταν η ανάδειξη της μουσικής παράδοσης του τόπου μας από καλλιτέχνες που δραστηριοποιούνται στο νησί με οδηγό το μεράκι και την αγάπη τους για όλα εκείνα τα τραγούδια που άφησαν ιστορία.
Το μουσικό πρόγραμμα της βραδιάς άνοιξαν ο Ισίδωρος Δαρζέντας, η Αγγελική Κοκκίνηκαι ο Αλφρέδος Δελιβέρτης. Στη συνέχεια ανέβηκαν στη σκηνή ο Γιώργος Βαμβακούσης, ο Στέλιος Νάσοςκαι ο Βασίλης Αντωνίου.
Ακολούθησε η Λαϊκή Ορχήστρα Σύραςμε τους Ηλία Θεοδωρόπουλο, Αντώνη Μαραγκό, Πέτρο Βαρθαλίτη, Ρένα Βέργου, Σάκη Κοτσαρίνηκαι Ισίδωρο Ρούσσο. Την Ορχήστρα συνόδευσε τμήμα του Λαογραφικού – Χορευτικού Ομίλου «η σοφία της παράδοσης».
Συμμετοχή της «σοφίας της παράδοσης»
«Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Πάγου, πρωτοπόρος σε αυτή την ιδέα, μας ζήτησε πέρυσι να πλαισιώσουμε χορευτικά την 1η Συνάντηση. Η πρόταση αυτή ήταν μια αφορμή να σκεφτούμε να εντάξουμε στα μαθήματά μας, πέρα από τους παραδοσιακούς χορούς και τους αστικούς – λαϊκούς, θέλοντας να δώσουμε τη δυνατότητα στους χορευτές – μέλη του Ομίλου μας να γνωρίσουν την κληρονομιά της Σύρου» δήλωσε στην «Κοινή Γνώμη» η κ. Σοφία Λούβαρη.
 markos_vamvakaris.jpg
«Καρπός» αυτής της προσπάθειας ήταν η παράσταση – αφιέρωμα στον Μάρκο Βαμβακάρη ''Ήθελα να σ'αντάμωνα'', που πραγματοποιήθηκε την περασμένη άνοιξη στο Θέατρο Απόλλων.
Η ίδια παράσταση, με τις ανάλογες τροποποιήσεις που απαιτεί μια εκδήλωση σε ανοιχτό χώρο, όπως η Πλατεία Μιαούλη, θα παρουσιαστεί στις 31 Αυγούστου, στο πλαίσιο του 1ου Φεστιβάλ Ρεμπέτικου. «Ένα φεστιβάλ που ξεκινά με τους καλυτέρους οιωνούς και το οποίο επιβάλλεται να ξεκινήσει από το νησί μας», προσθέτει η κ. Λούβαρη.
Επιπλέον, ο Όμιλος συμμετέχει σε εκδηλώσεις παραδοσιακής μουσικής, όπως το τράβηγμα της πεζότρατας στις Αγκαθωπές και το Πανηγύρι της Παναγίας, ενώ στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου 2016 θα λάβει μέρος στο Φεστιβάλ Περιστερίου, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης από τον εκεί δήμο.
Τέλος, στα τέλη του ίδιου μήνα, θα πραγματοποιηθεί η χορευτική παράσταση «Στην αυλή του Αϊ-Γιάννη» στην Ποσειδωνία, η οποία αναβλήθηκε τον Ιούλιο για προσωπικούς οικογενειακούς λόγους.
Το πρόγραμμα της 2ης Συνάντησης Συριανών Μουσικών στον Πάγο ολοκληρώθηκε με τον δεξιοτέχνη Νίκο Τατασόπουλο και την Αθηνά Λαμπίρη, η οποία μάλιστα θα βρεθεί στο πλευρό του Γιώργου Νταλάρα τον προσεχή Σεπτέμβριο, στο πλαίσιο του 1ου Φεστιβάλ Ρεμπέτικου στη Σύρο. Μαζί τους ήταν ο Πέτρος Καπέλλας, η Χρυσούλα Κεχαγιόγλουκαι ο Ισίδωρος Ρούσσος.
«Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι από την αθρόα προσέλευση του κόσμου» δήλωσε ο κ. Ρούσσος, σημειώνοντας «ότι χρόνο με το χρόνο η εκδήλωση θα είναι ακόμα καλύτερη και πιο πλούσια».
«Μουσικά Ταξίδια στη Σύρα»
Λαϊκές και ρεμπέτικες μελωδίες θα συντροφεύουν τους κατοίκους και τους επισκέπτες της Σύρου καθ’ όλη τη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου μέσα από τα «Μουσικά Ταξίδια στη Σύρα».
Στο πλαίσιο αυτό, την Πέμπτη 21 Ιουλίου, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην Παραλία του Φοίνικα για ένα οδοιπορικό από το ρεμπέτικο μέχρι το λαϊκό τραγούδι.
Το Σάββατο 23 Ιουλίου με αφετηρία το Κηπάριο της Μεταμόρφωσης, «ταξιδεύουμε» στο Νότο με την Αγγελική Κοκκίνη, τον Χρήστο Σπυράκη και τον Πάνο Δραμυτινό. Ένα ρεπερτόριο μουσικής και τραγουδιών υψηλών τεχνικών απαιτήσεων που γοητεύει με την πληθωρικότητα και την ζωντάνια των ρυθμών και μελωδιών της Λατινικής Αμερικής.
Την Πέμπτη 11 Αυγούστου, το μουσικό σχήμα των «Γης Μαδιάμ» θα παρουσιάσει στο Κίνι ένα πλούσιο πρόγραμμα με έντεχνα και ροκ ελληνικά τραγούδια, ενώ οι μουσικές διαδρομές στην Ελληνική μουσική θα επαναληφθούν τη Δευτέρα 22 Αυγούστου στην Πιάτσα της Άνω Σύρου.
συντάκτης: Αντώνης Μπούμπας

TΟ ΠΕΡΙΩΝΥΜΟΝ ΤΡΙΧΟΡΔΟΝ

$
0
0
setar
Πέρσικο setar
(seh-tar = τρί-χορδο).
Το ινδικό sitar μάλλον
αποτελεί μετεξέλιξή του.
Η κιθάρα έχει την ίδια
ετυμολογική προέλευση
● Flamenco και Ρεμπέτικο, Κιθάρα και Μπουζούκι ● Ταμπουράδες: Σάζι, Μπαγλαμάς, Τζουράς και Μπουλγαρί ● Ασίκηδες, Αλεβήδες και Μπεκτασήδες ● Γιοβάν Τσαούς και Φουσταλιέρης ● Ψυχαγωγία και Διασκέδαση ● Λογοκρισία Στίχων και Μουσικής

Ο,ΤΙ ΕΙΝΑΙ η κιθάρα για το flamenco, είναι και το μπουζούκιγια το ρεμπέτικο: Ο ήχος τους είναι ο απολύτως αναγκαίος όρος – sine qua non,που λένε – για την ερμηνεία είτε του ενός είτε του άλλου είδους. Κι όμως, τα όργανα αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν μάλλον ακατάλληλα για τέτοια μουσικά ιδιώματα…
Το ρεμπέτικο κυρίως, αλλά και το flamenco σε μεγάλο βαθμό, ως προς τα μελωδικάτους θέματα, υπάγονται στην τροπική μουσική: δηλαδή το τραγούδι τους αναπτύσσεται έχοντας ως βάση όχι απλές κλίμακες,αλλά μουσικούς τρόπους, ήχους,ή δρόμους,με ίδιαίτερο χαρακτήρα, ύφοςκαι ήθοςο καθένας και με διαστήματα ποικίλα και σαφώς περισσότερα από τα συγκερασμένα-­εξισωμένα τής δυτικοευρωπαϊκής μουσικής. Στη συνοδείατους όμως κυριαρχεί η δυτική αντίληψη των συγχορδιών και των μελωδικών φράσεων από όργανα συγκερασμένα:τα τάσταστον βραχίονατου μπουζουκιού και της κιθάρας είναι τοποθετημένα έτσι ώστε να αποδίδουν αυτά τα ­εξισωμένα διαστήματα, δηλαδή μόνον τις νότες τού πιάνου. Η εν λόγω αντίφαση, φυσικά, δημιουργεί ποικίλα προβλήματα, θέτει περιορισμούς – αλλά, ταυτόχρονα, χαρίζει την ομορφιά εκείνη που λαμπρύνει τη μουσική όταν καλλιεργείται στο μεταίχμιο διαφορετικών πολιτισμικών χώρων. Οι ερμηνευτές της μοιάζουν με ακροβάτες που ισορροπούν μεταξύ δυο κόσμων.

Ρεμπέτικο και flamenco, ως προς τα μελωδικά τους θέματα, υπάγονται στην τροπική μουσική. Στη συνοδεία τους όμως κυριαρχεί η δυτική αντίληψη των συγχορδιών και μελωδικών φράσεων από όργανα συγκερασμένα.
https://peripluscd.wordpress.com/tag/%CE%B9%CF%83%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%AC%CF%84%CE%B7%CE%BC%CE%B1/
buzuk
Μπουζούκι

Η τελική διαμόρφωση της κιθάρας, όπως είδαμε (βλέπε Περιήγηση 4η),έγινε παράλληλα με τη διαμόρφωση της δυτικής μουσικής, από την Αναγέννηση και μετά, με την πολυφωνία, την αντίστιξη και όλα τα υπόλοιπα ιδιαίτερά της χαρακτηριστικά. Οι σχέσεις οργάνου και μουσικής, συνεπώς, είναι αρμονικές. Αντίθετα, το μπουζούκι, ως νεόκοπο στον χώρο αυτό, παρουσιάζει έντονο διχασμό προσωπικότητας. Έστω κι αν δεν μπορεί να παιχτεί με τις τεχνικές τής κλασικής κιθάρας που παρεισφρέουν στο flamenco, ακολουθεί κι αυτό, θέλοντας και μη, τον δρόμο σταδιακού εξευρωπαϊσμού τού ρεμπέτικου.
Οι ριζικές αλλαγές προσανατολισμού μιας μουσικής αποτυπώνονται με ευκρίνεια πάνω στα όργανά της. Αν και η ίδια δεν μας δείχνει ποτέ το πρόσωπό της, η μεταμόρφωση ενός οργάνου είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Βλέπουμε λοιπόν το μπουζούκι να υφίσταται μετάλλαξη και από τρίχορδο που ήταν να γίνεται τετράχορδο και συνάμα ηλεκτρικό, ενώ αλλάζει και το κούρδισμά του με την υιοθέτηση εκείνου της κιθάρας για να διευκολύνονται οι βιρτουοζισμοί. Το τετράχορδο… “κιθαροποιημένο” μπουζούκι καθιερώνεται από τον – αρχικά κιθαρίστα – Μανώλη Χιώτη, παρ’ όλο που δεν ήταν δική του επινόηση. Όλ’ αυτά, σημειωτέον, συμβαίνουν ενώ το ρεμπέτικο πνέει τα λοίσθια.
Δυο μεταλλάξεις υφίσταται το μπουζούκι πριν και μετά την ρεμπέτικη περίοδο: αρχικά “μαντολινοποιείται” κι έπειτα “κιθαροποιείται” ως τετράχορδο.
laouto_perdedes
Πολίτικο λαούτο (λάφτα) με (μ)περντέδες
Πρόκειται για τη δεύτερη μετάλλαξη του οργάνου. Η πρώτη έγινε πριν από την εμφάνιση του ρεμπέτικου στο προσκήνιο, όταν το μπουζούκι, ως “άσωτος υιός”,ξέκοψε από την οικογένεια του ταμπουράπου το ανέθρεψε κι έγινε Φραγκολεβαντίνος:τότε έχασε την ταμπουροειδή του εμφάνιση, μα και τους κινητούς δεσμούς, τους λεγόμενους (μ)περντέδες, για την προσαρμογή των διαστημάτων ανάλογα με τον εκάστοτε τρόπο. Στη θέση τους τοποθετήθηκαν τα πολύ λιγότερα και σταθερά μεταλλικά τάσταπου αποδίδουν μόνον τα συγκερασμένα διαστήματα, ενώ έγιναν κι άλλες κατασκευαστικές αλλαγές, έχοντας ως πρότυπο το μαντολίνο. Εν ολίγοις, το όργανο αρχικά… “μαντολινοποιήθηκε”. Συνέχισε να “μιλάει” ελληνικά, θα μπορούσαμε να πούμε, αλλά με ξενική “προφορά”…(α)

  • (α)Με δεδομένα τα τάστακαι τα συγκερασμέναδιαστήματά τους, ο μόνος τρόπος να προσεγγίσει κανείς τον πρωταρχικό ήχο τού ρεμπέτικου, δηλαδή τον ήχο τής τροπικήςμουσικής, είναι τα διάφορα κουρντίσματα, τα λεγόμενα ντουζένια,(*)ανάλογα με τον μουσικό δρόμο. Ο μόνος μπουζουξής που άκουσα να χρησιμοποιεί ντουζένια στο πρόγραμμά του (κι όχι σε κάποια ειδική εκδήλωση ή εκπομπή μουσικολογικού χαρακτήρα) είναι ο… κιθαρίστας Δημήτρης Μυστακίδης. Ενώ λοιπόν το υπόλοιπο πρόγραμμα ευνοούσε το primo-secondo, τα ντουζένια απαιτούσαν ισοκρατήματα– που πάει να πει πως ο ήχος και το ήθος τής Ανατολής είχαν επικρατήσει της δυτικότροπης “αρμονίας”…
(*)Düzen: κούρντισμα, αρμονία (τουρκιστί).
Jaquette CDΥπάρχει όμως εν χρήσει ένα είδος μπουζουκιού που έμεινε πιστό στην καταγωγή του και δεν κρύβει πως είναι αδερφάκι τού ταμπουρά. Πρόκειται για το αραβικό μπουζούκι, το τρίχορδο buzuqή busoq, που παίζεται στην περιοχή τής αρχαίας Φοινίκης: στον Λίβανο και τη γύρω περιοχή. Η χώρα των κέδρων είναι αυτή που ανέδειξε και τον μεγαλύτερο δεξιοτέχνη τού οργάνου στη σύγχρονη εποχή: τον τσιγγάνικηςκαταγωγής Ματάρ Μουχάμαντ,(β)που ίσως να… χλόμιαζε ως και τον “τετράχορδο” Χιώτη, παρά τον θαυμασμό που του έτρεφε ο μέγας Jimi Hendrix!
  • (β)Σημειωτέον ότι ο Ματάρ είχε στο ρεπερτόριό του και το σφουγγαράδικο τραγούδι Ντιρλαντάπου περιέλαβε το 1969 ο Διονύσης Σαββόπουλος στο Περιβόλι τού τρελούκαι η πατρότητα του οποίου απασχόλησε τη δικαιοσύνη το 1973. Παρά την κατάθεση του Γιάννη Παπαϊωάννουότι ξέρει το τραγούδι από παλιά αφού είναι παραδοσιακό, παρόλο που ήδη από το 1970 το τραγούδι είχε γίνει διεθνής επιτυχία από την Dalida που το ηχογράφησε στα γαλλικά και τα ιταλικά ως Darla dirladada,το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι θα πρέπει να αναγράφεται στον δίσκο (σε παρένθεση) δίπλα στον τίτλο τού τραγουδιού: “Διασκευή Σαββόπουλου. Σύνθεσις Π. Γκίνη ή δημώδες”… Διαλέγετε και παίρνετε! Το Ντιρλαντάέχει τραγουδηθεί και στα εβραϊκά, τα σερβικά, τα φινλανδικά και σε άλλες γλώσσες. Στα ελληνικά το έχουν ηχογραφήσει οι Δόμνα Σαμίου, Νίκος Ξυλούρης, Μαρινέλλακαι άλλοι.
Mediterranean-Sea-001
Μοιάζουν όλα αυτά με μια σύγχρονη εκδοχή τού παμπάλαιου ανταγωνισμού – μα και της άμιλλας και των ανταλλαγών – μεταξύ Φοινίκων και Ελλήνων στη φάση τού αποικισμού τής Μεσογείου: οι πρώτοι στη νότια πλευρά τής λεκάνης, οι δεύτεροι στη βόρεια – χωρίς να αποκλείονται οι εκατέρωθεν διεισδύσεις. Είναι ο ίδιος ανταγωνισμός που συνεχίστηκε (και συνεχίζεται ακόμη) με άλλους πρωταγωνιστές: Ρώμη και Καρχηδόνα, Βυζάντιο και Άραβες – ώσπου ενέσκηψαν οι σταυροφόροι, ανατρέποντας το status quo στη mare nostrum. Βλέπετε πόσο παλιές είναι οι “σφαίρες επιρροής”, από τις οποίες προέκυψε εσχάτως, ως καοήθης όγκος, η έννοια του “ζωτικού χώρου” (γερμανιστί: Lebensraum)…(γ)
  • (γ)Ο Πάπας Ουρβανός Β΄ εκφώνησε τη σημαντικότερη ίσως ομιλία τού Μεσαίωνα στις 27 Νοεμβρίου 1095, όταν εγκαινίασε τις Σταυροφορίες καλώντας τούς χριστιανούς σε πόλεμο εναντίον τού Ισλάμ. Κατά τον χρονικογράφο Ροβέρτο τον Μοναχό, ο ποντίφηκας διακήρυξε μεταξύ άλλων και τα εξής:
“… αυτή η γη που τώρα κατοικείτε, κλειστή από κάθε πλευρά με θάλασσα ή βουνοκορφές, είναι πολύ στενή για τον μεγάλο πληθυσμό σας… Με δυσκολία παράγει αρκετή τροφή για όσους την καλλιεργούν… Ξεκινήστε στον δρόμο για τον Πανάγιο Τάφο. Αρπάξτε αυτή τη γη από μια πρόστυχη φυλή και υποτάξτε την… Dieu li volt (Είναι θέλημα Θεού)!”
    Πόσο ταυτίζονται όντως τα λόγια τού Πάπα μ’ εκείνα του Hitler: “Ο πληθυσμός μας είναι πολύ μεγάλος για να τραφεί από τους δικούς μας πόρους.”Η Γερμανία, διακήρυξε, ως προς τον “φυλετικό πυρήνα, είναι τόσο πυκνοκατοικημένη”ώστε δικαιούται “ευρύτερο ζωτικό χώρο από άλλους λαούς.”Ως προς την “πρόστυχη φυλή”τού Ουρβανού, για τους Ναζί ήταν ο ανατολικοευρωπαϊκός σλαβικός πληθυσμός… Από πολύ παλιά λοιπόν το Βατικανό είχε νοοτροπία ανάλογη του φασισμού. Δεν επρόκειτο για… κεραυνοβόλο έρωτα!
Η ιστορική ειρωνεία γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν σκεφτούμε ότι κάποια από τα θύματα των Ναζί, οι εβραίοι, υπό σιωνιστική ηγεσία, υιοθέτησαν κατά λέξη και ολόψυχα την έκκληση του Ουρβανού, και τη θεωρία και πράξη τού Χίτλερ περί “ζωτικού χώρου”,καταπατώντας τα εδάφη τής “πρόστυχης φυλής”
panduraΠού βρίσκεται η κοινή ρίζα των δυο οργάνων; Προφανώς στην Ασσυρία, όπως μας είπε ήδη ο Πολυδεύκηςγια την πανδούρα (βλέπε Περιήγηση 4). Και πώς έφτασαν τα όργανα αυτά – ή μάλλον: οι δυο παραλλαγές τού ίδιου οργάνου – ως τις μέρες μας στη σημερινή Φοινίκη και την Ελλάδα, χωρίς να συγκινήσουν τους υπόλοιπους Άραβες, μα ούτε και τους Τούρκους που βρέθηκαν, στο μεταξύ, στον ενδιάμεσο χώρο; Εδώ μόνον εικασίες μπορεί να διατυπώσει κανείς. Πόσο μάλλον που η λέξη μπουζούκι,σύμφωνα τουλάχιστον με το Ετυμολογικό Λεξικό τής Κοινής Νεοελληνικήςτού Νικόλαου Ανδριώτη, θεωρείται πως έχει προέλευση τουρκική (büzük). Έχουμε κι εδώ μια από τις πολλές παραξενιές τής ετυμολογίας: νονός ενός οργάνου να είναι κάποιος που δεν πολυενδιαφέρεται γι’ αυτό…(δ)
  • (δ)Στην πραγματικότητα, όταν οι Τούρκοι λένε büzükεννοούν ένα είδος bağlama• κι όταν λένε bağlamaεννοούν το saz… Άρα, οι όροι μπουζούκικαι μπαγλαμάςείναι δάνεια από την τουρκική γλώσσα για τον προσδιορισμό διαφορετικών, αν και συγγενικών, οργάνων τής οικογένειας του ταμπουρά,(*)που απλώνεται ως την Ινδία με το όργανο-ισοκράτη tanpura. Σημειωτέον επιπλέον ότι ο όρος tambourαναφέρεται και σε κάποια είδη τυμπάνων. Στην ίδια κατηγορία των κρουστών βρίσκουμε κι άλλους παράγωγους όρους όπως ταμπούρλοκαι ταμπούρο, tamboraκαι tabor
(*)Ξέρω ανθρώπους που παρήγγειλαν να τους φέρουν από την Πόλη και “κανένα μπαγλαμαδάκι”… Φαντάζεστε τι επακολούθησε!
ross-daly
Ross Daly
Σήμερα, δυστυχώς, δεν ξέρουμε πώς ακριβώς παιζόταν ο ταμπουράςκατά τον 19ο αιώνα στην Ελλάδα. Το παίξιμό του πάντως θα πρέπει να ήταν αρκετά διαφορετικό από το μπουζούκι, αλλά και από το (σημερινό τουλάχιστον) μικρασιάτικο σάζι, παρ’ όλο που πολλοί θέλουν να μας πείσουν περί του αντιθέτου, επειδή ναι μεν κρατούν στα χέρια τους σάζι – ένα από τα όργανα της οικογένειας των ταμπουροειδών, όπως εξελίχθηκε στον χώρο τής Ανατολίας – αλλά δηλώνουν “διδάσκαλοι του ταμπουρά”. Χαρακτηριστικά για τις προσπάθειες προσέγγισης του ταμπουρά είναι τα λόγια τού Ross Daly:
    “Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πολύς λόγος σε διάφορα μουσικά γυμνάσια, εκπαιδευτικά ιδρύματα, μουσικές σχολές και αυτοαποκαλούμενα ωδεία για ένα όργανο που το αναφέρει η ελληνική ιστορία και που ονομαζόταν ταμπουράς. Το όργανο δεν έφτασε μέχρι τις μέρες μας. Δεν έχουμε μια συνεχιζόμενη παράδοση από την αρχαιότητα,(ε)που λένε ότι κατάγεται ο ταμπουράς, μέχρι σήμερα. Έχουμε παλιές περιγραφές Βυζαντινών θεωρητικών, έχουμε λαογραφικές περιγραφές, έχουμε αναφορές σε βιβλία, ξέρουμε λίγο­-πολύ πώς κουρδιζόταν, πώς ήταν η μορφή του. Αλλά δεν έχουμε ακούσει το παίξιμό του.
  • (ε)Τρίχορδον: έγχορδο όργανο με τρεις χορδές τής οικογένειας του λαούτου, ονομαζόμενο πανδούρα, πανδουρίς και πάνδουρος. Ήταν ίσως το μοναδικό όργανο με βραχίονα, χέρι, που χρησιμοποιήθηκε από τους Έλληνες. Στους Αλεξανδρινούς χρόνους το όνομαπανδούρα χρησιμοποιούταν για να δηλώσει και ολόκληρη την οικογένεια όμοιων οργάνων που παίζονταν με πλήκτρο [πένα]. Όπως λέει ο Sachs:‘είχε έναν μακρύ βραχίονα…, μικρό σώμα, τάστα και τρεις χορδές’. Σύμφωνα με τον Πολυδεύκη: ‘τρίχορδονδέ, ὅπερ Ἀσσύριοι πανδούρανὠνόμαζον· ἐκείνων δ’ ἦν και το εὕρημα’. Κατά τον Πυθαγόρα‘η πανδούρα κατασκευαζόταν από τους τρωγλοδύτες τής Ερυθράς Θάλασσας από λευκή δάφνη που φυτρώνει κοντά στη θάλασσα’. Ο Νικόμαχος γράφει στοΕγχειρίδιό του ότι το μονόχορδοονομαζότανφάνδουρος. Ο Ησύχιος χρησιμοποιεί τη λέξηπανδουρίς για το όργανο και τον όροπάνδουρος για τον εκτελεστή, [ενώ θεωρεί] τοπανδούριον υποκοριστικό τής λέξηςπανδούρα. Όμως ο Φώτιος λέει: ‘πανδούριον,ἤτοι Λύδιον ὂργανον χωρίς πλήκτρου ψαλλόμενον’. ΣτοΛεξικόν Ζωναρά σημειώνεται: ‘πανδούριον… εἶδος κιθάρας’.” (Σόλωνα Μιχαηλίδη, Εγκυκλοπαίδεια της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής).
Mousa_Pandouris
Μούσα παίζοντας τρίχορδο, πανδουρίδα
    “Ένα όργανο που θεωρείται πάρα πολύ συγγενικό με τον ταμπουρά παίζεται σήμερα στην Τουρκία: είναι το σάζι. Ορισμένοι λένε πως είναι ένα και το αυτό όργανο. Πρώτ’ απ’ όλα, δεν είναι – κι αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς με μια απλή σύγκριση των δυο οργάνων. Επιπλέον, η τεχνοτροπία, η μουσική που παίζει ένα όργανο, η κατασκευή του – όλα αυτά τα πράγματα – είναι ένα. Δεν μπορείς ν’ αποκόψεις το ένα μέρος από το άλλο.
    “Το αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα έχουμε ολόκληρη στρατιά νεαρών που τα τελευταία χρόνια έμαθαν να παίζουν το σάζι όχι κοντά σε κάποιον δάσκαλο, όχι στο πλαίσιο μιας παράδοσης, αλλά τελείως αυτοδίδακτοι και όπως-­όπως. Εμφανίζονται ως δάσκαλοι του ταμπουρά και είναι ολοφάνερο ότι δεν έχουν την παραμικρή ιδέα. Οι άνθρωποι εδώ δεν ξέρουν από σάζι, από ταμπούρ, από νέυ, ούτε από ούτιουσιαστικά, αν και στη Μικρά Ασία καλλιεργήθηκε μια παράδοση στην οποία συμμετείχαν οι Έλληνες. Και υπήρξαν πάρα πολλοί καλοί Έλληνες ουτίστες. Ίσως το καλύτερο παράδειγμα να είναι ο Γιώργος Μπατζανός, που τον είχαν ως το πρώτο ούτι στην Κωνσταντινούπολη στα μέσα τού 20ού αιώνα: όλοι οι ουτίστες τής Τουρκίας σήμερα πίνουν νερό στο όνομά του. Αλλά, δυστυχώς, αυτή η παράδοση δεν ρίζωσε εδώ και δεν υπήρξε συνέχεια.
    “Αφού λοιπόν εδώ και κάποιες δεκαετίες η παράδοση αυτή είχε πεθάνει, με την αναβίωση του ρεμπέτικου στις αρχές τής δεκαετίας τού ’70 και πιο πολύ προς το ’80 που άρχισε το ενδιαφέρον για τα σμυρναίικα, οι μπουζουξήδες όλοι αγόρασαν κι από ένα ούτι. Κι άρχισαν να το σκαλίζουν όπως παίζουν το μπουζούκι. Άλλο είναι αυτό κι άλλο να μυηθείςστην παράδοση του οργάνου όπως υπάρχει στην Τουρκία ή την Αραβία, που είναι τα μέρη όπου παίζεται σήμερα το ούτι.
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
Ούτι
    “Δεν μπορώ να θεωρήσω όλους αυτούς τους μπουζουξήδες που ξαφνικά ενδιαφέρθηκαν για το ούτι ως συνεχιστές τής παράδοσης του Μπατζανού, ή του Αγάπιου Τομπούλη, ή του Λάμπρου [Λεονταρίδη] με τη λύρα, ή του Λάμπρου [Σαββαΐδη] με το κανονάκι. Όλοι αυτοί οι οργανοπαίκτες κουβαλούσαν μια ζωντανή παράδοση αλλά, δυστυχώς, τότε που ζούσαν, δεν ενδιαφέρθηκε κανείς, και γι’ αυτό δεν άφησαν διαδόχους.
    “Θα μπορούσε, φυσικά, να πει κάποιος ότι ο ταμπουράς επιβίωσε στην Κρήτη με το μπουλγαρίτού Στέλιου Φουσταλιέρη. Βέβαια, ο Φουσταλιέρης άλλαξε τελείως το όργανό του. Και δέχθηκε πάρα πολύ σοβαρές επιρροές, κυρίως από την επαφή του με τους ρεμπέτες. Ό,τι ακούσματα έχουμε από τον Φουσταλιέρη είναι υποβοηθητικά. Δεν είναι αρκετά για ν’ αναστήσουμε μια ολόκληρη παράδοση. Ό,τι έχουμε στη διάθεσή μας ας το χρησιμοποιήσουμε. Αλλά χωρίς όλες αυτές τις εθνικιστικές κορώνες ειδικά γι’ αυτό το όργανο που έχει γίνει σύμβολο:‘Ο ταμπουράς τού Μακρυγιάννη’! Σχεδόν όπλο έχει γίνει στα χέρια ορισμένων”…
Οι ανταλλαγές τής Κρήτης με την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, όπως και με την ευρύτερη περιοχή τής Ανατολίας και των Βαλκανίων, ήταν συνεχείς ως την Μικρασιατική καταστροφή τού ’22. Έτσι έφτασαν στη μεγαλόνησο διάφοροι σκοποί, αλλά και το μπουλγαρί, που είναι αδερφάκι τού τζουρά. Όμως ποιού τζουρά; Κι εδώ υπάρχει μπέρδεμα. Ο ελληνικός τζουράςείναι ο μεσαίος τής τριάδας τού μπουζουκιού, ενώ ο Βενιαμίν τής οικογένειας είναι ο λιλιπούτειος μπαγλαμάς, το κατ’ εξοχήν όργανο της φυλακής, αφού κρύβεται πολύ εύκολα. Ωστόσο, ο μικρότερος το δέμας από τους μικρασιάτικους ταμπουράδες δεν είναι ο “μπαγλαμάς”, μα ο “τζουράς” (cura)! Βαβέλ…
Τα διαφορετικά ονόματα, όπως γίνεται σαφές, υποδηλώνουν διαφορές όχι μόνον ως προς τις διαστάσεις, την κατασκευή εν γένει, αλλά και ως προς την καταγωγή είτε των οργάνων, ή και των ανθρώπων που τα χρησιμοποιούν. Οι Τούρκοι, κατά την εγκατάστασή τους στην Ανατολία, θα πρέπει να είχαν όργανα της οικογένειας του ταμπουρά, όπως φαίνεται από την προέλευση των παραπάνω ονομάτων. Όμως οι λαοί τής Μικρασίας χρησιμοποιούσαν ήδη όργανα της ίδιας οικογένειας της πανδούρας σε ποικίλες παραλλαγές από αρχαιοτάτωνχρόνων: τουλάχιστον από την εποχή των Χετταίων και των Ασσυρίων. Άρα οι ταμπουράδες είναι αυτόχθονεςκαι η παράδοσή τους είναι μάλλον μικρασιατικήπαρά κεντρασιατική (τουρκική).
Veysel
Ασίκης Veysel
Έχουμε την τάση να το ξεχνούμε, αφού επικρατεί η εντύπωση ότι ναι μεν η λόγια παράδοση της Πόλης έχει προέλευση αραβοπερσική (και βυζαντινή, φυσικά, αν και το λησμονούμε επίσης), όμως η λαϊκή τής Ανατολίας είναι “καθαρά τουρκική”. Δεν θα περίμενε κανείς τίποτε το διαφορετικό. Γίνεται ολοφάνερο πως οι απολογητές τής… “καθαρότητας” – ηχητικής , άμα και φυλετικής – αποτελούν παγκόσμιο φαινόμενο. Κι αν στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για Τούρκους, έχει καλώς (τρόπος τού λέγειν δηλαδή). Τι γίνεται όμως όταν είναι ξένοι;
    “Στην Αυλή των Οθωμανών σουλτάνων”,παρατηρεί λ.χ. ο Alain Gheerbrant, που κατέγραψε και εξέδωσε τραγούδια τού Âşık Veysel, “οι επίσημες τέχνες ήταν τόσο φορτωμένες με τις περικοκλάδες τής αραβοπερσικής λόγιας ποίησης, ώστε γίνονταν ολοένα και πιο ακατανόητες στον απλό λαό. Την ίδια περίοδο, οι ασίκηδες, συχνά αγράμματοι πλανόδιοι λαϊκοί ποιητές, συντηρούσαν επί τουρκικού εδάφους μια ποιητική παράδοση στο τραγούδι. Από τον 12ο αιώνα, η ποίησή τους, διατυπωμένη με γλώσσα ρωμαλέα και απαλλαγμένη από ξένες επιρροές, ακουγόταν από τις ακτές τής Μεσογείου μέχρι και την Κίνα.(ς)
  • (ς)Διατείνομαι πως η παράδοση του Veysel δεν ήταν τουρκική (κεντρασιατική) αλλά μικρασιατική. Στο διεθνές μουσικολογικό συνέδριο των Δελφών το 1988 λ.χ. ο Reinhold Schlötterer ανέλυσε τη δομή τού τραγουδιού “Μαύρη γη”τού ασίκη. Μιλώντας στα ελληνικά (καθώς η γερμανική δεν περιλαμβανόταν στις γλώσσες τού συνεδρίου), επεσήμανε πως η συγκεκριμένη μελωδία αντιστοιχεί στο αρχαίο ελληνικό μουσικό σύστημα. Έσπευσε πάντως να προσθέσει ότι δεν θα πρέπει να βγάζουμε αυθαίρετα συμπεράσματα ισχυριζόμενοι ότι πρόκειται για πραγματική εξάρτηση της μουσικής τής Ανατολίας από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Άλλωστε, συμπλήρωσε, η ελληνική μουσική είχε παραλάβει από τη Μικρά Ασία προϋπάρχοντα ιδιώματα. Όπως βλέπουμε, ο Schlötterer συνέκρινε την κουλτούρα τής αρχαίας Ελλάδας με αυτήν της Ανατολίας. Ούτε που διανοήθηκε να συνυπολογίσει στην ανάλυσή του κάποια κουλτούρα τής Κεντρικής Ασίας!
yunus emre
    “Η Οθωμανική αυτοκρατορία εξαφανίστηκε, η λαϊκή παράδοση όχι. Παρ’ όλο που ίσως να μην υπάρχουν πια ασίκηδες στο Χορασάν, στην Ανατολία είναι ακόμη παρόντες. Ο Ασίκης Veysel δεν ήταν απλώς ο πιο λαμπρός απ’ όλους τους. Ήταν κι ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους ποιητές τής τουρκικής γλώσσας. Η παράδοση από την οποία άντλησε έμπνευση ανάγεται στις μεγάλες, σχεδόν θρυλικές μορφές τού παρελθόντος, σαν τον Yunus Emre (13ος αιώνας) και τον Pir Sultan ή τον Kaygusuz Abdal (16ος αιώνας). Το έργο του θα μείνει, μαζί μ’ εκείνο των προκατόχων του, στη συλλογική μνήμη των αγροτικών πληθυσμών τής Ανατολίας.
    “Η επίδρασή του είναι ολοφάνερη παντού, καθώς η ‘κεμαλική’ επανάσταση έθεσε την Τουρκία στον δρόμο τής ανάκτησης της ταυτότητάς της. Για να γίνει αυτό, ήταν αναγκαία μια συμφιλίωση: Χρειαζόταν οι εγγράμματοι να απαρνηθούν την κάστα τους, που παρέμενε ζηλότυπα χωριστά, αναγνωρίζοντας κι ακούγοντας την élite των αγραμμάτων. Η σημερινή Τουρκία έφτασε σε αυτήν την αλληλοκατανόηση: δεν χρειάζεται παρά ν’ ανοίξεις ένα μυθιστόρημα του Yaşar Kemal, ή να δεις μερικές σκηνές μιας ταινίας τού Yilmaz Güney, για να καταλάβεις ότι ο Aşik Veysel, ο ηλικιωμένος, αόμματος βάρδος, άνοιξε τα μάτια όλων των συγχρόνων διανοητών και καλλιτεχνών, εκείνων που μεταφέρουν τη φωνή τού λαού τους πέρα από τα σύνορα της χώρας τους εξαλείφοντας το φράγμα των παρεξηγήσεων, προκαταλήψεων, και κοινοτυπιών που παρεμποδίζουν όλες τις θετικές αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στους πολιτισμούς.
    “Ο Veysel, όπως όλοι οι ασίκηδες, ανήκε στην πίστη των Alevi­–Bektashi και άρα ήταν με δική του επιλογή ξένος προς τους άκαμπτους κώδικες των σουνιτών μουσουλμάνων. Η φιλοσοφία του, ένα κράμα τής σοφίας των αρχαίων Ελλήνων τής Μικράς Ασίας και της γενναιόδωρης ζεστασιάς των Κεντρασιατών προγόνων του, ήταν φιλοσοφία ανεκτικότητας κι ελευθερίας. Ο ίδιος υπήρξε κήρυκας της ενότητας, της αλληλοκατανόησης και της ισότητας ανάμεσα σ’ όλους τους άνδρες και τις γυναίκες, στη βάση μιας θρησκείας εσωστρεφούς, στραμμένης προς τη γη μάλλον, παρά εξωστρεφούς, στραμμένης προς τον ουρανό…”
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
Άγαλμα του Pir Sultan Abdal
που μαρτύρησε και
απαγχονίστηκε για τα πιστεύω του
Μπαξές με “περικοκλάδες”… Να μην ξέραμε την Τουρκία, θα νομίζαμε πως είναι μια χώρα αγγελικά πλασμένη! Σοβαρολογεί ο Γάλλος ερευνητής, ή επιδίδεται σε κατά συνθήκη ψεύδη κατά συρροή, κλείνοντάς μας με… “νόημα” το μάτι; Άλλωστε, γιατί ν’ αναφερθεί σε δυο διακεκριμένους Κούρδους, σαν τον Yaşar Kemal και τον Yilmaz Güney, που φυλακίστηκαν από την “‘κεμαλική’ επανάσταση”;Και να ’ταν οι μόνοι; Οι πιο σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών στην Τουρκία αντιμετωπίζονται συλλήβδην ως ανατρεπτικά στοιχεία. Χώρια οι διώξεις αλεβήδωνκαι μπεκτασήδωναπό το σουνιτικό κράτος.(ζ)Άραγε, ποιον εξυπηρετούν αυτά τα κείμενα, εκτός ίσως από τη διπλωματία και το προσωπικόν όφελος;
  • (ζ)Οι αλεβήδες, που ζουν και… διώκονται στην Τουρκία (ανέκαθεν και αδιακρίτως: στην οθωμανική, κεμαλική ή ισλαμική περίοδο), δεν πρέπει να συγχέονται με τους αλαουίτες τής Συρίας όπου είναι η κυρίαρχη μειονότητα. Οι αλεβήδες υπάγονται στους σιίτες, όμως η θρησκεία τους, ένας συγκρητισμός πεποιθήσεων μουσουλμανικών, βουδιστικών, σαμανιστικών και χριστιανικών, διαφέρει και από τα δυο μεγάλα δόγματα του Ισλάμ. Η λατρεία τους γίνεται συνήθως σε οίκους συναθροίσεων παρά σε τζαμιά. Στις τελετές τους πίνουν κρασί κι έχουν μουσική και χορό (ένας ασίκης παίζει bağlama και τραγουδά τα διδακτικά τους spirituals, ενώ άνδρες και γυναίκες χορεύουν περιστρεφόμενοι σαν τους δερβίσηδες). Σε αντίθεση με τους μουσουλμάνους, που κάνουν τελετές στ’ αραβικά, οι αλεβήδες χρησιμοποιούν κυρίως τα τουρκικά, ή τα κουρδικά αν είναι Κούρδοι. Σημειώστε πως τουλάχιστον οι μισοί αλεβήδες θεωρούν πως δενείναι μουσουλμάνοι. Οι σουνίτες τούς καταγγέλλουν ως “αιρετικούς, ετερόδοξους, στασιαστές, προδότες, ανήθικους”. Από την πλευρά τους οι αλεβήδες, που κηρύσσουν την αγάπη και τον σεβασμό για όλους τους ανθρώπους, την ανεκτικότητα απέναντι σε άλλες θρησκείες κι εθνότητες, τον σεβασμό για τους εργαζόμενους, και την ισότητα ανδρών και γυναικών, θεωρούν τον σουνιτισμό ως “αντιδραστικό, μισαλλόδοξο, φανατικό, αντιδημοκρατικό”,αντίθετο στην ελεύθερη και ανεξάρτητη σκέψη. Σήμερα θεωρούν πως αποτελούν το αντίβαρο στον σουνιτικό φονταμενταλισμό. Σημειωτέον ότι το 1/4 ή 1/3 των κατοίκων τής Τουρκίας είναι αλεβήδες. Στην ελληνική Δυτική Θράκη οι ντόπιοι αλεβήδες λέγεται πως αριθμούν 3000 άτομα.
Bektashi hymns.php
Ύμνοι των μπεκτασήδων
    Οι αλεβήδες συνδέονται με τους μπεκτασήδες, καθώς τιμούν από κοινού τον Haji Bektash Veli, που έζησε στον 13ο αιώνα. Μάλιστα οι μπεκτασήδες είχαν εντονότατη παρουσία όχι μόνο στη Μικρά Ασία, αλλά και στα Βαλκάνια, ιδίως στην Αλβανία, τη FYRoM (Μακεδονία τού Βαρδάρη), τη Βουλγαρία, και την Ελλάδα, κυρίως στην Ήπειρο, τη Μακεδονία, τη Θράκη και την Κρήτη. Φαίνεται πως από το σύνολο των Βαλκανίων, μόνο στη Βοσνία δεν κατάφεραν να ριζώσουν. Έχουν και αυτοί κάποια κοινά με τους σιίτες, ο δογματισμός τούς είναι ξένος, ενώ δέχτηκαν επιρροές από μυστικιστές σούφι και κατηγορήθηκαν για πανθεϊσμό. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ διέλυσε διάφορα τάγματα (μπεκτασήδων, γενιτσάρων κλπ) το 1826. Μετά από έναν αιώνα, το 1925, ο Μουσταφά Κεμάλ απαγόρευσε όλα τα τάγματα των δερβίσηδων σούφι, κλείνοντας τους τεκέδεςτους. Ανάλογα ενήργησε και ο Ενβέρ Χότζα στην Αλβανία απαγορεύοντας τις θρησκευτικές τελετές. Οι Κεμάλ και Χότζα ενήργησαν βάσει των αντιλήψεων και συμφερόντων τους. Θα περίμενε κανείς από τους ιθύνοντες των άλλων βαλκανικών κρατών, εκτός φυσικά εκείνων που βρίσκονται υπό την αιγίδα τής Άγκυρας, να πράξουν αναλόγως και να εκμεταλλευτούν τις αντιθέσεις σουνιτών–μπεκτασήδων, δεδομένου πως η τεράστια πλειονότητα των Βαλκάνιων μουσουλμάνων ήταν μπεκτασήδες. Κι όμως, ενεργώντας βλακωδώς ως φορείς μιας μισαλλόδοξης εξουσίας, στράφηκαν και αυτοί εναντίον τους, παραδίδοντάς τους στους Τούρκους ιθύνοντες. Αυτό είναι που λένε “πολιτικοί με διορατικότητα”!
Θα περίμενε κανείς από τους Βαλκάνιους ιθύνοντες να εκμεταλλευτούν τις αντιθέσεις σουνιτών–μπεκτασήδων, δεδομένου πως η τεράστια πλειονότητα των Βαλκάνιων μουσουλμάνων ήταν μπεκτασήδες. Κι όμως, ενεργώντας βλακωδώς ως φορείς μιας μισαλλόδοξης εξουσίας, στράφηκαν κι αυτοί εναντίον τους…
hittite pandura
Χετταίος με πανδουρίδα
Ας επιστρέψουμε όμως στην τρίχορδη πανδούρα και τη μακραίωνη ιστορία της στη Μικρασία. Όργανα της οικογένειας του ταμπουρά, βάσει πληθώρας στοιχείων, παίζονταν στην Ανατολία από αρχαιοτάτων χρόνων. Λέει σχετικά ο Christian Poché:
    “Είναι γνωστό πως η Μικρά Ασία από τα πανάρχαια χρόνια υπήρξε η γη τής αφθονίας για το μακρυμάνικο λαούτο, όπως μαρτυρούν τα χεττιτικά αρχαιολογικά ευρήματα… Πολύ πριν από την αραβική Ισπανία, αυτή η γεωγραφική ζώνη εξυπηρέτησε ως γέφυρα ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση και, ως τέτοια, διέδωσε ανά τους αιώνες αυτά τα είδη των μακρυμάνικων λαούτων, που στην κλασική Ευρώπη γέννησαν την pandura, τοcolascione, τη mandora
    “Στην Τουρκία, αυτά τα λαούτα έχουν διαφορετικά ονόματα ανάλογα με τις διαστάσεις τους, τους ανθρώπους που τα χρησιμοποιούν και την χρήση τους. Ο τουρκμενικός όρος bağlamaή bağlamak, που στην κυριολεξία σημαίνει “δέσιμο” (των χορδών πάνω σ’ ένα όργανο), είναι αυτός που συναντάται συχνότερα, σε αντιπαραβολή με τον άλλον ευρείας χρήσης όρο: το saz, μια περσική λέξη που προσδιορίζει τη μουσική, το παίξιμό της σε οποιοδήποτε όργανο, ιδίως στο μακρυμάνικο λαούτο. Ένας τρίτος όρος, προφανώς ινδοϊρανικής προέλευσης, εξυπηρετεί επίσης το πλούσιο μουσικό λεξιλόγιο: tambura.(η)Όπως και οι προηγούμενοι όροι, έτσι και αυτός, που τον προτιμούν ιδιαίτερα οι Κούρδοι, προσδιορίζει ένα όργανο με έξι χορδές ανά ζεύγη.”
  • (η)Εικάζω πως ο όρος ταμπουράς μάλλον κατάγεται από την ασσυριακή πανδούρα ή κάποια παρόμοια χεττιτική λέξη. Συνεπώς είναι μεσοποτάμιος-μικρασιάτικος και όχι ινδοϊρανικός.
Έτσι, με την εξαίρεση των Κούρδων, αποφεύγεται στην Τουρκία ο όρος ταμπουράςσε συνάρτηση με το μακρυμάνικο λαούτο, γιατί στη λόγια αραβοπερσική μουσική τής Πόλης χρησιμοποιείται ένα συγγενικό, αλλά πολύ διαφορετικό όργανο, το ταμπούρ. Υπάρχει, μάλιστα, σε δυο παραλλαγές: ως νυκτό (η παλαιότερη) ή ως τοξωτό (yayli tambur), ανάλογα με τον τρόπο που παίζεται: με πλήκτρο (πένα) ή με δοξάρι. Στην Ελλάδα, φυσικά, αποφεύγεται για τον ίδιο λόγο ο όρος μπαγλαμάςσε σχέση με το σάζι, για να μην υπάρξει σύγχυση με το γνωστό μας ομώνυμο οργανάκι, το αδερφάκι τού μπουζουκιού.
Δυστυχώς, η ετυμολογία των όρων που αναφέρονται στις ποικίλες παραλλαγές τού ταμπουρά δεν μας εξηγεί ποια μπορεί να είναι η καταγωγή τής λέξης μπουλγαρί. Αν αποκλείσουμε το ενδεχόμενο της βουλγαρικήςπροέλευσης,(θ)τότε το μυαλό μας πάει στη λέξη vulgar,που σημαίνει το χυδαίο– δηλαδή το λαϊκό, των “κατώτερων” τάξεων! Το ενδεχόμενο αυτό, όπως και η έκφραση “ο χύδην όχλος”,ή και ο χαρακτηρισμός τής δημοτικής γλώσσας ως “χυδαίας”και “μαλλιαρής”,δείχνουν πόσο ταξική, ρατσιστική, ή και σεξιστική μπορεί να γίνει ενίοτε η γλώσσα – δηλαδή ο άνθρωπος που τη χρησιμοποιεί…
Νησιώτης παίζοντας ταμπουρά. 18ος αιώνας
Νησιώτης με ταμπουρά (18ος αιώνας)
  • (θ)Οι λέξεις είναι καράβια και η ετυμολογία τους ο χάρτης των ταξιδιών τους με τους λαούς που τις χρησιμοποιούν. Ψάχνοντας τη γενεαλογία τού μπουλγαρί, διαβάζουμε στηWikipediaπως προέρχεται όχι από τη Βουλγαρία αλλ’ από την Ανατολία: από τους Τουρκομάνους ή τους Ογούζους τού Ταύρου. Αν και δεν έχει άμεση σχέση με ανάλογα βαλκανικά λαουτοειδή (tambura, tamburicaή bugarija), υπάρχει “βουλγάρικη παράμετρος” καθώς το όνομά του προέρχεται από τους πρωτο-Βούλγαρους της Βουλγαρίας τού Βόλγα, με τους οποίους οι Τουρκομάνοι είχαν πάρε-δώσε. Αντίθετα, αυτοί οι Ουνο-Βούλγαροι δεν είχαν καμιά επαφή με τους σλαβόφωνους Βούλγαρους των Βαλκανίων για πάνω από χίλια χρόνια.
Το μπουλγαρί εξαπλώθηκε στη Μεσόγειο, ιδίως στην Κρήτη και την Αίγυπτο. Ο Γάλλος μουσικολόγος Guillaume André Villoteauκατέγραψε το 1807 στο Κάιρο ένα tanbour boulghari ή guitare de Bulgarie μεταξύ άλλων ταμπουροειδών (bağlama, sharki, και bozuk, που αντικαταστάθηκε αργότερα από το buzuq). Το μπουλγαρί το έφεραν στην Κρήτη Μικρασιάτες πρόσφυγες στη δεκαετία τού 1920 ή, το πιθανότερο, παιζόταν ήδη από τον 19ο αιώνα τουλάχιστον από χριστιανούς και μουσουλμάνους. Ο Στέλιος Φουσταλιέρης λ.χ. αγόρασε το πρώτο του μπουλγαρί το 1924. Παίζεται ακόμη κυρίως ως σολιστικό όργανο και όχι πια για συνοδεία, ρόλο τον οποίο ανέλαβε σταδιακά το λαούτο.
Το μπέρδεμα γύρω από τα ονόματα των ταμπουροειδών δεν άφησε αλώβητους τους οργανοποιούς: ένας Κρητικός τεχνίτης τού 20ού αιώνα λ.χ., ο Μανώλης Μαλλιώτης, ονόμαζε ως μπουλγαρί ή μπαγλαμά ένα ταμπουροειδές. Το μπουλγαρί έχει 16-22 (μ)περντέδες, όμως κάποιοι μουσικοί όπως ο Φουσταλιέρης, τους αντικατέστησαν με σταθερά τάστα. Είναι το βασικό όργανο των ταμπαχανιώτικωνή μανέδων, που συγγενεύουν με τα ρεμπέτικα, και υποτίθεται πως καλλιέργησαν οι λεγόμενοι Τουρκο-Κρητικοί. Πρόκειται για αστικά λαϊκά τραγούδια με επιρροές μικρασιάτικες, συριακές, ή αραβοανδαλουσιανές. Δεξιοτέχνες τού μπουλγαρί είναι τώρα ο Ross Daly και ο Περικλής Παπαπετρόπουλος.
Αυτό λοιπόν το “χυδαίο” μπουλγαρί τού Φουσταλιέρη, μαζί με τα όργανα του Γιάννη Εϊτζιρίδη (ή Ετσειρίδη), του περίφημου Γιοβάν Τσαούς, ήταν οι μοναδικοί ταμπουράδες που πρόλαβε να καταγράψει η ελληνική φωνογραφία. Όμως τι κρίμα! Πρόκειται για όργανα που δεν φαίνεται να έχουν και μεγάλη σχέση με τους ταμπουράδες των αγωνιστών τού ’21: Το μπουλγαρί είναι μια κρητική ιδιαιτερότητα, ενώ τα όργανα του Γιοβάν Τσαούς είναι μικρασιάτικα – άρα ακατάλληλα για την αποκατάσταση του ήχου τού ελληνικού ταμπουρά.

Γιοβάν Τσαούς - Αντίγραφο
Γιοβάν Τσαούς
Ο Γιοβάν Τσαούς, ο Γιάννης ο λοχίαςδηλαδή, γεννήθηκε στον Πόντο και συνεργάστηκε, καθώς λένε, με περίφημους μουσικούς και τραγουδιστές, παίζοντας ως και στην Αυλή τού σουλτάνου. 
Στην Ελλάδα, ωστόσο, όπου ήρθε μετά την καταστροφή τού ’22, “δεν ανέβηκε ποτέ του σε πάλκο, γιατί φαινόταν να διαφωνεί με τον τρόπο λειτουργίας των μουσικών: παρέμεινε ένας ψυχαγωγόςτής παρέας του”
Αυτό τουλάχιστον λέει ο Παναγιώτης Κουνάδης
Πράγμα που σημαίνει πως ο ρόλος τού διασκεδαστήδεν του άρεσε καθόλου, αφού ήταν μαθημένος αλλιώς στη Μικρασία όπου οι μουσικοί λειτουργούσαν με άλλον τρόπο:
    “Η αραβοπερσοτουρκική μουσική”,παρατηρούσε ο Νίκος Στεφανίδηςπου έπαιζε κανονάκι, “εκτελείτο παλαιότερα από τους μουσικούς με σάζια-μπαγλαμάδες, μπουζούκια και ντέφιαστα λαϊκά τραγούδια. Στην σοβαράν δε μουσικήν εκτελείτο από ορχήστρα η οποία ονομάζετο ince saz (λεπτών οργάνων), αποτελούμενη από τα εξής όργανα: το tambur (πανδουρίς), το ψαλτήριον – το κανονάκι όπως ονομάζεται στην Ελλάδα και kanun στους Άραβας και Τούρκους – το βιολί, το ούτι, το νέυ (ο εκ καλάμου πλαγίαυλος). Οι ορχήστρες είχαν και τους τραγουδιστάς οι οποίοι ονομάζοντο χανεντέδες. Ήταν καλλίφωνοι, έπαιζαν και τον νταϊρέ – το ντέφι – κρατώντας τούς διαφόρους ρυθμούς των εκτελουμένων μελωδιών.
    “Όταν έπαιζε η ορχήστρα και τραγουδούσαν οι χανεντέδες, άκρα σιωπή επικρατούσε εις τα κέντρα. Ακόμη και τα γκαρσόνια δεν μετεκινούντο από τις θέσεις των. Μόνον εις τα διαλείμματα που σταματούσεν η ορχήστρα το κοινόν συζητούσε ή παρήγγειλε στα γκαρσόνια αυτό που ήθελεν. Εάν επιθυμούσε κανείς κάτι να παίξει η ορχήστρα, εντός φακέλου έβαζε την κάρτα με την παραγγελίαν και το ανάλογο ποσόν-φιλοδώρημα και το έστελνε στους καλλιτέχνας με το γκαρσόνι, όπως εκτελέσουν το τεμάχιον που ήθελε. Τέτοια τάξις υπήρχε στα κέντρα, που στις παλαιές εποχές ούτε μεγάφωνα είχαν ούτε ενισχυτάς και μ’ όλον που παίζανε εκ του φυσικού, ήκουον οι ακροαταί των μεγάλων κέντρων, που ανήρχοντο πολλάκις άνω των 500-1000, διότι επικρατούσε άκρα ησυχία”…
Panagiotis_Tountas
Παναγιώτης Τούντας
Όταν έχεις μάθει έτσι – παίζοντας μουσική υψηλών προδιαγραφών με τέτοιους συνεργάτες και μπροστά σε τέτοιο κοινό – πώς είναι δυνατόν να περιοριστείς στον ρόλο τού διασκεδαστή; Ο Τσαούσης, λοιπόν, προτίμησε ν’ ανοίξει… ραφείο, που αργότερα το μετέτρεψε σε ουζερί, παίζοντας για την ευχαρίστησή του κι όχι προς τέρψιν των θαμώνων ενός κέντρου διασκέδασης. Ευτυχώς, γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Τούντα, τον μεγαλύτερο συνθέτη τού σμυρναίικου και καλλιτεχνικό διευθυντή εταιριών δίσκων, κι έτσι ηχογράφησε κάποια από τα δικά του τραγούδια, του Τούντα, και μερικών άλλων συνθετών. Αυτές οι λίγες ηχογραφήσεις (καμιά εικοσαριά όλες κι όλες) έγιναν στη διετία 1935-36, οπότε, λόγω της επιβολής τής μεταξικής λογοκρισίας στον στίχο και στη μουσική (και στη μουσική!),ο Τσαούσης φαίνεται να εγκατέλειψε την ιδέα να συνεχίσει, όπως έκαναν και κάποιοι άλλοι, σαν τον Βαγγέλη Παπάζογλου, τον Γιώργο Μπάτηκαι τον Αρτέμη, τον Ανέστη Δελιά.
Όμως, ουκ εν τω πολλώ το ευ: Οι λίγες – έστω – στιγμές στο studio αποτυπώνουν τη δεξιοτεχνία τού μουσικού που έγινε και δάσκαλος των πρωταγωνιστών τού πειραιώτικου ρεμπέτικου: του Μπάτη, του Δελιά, του Μάρκου Βαμβακάρη, του Στράτου Παγιουμτζή– της Ξακουστής Τετράδος τού Πειραιά. Δίπλα του έμαθαν τις ονομασίες και τον χειρισμό των μουσικών δρόμων, την τέχνη τού αυτοσχεδιασμού (ταξιμιού), αλλά και τα διάφορα κουρδίσματα, τα ντουζένια. Όλ’ αυτά, σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο προσωπικό του ύφος και τα “δύστροπα” όργανά του που δεν μπορούσαν να τα παίξουν οι μπουζουξήδες τού ρεμπέτικου, δημιούργησαν ένα μύθο γύρω από το όνομα του Γιοβάν Τσαούς.
cante jondo_apperley-Canción Malagueña 1931 George Apperley
Canción Malagueña,του George Apperley (1931)
Δυστυχώς, στη σύγχρονη Ελλάδα, οι μουσικοί δεν είχαν – ούτε έχουν βέβαια – καμιά διέξοδο από τον ασφυκτικό κλοιό τού κυκλώματος της διασκέδασης (κέντρα, πανηγύρια κλπ). Δεν υπήρξε κάποιο παράλληλο κύκλωμα ψυχαγωγίαςσε επαγγελματική βάση. Στην Ανδαλουσία, αντίθετα, ως τη δεκαετία τού ’60 τουλάχιστον, λειτουργούσε ένα τέτοιο κύκλωμα για τους καλλιτέχνες τού flamenco. Ως την τελευταία μετεξέλιξη του είδους σε συναυλιακό και θεατρικό,(ι)οι καλλιτέχνες του χωρίζονταν σε δυο μεγάλες κατηγορίες: από τη μια μεριά ήταν οι εμπορικοί διασκεδαστές, που δούλευαν σε επιχειρήσεις τύπου tablao, κι απ’ την άλλη οι αυθεντικοί ψυχαγωγοί, που απασχολούνταν στις juergas, τα γλέντια που διοργάνωναν οι aficionados, οι λάτρεις τού flamenco.
  • (ι)Με πρωταγωνιστές τούς κιθαρίστες και τους χορευτές, αντίστοιχα: οι πάλαι ποτέ κορυφαίοι σύμφωνα με την ιεραρχία τού flamenco, οι τραγουδιστές, φαίνεται να είναι εκτοπισμένοι…
Οι μουσικοί δεν έχουν καμιά διέξοδο από τον ασφυκτικό κλοιό τού κυκλώματος της διασκέδασης. Δεν υπάρχει κάποιο παράλληλο κύκλωμα ψυχαγωγίας.
foustalieris
Στέλιος Φουσταλιέρης
Ο άλλος παραδοσιακός μάστορας του ταμπουρά, ο Στέλιος Φουσταλιέρης ή Φουσταλιεράκης, όπως και ο μόνιμος συνεργάτης του, ο έξοχος τραγουδιστής Γιάννης Μπερνιδάκηςή Μπαξεβάνης, ανήκουν στη μεγάλη φουρνιά μουσικών και τραγουδιστών που εμφανίστηκε στο Ρέθυμνο του μεσοπολέμου. Εκείνη την εποχή, τα κύρια συνοδευτικά όργανα της λύρας ήταν το μπουλγαρί και το μαντολίνο, μας πληροφορεί ο Λάμπρος Λιάβας. Αργότερα τα αντικατέστησε το λαούτο. Ο Φουσταλιέρης, όμως, κατάφερε να κάνει το μπουλγαρί σολιστικό όργανο και συνεργάστηκε με δυο Μικρασιάτες μουσικούς που έπαιζαν ούτι και σαντούρι. Ήταν από εκείνους που κατέφυγαν στη μεγαλόνησο μετά την καταστροφή τού ’22. Θα πρέπει λοιπόν να τον “μπόλιασαν” με στοιχεία από τη μουσική τής αρχικής κοιτίδας τού οργάνου του. Δυστυχώς, από τη συνεργασία αυτή δεν υπάρχουν ηχογραφήσεις.
Αργότερα ήρθε σε άμεση συνάφεια και με τον ήχο τού πειραιώτικου ρεμπέτικου. Ήταν κατά την περίοδο 1933-37 που έμεινε στον Πειραιά και γνωρίστηκε κι αυτός με τον Μπάτη, τον Μάρκο, τον Στράτο και με άλλους ρεμπέτες, όπως και με τον Τούντα, με τον οποίο συνεργάστηκε δισκογραφικά. Αλλά κι εδώ η συγκομιδή είναι πενιχρή: μόλις 24 δίσκοι.
Συναντήθηκαν, άραγε, οι δυο μάστορες του ταμπουρά, ο Γιοβάν Τσαούς και ο Φουσταλιέρης; Υπήρξε ανταλλαγή γνώσεων κι εμπειριών; Έχοντας τόσους κοινούς γνωστούς, θα περίμενε κανείς να έχει γίνει αυτή η γνωριμία. Όμως σχετικές πληροφορίες δεν υπάρχουν.
Ο Τσαούσης πέθανε στα 49 του, το 1942, μέσα στην κατοχή που “ξεπάστρεψε” την πλειονότητα της αφρόκρεμας των Ελλήνων μουσικών και τραγουδιστών: τους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Φαίνεται δεν μπόρεσαν ν’ αντέξουν τόσο σύντομα έναν δεύτερο Γολγοθά. Ο Φουσταλιέρης, αντίθετα, έφυγε πλήρης ημερών, μετά από πενήντα χρόνια, το 1992, στα 81 του. Καθώς ήταν… “ο τελευταίος των Μοϊκανών”από τους – έτσι κι αλλιώς – ελάχιστους παραδοσιακούς μάστορες του ταμπουρά, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς πως τράβηξε την προσοχή των αρμοδίων. Αυτό θα είχε ίσως συμβεί σε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Όχι στην Ελλάδα…
Το 1987, όταν ο Φουσταλιέρης ήταν ακόμη εν ζωή, είχα μια ραδιοφωνική συζήτηση με τον Σάκη Παπαδημητρίου και τον Ross Daly – που έκλεισε την κουβέντα ως εξής:
    “Η Κρήτη, συγκριτικά ίσως με άλλα μέρη, διατηρεί την παράδοση κάπως περισσότερο, με την έννοια ότι ανανεώνεται. Αλλά επειδή δεν έχουν γίνει ειδικές μελέτες πάνω στη μουσική, ούτε καταγραφές, με κάθε δεκαετία που περνάει οι απώλειες είναι τρομερές. Στα λίγα χρόνια που είμαι εγώ εκεί, γνώρισα παλιούς οργανοπαίχτες που έχουν πεθάνει και που μαζί τους χάθηκαν ολόκληρα αρχεία. Κι έχουν απομείνει πολύ λίγοι.
Στέλιος Φουσταλιέρης, Γιώργης Γκόγκας, Κωστας Μουντάκης και Ross Daly
Στέλιος Φουσταλιέρης, Γιώργης Γκόγκας,
Κωστας Μουντάκης και Ross Daly
    “Υπάρχει ο Φουσταλιέρης, ο τελευταίος που παίζει το μπουλγαρί. 
    Είναι 75άρης, αλλά κανείς δεν έχει πάει μ’ ένα μαγνητόφωνο να του πει:‘Παίξε – κι όποτε βαρεθείς, σταμάτα!’ Αυτό όμως δεν μπορεί να το κάνει ένας ιδιώτης, γιατί ο Φουσταλιέρης θα φοβηθεί ότι θα τον εκμεταλλευτεί. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ένας κρατικός φορέας ξεπερνάει πολύ εύκολα όλα τα προβλήματα κι ο άλλος, σαν άνθρωπος με παλιά νοοτροπία, το παίρνει το θέμα με άλλη ζεστασιά. 
    Έστω κάτι τέτοιες δουλειές, τώρα που είναι ακόμα καιρός”… 
    ● Ο καιρός πέρασε, ο Φουσταλιέρης πέθανε, οι σύντεχνοί του τον ακολουθούν, όμως καμιά ηχογράφηση δεν έγινε. Και μιλάμε για μηδαμινή δαπάνη. “Ελλάς το μεγαλείο σου”
    ● Ύστερα από μια δεύτερη ψύχραιμη ματιά αναρωτιέμαι μήπως – ως… αεροβάμων – έχω “υπερβολικές απαιτήσεις” από μια χώρα που ποσώς ενδιαφέρθηκε για την ουσία τωνΑπομνημονευμάτωντού Μακρυγιάννη. Γιατί, άραγε, να νοιαστεί για τον τρόπο που έπαιζε τον ταμπουρά του; Πόσο, μάλλον, για τον Φουσταλιέρη και το μπουλγαρί του…
    ● Έτσι, η μόνη μας ελπίδα είναι να ισχύσει, παραφρασμένος, ο στίχος ενός πανέμορφου παλιού σκοπού, του Σταφιδιανού,που έπαιζε απαράμιλλα στο μπουλγαρί του ο Φουσταλιέρης, έχοντας δίπλα του έναν εκπληκτικό Μπαξεβάνη:
        “Ο φουσταλιέρικος σκοπός παλιώνει, μα δεν λιώνει”

  • >> Περιήγηση 7η. Η… “ΓΛΩΣΣΑ-ΗΛΙΟΣ”
  • << Περιήγηση 5η. ΥΒΡΙΔΙΩΝ ΥΒΡΙΣ
Ross-Daly-live-at-Trianon3
Ο Ross Daly παίζοντας tarhu

ΑΝΑΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΑΠΟ: peripluscd.wordpress.com
https://peripluscd.wordpress.com/tag/%CE%B9%CF%83%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%AC%CF%84%CE%B7%CE%BC%CE%B1/ 

 

Kόρινθος: Σμυρνέικο και ρεμπέτικο γλέντι στην αυλή της «σβούρας» σήμερα στις 9μμ..

$
0
0

Την Κυριακή 24 Ιουλίουστις 9μμ: Σμυρνέικο και ρεμπέτικο γλέντι στην αυλή της σβούρας, με τις Ευαγγελία Τζιόμαλλου (τραγούδι), Δήμητρα Μετζάκη (ούτι, ακορντεόν) και Ειρήνη Ζώγαλη (μπουζουκι), με τσιπουράκι και τα λοιπά! Όπως πάντα με ελεύθερη είσοδο».

Νάσος Μπράτσοςwww.ert.gr 

«Η ΡΕΜΠΈΤΙΚΗ… ΑΛΛΙΩΤΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ». (Του Μπάμπη Μώκου)

$
0
0

Γράφει ο Μπάμπης Κ. Μώκος
Έγραψαν και αναφέρθηκαν πολλοί για τις γυναίκες του αμερικάνικου νότου και τα πονεσιάρικα μπλουζ που τραγουδούσαν την απόγνωση και τα βάσανα , καθώς και τους αγώνες των γυναικών Nigro.
Συμπεριφορά αγωνιστική και τάσεις διεκδίκησης ισονομίας και χειραφέτησης.
Έγραψε και ο Νόρμαν Μέηλερ το «Κατάδικος του Σέξ», όπου τις κατέκρινε και καυτηρίαζε την απαίτησή τους για ελεύθερη εκφραση και διαφορετικότητα τρόπου ζήν. Μόνο που εκείνος εστίαζε στην ανδροκρατική υπεροχή της σεξουαλικότητας, στρίβοντας υποκριτικά θεματολογικά από την κατ’εξοχήν πραγματική αξίωση και πάλη των γυναικών για κατάκτηση ισονομίας με το άλλο φύλο. Ας είναι…
Κανείς όμως ως τα σήμερα διανοούμενος, προφεσόρος, λαογράφος, χρονογράφος, μουζικάντης ,δεν ασχολήθηκε σοβαρά με μια ιδιότυπη μεν, αλλά περίοπτη και περήφανη φουρνιά Ελληνίδων που στα 1930 , όπως στα Αστικά Λαϊκά τραγούδια  καταγράφεται ,έδωσαν …κλωτσιά σε στερεότυπα σεμνοτυφίας της εποχής, κάνοντας μια τεράστια υπέρβαση.

Που ρούφηξαν ως το μεδούλι την χειραφέτηση , πότε ανακουφιστική , μα τις πιο πολλές φορές επώδυνη, αφού είχαν την  αποστροφή της συντήρησης που κοίταζε απ’ τις…
γρίλιες , βολεμένη  στα βρώμικα όνειρά της. Πού όριζε πάγια την γυναίκα όχι μόνον αντικείμενο πόθου,μα…παιχνιδάκι … σάκκο ηδονικής εκτόνωσης  και ..μηχανή παραγωγής απογόνων! και δεν δίσταζε να αποκαλεί τις ρεμπέτισσες του ’30 αλήτισσες , αλανιάρες , βρωμοπαστρικές, ακόμα και…πουτάνες.

Ήταν όμως έτσι τα πράγματα; Ήταν αυτές οι γυναίκες με την …περίεργη συμπεριφορά όπως ήθελαν να τις παρουσιάσουν οι κατακριτές τους; Όχι δεν ήταν…Κι’ας ήθελαν οι πιστευτές του φάλτσου ηθικοπλαστικού συντηρητισμού να γράφουν και να πιστεύουν άλλα.  Κι’ας τις είχαν πρώτη θέση στις  άρρωστες κρυφές φαντασιώσεις τους . Κι’ ας οι περισσότεροι ήταν θύματα της περιβόητης κοινωνικής …παρθενοραφής!

Να όμως πως περίτεχνα περιγράφει η ασματογραφία ,πως αποτυπώνει  την ταυτότητα, το ποιόν και το …είναι αυτών των γυναικών :

Ανέμελες , γουστόζες , ντερμπεντέρισσες και… κιμπάρισσες και…γυναίκες.

Θηλυκά με φύση ανεξάρτητη. Με ντομπροσύνη που θα ζήλευαν και άντρες. Με τσαγανό και διάθεση-πεποίθηση ανεξαρτησίας πρωτόγνωρης.. Γυναίκες με αίσθηση ελευθερίας που δεν πήγαινε κόντρα στο  φύλο, τη φύση τους. Γυναίκες ελεύθερες , όχι …ελευθεριάζουσες ,που διεκδικούσαν σθεναρά την φυσιογνωμία του φύλου τους. Που όπως αποτυπώνεται  στα τραγούδια η όλη κοινωνική τους παρουσία , ο τρόπος ζήν και φέρεσθαι , συνέστησε για  την εποχή τους καινοφανή ιδιότυπη κοινωνική παρέμβαση. Δεν ήταν ούτε φεμινίστριες (ο ακτιβισμός μακρυά απ’αυτές), ούτε συμπαθούσες του «Suffragist» (διεκδικήτριες του δικαιώματος ψήφου των γυναικών), δηλαδή ούτε Σουφραζέτες.

Ο συνήθως υπερβολικός ρεμπετοκαταγραφέας Ηλίας Πετρόπουλος λέει:» «Οι φεμινίστριες  μπροστά στις τότε ρεμπέτισσες φάνταζαν σαν …αστείες γελοιογραφίες!».(;).

Μια προφεμινιστική γυναικεία κάστα σε διαρκή πόλεμο  με την ηθικολογία της εποχής . Που κατά  τα τραγούδια και τον τρόπο ζωής τους αρνούνταν όσα γύρω τους επιβάλλονταν. Που είχαν την γενναιότητα να σπάζουν ταμπού , σε εποχή ιδιαίτερα δύσκολη από κάθε άποψη. Μια περίπτωση ιδιαίτερη. Με περίσσια λεβεντιά και διεκδίκηση της θηλυκότητάς τους. Μια θηλυκότητα που παρέκαμπτε τα νάζια  ,τα κόλπα και τα …κατσαμάκικα τερτίπια, χωρίς να αποποιείται την γυναικεία λαγγεμένη  αισθαντικότητα . Που…εφτυνε την δεδομένη θηλυκή πάγια θεωρούμενη, ικανότητα υποκριτικότητας και προσποίησης.

Πρωτοπόρες στη διαμόρφωση μιας άλλης φιλοσοφίας , μιας συμπεριφοράς γνωστικά αυτοκυρίαρχης ,με σαφή κατανόηση οριοθέτησης της διάκρισης  των φύλων , με σεβασμό σε  μέτρο αξιοπρέπειας σε κάθε κοινωνική έκφραση  και παρουσία τους.Θηλυκά που είχαν την τόλμη, τα κότσια ενάντια στην συμβατική ηθική που για την εποχή κάποιοι …κανοναρχούσαν στην κοινωνία.

Που είχαν πείσμα. Που είχαν χιούμορ, σιχαίνονταν την αβανιά (ρουφιανιά), καυτηρίαζαν τα κουτσομπολιά, σχολίαζαν σαρδώνεια η περιπαιχτικά τους άντρες, που τους …πείραζαν , που δεν δίσταζαν να τους περιγράψουν κατά πως εκείνες τους γουστάριζαν , αλλά που δεν δίσταζαν και να τους κάνουν πέρα και να τους αλλάζουν σαν τα πουκάμισα!
Που, όπως τα τραγούδια αποκαλυπτικά τις παρουσιάζουν , ήταν αποδεκτές από τους άνδρες του ρεμπεταριού. Που δεν …καταλάβαιναν τίποτα, δεν φοβόταν τον άνδρα, κι αυτός τις αποδέχονταν, όχι όπως φαίνονταν , αλλά όπως ήταν.

Γυναίκες που σχολιάζονται παντοιότροπα μέσα  από πλήθος ρεμπέτικης ασματογραφίας (με  σχετική αναφορική θεματολογία καταμετρημένη γύρω στα 78 μουσικά κομμάτια). Σε τραγούδια που πέρα από την χρονογραφία,αντικατοπτρίζουν τα ήθη , τις συνθήκες της εποχής και αυτές  οι γυναίκες τις ξεπερνούν.

Δεν εκτιμούν τα λεφτά, σιχαίνονται όμως τους μπαγαπόντηδες και τους τσιγγούνηδες,την …καρμιριά, τους…λεμέδες, τα λαμόγια , τους ψευτοφιγουραντζήδες ναρκισσευόμενους  εμποτισμένους  με ανδρογενή άρρωστη παθογένεια  και τα …γιαλαντζί μαγκάκια.

 Επιλέγουν και τιμούν τον σύντροφο η τους συντρόφους τους, γιατί έτσι γουστάρουν. Που μπαίνουν …στα ίσα , ελεύθερα , χωρίς…διαβατήριο  και … λοιπές συστάσεις , χωρίς φόβο, αλλά με… περίσσιο…πάθος και τόλμη   στο… εύκρατο και …υγιεινό περιβάλλον των τεκέδων και έχουν τον σεβασμό των αρσενικών και του ρεμπέτικου συναφιού. Που σε περιπτώσεις φουμάρουν η… παρασκευάζουν τον «μάπαν», τον αργιλέ για τον...γιαμπουκλού τους,αλλά και το λοιπό συνάφι, την ..ομήγυρη!

Που για το ταίρι τους δεν διστάζουν φανερά μανιωδώς προκλητικά, λυσσαλέα  και ανυποχώρητα να …πλακωθούν , να …μαλλιοτραβηχτούν  με άλλες …συνδιεκδικήτριες του συντρόφου τους, ακόμα  και να τραβήξουν… διμούτσουνη , να τις…σημαδέψουν. Έτσι για το…δίκιο και το… φιλότιμο ,την τήρηση του κώδικα της ρεμπετοσύνης.

Ανάμεσά τους οι περισσότερες ανώνυμες , αλλά και πολλές  τραγουδίστριες. Με λόγο βαρύ , όχι  χυδαίο. Παντελώς διάφορο απ΄αυτό που συναντά κανείς  στις πόρνες. Που  σε περίοδο φτώχειας και εξαθλίωσης ,έσπασαν δεσμά. Που γι’αυτές το βιολογικό ρολόι …περπατούσε με τους δείκτες ανάποδα!. (Σαν την Μελίνα στην «Στέλλα»).

Σαν την Κάκια Μένδρη, τη Μπέλλου, τη Νίνου, την Εσκενάζυ, την Τουρκαλίτσα την Αμπαντζή κ.α., που κάμποσες απ’αυτές τραγούδησαν τα πάθη και τα λάθη τους, ακόμα και τον… εαυτό τους.

Στα τραγούδια, τα λόγια που τις αφορούν, απόλυτα ανατρεπτικά. Με νοοτροπία που μπολιάστηκε κύρια με την Σμυρνιώτικη έλευση . Τις Σμυρνιοπούλες που πρώτες στον τόπο τους από χρόνια, είχαν καταπατήσει την …Βικτωριανή νοοτροπία ζωής, διασκεδάζοντας έκδηλα, χωρίς συστολή και αποποίηση της θηλυκότητάς τους. (Η Ρόζα μέχρι τα 80 της χόρευε καρσιλαμά και τσιφτετέλι).

Οι της «καλής κοινωνίας» τις ρεμπέτισσες του ΄30 τις έλεγαν ..δυο φορές παστρικές. Εκείνες όμως …δεκάρα δεν έδιναν. Δεν τις ένοιαζε. Κι’ας τις έλεγαν εξώλης και προώλης, αλήτισσες, αλανιάρες. Το θεωρούσαν τιμητικό , γιατί αυτές και μόνον αυτές γνώριζαν τι πραγματικά σήμαινε το …Αλανιάρα! Αλανιάρα σήμαινε την …έξω καρδιά, την …μποέμ!.
 (Ο όρος αλάνι προέρχεται από το τούρκικο alan , που σημαίνει διαρκή περιπλάνηση με γλεντοκόπι και ανεμελιά). Η ελληνική   περίοπτη  Γραμματολογία  μιλά για το άλως του φεγγαριού που σημαίνει το ..στεφάνι του…γύρω –γύρω .

Η μυθολογία  μιλά και για τον Αλίσιο Ηρακλή ,που περιπλανώμενος γυρίζει γύρω-γύρω.).

Οι ρεμπέτισσες του  ‘30.Μια φουρνιά θηλυκών που πέρα από τα καταγραμμένα στην μουσική πρωτοτύπησαν   και προήγαγαν, ένα κίνημα  με κοινωνικοπολιτική χρειά. Μια επανάσταση  ηθών ,πέρα από την …μυξοηθική των πολλών . Που  έκαναν τα πάντα  κατά το γούστο τους και φανερά. Όχι σαν κάτι άλλες που έκαναν τα χειρότερα και τα …έκρυβαν, μέσα από τους ταξικούς βρωμοφερεντζέδες της υψηλής αστικής νοοτροπίας.

Θηλυκά, με απόλυτα συνειδητή  επιλογή στην έκφραση ερωτισμού και απόλυτο δικαίωμα συντρόφων. Μιά κουλτούρα ελεύθερης, μα αξιοπρεπούς έκφρασης , σύμφωνη όμως με τον ρεμπέτικο απαράβατο παρασημαντικό νόμο. Θηλυκά  που ήξεραν να προστατεύουν και το…κορμί και την αξιοπρέπειά τους. Που δεν γουστάριζαν να ζούν σαν παλακίδες σε βάρος του άντρα. Που , όμως, παρ’όλα αυτά, δεν τον ήθελαν …ταπί, αλλά…φορτωμένο (μπαγιοκλή) και όχι …σερμαγιόκομπο (να αποταμιεύει, να κάνει δηλαδή …σερμαγιά)! ( Ως γνωστόν , ποτέ οι ρεμπέτες κατά νοοτροπία δεν αποταμίευαν. Όσα έβγαζαν, όσα είχαν , τα γλεντούσαν , τα…έτρωγαν !).

Στα τραγούδια που αφορούν τις ρεμπέτισσες του ΄30 υπάρχει ιδιομορφία.

Είναι τα μοναδικά που από τη μία εξιστορούν περιστατικά απελευθερωμένων γυναικών και από την άλλη γράφτηκαν όλα από συνθέτες άνδρες. Με μια μόνο εξαίρεση . Το τραγούδι «Η Ελένη η ζωντοχήρα»! του μεγάλου  Γιοβάν Τσαούς.

Το έγραψε , όπως και  όλα τα τραγούδια του η γυναίκα του η  Αικατερίνη Χαρμουντζή.

Όλα βέβαια  τα τραγούδια  αποτυπώθηκαν στη δεκαετία του 1930, εκτός βέβαια από λίγα του Μάρκου κ.α. ,που γράφτηκαν πιο πριν ,αλλά κι’ αυτά γραμμοφωνήθηκαν πολύ αργότερα.

Αυτός ο περιούσιος μουσικός πολιτιστικός θησαυρός παραμένει ανεξίτηλα ως τις μέρες μας ένα καθαρό λαογραφικό , αλλά και ηθογραφικό -χρονογραφικό  σπουδαίο κοινωνικό τεκμήριο της νεότερης αστικής μουσικής ελληνικότητας. Μα συνιστά , εκτός από υπό διερεύνηση μουσικό τεκμήριο και ιστορικά ανεπανάληπτη ηθογραφική υποθήκη.

Καλό είναι στα σχετικά τραγούδια να δώσει κανείς ιδιαίτερη προσοχή στους στίχους. Τότε θα καταλάβει.

Ενδεικτικά  αναφέρονται κάποια  παρακάτω:

·         «Το Χριστινάκι»-Μάρκος Βαμβακάρης-

·         «Το Μαριανθάκι»-Π.Τούντας-Ρίτα Αμπαντζή-1934.

·         «Είμαι μια τσαχπίνα»-Θ.Παπαδόπουλος-Κίτσα Κορίνα-Ρόζα-1935.

·         «Ας’τα κόλπα»-Π.Τούντας-1934.

·         «Είσαι φάντης»-Ασίκης-Σκαρβέλης-1935.

·         «Στους Ποδαράδες μια Πολίτισσα»-Αντ.Νταλγκάς-1931.

·         «Αλανιάρα μερακλού»-Μ.Μιχαηλίδης-1930.

·         «Ολο θέλεις κι’όλο θέλεις»-Δ.Σέμσης-Λέλα Οικονομίδου -1936.

·         «Μεσ’ στου Ζαμπίκου τον τεκέ»-Κ.Τζόβενος-1932.

·         «Οι δυό χήρες»-Καρίπης-Μακρής-1930.

·         «Σαν είσαι μάγκας»Μ.Βαμβακάρης-1935.

·         «Γίνομαι άνδρας»-Π.Τούντας-1933.

·         «Κορόιδο άδικα γυρνάς»-Κ.Καμβύσης-1934

·         «Η Λιλή η σκανδαλιάρα»-Π.Τούντας-Σπαγγαδώρος-1931.

·         «Το Σιγαρέττο»-Λόλα Βώτη-Δημητρακόπουλος-Ζαζά Μπριλάντη-1929.

·         «Το Χαρικλάκι»-Π.Τούντας-Κριστέλλα-1933.

·         «Η γκαρσόνα»-Π.Τούντας-1936.

·         «Δεν με τουμπάρεις»-Κασιμάτης-Μαρίκα Πολίτισσα-1933.

·         «Η καημένη η Μαργαρίτα»-Στ.Χρυσίνης-ΡίταΑμπαντζή-1937

·         «Αργιλέ μου γιατί σβήνεις»-Στ.Χρυσίνης-Γεωργία Μηττάκη-1935.

·         «Τράβα ρε μάγκα και αλάνι»-Κ.Σκαρβελης-Στελλάκης η Ρόζα-1934.

Υπάρχει εδώ κάτι περίεργο: Τόσες και τόσες γυνακείες οργανώσεις που καυχώνται και κορδώνονται πως παλεύουν την ισοτιμία του φύλου τους δεν αναγνώρισαν σ’αυτές τις γυναίκες την επαναστατική τους πρωτοπορία . Η δεν γνωρίζουν σχετικά η σκόπιμα την παρέκαμψαν και συνεχίζουν  να την παρακάμπτουν . Άλλωστε ,ρεμπέτισσες…φτού μακρυά! Ας  είναι.

Φαίνεται πως ακόμα είναι  στο «Αν παρήλθον οι χρόνοι», στο«Δίχως κάλτσες περπατούν» η στη «Βαλεντίνα» του μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού. Ακόμα και στις …Ρουβίτσες. Φαίνεται πως ακόμα και σήμερα αυτό το…καταραμένο ρεμπέτικο το ακολουθεί  δαιμονοποίηση! Κρίμα…
*(Στην φωτογραφία η Ρόζα Εσκενάζυ)
Του Μπάμπη Μώκου

50 χρόνια Πολυκανδριώτης στο Καζίνο της Ρόδου

$
0
0
50 χρόνια Πολυκανδριώτης  στο Καζίνο της Ρόδου
Ο συνθέτης και σολίστας του μπουζουκιού Θανάσης Πολυκανδριώτης, μέσα από την πολυετή του πείρα σε επιτυχημένες παραστάσεις, έχει ετοιμάσει ένα μοναδικό λαϊκό μουσικό πρόγραμμα για να παρουσιάσει στον εντυπωσιακό εξωτερικό χώρο του Αμφιθεάτρου του Καζίνο της Ρόδου το Σάββατο 30 Ιουλίου 2016.

Ο Πολυκανδριώτης έχει συμπεριλάβει στο ρεπερτόριο τραγούδια ιδιαίτερα αγαπητά όχι μόνο στο Ελληνικό αλλά και στο ξένο κοινό. Μελωδίες σπουδαίων Ελλήνων συνθετών, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Μάνος Λοϊζος, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Μάρκος Βαμβακάρης και άλλοι, διασκευάζονται και ενορχηστρώνονται από το γνωστό μουσικοσυνθέτη, με σεβασμό στην αυθεντικότητα των πρώτων εκτελέσεων:


Από τη «Φαίδρα» του Μίκη Θεοδωράκη, στο «Μοναστηράκι» του Σταύρου Ξαρχάκου, από το «Τα πήρες όλα» του Θανάση Πολυκανδριώτη, στις «Διαβολικές Πενιές» του Γιώργου Ζαμπέτα και από το «Σκληρό Απρίλη του ’45» του Μάνου Χατζιδάκι, στη μουσική ανατροπή με τον 5ο χορό του Brahms.

Η λαϊκή ορχήστρα του συνθέτη, η τραγουδίστρια Άννα Μελίτη και δύο μπουζούκια από το Μουσικό Σύνολο ΟΙ ΕΠΟΜΕΝΟΙ που παίζουν και τραγουδούν, πλαισιώνουν με τον καλύτερο τρόπο τον Θανάση Πολυκανδριώτη που υπόσχεται να μας χαρίσει μια μοναδική καλοκαιρινή βραδιά στο μαγευτικό κήπο μπροστά στο ιστορικό κτίριο του Καζίνο της Ρόδου.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά και αγορά εισιτηρίων: κα Αλεξάνδρα Χατζημιχάλη, PR Manager, achatzimichali@casinorodos.gr, www.casinorodos.gr ,www.gadr.gr , www.facebook.com/gadrhotel , τηλ. 22410 97400.

Πηγή : www.rodiaki.gr
Η ΡΟΔΙΑΚΗ - Ρόδος , Ειδήσεις , Ενημέρωση | 

ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ – πρώτη προβολή 29 Ιουλίου 1986

$
0
0
rebetiko1.jpgΗ πρώτη προβολή της σειράς πραγματοποιήθηκε 30 χρόνια πριν, την 29η Ιουλίου του 1986, από την ΕΡΤ-1.
Ολοκληρώθηκε σε τέσσερα 45λεπτα επεισόδια προερχόμενη από την ομώνυμη βραβευμένη ταινία της «Ρεμπέτικο ΕΠΕ» και του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Πρόκειται για την αφήγηση της ζωής μιας γυναίκας ρεμπέτισσας, της Μαρίκας , που γεννιέται στη Σμύρνη και καταλήγει στην Αθήνα, με την παράλληλη εξιστόρηση των κοινωνικοπολιτικών γεγονότων που συνέβησαν στην Ελλάδα από το 1917 ως το 1956, αναβιώνοντας με ρεαλιστικό τρόπο την εποχή του ρεμπέτικου τραγουδιού από τη γέννηση μέχρι την παρακμή του.

Το σενάριο, του οποίου η κεντρική ιδέα βασίστηκε στη ζωή της αείμνηστης τραγουδίστριας Μαρίκας Νίνου, συνυπογράφουν η  ΣΩΤΗΡΙΑ ΛΕΟΝΑΡΔΟΥ, που υποδύεται τον χαρακτήρα της Μαρίκας, και ο ΚΩΣΤΑΣ ΦΕΡΡΗΣ. Η μουσική σύνθεση είναι του ΣΤΑΥΡΟΥ ΞΑΡΧΑΚΟΥ σε στίχους του ποιητή-στιχουργού ΝΙΚΟΥ ΓΚΑΤΣΟΥ και η σκηνοθεσία του ΚΩΣΤΑ ΦΕΡΡΗ.
Παίζουν επίσης: ΘΕΜΙΣ ΜΠΑΖΑΚΑ (Αντριάνα), ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ (Μπάμπης), ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ (Γεωργάκης), ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΤΟΣ (Παναγής), ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΖΟΥΜΑΣ (μάγος –ταχυδακτυλουργός), ΒΑΣΩ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΟΥ (Ευτέρπη).


Η Κατερίνα Τσιρίδου και η Αρετή Κετιμέ στην κεντρική πλατεία Φιλιατρών την Κυριακή 31 Ιουλίου

$
0
0
By
Ο Δήμος Τριφυλίας διοργανώνει μια μουσική παράσταση με δύο σπουδαίες ερμηνεύτριες και μουσικούς, την Κατερίνα Τσιρίδου και την Αρετή Κετιμέ.
Ένα ταξίδι στη Μεσόγειο, στη Μ. Ασία, στα νησιά μας, αλλά και στην παράδοση.
Η Αρετή με το σαντούρι της και η Κατερίνα με το μπαγλαμά της, μαζί με μια εξαιρετική μουσική παρέα, ξετυλίγουν το μελωδικό γαϊτανάκι, παρουσιάζοντας τραγούδια διαχρονικά και αγαπημένα. Ξεκινούν από το ρεμπέτικο, το σμυρναίικο το λαϊκό και το παραδοσιακό και μας επιφυλάσσουν πολλές μελωδικές εκπλήξεις.
Η  Κατερίνα Τσιρίδουξεκίνησε καλλιτεχνικά δίπλα στον Στέλιο Βαμβακάρη και τον Σπύρο Λιόση, τον Τάκη Μπίνη αλλά και με πολλούς σπουδαίους καλλιτέχνες της παραδοσιακής μας μουσικής (Χρόνης Αηδονίδης,Τασία Βέρρα,Νίκος Σαραγούδας κ.α.).

Η τελευταία τους συνεργασία είναι η συμμετοχή του Αγάθωνα στον πρώτο προσωπικό της δίσκο. Αυτή η δουλειά κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 2009,με τίτλο «Κισμέτ» και περιλαμβάνει 17 «διαμάντια» του ρεμπέτικου.


Η Αρετή Κετιμέέκανε το ντεμπούτο της στον χώρο της μουσικής σε πολύ μικρή ηλικία. Το κοινό τη γνώρισε αρχικά στο πλευρό του δασκάλου της Αριστείδη Μόσχου και στη συνέχεια στο πλάι του Γιώργου Νταλάρα, ο οποίος την ξεχώρισε για το ταλέντο της αλλά και για τον επαγγελματισμό της, παρά τη μικρή της ηλικία.
Ένα πλάσμα ταλαντούχο, που μάγευε παίζοντας σαντούρι και τραγουδώντας παραδοδιακά τραγούδια. Τα χρόνια πέρασαν και, όπως είναι φυσικό, η Αρετή μεγάλωσε. Σήμερα είναι 27 ετών και συνεχίζει να ασχολείται επαγγελματικά με τη μουσική και το τραγούδι.

Μαζί τους
Νίκος Πρωτόπαππας: κιθάρα – φωνή
Σπύρος Πατράς: Μπουζούκι – φωνή
Μιχάλης Δανιάς: Βιολί
Είσοδος Ελεύθερη

 

«Από την Καντάδα στο Ρεμπέτικο και το Λαϊκό»

$
0
0
Αφιέρωμα από το Μουσικό Εργαστήριο
του 1ου ΓΕΛ Ασπροπύργου
την Τρίτη 2 Αυγούστου
στην Καμάρα της Άνω Σύρου
Την Τρίτη 2 Αυγούστου 2016 και ώρα 21:00, στην Kαμάρα της Άνω Σύρου, υπό την αιγίδα του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, το Μουσικό Εργαστήριο του 1ου ΓΕΛ Ασπροπύργου θα παρουσιάσει ένα αφιέρωμα με τίτλο «Από την Καντάδα στο Ρεμπέτικο και το Λαϊκό» σε ένα μουσικό ταξίδι από το 1930 έως το 1970, με μια ομάδα δέκα μουσικών (κιθάρες, αρμόνιο, ακορντεόν, πιάνο, μπουζούκι, φλάουτο, βιολί) δέκα ατόμων στα φωνητικά και τεσσάρων χορευτών.

Το Μουσικό Εργαστήριο αποτελείται τόσο από μαθητές όσο και από αποφοίτους του 1ουΓΕΛ Ασπροπύργου, οι οποίοι πλέον είναι φοιτητές, από μέλη της φιλαρμονικής και συμφωνικής ορχήστρας Ασπροπύργου (Γιώργος Μουζάκας στο φλάουτο, Χρήστος Πέππας στο βιολί).

Στο Εργαστήρι συμμετέχει και νέος συνθέτης, ο Γιώργος Τσίγκος (πιάνο, αρμόνιο) –ιδρυτικό μέλος του Μουσικού Εργαστηρίου από το 2009- ο οποίος θα παρουσιάσει συνθέσεις του και διασκευές εμπνευσμένες από τη συγκεκριμένη μουσική περίοδο. Όλοι δε είναι εξαιρετικοί χορευτές.

Το Μουσικό Εργαστήριο του 1ουΓΕΛ Ασπροπύργου αποτελεί πλέον «θεσμό», δίνοντας κάθε Ιούνιο στο Δημοτικό Κινηματοθέατρο του Ασπροπύργου επιτυχημένες παραστάσεις μπροστά σε κοινό που ξεπερνάει τους 800 θεατές κάθε φορά.

Παραμονές Χριστουγέννων 2014, το Μουσικό Εργαστήρι μετά από τιμητική πρόσκληση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου, καθώς και του Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, έψαλε διασκευασμένα Κάλαντα, βασισμένα στην επτανησιακή και ρεμπέτικη καντάδα αλλά και στη σμυρναίικη μουσική, αφήνοντας ομολογουμένως εξαιρετικές εντυπώσεις.

Επιπλέον, συμμετείχε στους Πανελλήνιους Αγώνες Τέχνης που διεξήχθησαν στην Θεσσαλονίκη από 23-4-2015 έως 25-4-2015 όπου απέσπασε το 2οΠανελλαδικό βραβείο στην κατηγορία της μουσικής.

Τον Ιούλιο του 2015 πρωτοστάτησε σε εκδήλωση στην Ελευσίνα, στο πλαίσιο της δράσης για δημιουργία Μουσικού Σχολείου στο Θριάσιο Πεδίο, ενώ στις 30 Αυγούστου συμμετείχε στην εκδήλωση «7η Μεγάρων Γη» η οποία και έλαβε χώρα στα Μέγαρα.

Στις 22  Δεκεμβρίου 2015, το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας της Ελλάδος φιλοξένησε ζωντανά για μία ώρα το Μουσικό Εργαστήρι και στις 28 Δεκεμβρίου πλαισίωσε την τελετή βράβευσης μαθητών στα Μέγαρα για τις επιδόσεις τους σε Πανευρωπαϊκούς, Βαλκανικούς και Πανελλήνιους Αγώνες.

Στις 4 Ιανουαρίου 2016 παρουσίασε  στο κατάμεστο κινηματοθέατρο Γαλαξίας στον Ασπρόπυργο  αφιέρωμα στους Έλληνες συνθέτες και σολίστες της περιόδου ‘50-‘70 και στις 27 Φεβρουαρίου 2016 στο Βουλευτικό του Ναυπλίου.

Υπεύθυνη                                                         Φανή Σκληρού

Μουσικού Εργαστηρίου                                     Καθηγήτρια

1ου ΓΕΛ Ασπροπύργου                                Πληροφορικής- Μαθηματικός

Cyclades24.gr

Γιάννης Παπαϊωάννου 1913-1972

$
0
0
Ο Γιάννης Παπαιωάννου σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα τα χαράματα της 3ης Αυγούστου 1972
Ο Γιάννης Παπαϊωάννου υπήρξε ένας από τους θεμελιωτές και κύριους εκφραστές του λαϊκού μας τραγουδιού. Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίουτου 1913 στην Κίο της Προποντίδας. Σε ηλικία δυο ετών ορφάνεψε από πατέρα κι επτά χρόνια αργότερα έζησε τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Αρχικώς εγκαταστάθηκε με τη μητέρα και τη γιαγιά του στη Σαμοθράκη και λίγο αργότερα μετακόμισαν στον Πειραιά, στις Τζιτζιφιές, όπου ζούσαν οι θείοι του και η υπόλοιπη οικογένεια. Στη δουλεία μπήκε από μικρός. Εργάστηκε ως ψαράς, ως μαραγκός, σε συνεργείο αυτοκινήτων και σε οικοδομές. Η σκληρή βιοπάλη του απαγόρευσε να συνεχίσει το σχολείο.

Το 1928 ξεκίνησε να παίζει μουσική με μια φυσαρμόνικα, αλλά η σχέση του με τη μουσική θα παρέμενε σε εκείνο το επίπεδο αν δεν ήταν το ποδόσφαιρο. Έπειτα από έναν σοβαρό τραυματισμό του, η μητέρα του τού έκανε δώρο ένα μαντολίνο για να σταματήσει να παίζει. Η ζωή του άλλαξε, όταν μια μέρα άκουσε σε μια ταβέρνα «Το μινόρε του τεκέ» του Γιάννη Χαλκιά. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγε μπουζούκι. Το ερωτεύτηκε και το υπηρέτησε πιστά μέχρι το τέλος της ζωής του.

Στο πάλκο πρωτανέβηκε το 1933. Στη σαραντάχρονη πορεία του έγραψε πάνω από 800 τραγούδια, περιόδευσε σε Ελλάδα και Αμερική, και ανέδειξε μια ολόκληρη γενιά καλλιτεχνών, μουσικών και τραγουδιστών. «Η Φαλιριώτισσα» «Η Ψαροπούλα», «Βαδίζω και παραμιλώ», «Καπετάν Αντρέα Ζέππο», «Πριν το χάραμα», «Σβήσε το φως να κοιμηθούμε», είναι μερικά μόνο από τα διαχρονικά τραγούδια του που άφησε ως κληρονομιά.

Ο Γιάννης Παπαιωάννου σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα τα χαράματα της 3ης Αυγούστου 1972, καθώς μετά τη δουλειά πήγαινε για ψάρεμα στα Βασιλικά της Σαλαμίνας. Στη μνήμη του, ο Βασίλης Τσιτσάνης -κουμπάρος, φίλος και συνεργάτης του για πολλά χρόνια- έγραψε «Το τραγούδι του Γιάννη» που τραγουδά η Πόλη Πάνου.
ΠΗΓΗ : www.sansimera.gr





Γιώργος Μουφλουζέλης ...Ο πιο αδικημένος Ρεμπέτης

$
0
0
Πέθανε σε ηλικία 79 χρονών σαν σήμερα,στις 4 Αυγούστου του 1991
Σπουδαία κομμάτια που έγραψε και τραγουδιούνται ως σήμερα κανείς δεν γνώριζε για ολόκληρες δεκαετίες ότι ήταν δικά του. Τα δύσκολα παιδικά χρόνια και η δικαίωση στα μέσα του '60
«Που 'σουν μάγκα το χειμώνα», «Εγώ δεν έχω βγάλει το σχολείο», «Ο ψαράς μέσα στη χώρα». Αυτά είναι κάποια από τα «διαμάντια» του ρεμπέτικου τραγουδιού που μας άφησε κληρονομιά -μαζί με δεκάδες άλλα- ο σπουδαίος ερμηνευτής Γιώργος Μουφλουζέλης.
Για πολλά χρόνια κανείς δεν γνώριζε ότι πολλά ρεμπέτικα κομμάτια είχαν την υπογραφή του. Η βιογραφία του με τίτλο «Οταν η λήγουσα είναι μακρά» αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το σενάριο της θρυλικής σειράς «Το μινόρε της αυγής», στην οποία εμφανίστηκε τραγουδώντας δυο δικά του δημιουργήματα: τον «Ψαρά» και το «Μέσ'στη φυλακή τ'Ανάπλι».
Ο Γιώργος Μουφλουζέλης γεννήθηκε το 1912 στη Μυτιλήνη. Αναγκάστηκε να αφήσει το σχολείο μετά τη β'δημοτικού, αφού ο αυστηρός κι απόμακρος πατέρας του αποφάσισε να τον πάρει μαζί του στην οικοδομή.
Βασανίστηκε στα γιαπιά, είχε όμως τα αυτιά του ανοιχτά στους ήχους και στη μουσική. Λαϊκά, δημοτικά, ρεμπέτικα, χασικλίδικα, κουτσαβάκικα τραγούδια τον συντρόφευαν από πολύ νωρίς.
http://1.bp.blogspot.com/-c4DAlzVASMw/UGk494n2huI/AAAAAAAAHz8/fwu2pvPZyoQ/s1600/espreso+logo.jpghttp://1.bp.blogspot.com/-c4DAlzVASMw/UGk494n2huI/AAAAAAAAHz8/fwu2pvPZyoQ/s1600/espreso+logo.jpg
Αυτοδίδακτος
Έμαθε μόνος του μπουζούκι, τζουρά και μπαγλαμά. Στα 22 του, μαζί με έναν φίλο του που έπαιζε κιθάρα, έκαναν περιοδείες στη Σύρο, στην Τήνο και τη Σάμο, ενώ στη διάρκεια της κατοχής έμεινε στη Μυτιλήνη παίζοντας μουσική. Μετά τον Στρατό, το 1933, κατετάγη στη Χωροφυλακή, όμως δεν του πήγαινε η ψυχή να φορτώνει με μηνύσεις φτωχούς πολίτες για ψύλλου πήδημα. Έτσι, ζήτησε την απόλυσή του. Στο νησί γνώρισε την πρώτη γυναίκα του, την Παναγιώτα, την οποία έχασε ύστερα από 15 χρόνια από καρκίνο.

Αν και από το 1930 είχε αρχίσει τα πηγαινέλα στην Αθήνα, τελικά ήταν το 1958 που κατάφερε να εγκατασταθεί μόνιμα στην πόλη. Από τους πρώτους που γνώρισε ήταν ο Μπάτης, στο καφενείο του οποίου «Τα τέσσερα βάσανα, οι έξι πόνοι» έπιασε δουλειά ψήνοντας καφέδες. Εκεί συνάντησε τον Βαμβακάρη, τον Δελιά, τον Παπαϊωάννου.

Όταν γνωρίστηκε με τον Απόστολο Καλδάρα, κυκλοφόρησε το πρώτο δισκάκι του με το «Ανεβαίνω σκαλοπάτια», χωρίς να εμφανίζεται το όνομά του. Δεύτερη επιτυχία ήταν το «Εγώ δεν έχω βγάλει το σχολείο», με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.
Ως συνδημιουργός του κομματιού εμφανίζεται εκβιαστικά ο Μπάμπης Μπακάλης. Κάπως έτσι βίωσε τα κυκλώματα των δισκογραφικών. Τραγούδια του έγιναν γνωστά με ονόματα άλλων κι εκείνος έπαιρνε ως αντάλλαγμα 100, 200 ή 300 δραχμές, αναλόγως πώς κοστολογούσαν κάθε φορά την ανάγκη του για επιβίωση.


Το 1966 αποφάσισε να παντρευτεί ξανά, όμως η δεύτερη σύζυγός του τον εγκατέλειψε όταν ο γιος τους, ο Σταυράκης, ήταν δύο ετών. Στον αγώνα για την επιβίωση είχε πια δίπλα του τον μικρό. Μαζί έβγαιναν για το «πιατάκι», ο Γιώργης έπαιζε, το αγοράκι μάζευε τα κέρματα σε κουτούκια και ταβέρνες. Σε ένα από αυτά τα μαγαζιά, το 1968, συναντήθηκε με τον Ηλία Πετρόπουλο, ο οποίος ετοίμαζε βιβλίο για το ρεμπέτικο.

Προσφέρθηκε να βοηθήσει κι ο Πετρόπουλος τον κάλεσε σε μια εκδήλωση στο «Χίλτον» για να τραγουδήσει. Εκεί τον ανακάλυψε ο ιδιοκτήτης της δισκογραφικής εταιρίας Λύρα Αλέξανδρος Πατσιφάς, ο οποίος του πρότεινε να κάνει δίσκο, στον οποίο να τραγουδάει ο ίδιος. Το άλμπουμ πήγε μια χαρά κι έτσι ακολούθησαν άλλοι τέσσερις δίσκοι.
Παράλληλα, άρχισε τις εμφανίσεις σε μαγαζιά στην Πλάκα, είτε μαζί με καλλιτέχνες του Νέου Κύματος είτε με έντεχνους συνθέτες. Απέφευγε πεισματικά, ωστόσο, να συνεργαστεί με τις λεγόμενες «μεγάλες πίστες».

Όταν τη δεκαετία του '70 ο Γιώργος Νταλάρας ετοίμαζε το άλμπουμ «50 χρόνια ρεμπέτικο τραγούδι» με επανεκτελέσεις θρυλικών κομματιών, ζήτησε από τον Μουφλουζέλη να του δώσει την άδεια ώστε να τραγουδήσει το «Σχολείο».

Τότε ήταν που το όνομά του συνδέθηκε επίσημα με το τραγούδι κι άρχισε να δέχεται προτάσεις για εμφανίσεις.

Ο δίσκος έγινε πλατινένιος, ο πρώτος στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας.


  «Το μινόρε της αυγής»

Μαζί με τους εναπομείναντες ρεμπέτες δούλεψε στον «Ζυγό». Ένα βράδυ γνώρισε τον τότε γενικό διευθυντή της ΕΡΤ Φώτη Μεσθεναίο, ο οποίος του έγραψε τη βιογραφία και τη χρησιμοποίησε ως σενάριο στον δεύτερο κύκλο του σίριαλ «Το μινόρε της αυγής».

Όλα αυτά τα χρόνια ο Μουφλουζέλης ζούσε με συντροφιά τον γιο του Σταύρο. Τα έβγαζαν δύσκολα πέρα. Σε ένα τηλεοπτικό αφιέρωμα ειπώθηκε ότι έπρεπε να βγει τιμητική σύνταξη για τους παλιούς καλλιτέχνες. Η Μελίνα Μερκούρη, ως υπουργός Πολιτισμού, την ενέκρινε, ο Γιώργος όμως την εισέπραξε μόνο τέσσερις πέντε φορές.  
Πέθανε σε ηλικία 79 χρονών στις 4 Αυγούστου του 1991, ξεχασμένος από φίλους και Πολιτεία.

http://1.bp.blogspot.com/-c4DAlzVASMw/UGk494n2huI/AAAAAAAAHz8/fwu2pvPZyoQ/s1600/espreso+logo.jpg

Απόσπασμα από συνέντευξη που έδωσε ο Κώστας Βίρβος στη Μαρούλα Κλιάφα το Πάσχα του 1997

$
0
0
"ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟΝ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΠΟΥ ΛΕΙΠΕΙ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ ΜΑΣ Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΡΒΟΣ ΑΣ ΔΟΥΜΕ ΤΙ ΕΙΠΕ ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΤΟ 1997 ΣΤΗΝ ΜΑΡΟΥΛΑ ΚΛΙΑΦΑ..."

Ποια είναι η πρώτη εικόνα που διατηρείτε έντονα στη μνήμη σας;
«Θυμάμαι πως όταν ήμουνα πολύ μικρός, η μάνα μου είχε κρεμάσει πλάι στο κρεβάτι μου μια υφαντή μπαντανία με τρεις κοπέλες που χόρευαν. Μου άρεσε πολύ να τις κοιτάζω και τις είχα δώσει και ονόματα. Τις έλεγα Μαλότα, Μπαλότα και Καλότα. Όλα τα ονόματα είχαν ομοιοκαταληξία. Τέλειωναν σε «οτα». Κάθε πρωί τις καλημέριζα και κάθε βράδυ τις καληνύχτιζα».

Πώς ήταν η ζωή σας ως παιδί;
«Αν και προέρχομαι από αστική οικογένεια, ζούσαμε ελεύθερα. Το σπίτι μας ήταν στην οδό Καραϊσκάκη, αλάνα δεν υπήρχε κοντά αλλά παίζαμε στους γύρω δρόμους με τα γειτονόπουλα. Κυρίως αγόρια.[…] Αν και θυμάμαι πως υπήρχαν και μερικά κορίτσια που τα κοίταζα. Αυτό στο δημοτικό ε!  Ήμουνα ο αρχηγός της παρέας. Υπασπιστή είχα τον Τάσο Ζαχαράκη. Η μητέρα μου , κόρη τσιφλικά, ήταν πολύ αυστηρή, σχεδόν δωρική. Μας μάλωνε συχνά, μερικές φορές και μας έδερνε. Εγώ ήμουνα πολύ ατίθασος. Δεν λογάριαζα τα μαλώματα. Έκανα του κεφαλιού μου».

Τι είδους μουσική ακούγατε στο σπίτι;
«O πατέρας μου που το 1914 είχε μεταναστεύσει στην Αμερική, όπου έμεινε δέκα χρόνια, είχε φέρει από εκεί ένα γραμμόφωνο και πολλούς δίσκους, κυρίως όπερες. Μαζί είχε φέρει και δυο τρεις δίσκους με ρεμπέτικα. Εμένα δεν μου άρεσαν οι  όπερες. Εγώ άκουγα κατά κόρον τα ρεμπέτικα. Τα αγαπούσα γιατί τα άκουγα από τα πολύ μικρά μου χρόνια μιας και το σπίτι μας γειτνίαζε με τα πορνεία. […] Εκτός από τα ρεμπέτικααγαπούσα πολύ και τα ηπειρώτικα τραγούδια, κυρίως τα πολυφωνικά.  Εκστασιαζόμουν. Τα ηπειρώτικα τραγούδια είναι όπως οι αρχαίες τραγωδίες. «Ο Μενούσης» για παράδειγμα. Ένα δραματικό τραγούδι, που ο πρωταγωνιστής είναι θύτης και θύμα ταυτόχρονα».

Έχετε επηρεαστεί από το ηπειρώτικο τραγούδι;

«Μμμ. Ίσως. Νομίζω πως ως προς τη δομή του στίχου πως έχω επηρεαστεί. Όταν άρχισα συνειδητά να γράφω στίχους άφηνα πάντα το ένστικτο να με οδηγεί. Έγραφα τραγούδια που πρώτα να ικανοποιούν εμένα. Πολλές φορές όμως το τέλος του τραγουδιού που έγραψα δεν ήταν ευχάριστο. Τέτοια τραγούδια ήταν αντιεμπορικά. Οι εταιρείες δυσανασχετούσαν. Οι ευρύτατες μάζες ήθελαν τραγούδια με ευχάριστο τέλος».

Δουλεύετε πολύ τον στίχο;
«Μερικές φορές ο στίχος μου βγαίνει αμέσως. Όμως υπάρχουν στίχοι που τους έχω γράψει και δυο και τρεις και τέσσερις φορές. Δεν φτάνει η έμπνευση. Χρειάζεται και δουλειά».

 Ας γυρίσουμε στα παιδικά σας χρόνια. Πού πήγατε σχολείο;
«Ο πατέρας μου με έγραψε στο 3ο δημοτικό σχολείο επειδή εκεί ήταν διευθυντής ένας Κρανιώτης δάσκαλος, ο Τζιαμπιώζης. Αυτός μου έδωσε και διάβασα τα πρώτα λογοτεχνικά βιβλία.
Στο 3ο δημοτικό σχολείο που πήγα έγινα πολύ λαϊκό παιδί λόγω πολυεθνικότητας του σχολείου. Το ένα τρίτο των συμμαθητών μου ήταν προσφυγόπουλα, παιδιά πολύ φτωχά, ξυπόλητα… Το άλλο ένα τρίτο ήταν εβραιόπουλα και οι υπόλοιποι ήμασταν γηγενείς. Έκανα παρέα με όλους. Πήγαινα στον Συνοικισμό, όμως φιλίες ιδιαίτερες είχα  με τα εβραιόπουλα. […] Αργότερα οι δυο καλύτεροι φίλοι μου ήταν ο Σαμουήλ Σαμουήλ και ο Μάκης Λεβής».
 
Πότε γράψατε τους πρώτους στίχους;
«Μόλις τέλειωσα το δημοτικό και ετοιμαζόμουνα το φθινόπωρο να δώσω εξετάσεις στο γυμνάσιο, πήγαμε οικογενειακώς στην Κρανιά. Εκεί υπήρχαν δυο σχολεία. Τα χρόνια εκείνα ακόμα και το καλοκαίρι μας μάντρωναν. Η Κοινότητα πλήρωνε τους δασκάλους και τα πρωινά για λίγες ώρες πηγαίναμε στο σχολείο. Δεν ήταν υποχρεωτικό αλλά πηγαίναμε. Μια μέρα ο δάσκαλος Κώστας Γκίκας μας λέει: «Παιδιά αύριο αντί για έκθεση ιδεών θα μου φέρετε ένα ποίημα». Γυρίζω στο σπίτι, κάθομαι και γράφω ένα ποίημα. Όταν την επομένη το διάβασε με ρώτησε: « Εσύ το έγραψες αυτό;» «Εγώ». Δεν με πίστεψε φαίνεται και μου είπε να πάω στη διπλανή αίθουσα και να γράψω ένα ποίημα με το τάδε θέμα. Δεν θυμάμαι τώρα το θέμα. Πάω εγώ, σε είκοσι λεπτά το είχα γράψει. Γυρίζω στην τάξη. « Τι το τέλειωσες κιόλας»; «Το τέλειωσα».
 « Για να δω τι σαχλαμάρες έγραψες». Το διαβάζει, του άρεσε. « Κοίτα» μου λέει, « τώρα που θα κατεβείς στην πόλη να πας να αγοράσεις τη νεοελληνική στιχουργική του Ηλία Βουτυρίδη και να αρχίσεις να διαβάζεις ποίηση. Μην φοβάσαι, ας είσαι μικρός». Αυτός ο δάσκαλος ο Γκίκας μου έμαθε να διαβάζω ποίηση.»

Έχετε γράψει στίχους κατά παραγγελία;
«Ναι, έχω γράψει. Όταν ένας φίλος σου λέει έχω γράψει τη μουσική αλλά δυσκολεύομαι στο στίχο και σου ζητάει βοήθεια δεν μπορείς να του το αρνηθείς. Όταν σου δίνουν τη μουσική για να την επενδύσεις με λόγια συχνά δυσκολεύεσαι και ο στίχος μπορεί να υστερεί. Οι μεγάλοι μας συνθέτες, Τσιτσάνης, Καλδάρας ξεκινούσαν πάντα σχεδόν από τον στίχο. Οι στίχοι τους ενέπνεαν και τη μουσική».

Συνήθως διαλέγατε εσείς τους συνθέτες στους οποίους δίνατε τους στίχους σας;    
«Προσπαθούσα. Τα κριτήριά μου ήταν πάντα η ποιότητα της δουλειάς τους. Η μουσική φόρμα του Τσιτσάνη, αυτό το καινούργιο που έφερε στη μουσική και δημιούργησε το τρικαλινό στίγμα, την τρικαλινή σχολή-  γιατί πολλοί τον μιμήθηκαν στη συνέχεια- εμένα μου άρεσε. Πολλοί συγχέουν το μάγκικο τραγούδι με το ρεμπέτικο. Δεν είναι το ίδιο. Το ρεμπέτικο θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το εργατικό τραγούδι των πόλεων. Το μάγκικο είναι η αργκό. Εγώ για παράδειγμα έχω γράψει το μάγκικο « Θα κάνω ντου βρε πονηρή στα στέκια που αράζεις».

Δηλαδή ο στίχος είναι εκείνος που καθορίζει αν ένα τραγούδι είναι μάγκικο;
«Ο στίχος αλλά εν πολλοίς και η μουσική. Μάγκικα έγραψε ο Μπάτης, ο Βαμβακάρης...Αν και η « Φραγκοσυριανή» για κανένα λόγο δεν είναι μάγκικο τραγούδι.
Ο Τσιτσάνης πήρε αυτά τα τραγούδια και τα μεταμόρφωσε. Έβαλε νέα στοιχεία και το δικό μας δημώδες και έφτιαξε κάτι προσωπικό, δικό του. «Η συννεφιασμένη Κυριακή»είναι σε φόρμα δημοτικού τραγουδιού».

Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Τσιτσάνη. Υπήρχαν διαφωνίες, εντάσεις;
 «Στον Τσιτσάνη αν δεν του άρεσε ο στίχος, σε κοιτούσε λίγο περίεργα- ποτέ δεν σου έλεγε κάτι να σε προσβάλει- και στη συνέχεια γελούσε δυνατά. Να έτσι. ( Μιμείται το γέλιο του Τσιτσάνη) « Γιατί γελάς ρε Βασίλη;» τον ρωτούσα. « Έλα μωρέ Κώστα» έλεγε. «Εγώ θέλω στον στίχο εικόνες, εικόνες, εικόνες…». Τα αφηρημένα πράγματα δεν του άρεσαν. Επίσης δεν του πήγαινε καθόλου το Μικρασιάτικο τραγούδι και δεν έκρυβε την απέχθειά του για αυτό.
Ο Τσιτσάνης έδινε μεγάλη σημασία στην αρχή του τραγουδιού. « Πρέπει  να σχίζει, να τσακίζει», έλεγε. Ιδιαίτερη σημασία έδινε και στο ρεφραίν. Κατά τον Τσιτσάνη το ρεφραίν πρέπει να τα λέει όλα. Τον άκουγα ευλαβώς. Έμαθα πολλά για τον στίχο από τον Τσιτσάνη.
Η συνεργασία μου με τον Καλδάρα ήταν διαφορετική. Το συζητούσαμε.
Και με τον Μπιθικώτση συνεργάστηκα καλά. Κάναμε μαζί μεγάλες επιτυχίες. Ο Μπιθικώτσης μπορεί να μην έγραψε πολλά τραγούδια αλλά ήταν καλός συνθέτης».

 Η συζήτησή μας στη συνέχεια στράφηκε σε άλλα μονοπάτια.  Μου μίλησε για τον Κίτσο Τσιτσάνη, έναν άνθρωπο ταλαντούχο που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν το κυνήγι, το να εκτρέφει καρδερίνες στο κλουβί και το να ακούει γραμμοφωνημένα τα τραγούδια που έγραφε κι ας μην είχαν το όνομά του. « Έγραφε για το κέφι του», μου τόνισε. « Το ίδιο και ο Παπασίκας » είπα. Ύστερα μου εμπιστεύτηκε πως είχε αρχίσει να γράφει ένα βιβλίο για τον Τσιτσάνη με προσωρινό τίτλο « Ο άγνωστος Τσιτσάνης». Τον ρώτησα αν το έχει προχωρήσει. « Είναι γύρω στις ογδόντα, ενενήντα σελίδες. Να δούμε αν το συνεχίσω. Δεν ξέρω ».
Του ζήτησα να μου περιγράψει την προπολεμική ζωή στα Τρίκαλα.
Μου μίλησε  για τις παλιές ταβέρνες, τον καραγκιόζη, τα δισκάδικα της 25ης Μαρτίου που με μεγάφωνα μετέδιδαν για λόγους διαφημιστικούς τους νέους δίσκους, κυρίως ρεμπέτικα, για την μπάντα που έπαιζε στην πλατεία και διαμόρφωνε ένα καλό μουσικό αισθητήριο στον κόσμο. Θυμήθηκε τα μαθητικά του χρόνια, την κατοχή… Μου διηγήθηκε δυο περιστατικά με τους τρικαλινούς δωσίλογους. Την έξοδό του στο αντάρτικο το καλοκαίρι του 1944, τον εμφύλιο, τις σπουδές του, τη στρατιωτική του θητεία, τη δουλειά του στο Υπουργείο Οικονομικών.
Άρπαξα την ευκαιρία.

Ποια θεωρείτε κυρίως εργασία σας; τον ρώτησα.
(Χαμογέλασε). « Την στιχουργική βέβαια. Η άλλη μου δουλειά απλώς μου εξασφάλιζε έναν καλό μισθό και την ιατρική περίθαλψη».
Κοίταξα το μαγνητόφωνο. Η τρίτη κασέτα τέλειωνε. Του το είπα.
«Θα συνεχίσουμε όταν θα έρθεις στην Αθήνα», με παρηγόρησε.
Δεν συνεχίσαμε. Όμως τα τελευταία χρόνια μιλούσαμε πολύ συχνά στο τηλέφωνο. Μια δυο φορές μου τραγούδησε το «Κοιμήσου αγγελούδι μου», αυτό το καταπληκτικό νανούρισμα. Τελευταία, λίγο πριν αρρωστήσει, τραγουδήσαμε μαζί τηλεφωνικώς το « Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα» το οποίο μου το έστειλε και σε χειρόγραφο. Ήταν ένας πολύ καλός λαϊκός ποιητής και κυρίως ένας σπάνιος άνθρωπος. Θα μου λείψει.

Μαρούλα Κλιάφα
Σημείωση:Οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο του «Κέντρου Ιστορίας και Πολιτισμού της εταιρείας Κλιάφα».
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ
http://www.trikalanews.gr/arthra__apoceis__epistoles/apospasma_apo_sunenteuxi_pou_edose__o_kostas_birbos_sti_maroula_kliafa_to_pasxa_tou_1997.html
Viewing all 1577 articles
Browse latest View live