Quantcast
Channel: Το Ρεμπέτικο Τραγούδι
Viewing all 1584 articles
Browse latest View live

Η εξομολόγηση του Χρήστου Νικολόπουλου: «Ήρθα αντιμέτωπος με το θάνατο»!

$
0
0

Η εξομολόγηση του Χρήστου Νικολόπουλου: «Ήρθα αντιμέτωπος με το θάνατο»!

«Επί δύο χρόνια βίωσα εξαιρετικές δυσκολίες»...

Ο σπουδαίος Χρήστος Νικολόπουλος μιλάει στο περιοδικό ΕΓΩ και τον Γιάννη Βίτσα για τις δυσκολίες που έχει περάσει στη ζωή του και για πρώτη φορά αποκαλύπτει το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε...

Τα δύσκολα χρόνια που βίωσε

Πέρασα πολύ δύσκολα, τόσο εγώ όσο και η οικογένειά μου, όπως και όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα. Επί δύο χρόνια βίωσα εξαιρετικές δυσκολίες. Υπήρχαν ημέρες που δεν είχα να φάω. Μοιραζόμουν με φίλους ένα πιάτο...
Πηγή www.newsit.gr


Κατερίνα Τσιρίδου: «Το ρεμπέτικο είναι η καθαρότητα της μουσικής»

$
0
0
http://www.e-orfeas.gr/images/stories/articles_2013/faces/tsiridou_1.jpg
Κατερίνα Τσιρίδου: «Το ρεμπέτικο είναι η καθαρότητα της μουσικής»
Συνέντευξη στην Κέλλυ Γκούνη

Το ρεμπέτικο τραγούδι, στις αρχές του 20ου αιώνα, θεωρούνταν το ισχυρό όπλο μουσικής έκφρασης, της ανδροκρατούμενης, τότε, κοινωνίας. Οι γυναίκες μέχρι το 1930, απλά υμνούνταν, μέσω του ρεμπέτικου στίχου, ως το αντικείμενο του ανδρικού πόθου. Πρώιμες όμως γυναίκες φεμινίστριες διείσδυσαν στον χώρο αυτό, κατακτώντας την ισονομία και ισοτιμία στον ελεύθερο τρόπο έκφρασης. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την Ρόζα Εσκενάζυ και την Ρίτα Αμπατζή, οι οποίες άφησαν το μουσικό τους στίγμα στο ρεμπέτικο τραγούδι της δεκαετίας του ’30.

Φτάνοντας στο σήμερα, η καθαρότητα αυτής της μουσικής, έχει, με μεγάλη επιτυχία, συνεχιστές. Συνεχιστής αυτής της μουσικής παράδοσης του λαϊκού αστικού τραγουδιού είναι και η Κατερίνα Τσιρίδου.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, από γονείς Καβαλιώτες, σε μικρή ηλικία ασχολήθηκε με την εκμάθηση μουσικών οργάνων όπως πιάνο, κιθάρα και μπαγλαμά. Μία άρτια καλλιτέχνιδα, όχι λόγω της μουσικής της παιδείας, μιας και στον καλλιτεχνικό χώρο είναι ιδιαίτερα αγαπητή για την ακεραιότητα της ψυχής της. Είναι απόλυτα δοσμένη στο ρεμπέτικο, αγαπά την ελευθερία του πνεύματος, είναι ερωτευμένη με τους συνεργάτες της και ξέρει να αγγίζει το ακροατήριο με την μοναδική μελωδική φωνή της. Μία φωνή που δεν αφήνει αδιάφορο και τον πιο άπιστο, συναισθηματικά ανέγγιχτο άνθρωπο. Ο «Ορφέας», φιλοξενεί την  ερμηνεύτρια και μας μιλά για εκείνη και τις συνεργασίες της.  


Ρεμπέτες της εποχής του ’30 περιγράφουν το ρεμπέτικο με τρεις λέξεις : μπουζούκι, μαγκιά και αγαπητηλίκι. Ως ρεμπέτισσα, 80 χρόνια μετά, πως θα το περιέγραφες σήμερα;

To ρεμπέτικο, δεν ήταν πότε μόνο αυτά. Είναι η ειλικρίνεια της γνώμης, η ελευθερία του πνεύματος και η καθαρότητα της μουσικής! Όλα τα παραπάνω είναι για αυτούς που απλά δεν το γνωρίζουν.

Πολλοί σε παρομοιάζουν με την Ρόζα Εσκενάζυ, μία καλλιτέχνιδα που ταυτίστηκε με το λαϊκό αστικό τραγούδι. Πως νοιώθεις;

Το να με συγκρίνουν με μια τέτοια σπουδαία γυναίκα και φωνή μόνο με τιμά. Η Ρόζα στην εποχή της ήταν επαναστάτρια, μία ελεύθερη γυναίκα.


Παρακολουθώντας σε, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρατηρώ ότι είσαι ένας άνθρωπος που μπορεί και εκφράζει τις απόψεις του ελεύθερα, για θέματα εφ’ όλης της ύλης, δίχως αναστολές  αλλά με το γάντι που λέμε. Πιστεύεις ότι οι όποιοι προβληματισμοί ή τυχόν διαφορές μεταξύ των ανθρώπων πρέπει να λύνονται «πολιτισμένα»;
Ο καθένας έχει τον τρόπο του… Δεν γουστάρω να καβγαδίζω και να ξεμαλλιάζομαι, πάντα πάω πρώτα με το καλό, αλλά μην με πειράξεις...!

Ως καλλιτέχνιδα, φαντάζομαι βιώνεις την ένδεια του ελληνικού πολιτισμού. Τι πρέπει να αλλάξει για να κάνουμε «πλουσιότερο» τον πολιτισμό μας;

Εκτός από καλλιτέχνιδα, είμαι και μητέρα τριών παιδιών, οπότε καταλαβαίνεις πόσο μου κοστίζει... Να ξεκινήσουμε από τα σχολεία, να καθαρίσει το τοπίο στην τηλεόραση, που μας ταΐζει σαβούρα, να αφιερώσουμε περισσότερο χρόνο για την τροφή του μυαλού και της ψυχής και λιγότερο τα υπόλοιπα. Το ξέρω κλισέ... αλλά θέλουμε ξεσκαρτάρισμα!


Η πρώτη σου καλλιτεχνική εμφάνιση έγινε στην ηλικία των 19, δίπλα στον Στέλιο Βαμβακάρη και τον Σπύρο Λιόση.  Μπορείς να θυμηθείς κάποια συμβουλή που αυτοί οι άνθρωποι σου έδωσαν, στα πρώτα σου καλλιτεχνικά βήματα;

Αν και είχα πολύ σπουδαίες συνεργασίες, λίγοι ήταν αυτοί οι οποίοι προσπάθησαν να βοηθήσουν ή να συμβουλέψουν... Ο Λιόσης  μου έμαθε πως όταν ανεβαίνεις στο πάλκο δεν είσαι σαν τους άλλους είναι ιερό και πρέπει να το έχεις κερδίσει… Πραγματικές όμως συμβουλές για τον τρόπο που θα τραγουδάω και θα λειτουργώ μου έδωσε ακομπλεξάριστα μόνο ο Αγάθωνας με τον οποίο είμαστε συνεργάτες και φίλοι πολλά χρόνια και εμφανιζόμαστε παρέα και φέτος στη «ΝΤΑΜΙΡΑ» στο Γκάζι.
 

 
  
  
  

 

Στον πρώτο σου προσωπικό δίσκο με τίτλο «Κισμέτ», συνεργάστηκες με τον Αγάθωνα. Πρόκειται να συνεργαστείτε πάλι. Μίλησε μου για την τότε και τη σημερινή σας συνεργασία.

Η συνεργασία μας πάει χρόνια πίσω, είναι μέντορας μου, σκληρός και ειλικρινής, έξτρα ταλαντούχος και καταρτισμένος άρτια. Φέτος είμαστε μαζί με μία σπουδαία ομάδα στο Γκάζι, Νίκος Πρωτόπαπας στην κιθάρα, Γεράσιμος Σταμούλης στο μπουζούκι, Σωτήρης Μαργώνης στο βιολί, Μάνος Γρισμπολάκης στο ακορντεόν και μια νέα φωνή η Λαμπρινή Τσούμαλη. Ομαδάρα!

Μαζί με την Κομπανία, συμπράττετε άψογα μουσικά. Αυτό φαίνεται και από την αποδοχή του κοινού που έχετε, σε κάθε εμφάνιση σας. Τι είναι εκείνο που «ενώνει» μία ομάδα μουσικών;

Η kompania δεν είναι απλά μια ομάδα μουσικών, είμαστε οικογένεια, ζευγάρι, κουμπάροι κτλ. Βασικά έχουμε εξαιρετική χημεία, ανασαίνουμε μουσικά με τον ίδιο τρόπο, γι’ αυτό και το πρώτο μας cd πήγε το Φεβρουάριο του ‘13 στο νούμερο 5 στα Ευρωπαϊκά τσαρτς!
        Μόλις κυκλοφόρησε και το δεύτερο μας cd με τίτλο «Μετ’ επιστροφής», άντε καλοτάξιδο!


Τι ήταν αυτό που σε έκανε να ακολουθήσεις το συγκεκριμένο είδος μουσικής;

Από την οικογένεια μου δεν είχα τέτοια ακούσματα… μεγάλωσα μέσα στις μπουάτ… Το ρεμπέτικο με βάρεσε κατακούτελα 13 ετών όταν άκουσα τη Μαρίκα Νίνου, η οποία έγινε στην πορεία μούσα και εφιάλτης μου...!


«Όπου κι αν είσαι γύρισε…», η δεύτερη δισκογραφική σου δουλειά που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2012. Λέει ένας στίχος του τραγουδιού του ομώνυμου άλμπουμ, « Τον καημό μου, δε μπορώ να γιάνω, απόψε θαρρώ πως θα πεθάνω». Άμεσο, λαϊκό, ερωτικό τραγούδι. Εσύ πως βιώνεις τον έρωτα και όλα τα παρελκόμενα του;
Ο έρωτας είναι σημαντικό κομμάτι της ζωής μου! Είμαι τρελά ερωτευμένη με το σύζυγο μου εδώ και 14 χρόνια. Είμαι ερωτευμένη με τη μουσική, που με ζαλίζει και με απογειώνει... Ο έρωτας με έκανε να τραγουδάω καλύτερα με έκανε να λυτρώνομαι!


Θα ήθελα να κλείσουμε, με έναν δικό σου αγαπημένο στίχο.

Θα σου γράψω από δύο διαφορετικά τραγούδια που με κυνηγούν πάντα…
«Και κάνοντας συμβιβασμούς με τη συνείδηση του, έζησε με το τίποτα και πέθανε μαζί του»(ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ). «Βρε κορμιά βασανισμένα πιάστε απόψε τα στενά, Να μας δει κι εμάς ο χάρος που της γης δίνουμε βάρος κι όποιον πάρει η σφεντονιά»(ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ).


*Το δεύτερο album της «Κομπανίας» με τίτλο «Μετ’ επιστροφής», κυκλοφόρησε τον περασμένο μήνα. Στο album ακούγονται διασκευές από παλιά λαϊκά, ρεμπέτικα και παραδοσιακά τραγούδια συνθετών όπως τον Κώστα Σκαρβέλη, Απόστολο Χατζηχρήστου, Βασίλη Τσιτσάνη, Παναγιώτη Τούντα, Ρόζα Εσκενάζυ, Γιάννη Τατασόπουλου, Νίκο Γούναρη κ.α.

 Zωντανά μπορείτε να την απολαύσετε στο νέο αθηναϊκό,
κλασσικό ρεμπετάδικο «Νταμίρα» (πρώην Χελώνα),
στο Γκάζι, μαζί με την «Κομπανία» και τον Αγάθωνα Ιακωβίδη.

Kιθάρα : Νίκος Πρωτόπαπας
Mπουζούκι : Γεράσιμος Σταμούλης
Bιολί : Σωτήρης Μαργωνής
Aκορντεόν : Mάνος Γρισμπολάκης
Τραγούδι: Kατερίνα Τσιρίδου, Λαμπρινή Tσούμαλη, Αγάθων Ιακωβίδης

Έναρξη: Σάββατο 2 Νοεμβρίου
Παρασκευή -  Σάββατο στις 22.00
Κυριακή στις 18.00
Τηλέφωνα κρατήσεων

216 - 9000200
216 - 9000201
Κείμενο: Κέλλυ Γκούνη   
Πηγή ανάρτησης : www.e-orfeas.gr 

Πίτσα Παπαδοπούλου: «Ο νταλκάς βγαίνει μόνο από το λαϊκό τραγούδι»

$
0
0
http://www.iefimerida.gr/sites/default/files/pizza-660.jpg
Συνέντευξη στην Άννα Τσιάλτα
 Απλή προσιτή και πολύ ευγενική, ως γνήσια σταρ, μιλάει για όλους και για όλα. Η πιο αυθεντική λαϊκή φωνή, με πολύ μεγάλη ιστορία, η Πίτσα Παπαδοπούλου, σχολιάζει εκείνα τα χρόνια της καριέρας της δίπλα στον Γιώργο Ζαμπέτα, τον άρχοντα όπως τον αποκαλεί, αλλά και για το σήμερα της ελληνικής μουσικής, όπως εκείνη μοναδικά το έχει ζήσει. Μια συνέντευξη απλή, προσιτή, χωρίς σταριλίκι και πάνω από όλα Αληθινή και ανθρώπινη. Όπως ακριβώς είναι και η Πίτσα Παπαδοπούλου Αληθινή και Αυθεντική! Απολαύστε την!

 Μετά από δισκογραφική απουσία έχετε ετοιμάσει μια νέα δουλειά και έχετε συνεργαστεί και με νέους καλλιτέχνες, πείτε μας λίγα λόγια για αυτήν τη νέα δουλειά.

Ναι, ήθελα να κάνω έναν δίσκο με νέους δημιουργούς, γιατί πιστεύω στα νέα παιδιά και ξέρω ότι έχουμε πολύ καλούς δημιουργούς, βέβαια σ’ αυτόν τον δίσκο υπάρχουν και τραγούδια μεγάλων καταξιωμένων δημιουργών.
 
Είστε μια γυναίκα που ερμηνεύει με πάθος. Τι σκέφτεστε κάθε φορά που ερμηνεύεται ένα κομμάτι;



Η ερμηνεία είναι κατάθεση ψυχής, κάθε φορά που λέω ένα τραγούδι περνάνε διάφορες παραστάσεις από το μυαλό μου, στιγμές που έχουμε ζήσει και ταυτίζουμε τις εικόνες αυτές με ένα τραγούδι. Νομίζω πως συμβαίνει σε όλους αυτό.
 
Τι είναι αυτό που αγγίζει τον κόσμο από τα τραγούδια σας;


Δεν ξέρω ακριβώς, ίσως αυτό που είπα πριν, ότι αυτά που έχουμε ζήσει, αυτά που μας έχουν κάνει να χαρούμε να λυπηθούμε, αυτά ίσως να βγαίνουν πολύ έντονα προς τα έξω και να δημιουργούν πολύ δύναμη, ώστε να αγγίζει το ακροατή και να ταυτίζει δικές του στιγμές με το τραγούδι μου.

Ξεκινήσατε την καριέρα σας στο τραγούδι με τον Γιώργο Ζαμπέτα, ο οποίος ήταν και ακόμα θεωρείται ένας «θρύλος» για την ελληνική μουσική, πως ήταν η συνεργασία μαζί του;

Δεν είχα καταλάβει το τι μου συμβαίνει, ήταν λες και ζούσα στιγμές παραμυθιού και πραγματικότητας ταυτόχρονα. Έγιναν τόσο γρήγορα τα πράγματα που άργησα να συνειδητοποιήσω ότι τώρα εγώ είμαι τραγουδίστρια. Είμαι σε ένα μαγαζί που λέγεται «Ξημερώματα» και τραγουδάω εγώ, δίπλα στον Γιώργο Ζαμπέτα, στην Πόλυ Πάνου.

Τι σας συμβούλεψε πριν εμφανιστείτε για πρώτη φορά σε κοινό, ήσασταν πολύ μικρή σε ηλικία και φαντάζομαι θα είχατε τρακ.

Τίποτα, το μόνο που μου έλεγε είναι κάτσε εδώ, γιατί εγώ ήθελα να φύγω, μου πονούσαν τα πόδια από τα παπούτσια. (γέλια) Του έλεγα Κύριε Γιώργο, αφήστε με να φύγω, δεν θέλω να γίνω τραγουδίστρια, μου πονάν τα πόδια. (γέλια)

Τι θυμάστε από την συνεργασία μαζί του;

Ο Γιώργος Ζαμπέτας ήταν Άρχοντας, με όλη τη σημασία της λέξης.


Το παιδικό σας όνειρο ήταν να γίνεται ηθοποιός, όταν ξεκινήσατε την καριέρα σας στο τραγούδι και καταξιωθήκατε ως τραγουδίστρια, εγκαταλείψατε εντελώς αυτή την ιδέα ή είχατε πάντα κάποιο «απωθημένο» με το θέατρο;


Αυτά δεν εγκαταλείπονται, ακόμα και τώρα σκέφτομαι πως θα ήταν αν ήμουν Ηθοποιός, αλλά δεν ξέρω αν θα τα είχα καταφέρει.

Ζήσατε το λαϊκό τραγούδι στις μεγάλες του δόξες, σήμερα όμως περνάει κρίση, καθώς ο κόσμος προσανατολίζεται σε νέα είδη μουσικής, πως το σχολιάζεται αυτό, ποια πιστεύετε ότι θα είναι η εξέλιξη του;

Το λαϊκό τραγούδι δεν μπορεί να φύγει από τον Έλληνα, είναι μέσα στις φλέβες μας, στο DNA μας, ο πόνος, ο «νταλκάς», αν θέλεις να το πω έτσι, βγαίνει μόνο από το λαϊκό τραγούδι.

Πιστεύεται ότι σήμερα βγαίνουν καλά λαϊκά τραγούδια;

Βεβαίως… Έχουμε πολύ καλούς δημιουργούς!

Είστε μια από τις καλύτερες τραγουδίστριες του ελληνικού τραγουδιού, τι νιώθετε κάθε φορά που το ακούτε αυτό;

Ευγνωμοσύνη. Η Αγάπη του κόσμου με κράτησε και με κρατάει όλα αυτά τα χρόνια σ αυτόν τον χώρο και μου δίνει δύναμη.

Σας έφερε ποτέ κάποιος θαυμαστής-ρια σας σε δύσκολη θέση από την εκδήλωση θαυμασμού του;

Κακοπροαίρετα ποτέ! Μπορώ να πω πως δεν ήταν περιστατικά που με έφεραν σε δύσκολη θέση.            

  
  
 

 

 
Αυτή την εποχή η δισκογραφία βιώνει μια μεγάλη κρίση, καθώς δεν πωλούνται πλέον εύκολα τα cd, γιατί ο κόσμος έχει τη δυνατότητα να κατεβάζει τα τραγούδια που του αρέσουν από το ιντερνέτ. Ποια πιστεύεται ότι θα είναι η εξέλιξη αυτής της κατάστασης;
 

Κοίταξε να δεις, όταν ο κόσμος δεν έχει να πάρει τα απαραίτητα για να ζήσει την οικογένεια του, δεν μπορεί να πάει να αγοράσει ένα cd 15 και 20 ευρώ. Αυτό πρέπει να το καταλάβουν οι εταιρίες. Σαφώς και με στενοχωρεί το γεγονός της πειρατείας, γιατί κι αυτό είναι ένα μέρος της πειρατείας όταν δεν κατεβαίνουν τα τραγούδια από σελίδες που συνεργάζονται οι εταιρίες για να μπορεί ο δημιουργός και ο καλλιτέχνης να πάρει τα δικαιώματα του, αλλά και τι να κάνουμε; Πιστεύω πως αυτός που πραγματικά αγαπάει έναν καλλιτέχνη, θα κάνει λίγο υπομονή κι όταν έχει, θα πάει να αγοράσει το αυθεντικό cd της εταιρίας για να στήριξη τον αγαπημένο του καλλιτέχνη.

Βλέπουμε ότι καινούργιες δισκογραφικές δουλειές πωλούνται στα περίπτερα μαζί με περιοδικά και εφημερίδες. Εσείς θα δεχόσασταν να γίνει κάτι τέτοιο στη δική σας δισκογραφική δουλειά;

Σαφώς, γιατί όχι; Κι εμείς πρέπει να απλώσουμε λίγο το χέρι μας σ’ αυτούς που μας κρατάνε χρόνια στον χώρο. Ο κοσμάκης μας κρατάει, μας βάζει μες στα σπίτια του, μας έχει σε μια βιτρίνα να μην σκονιστούμε, εφόσον δεν μπορεί πλέον να έχει την οικονομική άνεση, γιατί να μην το δεχτώ. Έτσι καταπολεμάτε και η πειρατεία, γιατί είναι αυθεντικά.

Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης της νέας γενιάς που να θέλετε πολύ να συνεργαστείτε μαζί του, είτε αυτός είναι τραγουδιστής είτε συνθέτης;

Έχουμε πολύ σπουδαία νέα παιδιά στον χώρο μας, δεν θέλω να ονομάσω τώρα κάποιους, αλλά θεωρώ ότι όλοι εμείς «οι μεγάλοι» μπορούμε και θα έπρεπε να δώσουμε την ευκαιρία και στα νέα παιδιά για να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους.

Πέρα από την κρίση που βιώνει το λαϊκό τραγούδι και η δισκογραφία, ολόκληρη η χώρα ζει μια μεγάλη κρίση με το ΔΝΤ, σας φοβίζουν τα νέα μέτρα αλλά και η καθημερινότητα των επόμενων χρόνων στη χώρα μας.

Όποιος λέει πως δεν τον φοβίζουν, να ξέρεις πως λέει ψέματα! Είναι δυνατόν; Με φοβίζουν, γιατί δεν είναι ένας τομέας που χτυπήθηκε από την κρίση. Όλοι οι τομείς αντιμετωπίζουν φοβερά προβλήματα. Έχουμε οικογένειες, παιδιά, φίλους, που σκεφτόμαστε όλοι το τι θα κάνουμε.

Έχω παρατηρήσει πως σε συνεντεύξεις σας μιλάτε με νοσταλγία για τα παιδικά σας χρόνια, τι είναι αυτό που νοσταλγείτε περισσότερο;

Την αθωότητα της ψυχής! Τότε δεν υπήρχε η πονηριά, τότε ότι είχε ο ένας είχε και ο άλλος, δεν υπήρχε η ζήλια και η κακία, τώρα ο ένας προσπαθεί να βγάλει το μάτι του άλλου γιατί έχει περισσότερα υλικά αγαθά. Τότε ήταν αλλιώς, τρέχαμε και ξυπόλυτοι στις αλάνες, όχι γιατί δεν είχαμε παπούτσια, αλλά γιατί δεν μας ένοιαζε, τώρα αν τα παιδιά μας δεν φοράνε «φίρμες» είναι κατώτεροι των άλλων. Αστεία πράγματα κι όμως μας έχουν βάλει στο τρυπάκι του παγκόσμιου μάρκετινγκ.

Υπάρχει κάτι που θέλατε να αλλάξετε από όλα όσα έχετε στην ζωή σας;

Όχι, νιώθω καλά, πάνω απ’ όλα με τον εαυτό μου, δεν έχω πειράξει κανέναν, δεν έχω κάνει κακό σε κανέναν, κι αν έχω κάνει κάποια στιγμή κάποιο κακό, θα είναι στον εαυτό μου με τα λάθη μου και τις επιλογές μου.

Όλα αυτά τα χρόνια της καριέρας σας και με τις συνεργασίες που έχετε κάνει, τι είναι αυτό που έχει χαραχθεί στη μνήμη σας;

Ότι πρέπει να παραμένουμε άνθρωποι, τι σημασία έχει αν εγώ είμαι η Πίτσα και εσύ η Άννα, Είμαστε Άνθρωποι; Έχουμε τον σεβασμό ο ένας απέναντι στον άλλον; Δεχόμαστε τον συνάνθρωπο μας με τα καλά και τα κακά του; Κράτα αυτό!

Που θα σας απολαύσει ο κόσμος τον Χειμώνα που έρχεται;

Φέτος θα είμαστε μαζί με τον αγαπημένο μου Βασίλη Λέκκα σε έναν πολύ όμορφο και ζεστό χώρο. Θα ξεκινήσουμε στις 26 Οκτωβρίου στο Antart στην Γλυφάδα κάθε Σάββατο.

Μια ευχή για να κλείσουμε όμορφα την συνέντευξη μας;

Να παραμείνουμε Άνθρωποι και να έχουμε την υγεία μας, όλα τα άλλα θα φτιάξουν γιατί είμαστε γερός λαός! Έλληνες!
Πηγη αναρτησης  www.e-orfeas.gr

InDebito, του Andrea Segrè

$
0
0
InDebito, του Andrea Segrè

Η ταινία InDebito,είναι μια ταινία για το ρεμπέτικοτραγούδι και την ελληνική κρίση, η οποία έκανε πρεμιέραστις 20 Νοεμβρίου 2013στις 22.00 στο κινηματοθέατρο Τριανόν, παρουσία του σκηνοθέτη Andrea Segrèαλλά και του δημοφιλούς μουσικού Vinicio Capossela.


«Η ώρα του ρεμπέτικου» μέσα στη δίνη της κρίσης. Παράδοξο; Πιθανόν, μα κι από τη φύση του είναι ανένταχτο αυτό το δωρικό, μουσικόιδίωμα, που στάθηκε αφορμή κι αιτία για την έκφραση μίας λούμπεν, αλλά επαναστατικής κοινωνίας ανθρώπων. Στην Ελλάδα, στη Σμύρνη, στη Σύρα, στον Περαία, στον Βοτανικό, στη Σαλονίκη; Ολούθε. Τα απομεινάρια του ξέμειναν σε όλα αυτά τα μέρη και κυρίως στις πάλαι ποτέ φτωχογειτονιές που τώρα αναβιώνουν μνήμες αλλοτινές, υπό πιο ασφαλείς συνθήκες. Το ρεμπέτικο μπήκε στο ρουθούνι της κυβερνώσας τάξης, έγινε ένα με τον καπνό και τη σκόνη, μπήκε κάτω από το σακάκι του μάγκα εν είδει μουσικού οργάνου (μπαγλαμάς…). Μέχρι και τον Τσιτσάνη ανάγκασε να καθυστερήσει λίγο παραπάνω έως ότου βγάλει προς τα έξω τα μεγάλα «διαμάντια».


Είναι όλα αυτά επίκαιρα; Αυτό το ερώτημα, σκάλωσε στο μυαλό (ανήσυχο, ακάματο, πολύχρωμο) του Vinicio Capossela όταν λίγο πριν από την έκδοσητου πρόσφατου cd του «Rebetiko Gymnastas» αποφάσισε να καταπιαστεί με το ζήτημα. Στον σπουδαίο Ιταλό τραγουδοποιό και περφόρμερ δεν έφτανε μία δική του μουσικήπροσέγγιση στην όλη ιστορία. Ήθελε το βίωμα εκ των έσω και αναμοχλεύοντας τα μονοπάτια να βρει το κατά πόσο τα χνάρια φρεσκαρίστηκαν. Δεν νομίζω πως θα μπορούσε να κάνει καλύτερη επιλογή, από το να διαλέξει ως ανιχνευτή έναν από τους κορυφαίους σκηνοθέτες του νέου Ιταλικού σινεμάκαι ήδη με σημαντική πορεία στο χώρο του κοινωνικού – ερευνητικού ντοκιμαντέρ , τον Andrea Segre.


Οι δυο τους αποφάσισαν να πέσουν στα βαθιά και να καταδυθούν στα «θολά»(;) νερά της σημερινής ελληνικής κοινωνίας, προκειμένου να διαπιστώσουν αν και που βρίσκεται στο ανάμεσα το ρεμπέτικο. Με μια πολύ δεμένη και συγκροτημένη ομάδα συνεργατών (κορυφαίων επαγγελματιών του είδους…) ταξίδεψαν από το Μιλάνο για Αθήνα και ακολούθως Θεσσαλονίκη. Στα μέσα Ιουνίου. Η έρευνα απέφερε καρπούς. Έφερε και συγκινήσεις, έντονες αναμνήσεις , βαθιές συναναστροφές. Και μουσική. Με αναθυμιάσεις ρεμπέτικου στο φουλ. Η ιταλοελληνική παροικία που σχηματίστηκε –με τα πολλά- πάλεψε να αφουγκραστεί το εκλογικό κλίμα των ημερών (κάλπη της 17ης Ιουνίου), τον αντίκτυπο στον περίγυρο και να ψάξει τους μουσικούς, τους ερευνητές, τους εραστές και το κοινό του ρεμπέτικου στο σήμερα. Κι από σκόνη, βρέθηκε χρυσάφι.


Το αποτέλεσμα είναι πλέον έτοιμο. Ένα ντοκιμαντέρ, όχι αφιερωματικό και βασισμένο πάνω στην ιστορία αυτή καθαυτή του είδους, αλλά τολμηρό ως προς την πρόθεση να βάλει το «χέρι» στο μαγκάλι της φωτιάς και να διαπιστώσει αν «καίει» ακόμη.

Σωτήρης Μπέκας– Musicpaper.gr


«Καθώς προετοιμαζόμασταν για τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ, αντιληφθήκαμε πως είχαμε την ευκαιρία παράλληλα να πούμε την ιστορία πολλών ανθρώπων που βρίσκονται σε μία κατάσταση με μεγάλες δυσκολίες, εξαιτίας της οικονομικής συγκυρίας…»

Andrea Segrè– σκηνοθέτης


O Andrea Segrè είναι σκηνοθέτης ταινιών μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, καθώς επίσης ερευνητής της Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας. Εδώ και πάνω από δέκα χρόνια ασχολείται με το ζήτημα της μετανάστευσης. Ιδρυτής της ένωσης ZaLab, που αναλαμβάνει παραγωγές και διοργανώνει συμμετοχικά εργαστήρια βίντεο, έχει σκηνοθετήσει πολλά ντοκιμαντέρ, που έχουν προβληθεί και βραβευτεί σε διάφορα φεστιβάλ σ’ όλο τον κόσμο. Πέρσι απέσπασε πολλά βραβείαανάμεσα στα οποία και το βραβείο LUX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για την ταινία του Io sono Li/Shun Li and the Poet, η οποία προβλήθηκε και στο 53ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.


Με φόρα από το 66ο Φεστιβάλ ταινιών του Λοκάρνο

Το κείμενοπου ακολουθεί, του κινηματογραφιστή Λευτέρη Δασκαλάκη , είναι παρουσίαση της προβολής της ταινίας ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους του Ιταλού σκηνοθέτη Andrea Segrè, "INDEBITO", με θέμα το ρεμπέτικο τραγούδι και την σχέση του με την ελληνική κρίση, που προβλήθηκε στο 66ο Φεστιβάλ ταινιών του Λοκάρνο.

Οι ρίζες του ρεμπέτικου και η σχέση του με την οικονομική κρίση και το πώς την βιώνουν οι Έλληνες ήταν το θέμα του ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους “INDEBITO”, του πολυβραβευμένου ιταλού σκηνοθέτη Andrea Segrè, που προβλήθηκε σε πρώτη παγκόσμια προβολή (προβολές εκτός διαγωνισμού), ανοίγοντας τις πύλες του 66ου Φεστιβάλ ταινιών του Λοκάρνο της Ελβετίας.

Ένα ντοκιμαντέρ που αφηγείται την καθημερινή πια ελληνική επικαιρότητα, βαδίζοντας στα χνάρια του ρεμπέτικου, στα λόγια και τη μουσική της ελληνικής εξέγερσης.

Segrè και Capossela «ζωγραφίζουν» το τραγικό πορτρέτο μιας χώρας στο έλεος της κρίσης, αφήνοντας τις εικόνες των κλειστών καταστημάτων, τα σημάδια του θυμού να εικονίζονται με συνθήματα στους τοίχους, την κατάπτωση από την κρίση, να διαλογίζονται με την ελπίδα του ρεμπέτικου και τους εκφραστές του που δεν είναι άλλοι από τον ιταλό τραγουδοποιό Vinicio Capossela, τραγουδοποιό, άνθρωπο της τέχνης και του θεάτρου, που εξελίχθηκε σε άριστο δεξιοτέχνη του μπαγλαμά και του ρεμπέτικου. Δίπλα του, ο Μανώλης Πάππος, ο Ντίνος Χατζηιορδάνου, ο Άγγελος Πολυχρόνου, ο Βασίλης Κορακάκης , ο Δημήτρης Κοντογιάννης, η Θεοδώρα Αθανασίου , η Καίτη Ντάλη, ο Ψαραντώνης κ.ά.
Όπως αναφέρει ο σκηνοθέτης: «Μαζί με τον Vinicio Capossela (πρωταγωνιστή του ντοκυμαντέρ), περπατήσαμε τους δρόμους και τα σοκάκια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, σαν ταξιδιώτες αλλά και σαν «αλήτες», ακολουθώντας τα λόγια και τη μελωδία του ρεμπέτικου, του ελληνικού μπλουζ. Μιας μουσικής, ενίοτε απαγορευμένης, που γεννήθηκε από την απόγνωση των ανθρώπων κόντρα στην εξουσία και αποτελούσε την εξέγερση και μια σιωπηρή ελπίδα».

Το ντοκιμαντέρ “INDEBITO” που είναι μια ιταλική παραγωγή με την συμμετοχή της Rai Cinema, στην ιταλική και την ελληνική γλώσσα, παρακολούθησαν πάνω από 3.000 θεατέςστην κατάμεστη αίθουσα Fevi του Λοκάρνο, ενώ αμέσως ακολούθησε συναυλίαμε ρεμπέτικα τραγούδια από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές του ντοκιμαντέρ, με το κοινό από πολλές χώρες του κόσμου να συμμετέχει ρυθμικά στους δρόμους του ρεμπέτικου.

Λευτέρης Δακαλάκης, Κινηματογραφιστής
Lugano, 2013


Συντελεστές
Σενάριο– Ιστορία: Vinicio Caposselaκαι Andrea Segre
Σκηνοθεσία: Andrea Segre
Φωτογραφία: Luca Bigazzi
Ήχος: Remo Ugolinelli, Adriano Di Lorenzo
Έρευνα – Αρχειακό Υλικό: Σωτήρης Μπέκας, Σοφία Λαμπροπούλου , Δημήτρης Παπαδόπουλος  
Γενική διεύθυνση: Luciano Linzi
Παραγωγή: Francesco Bonsembianteγια τη Jolefilm και τη La Cupa, σε συνεργασία με τη Rai Cinema

Εμφανίζονται: Vinicio Capossela, Theodora Athanasiou, Bufos Puppet Theatre (Anneta Stefanopoulou, Agni Papadeli- Rossetou), Giorgis Christofilakis, Keti Dali, Pantelis Hatzikiriakos, Dimitris Kontogiannis, Vasilis Korakakis, Stefanos Magoulas, Dimitris Mistakidis, Manolis Pappos, Nikos Strouthopoulos, Timoleon Tzanis, Evgenios Voulgaris, Panagiotis Xanthopoulos
www.culturenow.gr 

ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ ΤΑ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΑ

$
0
0
http://www.musicheaven.gr/html/modules/Blog/accounts/nick-k/1195072517.jpg
Αν πριν απο 50η60 χρόνια, έλεγες σε κάποιον ότι σου αρέσουν,τα ρεμπέτικα τραγούδια, εκείνος θα σε κοίταζε με....περιφρόνηση. Αυτό συνέβαινε γιατί ο Όρος "ρεμπέτικο", ήταν τότε συνώνυμος του "Υποκόσμου, του Τεκέ, του χασισιού, των φόνων ,κλπ"Από τότε μέχρι και σήμερα, τα ρεμπέτικα τραγούδια είναι μονίμως "παρεξηγημένα"Κατ'αρχήν, ο Όρος "παρεξηγημένα", πηγάζει, η αν θέλετε αφορά τους δημιουργούς τους. Οι αιτίες της "παρεξήγησης"; Πολλές.Μερικές από αυτές, έχουν να κάνουν με αρθρογράφους-μουσικοκριτικούς της εποχής εκείνης (1930-1950). Κανένας δεν αμφισβητεί, ότι υπήρχαν τραγούδια του Υποκόσμου μέσα στα ρεμπέτικα. Υπήρξαν όμως και τραγούδια "διαμάντια", τα οποία τα τραγουδάμε ακόμα και σήμερα. Άλλωστε, πολλοί ιστορικοί και μελετητές του ρεμπέτικου, ίσως για να λυθεί η "παρεξήγηση"που στιγμάτισε τα ρεμπέτικα τραγούδια, τα χώρισαν σε ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ, βάσει της θεματολογίας τους.

Έχουμε λοιπόν τραγούδια του "ΤΕΚΕ", της "ΤΑΒΕΡΝΑΣ", "ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ", "ΤΟΥ ΧΑΡΟΥ", "ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ", "ΤΗΣ ΜΑΓΚΙΑΣ", κ.α. Σύμφωνα με τις ποιο πάνω κατηγορίες, διακρίνουμε κάποιες ομοιότητες ανάμεσα στα ρεμπέτικα, και τα δημοτικά τραγούδια, και θα 'λεγα ότι είναι κάτι φυσιολογικό αυτό, μιας και το ρεμπέτικο τραγούδι δέχτηκε "επήρειες"από το δημοτικό τραγούδι.Τα ρεμπέτικα, όπως και τα δημοτικά, βασιστήκαν κατά 90% σε πραγματικά-καθημερινά γεγονότα. Η μουσική του ρεμπέτικου, είναι ίσως η δυσκολότερη, μιας και βασίζεται σε μουσικούς "δρόμους"τόσο του Βυζαντίου, όσο και της ανατολής. Πολλοί μουσικολόγοι επιχείρησαν να "εξηγήσουν"αυτούς τους δρόμους, επιχείρησαν να τους αναλύσουν, αλλά απέτυχαν παταγωδώς.Οι περισσότεροι δημιουργοί του ρεμπέτικου, δεν είχαν "μουσική παιδεία", δεν είχαν πάει σε κάποιο ωδείο η άλλη μουσική σχολή. Παρόλα αυτά, αυτοί οι "αμόρφωτοι"άνθρωποι, ήταν εκείνοι που έγραψαν ένα μεγάλο κεφάλαιο στην "ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ"!Το πλεονέκτημα τους αυτό, της "αμορφωσιάς", αλλά και της ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ, ίσως είναι ο λόγος που έκανε τους ...."μορφωμένους"να μην τους δέχονται στο χώρο! Αυτό βέβαια δεν είχε καμία σημασία, γιατί ο λαός όχι μόνο δέχτηκε, αλλά αγάπησε τα ρεμπέτικα "παρεξηγημένα"τραγούδια.Ο στίχος τους, απλός, αληθινός, ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ, εξέφραζε αλλά και εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να εκφράζει τις καθημερινές μας στιγμές. Η μουσική; Είτε σε δρόμο "ραστ", είτε σε "νιαβέντ", είτε σε "κιουρδί", κλπ, μάγευε, και μαγεύει. Τα ρεμπέτικα τραγούδια, και οι δημιουργοί τους αδικήθηκαν πολύ, και μάλιστα ΣΚΟΠΙΜΑ!Μέσα στα τραγούδια του σήμερα, τις "επιτυχίες", τα ρεμπέτικα τραγούδια είναι εκείνα που μπορούν να βοηθήσουν τον κόσμο να καταλάβει ότι οι "ευκαιριακοί"σύγχρονοι δημιουργοί, τον κοροϊδεύουν. Τον μειώνουν!Ας δούμε πότε έχουμε την πρώτη ηχογράφηση ρεμπέτικων τραγουδιών! Τα πρώτα ρεμπέτικα τραγούδια, "φωνογραφήθηκαν"το 1910 στην Αμερική! Εκεί έγινε το ξεκίνημα, και τα τραγούδια που "πρωτοφωνογραφήθηκαν"ήταν τραγούδια "αγνώστων"Ελλήνων δημιουργών, τα οποία τα έφεραν μαζί τους οι μετανάστες στην "νέα Πατρίδα".Βάσει της μελέτης της Μαρίας Κωνσταντινίδου με τίτλο "ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ", η μετανάστευση ξεκίνησε το 1890, και έφτασε στο απόγειο της στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι μετανάστες λοιπόν προερχόταν απ'όλα τα κοινωνικά στρώματα, αλλά ήταν κυρίως Αγρότες, και άνθρωποι που στην Ελλάδα ασχολούνταν με διάφορες περιστασιακές δουλειές. Πήραν όπως προανέφερα τα τραγούδια από τις πατρίδες τους στην "νέα"πατρίδα. Η μουσική Κληρονομιά ήταν για τους μετανάστες ένας τρόπος διεξόδου, ήταν επικοινωνία, ήταν τρόπος ύπαρξης.Πρέπει σ'αυτό το σημείο να διευκρινίσω, ότι τα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν για πρώτη φορά το 1910, "δημιουργήθηκαν"όπως προκύπτει από έρευνες γύρω στο 1800, ίσως και παλιότερα, και ήταν τραγούδια που περνούσαν από γενιά σε γενιά. Επίσης πρέπει να πω, ότι εκείνη την εποχή κυριαρχούσε η εξής νοοτροπία. Για να ηχογραφηθεί ένα τραγούδι, έπρεπε πρώτα να "ακουστεί"από τον κόσμο, να γίνει αποδεκτό, να αγαπηθεί. Παρατηρούμε δηλαδή μια "διαφορετική"αντιμετώπιση των τραγουδιών, ανεξαρτήτου είδους, απ'αυτή τη σημερινή, που λέει ότι "δήλωσες τραγουδιστής, βγάζεις δίσκο".Ας γνωρίσουμε τώρα τις "Φωνογραφικές"εταιρίες εκείνης της εποχής: CBS, COLUMBIA, VICTOR, R.C.A VICTOR, OKEH, ORTHOFONIC,METROPOLITAN, BALCAN, GRECOFON, NINA, LIBERTY, ELECTROFIN, KALIFON, και η πρώτη δισκογραφική εταιρία στην Αμερική, που δημιουργήθηκε από την συνεργασία Ελλήνων Μουσικών, η PANHELLENION RECORDS.

Παρόλο που από το 1910 πέρασαν 97 χρόνια, παρόλο που υπήρξε τεράστια εξέλιξη σε πολλούς τομείς, άρα και στην Δισκογραφία, δεν μπόρεσε ΚΑΝΕΝΑΣ, να βγάλει έναν "ΠΛΗΡΗ ΚΑΤΑΛΟΓΟ"τραγουδιών που ηχογραφήθηκαν στις Η.Π.Α κατά την περίοδο 1910-1935. Η έλλειψη αυτού του καταλόγου, καθιστά τρομερά δύσκολο να βρεθεί ο ακριβής αριθμός των τραγουδιών της Αμερικής. Από τα ήδη υπάρχοντα στοιχεία, προκύπτει ότι όλα κι όλα μόνο 2000 ρεμπέτικα τραγούδια ηχογραφήθηκαν στην Αμερική.Τα στοιχεία όμως αυτά ανατράπηκαν από μαρτυρίες και κατάθεση πολλών ντοκουμέντων κατά την δεκαετία του 70'από ρεμπέτες, οι οποίοι αναφέρουν ότι πάνω από 6000 ρεμπέτικα, "μικρά και μεγάλα"ηχογραφήθηκαν στην Αμερική. Ο αριθμός αυτός, αφορά ΜΟΝΟ τα ρεμπέτικα, και κάνω αυτή την διευκρίνηση γιατί σε αρκετές μελέτες διάβασα ότι ο αριθμός 2000 αφορά το ΣΥΝΟΛΟ των τραγουδιών που ηχογραφήθηκαν τότε, δηλαδή και Δημοτικά, και Σμυρναίικα, και Ρεμπέτικα, και ..... "Ελαφρά"!Θα επικαλεστώ λοιπόν τις μαρτυρίες των Μεγάλων του Ρεμπέτικου, γιατί από έρευνες προκύπτει ότι όλα τα Ελληνόφωνα τραγούδια που προανέφερα, ξεπερνούν τις 12000, από τις οποίες τα μισά και παραπάνω ήταν Ρεμπέτικα.Παρατηρούμε ότι από τις περισσότερες ηχογραφήσεις της Αμερικής οι "Μήτρες"έχουν χαθεί, κατά μυστηριώδη τρόπο, και έτσι χάνουμε την ευκαιρία απόκτησης "Ιστορικών Ντοκουμέντων", μιας και οι πρώτοι εκείνοι δίσκοι έδειχναν καθαρά τις "Μουσικές Ρίζες"του Ρεμπέτικου. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε ένας Μικρός αριθμός ρεμπέτικων της Αμερικής, αλλά είναι τραγούδια που Φωνογραφήθηκαν την περίοδο 1935-1939 (Τεκμηριωμένα Στοιχεία από συγγενείς των δημιουργών, και παρουσία χειρόγραφων με ημερομηνίες).Είναι τραγούδια λοιπόν της "Δεύτερης περιόδου" (να την χαρακτηρίσω έτσι) ενώ λείπουν εκείνα της πρώτης, 1910-1935. Και τώρα θα γνωρίσουμε τους "ΔΡΟΜΟΥΣ"του ρεμπέτικου, δηλαδή τις μουσικές "φόρμες"πάνω στις οποίες γραφόταν η ρεμπέτικη μουσική. Πολλοί μουσικοί, αλλά και μουσικολόγοι, ερευνητές, προσπάθησαν να αναλύσουν και να ερμηνεύσουν θεωρητικά τους δρόμους της ρεμπέτικης μελωδίας, αλλά απέτυχαν. Ο λόγος αυτής της αποτυχίας είναι ότι οι μουσικοί "δρόμοι", δεν αντιπροσωπεύουν όρους καθαρά τεχνικούς, αλλά είναι συνδεδεμένοι με τον τρόπο εκτέλεσης κάθε τραγουδιού, η κάθε μουσικού αυτοσχεδιασμού – ταξιμιού.Για τους ρεμπέτες έχουμε λοιπόν τον όρο "δρόμος", για τους "Βυζαντινούς"τον όρο "Ήχος', για τους άραβες τον όρο "Μακάμ", για τους Πέρσες τον όρο "Περντέ", και για τους Ινδούς τον όρο "Ράγλας". Κατά μαρτυρίες παλιών μουσικών, οι δρόμοι του ρεμπέτικου είναι πάνω από σαράντα κύριοι, και κάπου τριάντα δευτερεύοντες, περίπου εβδομήντα δηλαδή στο σύνολο τους. Απ'όλους αυτούς, στην ρεμπέτικη μουσική, χρησιμοποιήθηκαν κυρίως δώδεκα σαν βασικοί.. Ας τους γνωρίσουμε λοιπόν: HICAZ, ή χιτζάζ: Η ονομασία προέρχεται από μια περιοχή στα παράλια της ερυθράς θάλασσας, που ήταν υπό τούρκικη κατοχή. KURDI, ή Κιουρντί : Που προέρχεται από τη γη των Κούρδων. NIHAVENT, NISABYREK, NIKRIZ: Νιαβέντ, και λοιπές ονομασίες από διάφορες ακτές! IRAK : Που προέρχεται από το Ιράκ. ISPAHAN: Που προέρχεται από το όνομα της Αρχαίας Περσικής Πρωτεύουσας! SABAH - σαμπάχ: Που σημαίνει πρωινό! USSAK- ουσάκ: Που σημαίνει Εραστές! HISAR- χισάρ: Που σημαίνει φρούριο-κάστρο! HUSEYNI- Χουσεϊνί : Που σημαίνει ωραίος νέος! RAST- ραστ: Που σημαίνει σωστός-δίκαιος! NIYAZ- νιγιάζ η νεγιάζ! Που σημαίνει Ικεσία-παράκληση! BEYATI-BAYATI: Που προέρχεται από την γη των Bayat (μπαγιάτ).Αυτοί είναι οι δώδεκα βασικοί μουσικοί δρόμοι του ρεμπέτικου τραγουδιού.

24/10/1998
Συγγραφέας: ΠΑΝΟΣ ΓΕΡΑΜΑΝΗΣ
rempetomania.blogspot.gr

Η Ρόζα η «ναζιάρα» Τριάντα τρία χρόνια από το θάνατό της..

$
0
0
Πηγή ανάρτησης: http://tvxs.gr
Τριάντα τρία χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το θάνατο της κορυφαίας ερμηνεύτριας του ρεμπέτικου και του σμυρναίικου τραγουδιού Ρόζας Εσκενάζυ.
Η Ρόζα Εσκενάζυ, ή αλλιώς Σάρα Σκενάζη ή Ζαρντινίδη, όπως λέγεται ότι ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ των ετών 1883-1890 από γονείς Εβραίους, σεφαρδίτικης καταγωγής (Ισπανοεβραία). Γύρω στο 1900, η οικογένειά της μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη. Αρχικά ξεκίνησε ως χορεύτρια στον Πειραιά (γύρω στο 1910) αλλά σύντομα άρχισε επίσης να τραγουδά ελληνικά, τουρκικά και αρμενικά τραγούδια. Στα μέσα της δεκαετίας του '20 κατέβηκε στην Αθήνα κι έπιασε δουλειά ως τραγουδίστρια στα στέκια των μουσικών της προσφυγιάς. Ο Παναγιώτης Τούντας δεν άργησε να την ανακαλύψει κι έτσι το 1928-29 έκανε τις πρώτες της ηχογραφήσεις. Γρήγορα έγινε αρκετά γνωστή και κατά τη δεκαετία του 1930 ηχογράφησε πάνω από 500 ρεμπέτικα, σμυρναίικα και δημοτικά τραγούδια, ενώ συνεργάστηκε με μεγάλους συνθέτες της Σμύρνης και της Πόλης, όπως ο Κώστας Σκαρβέλης, ο Ιάκωβος Μοντανάρης, ο Ιωάννης Δραγάτσης, ο Κώστας Τζόβενος, ο Σπύρος Περιστέρης, ο Κώστας Καρίπης, ο Γρηγόρης Ασίκης, ο Σωτήρης Γαβαλάς, ο Μανώλης Χρυσαφάκης, ο Βαγγέλης Παπάζογλου και άλλοι.

Τα «σουξέ»...
 Ταδημοφιλέστερα τραγούδια της: «Δημητρούλα», «Τα κεριά τα σπαρματσέτα», «Ναυτάκι», «Χαρικλάκι», «Κάτω στα λεμονάδικα», «Μπαμπέσα», «Καναρίνι μου γλυκό», «Αμανές», «Μπαμ και μπουμ», «Μη βιάζεσαι μικρή μου θα σ'αρραβωνιαστώ», «Γύφτισσα», «Λιλή η σκανταλιάρα», «Σέρβικος πολίτικος», «Έλα φως μου», «Μού 'χεις πάρει το μυαλό», «Αερόπλανο θα πάρω», «Πατρινιά», «Μαρικάκι μου», «Ελενίτσα μου», «Η Εβραιοπούλα» κ.ά.


 

Η λογοκρισία...

Με την απροσδιόριστη ηλικία και με την 60χρονη καριέρα, συνδέθηκε εξ αρχής με το ρεμπέτικο. Αν και ερμήνευσε όλη τη γκάμα του ελληνικού τραγουδιού —από δημοτικό μέχρι ελαφρό— η έναρξη της καριέρας της σηματοδοτείται από την ακμή του ρεμπέτικου, του οποίου υπήρξε η βασική γυναικεία φωνή. Άψογη ερμηνεύτρια, με ύφος, τεχνική και πάθος, αποτέλεσε σημείο αναφοράς και πρότυπο όλων των μετέπειτα τραγουδιστριών. Τραγική σύμπτωση, το ρεμπέτικο του τεκέ, που τόσο ιδανικά υπηρέτησε, έμελλε να σβήσει με αφορμή ένα δικό της τραγούδι: Το «Πρέζα όταν Πιεις» στάθηκε η αφορμή για την επιβολή της μεταξικής λογοκρισίας, που άνοιξε το δρόμο στη σχολή Τσιτσάνη, θέτοντας στο περιθώριο τους ρεμπέτες του μεσοπολέμου.
  

Η πατρίδα και το τέλος της...

Τη δεκαετία του 1940 και πριν από τον Β'Παγκόσμιο Πόλεμο ταξίδεψε ως τραγουδίστρια στα Βαλκάνια, την Τουρκία και τη Μέση Ανατολή. Μετά τον πόλεμο, έκανε περιοδείες στις Η.Π.Α. Μάλιστα, όταν το ’52 ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη καταγράφηκε ως «άπατρις» στον κατάλογο του πλοίου. Συμβολικό, γιατί τελικά η Ρόζα Εσκενάζυ δεν ανήκε πουθενά, πατρίδα της ήταν όλη η Μεσόγειος. Τη δεκαετία του 1970 η φήμη της αναζωπυρώθηκε ως συνέπεια της μαζικής εκ νέου «ανακάλυψης» του ρεμπέτικου. Παρέμεινε «μάχιμη» ως τα γεράματά της, διατηρώντας τις ωραίες ανατολίτικες φορεσιές της που είχε από τα νεανικά της χρόνια. Μετά το 1977 άρχισε να παθαίνει κρίσεις αμνησίας.

Στις 2 Δεκεμβρίου του 1980 πέθανε στο σπίτι της στην Κηπούπολη Περιστερίου, μόνη, αβοήθητη και σε άθλια κατάσταση λόγω προχωρημένου Αλτσχάιμερ. Θάφτηκε στο Στόμιο, ενώ μόλις πριν από δύο χρόνια μπήκε σταυρός στον τάφο της.

Επιμέλεια: Νάνσυ Φαφούτη  Πηγή ανάρτησης : 


 


 


 


 








 

Ενας Ιταλός τραγουδά τη Μισιρλού

$
0
0
O Vinicio Capossela έρχεται στη χώρα μας για μία συναυλία.

O Vinicio Capossela έρχεται στη χώρα μας για μία συναυλία.
Τα ρεμπέτικα τραγούδια ή αλλιώς τα μπλουζ της Ελλάδας και η σχέση τους με τη σημερινή ελληνική οικονομική κρίση αναδεικνύονται, όχι από έναν Ελληνα καλλιτέχνη, όπως πιθανόνατα θα περιμέναμε, αλλά από τον αξιόλογο Ιταλό τραγουδοποιό και περφόρμερ Vinicio Capossela, τον οποίο θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε ζωντανά στη συναυλία που θα δώσει μεθαύριο (Πέμπτη), στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, έχοντας στο πλευρό του τους δικούς μας Δήμητρα Γαλάνη, Θανάση Παπακωνσταντίνου και Δημήτρη Αποστολάκη. 
O Τομ Γουέιτς της Ιταλίας, όπως συχνά τον αποκαλούν, γοητευμένος από το ρεμπέτικο και την ιστορία του, αποφάσισε να αφιερώσει ένα ολόκληρο άλμπουμ στο μουσικό αυτό είδος αλλά και να πρωτοστατήσει στη δημιουργία μιας ταινίας, η οποία διερευνά τις ρίζες του ρεμπέτικου σε συνδυασμό με τον τρόπο που βιώνουν σήμερα οι Ελληνες την οικονομική κρίση.
Το άλμπουμ Rebetico Gymnastas, που κυκλοφόρησε το 2012, αποτελεί μια ιδιαίτερη προσέγγιση του τραγουδοποιού στον κόσμο του ρεμπέτικου τραγουδιού. Ο Caposella ως άλλος νεο-ρεμπέτης ερμηνεύει τραγούδια που έχει γράψει ο ίδιος βασισμένος στις μουσικές γραμμές του ρεμπέτικου, ενώ παραθέτει και αυθεντικά ρεμπέτικα τραγούδια, όπως η θρυλική Μισιρλού, την οποία έχει ερμηνεύσει συγκλονιστικά η Καίτη Ντάλλη.


Για την ηχογράφηση του Cd o Ιταλός καλλιτέχνης εξασφάλισε την πολύτιμη συνδρομή δεξιοτεχνών Ελλήνων μουσικών όπως ο Μανώλης Πάππος στο μπουζούκι, ο Βασίλης Μασσαλάς στον μπαγλαμά και ο Ντίνος Χατζηιορδάνου στο ακορντεόν, αναφέρει το δημοσίευμα από το ethnos.gr.
Η έρευνα σχετικά με το ρεμπέτικο ως τρόπο έκφρασης οδήγησε τον Vinicio Capossela στην αναζήτηση μιας πιθανής σχέσης του μουσικού αυτού ιδιώματος με την Ελλάδα του σήμερα. Το αποτέλεσμα είναι η ταινία - ντοκιμαντέρ με τίτλο Indebito τη σκηνοθεσία του οποίου υπογράφει ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του νέου ιταλικού σινεμά, ο Andrea Segre. Οι δυο τους, μαζί με μια ομάδα αξιόλογων συνεργατών, επισκέφθηκαν την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ερεύνησαν και κατέγραψαν πληροφορίες, μαρτυρίες και εικόνες καταλήγοντας σε μια ενδιαφέρουσα παρουσίαση της ιστορίας του ρεμπέτικου όχι αφιερωματική αλλά ζωντανή και άμεσα συνδεδεμένη με την κατάσταση που βιώνουν οι σύγχρονοι Ελληνες, μια κατάσταση την οποία το ρεμπέτικο είναι ικανό να εκφράσει.

O Vinicio Capossela έρχεται στη χώρα μας για μία συναυλία.

Καθώς προετοιμαζόμασταν για τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ, αντιληφθήκαμε πως είχαμε την ευκαιρία, παράλληλα, να πούμε την ιστορία πολλών ανθρώπων που βρίσκονται σε μια κατάσταση με μεγάλες δυσκολίες εξαιτίας της οικονομικής συγκυρίας. Μαζί με τον Capossela περπατήσαμε τους δρόμους και τα σοκάκια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, σαν ταξιδιώτες αλλά και σαν αλήτες, ακολουθώντας τα λόγια και τη μελωδία του ρεμπέτικου, του ελληνικού μπλουζ. Μιας μουσικής ενίοτε απαγορευμένης, που γεννήθηκε από την απόγνωση των ανθρώπων κόντρα στην εξουσία και αποτελούσε την εξέγερση και μια σιωπηρή ελπίδα, αναφέρει χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης Andrea Segre.
Και πράγματι, στην ταινία παρουσιάζονται εικόνες μιας χώρας που βρίσκεται στο έλεος της κρίσης: άδεια μαγαζιά με κατεβασμένα ρολά, απογοητευμένοι και θυμωμένοι πολίτες, συνθήματα στους τοίχους ... Και μας κάνει να αναρωτιόμαστε κατά πόσο το ρεμπέτικο, που σε παλαιότερες εποχές εξέφρασε μια άλλη επαναστατική κοινωνία ανθρώπων, έχει τη δύναμη να αποτελέσει ελπίδα αλλά και μέσο αντίδρασης των σύγχρονων Ελλήνων.
Το ντοκιμαντέρ παρουσιάστηκε με επιτυχία στο φετινό 66ο Φεστιβάλ Ταινιών του Λοκάρνο, ενώ η ελληνική πρεμιέρα του θα πραγματοποιηθεί αύριο (Τετάρτη), στις 10 το βράδυ, στο κινηματοθέατρο Τριανόν, παρουσία του σκηνοθέτη Andrea Segre, του πρωταγωνιστή Vinicio Capossela και άλλων ξένων αλλά και Ελλήνων συντελεστών της.

Μεσογειακό ταμπεραμέντο, ροκ διάθεση
O Vinicio Capossela είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες μουσικούς ταξιδιώτες της Ιταλίας που καταφέρνει να γοητεύει το κοινό με τον αυθορμητισμό του, το μεσογειακό ταμπεραμέντο του, αλλά και τις πέρα από σύνορα μουσικές αναζητήσεις του. Γεννήθηκε στη Γερμανία, αλλά πολύ σύντομα επέστρεψε στην πατρίδα του, την Ιταλία, όπου και μεγάλωσε. Εχει μεγάλη αδυναμία στην ιταλική μουσική παράδοση, την οποία συνδυάζει συχνά με το ροκ, ενώ έχει δεχτεί και αμερικανικές μουσικές επιρροές, κυρίως από τον Τομ Γουέιτς, τον οποίο θαυμάζει απεριόριστα.
Πηγή ανάρτησης - www.prismanews.gr

Γρηγόρης Μπιθικώτσης: Ό ένας και μοναδικός «σερ» του ελληνικού τραγουδιού

$
0
0
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, λαϊκός τραγουδιστής που αγαπήθηκε απ'όλους τους Έλληνες και η φωνή του συνδέθηκε με ιδιαίτερα σημαντικές στιγμές της νεότερης ελληνικής μουσικής ιστορίας γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1922, στη φτωχογειτονιά του Περιστερίου.
Παιδί οκταμελούς, πολύ φτωχής οικογένειας, άρχισε από τα παιδικά του χρόνια να ασχολείται με τη μουσική και, ενώ τα αδέλφια του, το 1940 έφυγαν για το ελληνοαλβανικό μέτωπο, εκείνος έμεινε πίσω, ασκούσε το επάγγελμα του υδραυλικού και μάθαινε κιθάρα
Εκείνος έκανε τα πρώτα του βήματα σ'ένα ταβερνάκι της γειτονιάς του, τραγουδώντας με μία κιθάρα, ευρωπαϊκά. Όλα άλλαξαν, όταν μια κρύα νύχτα του χειμώνα του 1937 πήγε ν'ακούσει τρεις μουσικούς που έπαιζαν με τα μπουζούκια τους σ'ένα κουτούκι. Ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Μανώλης Χιώτης και ο Στράτος Παγιουμτζής. Ο μικρός Γρηγόρης ενθουσιάστηκε κι από τότε ασπάστηκε το ρεμπέτικο και το λαϊκό.


Το 1947 εκτοπίστηκε μαζί με εκατοντάδες άλλους Έλληνες στη Μακρόνησο, όπου τα βράδια έπαιζε στη Λέσχη Αξιωματικών. Εκεί έγραψε τα πρώτα του τραγούδια και γνωρίστηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη. Μετά την απελευθέρωσή του, δημιούργησε το δικό του συγκρότημα και το 1949 μπήκε στη δισκογραφία ως συνθέτης. Τίτλος του πρώτου του δίσκου το Καντήλι τρεμοσβήνει, σε στίχους Χαράλαμπου Βασιλειάδη. Στο τραγούδι, ο ίδιος ο Μπιθικώτσης, μαζί με τον Βαμβακάρη.
Από τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι είχε το δικό του τρόπο ερμηνείας, συνεργάσθηκε με τους σπουδαιότερους συνθέτες -Θεοδωράκη (Της δικαιοσύνης, Ένα το χελιδόνι, Στο περιγιάλι το κρυφό, Βράχο - βράχο, Γωνιά - γωνιά), Χατζιδάκι (Ειμ'αϊτός χωρίς φτερά, Πάει ο καιρός, Στο Λαύριο γίνεται χορός, Μίλησέ μου), Τσιτσάνη κ.α.- έγραψε ο ίδιος τραγούδια που έγιναν επιτυχίες (Επίσημη Αγαπημένη, Το μεσημέρι καίει το μέτωπό μου, Μία γυναίκα φεύγει, Αμφιβολίες κ.ά.), εμφανίσθηκε στα κοσμικότερα κέντρα των Αθηνών κι ένιωσε τη χαρά της ανακάλυψης νέων, πολλά υποσχόμενων φωνών, ανάμεσά τους η Βίκυ Μοσχολιού και η Πόλυ Πάνου.
Η «δωρική» φωνή του αγκάλιασε τη μεταπολεμική Ελλάδα, έδωσε το δικό της βάρος και τη δική της λαϊκότητα στα μεγάλα έργα του Θεοδωράκη, που έγινε ο πιο αποτελεσματικός καταλύτης στο να φτάσουν οι στίχοι του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Λειβαδίτη, του Χριστοδούλου, στις πιο απόμερες γωνιές της Ελλάδας.
Σημαντική στιγμή στη σπουδαία καριέρα του ήταν και η συνεργασία του με τον Μάνο Χατζιδάκι, ενώ αξιοσημείωτη είναι η ερμηνεία του σε μουσικούς δίσκους του συνθέτη, όπως Της γης το χρυσάφι και η Επιστροφή.

Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης συνεργάστηκε και με άλλους μεγάλους Έλληνες συνθέτες, όπως ο Σταύρος Ξαρχάκος και ο Δήμος Μούτσης, ερμηνεύοντας αξέχαστα τραγούδια σε ποίηση του Νίκου Γκάτσου, του Λευτέρη Παπαδόπουλου και άλλων.

Ο Δημήτρης Ψαθάς έγραψε ένα χρονογράφημα για τον Γρηγόρη Μπιθικώτση στη στήλη του στην εφημερίδα Τα Νέα και τον χαρακτήριζε «σερ Μπιθί», ένας τίτλος που έμελλε να τον συνοδεύσει σε ολόκληρη τη μετέπειτα πορεία του.

Την εποχή που τραγουδούσε στα λαϊκά κέντρα τον άκουγαν όλα τα μεγάλα ονόματα του διεθνούς «τζετ σετ» που επισκέπτονταν τη χώρα μας, μεταξύ των οποίων, ο Αλέν Ντελόν και η Σοράγια, αλλά και ο Αριστοτέλης Ωνάσης.

Ο μουσικολόγος Κώστας Μυλωνάς τον χαρακτήρισε ως τον τραγουδιστή «που χάρισε στο ελληνικό τραγούδι τις συγκλονιστικότερες στιγμές του».

Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είχε τιμηθεί από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο τον Ιανουάριο του 2003 με το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα, καθώς και με το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλης των Αθηνών.

Τιμώντας το λαϊκό τραγουδιστή, ο Κωστής Στεφανόπουλος είχε δηλώσει ότι ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είναι «ένας σπουδαίος μουσικός που εξέφρασε τη δυστυχία και την ευτυχία, τον πόνο και τα βάσανα του ελληνικού λαού».

Είχε αποκτήσει μια κόρη, την Αννα, και ένα γιο, το Γρηγόρη, ο οποίος είναι επίσης τραγουδιστής.

Πηγές: SansimeraMusic Heaven, αρχείο TVXS, http://tvkosmos.gr

Το δράμα του Κώστα Φέρρη

$
0
0
http://i1.prth.gr/images/F5E673271C9853AEBE2915AF30A3F256.jpg
Η απίστευτη σκληρότητα, ο κυνισμός και η απανθρωπιά ενός κράτους, που αφήνει έναν από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους Έλληνες σκηνοθέτες –τον Κώστα Φέρρη- να πεινάει και πλέον να μην μπορεί να ζήσει, σηματοδοτούν τα νέα πολιτικά ήθη στην εποχή μας.

Του Κώστα Χαρδαβέλλα
Ο βραβευμένος πολλές φορές σε Ελλάδα και εξωτερικό για τις κινηματογραφικές του ταινίες Κώστας Φέρρης, αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να ζήσει, δεν έχει ούτε ένα ευρώ για τα στοιχειώδη, γιατί ενώ το ελληνικό κράτος του χρωστάει πολλές χιλιάδες ευρώ για ταινίες του που έχουν παιχτεί στην κρατική ΕΡΤ, δεν του παρέχει τη δυνατότητα να πάρει φορολογική ενημερότητα, για να μπορέσει να εισπράξει αυτό το ποσό από τη ΔΤ για να ζήσει.
Αιτία μία παλιά... από 20ετίας! δικαστική οικονομική εκκρεμότητα, για την οποία ο ίδιος ούτε γνώση ούτε ουσιαστική ευθύνη φέρει.
Σε χθεσινή μας συζήτηση ο Κώστας Φέρρης μου είπε: «Δεν μπορώ πλέον να ζήσω, δεν υπάρχει διέξοδος για μένα και τη γυναίκα μου και επιβιώνουμε με τη βοήθεια φίλων». Απόλυτα αξιοπρεπής ο Κώστας Φέρρης δεν ζητάει τον οίκτο κανενός, ούτε φυσικά του ελληνικού κράτους, αλλά ζητάει τη δυνατότητα να εισπράξει από το δημόσιο τα οφειλόμενα σε αυτόν, για να μπορέσει να κρατηθεί στη ζωή.


Παράλληλα, η σύζυγός του Θέσια, μία από τις ικανότερες δημοσιογράφους της κρατικής τηλεόρασης, προτίμησε να μην υποταχθεί στους εκβιασμούς για τη ΔΤ και δεν έκανε αίτηση για να την κρατήσουν στο νέο κρατικό κανάλι, παραμένοντας στους μαχητές για την ανεξάρτητη και ελεύθερη τηλεόραση με όλους τους εργαζομένους στη θέση τους.
Έτσι το ζεύγος Κώστα Φέρρη έχει μηδενικά εισοδήματα και δεν έχει τη δυνατότητα να επιβιώσει. Στη σκέψη του διάσημου έλληνα σκηνοθέτη είναι και η λύση να πάει να ζήσει στην Αίγυπτο (ο ίδιος έχει γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια) «εκεί όπου μπορείς με 100 ευρώ το μήνα να ζήσεις υποτυπωδώς», όπως μου είπε ο Κώστας Φέρρης.
Είναι ντροπή και αίσχος για τα υπουργεία Πολιτισμού και Οικονομικών να έχουν καταδικάσει δύο δημιουργικούς ανθρώπους, τον Κώστα Φέρρη (που είναι πρόεδρος σε μεγάλα ευρωπαϊκά ιδρύματα και φεστιβάλ κινηματογράφου) και τη σύζυγό του Θέσια, σε αργό θάνατο.  www.spirospero.gr
Photo by http://www.protothema.gr

Ο δάσκαλος μου, ο μαθητής μου: Λευτέρης Παπαδόπουλος - Γιώργος Νταλάρας

$
0
0
Ο δάσκαλος μου, ο μαθητής μου: Λευτέρης Παπαδόπουλος - Γιώργος Νταλάρας
Μόνο ως φιλοφρόνηση δεν θα θεωρούνταν το μειδίαμα του Λευτέρη Παπαδόπουλου και το γέλιο του Γιώργου Νταλάρα. Απηχούν την αγάπη των μελών μιας οικογένειας
Δεν υπάρχει τίποτε πιο άβολο από το μιλάς δημόσια για δημόσια πρόσωπα. Οσο και αν τα αγαπάς και τα εκτιμάς, σε περίπτωση που εκφραστείς με τον αντίστοιχο τρόπο, θα σε κατηγορήσουν ότι τα γλείφεις. Αν πάλι τους  επιφυλαχθείς, θα πούνε ότι τα χρησιμοποιείς για να κάνεις το «κομμάτι» σου, ότι καμώνεσαι πως δεν υπολογίζεις τη διασημότητά τους και τους τα «χώνεις». Μπρός βαθύ και πίσω ρέμα. Και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος και ο Γιώργος Νταλάρας δεν είναι μόνον πασίγνωστοι δημιουργοί, είναι και δημόσια – αλλά και διάσημα – πρόσωπα. Η δημοσιότητα όμως συνυφασμένη καθώς είναι με την έκθεση, έχει μαζί με τα πλεονεκτήματα και ένα τρομερό μειονέκτημα. Ο,τι και αν πει ένα διάσημο πρόσωπο, όσο καίριο, βαθύ και ειλικρινές και αν είναι, ο καθένας ενδέχεται να το υποψιάζεται ως ανειλικρινές αλλά και να το στρέφει εναντίον του ανθρώπου που το ξεστόμισε. Επειδή όσοι στερούνται τη δημοσιότητα τη θεωρούν για τον άνθρωπο που τον περιβάλλει ταυτόσημη με μια υπαρξιακή χαρά – πού να ξέρανε  οι ταλαίπωροι – αδίσταχτα φθονούν έναν άνθρωπο ευχαριστημένο χωρίς να φαντάζονται ότι θα άξιζε αντίθετα τη συμπάθειά τους. Σε σχέση με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και τον Γιώργο Νταλάρα προτείνουμε να επιχειρηθεί κάτι πολύ πιο απλό: να μην τους διαβάσουμε απλά αλλά να τους αφουγκραστούμε σε αυτή την εκ βαθέων συνομιλία τους ώστε να καταλάβουμε πως η πολυώδυνη πείρα και η αθωότητα είναι συχνά  οι δύο όψεις ενός και του αυτού νομίσματος.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΙΑΡΧΟΣ:Πότε ακριβώς γνωρίζετε, κύριε Παπαδόπουλε, τον Γιώργο Νταλάρα και τι είδους υπήρξε η μαθητεία του κοντά σας ώστε να σας θεωρεί δάσκαλό του;

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Τον γνώρισα το 1968, μέσω του Μάνου Λοΐζου, που ήρθε μια ημέρα και μου είπε με μεγάλο θαυμασμό: «Γνώρισα έναν πιτσιρικά που είναι καταπληκτικός τραγουδιστής. Αλλά είναι και πολύ όμορφος, πολύ ευγενικός, μοιάζει με φοιτητή που πηγαίνει στο πανεπιστήμιο». Πραγματικά εντυπωσιάστηκα όταν τον συνάντησα στα σκαλιά της Κολούμπια, ένα αγοράκι θα έλεγα, λεπτό, ντροπαλό, ευαίσθητο. Δεν του μίλησα όμως χαϊδευτικά γιατί ούτε τη φωνή του ήξερα ακόμη ούτε και ήθελα να πάρει αέρα. Του μίλησα άγρια, όχι άγρια, αυστηρά. Η φωνή του ήταν στη «γραμμή» του μεγαλύτερου ως τότε τραγουδιστή, του Γρηγόρη Μπιθικώτση, με τον οποίο είχα συνεργαστεί και είχα κάνει μαζί του πολλά τραγούδια. Αλλά ο Νταλάρας ήταν φρέσκος (όχι ότι ο Μπιθικώτσης είχε γεράσει), είχε μια φωνή που σε δονούσε. Ελαμπε. Την εποχή εκείνη κάναμε με τον Λοΐζο τον πρώτο μας μεγάλο δίσκο, τον «Σταθμό». Είχε σχεδόν ολοκληρωθεί ο δίσκος όταν γνωριστήκαμε με τον Νταλάρα, γι'αυτό υπάρχει ένα μόνο τραγούδι με τον ίδιο, το «Ητανε οκτώ εννιά». Αν και το τραγούδι αυτό τον άφηνε αδιάφορο, το είπε πολύ καλά, και μάλιστα με την πρώτη. Από τότε αρχίζει μαζί του μια συνεχής συνεργασία και μια αδιατάραχτη φιλία.

Θ.Ν.: Κύριε Νταλάρα, μιλώντας για τα σχεδόν 50 χρόνια της φιλίας και της συνεργασίας σας με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, ενώ φαίνεται ότι μιλάτε για πράγματα προσωπικά, στην ουσία μιλάτε για την ιστορία του τραγουδιού, δηλαδή ώς έναν βαθμό για την ιστορία του τόπου.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ:Μακάρι να είναι αλήθεια αυτό που λέτε. Με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο αισθάνομαι να έχουμε υπάρξει σαν μια οικογένεια. Νιώθω σαν να είμαι ο μεγάλος του γιος ή ο μικρός του αδελφός. Οποιος κατάφερε να δημιουργήσει στη ζωή του μια τόσο βαθιά, τόσο αδιατάραχτη και τόσο άδολη και ολοκληρωτική σχέση μπορεί να νιώθει ευτυχισμένος ακριβώς γιατί έχει έναν λόγο να ζει. Εχω γνωρίσει πολλούς ανθρώπους στη ζωή μου. Είτε τους θαύμασα, είτε τους αγάπησα, είτε γίναμε φίλοι - μιλάω για ανθρώπους-μύθους, όπως ο Στέλιος Βαμβακάρης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μίκης Θεοδωράκης - καμιά σχέση μου δεν μπορεί να συγκριθεί με τη σχέση μου με τον Λευτέρη. Η σχέση αυτή δημιουργήθηκε σε μια εποχή που χρειαζόμουν, λόγω και της εν μέρει ορφάνιας μου, μια άγκυρα για να υπάρξω. Ο Λευτέρης για μένα δεν υπήρξε μόνο ο Λευτέρης των τραγουδιών. Ηταν και είναι ο άνθρωπος με τη λαϊκή καταγωγή και τη βαθιά μόρφωση, που διατηρεί τη μαγκιά του λαϊκού ανθρώπου χωρίς ποτέ να γίνεται λούμπεν. Ενας εξαιρετικός συγγραφέας, ένας δυνατός δημοσιογράφος, ένας παρεμβατικός πολίτης. Και συν τοις άλλοις, τα τραγούδια του. Τι θα είχα κάνει αν δεν είχα ξεκινήσει με αυτά τα τραγούδια; Δεν υποτιμώ τη σημασία της παρουσίας τους στη ζωή μου ούτε του Μάνου Λοΐζου ούτε του Απόστολου Καλδάρα ούτε του Σταύρου Κουγιουμτζή. Αλλά ο Λευτέρης είναι η οικογένεια. Δεν θυμάμαι μία ημέρα της ζωής μου που να μην είμαι με τον Λευτέρη, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον Ακο Δασκαλόπουλο, τον Μάνο Λοΐζο, τον Αχιλλέα Θεοφίλου. Κοιμόμασταν, ξυπνούσαμε, τρώγαμε, τσακωνόμασταν, αστειευόμασταν, ζούσαμε μαζί.
Λ.Π.: Μην ακούτε αυτά που λέει για μένα, δεν είναι η αλήθεια. Εγώ είμαι ο μαθητής του, ειδικά στο ρεμπέτικο και στο λαϊκό τραγούδι. Ο Νταλάρας είχε το προνόμιο να ζει μέσα στο υλικό αυτό, ο πατέρας του ήταν ρεμπέτης. Εμαθε λοιπόν από τα πρώτα βήματα της ζωής του το ρεμπέτικο τραγούδι. Από πολύ φτωχή και πολύ λαϊκή οικογένεια, έκανε πεντακόσιες δουλειές ο ίδιος για να ζήσει. Ως και χρυσοχόος έγινε, και το χρυσοχοϊλίκι πέρασε τελικά μέσα στη φωνή του. Και δεν είμαι εγώ που τον βοήθησα. Ο άνθρωπος που τον στήριξε και τον ανέδειξε είναι ο Σταύρος Κουγιουμτζής. Μπορεί να μην ήταν μαχητικός ως συνθέτης και τα τραγούδια του να είναι τρυφερά, τραγούδια μοναξιάς - αντίθετα από τα δικά μου που είναι τραγούδια σκληρά και μαχητικά -, όμως ήταν πραγματικά ταλαντούχος, αλλά και υπέροχος άνθρωπος. Οταν γνώρισε τον Νταλάρα, τρελάθηκε. Με τα τραγούδια του ο Νταλάρας πετάχτηκε ψηλά. Το «Να 'τανε το '21», το 1968, ήταν το τραγούδι που το τραγουδούσε όλη η Ελλάδα. Το έλεγε ένας πιτσιρικάς που τον λέγανε Νταλάρα και το είχε γράψει ο Κουγιουμτζής με τη συχωρεμένη Σώτια Τσώτου.

Θ.Ν.: Τον θυμάμαι τον Σταύρο Κουγιουμτζή, έδινε την εντύπωση ενός δειλού ανθρώπου.

Γ.ΝΤ.:Μέσα του δεν ήταν αυτό που έδειχνε. Είχε μεγαλείο ο Κουγιουμτζής, απλά δεν του αρέσανε οι κραυγές. Δεν ήταν ένας συνθέτης που αντιμετώπισε τη δουλειά του ως ένα επάγγελμα από το οποίο θα μπορούσε να κερδίσει λεφτά. Είχε όλα τα πτυχία της μουσικής, τη γνώριζε σε βάθος. Θα ήθελα όμως να επανέλθω σε αυτό που είπα προηγουμένως για τις συντροφιές και για το οικογενειακό στοιχείο. Αν κάτι έδενε τις παρέες αυτές, ήταν ένα κοινό όραμα που γινόταν το σημείο αναφοράς τους. Δίχως το κοινό αυτό όραμα, δεν μπορεί να υπάρξει καμιά δημιουργικότητα, δεν μπορεί να υπάρξει καλό τραγούδι. Στην περίπτωση του Λευτέρη θα το χαρακτήριζα ως ένα είδος φιλότιμου που εξελίχθηκε, από την εποχή ακόμη της «Απονης ζωής» και της «Φτωχολογιάς» σ'ένα είδος πολιορκητικού κριού που πετάει το παλιό, το συντηρητικό, το σκουριασμένο και φτιάχνει ένα καινούργιο μονοπάτι. Το μονοπάτι έγινε, αν ευσταθεί η παρομοίωση, ένα μικρό σχολείο της γειτονιάς, για να καταλήξει σ'ένα κολέγιο φοβερό, σ'ένα πανεπιστήμιο, στο οποίο φοιτούν ακόμη πάρα πολλοί. Είναι υπεύθυνος ο Λευτέρης γι'αυτήν την καταπληκτική φόρα που πήρε το ελληνικό τραγούδι, με το λαϊκό του χρώμα, με τη σχέση του με το δημοτικό τραγούδι, με τις ιδανικές του ρίμες, με τον σουρεαλισμό του, με την επαναστατικότητά του, χωρίς όμως θράσος και χωρίς λαϊκισμό.

Λ.Π.:Ξεχάσαμε όμως να πούμε κάτι που είναι πρωταρχικό. Ο κυρίαρχος λόγος που μας έδεσε, και όχι μόνον εμάς τους δύο αλλά και με τον Λοΐζο και με όλους τους άλλους, είναι η πολιτική συγγένεια. Ημασταν πολύ κοντά πολιτικά. Δεν είχαμε συγκρούσεις του τύπου ο ένας είναι δεξιός, ο άλλος είναι αριστερός. Διαβάζαμε τα ίδια βιβλία, είχαμε τα ίδια ινδάλματα. Ο Νταλάρας βέβαια δεν είχε ιδέα από ποδόσφαιρο.

Γ.ΝΤ.:Μου αρέσει η μπάλα. Εχω όμως ένα τραύμα από την περίοδο της χούντας, όταν ο κόσμος ανακρινόταν και φυλακιζόταν και παράλληλα οργανώνονταν οι ποδοσφαιρικές φιέστες.

Λ.Π.: Το ποδόσφαιρο είναι οι Κυριακές ολονών μας. Είτε πηγαίνουμε στο γήπεδο είτε καθόμαστε μπροστά σ'ένα ραδιόφωνο. Είναι η ΑΕΚ που αγαπώ, είναι ο Βόλος που αγαπάτε εσείς, είναι οι ομάδες, αυτά τα λαϊκά παιδιά, αυτοί οι λαϊκοί ήρωες της γειτονιάς.

Γ.ΝΤ.:Της γειτονιάς βεβαίως, όταν όμως υπήρχαν γειτονιές. Τώρα έρχονται από τη Βραζιλία, από την Αργεντινή, από το Περού, από το Πακιστάν. Σαφώς υπάρχουν γειτονιές σε όλον τον κόσμο, αλλά θα έπρεπε να υπάρχει και μια πρόνοια, όσον αφορά στο θράσος της εποχής, να ονομάζει δηλαδή με λάθος τρόπο τα πράγματα και να συντελεί στη σύγχυση και στη δυστυχία των ανθρώπων.

Θ.Ν.:Οπως και να το κάνουμε, είστε και οι δύο πρόσωπα με έντονη παρεμβατικότητα στη δημόσια ζωή της χώρας. Αισθάνεστε, ως έναν βαθμό έστω, υπεύθυνοι για το «καράβι» που έχει ξωκείλει τόσο πολύ σήμερα;

Λ.Π.:Το αισθάνομαι στον βαθμό που το αισθάνομαι. Υπήρξα δημοσιογράφος με παρεμβατικό λόγο στη μεγαλύτερη εφημερίδα της Ελλάδας, «ΤΑ ΝΕΑ». Επομένως έχω τις ευθύνες μου, όπως τις έχουν και πολλοί άλλοι, κυρίως οι πολιτικοί. Κανείς μας δεν είναι αθώος. Ολοι μας μασήσαμε την τσίχλα που μας πετάξανε, και καταλαβαίνετε πολύ καλά τι εννοώ. Ο Καμύ λέει ότι το να κάνει κανείς σωστά τη δουλειά του επιτελεί στην ουσία έργο εθνικό. Απεδείχθη δυστυχώς πως δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Και ο Νταλάρας και εγώ, με τον τρόπο του ο καθένας, δεν πάψαμε ποτέ να μιλάμε. Και να λέμε ότι δεν είναι τηλεόραση αυτή που έχουμε, ότι τα κόμματα δεν πρέπει να λειτουργούν με τον τρόπο που λειτουργούν, ότι η δημοσιογραφία δεν πρέπει να ακολουθεί τον δρόμο που ακολουθεί, η τραγουδοποιία το ίδιο. Δεν είναι ότι δεν τα λέγαμε, τα λέγαμε. Γιατί πρέπει λοιπόν να μαζέψουμε εμείς επάνω μας και τις ευθύνες όλων των άλλων;

Γ.ΝΤ.:Προσωπικά θα μιλήσω για προδοσία. Μπήκαμε όλοι σε ένα καράβι και το καράβι βουλιάζει. Φταίνε οι καπεταναίοι μας; Φταίει η κακή κατασκευή του καραβιού; Μήπως φταίει ο καιρός; Σαφώς όλα φταίνε. Εμείς αν φταίμε είναι γιατί συνυπάρξαμε με όλους εκείνους που πραγματικά φταίνε, αλλά αυτό δεν μας κάνει όλους ίδιους. Ούτε παίξαμε όλοι τον ίδιο ρόλο. Υπάρχουν άνθρωποι γνωστοί, με ονοματεπώνυμο και διεύθυνση, που φέρουν ακέραιες τις ευθύνες. Αλλά αν κάνουμε ένα φλας μπακ και κοιτάξουμε, τουλάχιστον σε σχέση με μας τους δύο, τις επιλογές που έκανε ο καθένας μας, θα καταλάβουν όλοι τι ακριβώς θέλω να πω. Πού δούλεψε ο Λευτέρης, τι έγραψε, τι στηλίτευσε με τα άρθρα του, ποια ήταν τα ελληνικά του. Στη συνέχεια εγώ, πού τραγούδησα, γιατί τραγούδησα τα τραγούδια που τραγούδησα και δεν τραγούδησα άλλα, γιατί πήγα και τραγούδησα στις συγκεντρώσεις. Αλλού είναι το πρόβλημα. Αν το καράβι βουλιάζει, είναι γιατί οι άνθρωποι που το χειρίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες - μιλώ για μια συγκεκριμένη ομάδα πολιτικών - μισούσανε τον λαό τους και τον τόπο τους. Δικαιολογούνται λέγοντας ότι δεν ξέρεις τι σημαίνει να κυβερνάς τους Ελληνες. Το ίδιο ακριβώς το έχουν πει και πριν από 100 χρόνια. Πάντα όταν τα βρίσκουνε σκούρα έχουν παράπονα από τον λαό.

Θ.Ν.: Σχεδόν εξήντα χρόνια στη δημοσιογραφία, κύριε Παπαδόπουλε, τι αισθάνεστε να σας έχει αφαιρέσει;

Λ.Π.: Αντίθετα με βοήθησε πάρα πολύ όσον αφορά την τριβή με τους ανθρώπους. Τι θα ήμασταν χωρίς τους άλλους; Οπως επίσης το τραγούδι, που υπήρξε για μένα μια παράλληλη δουλειά. Στάθηκε και αυτό μια πολύ ισχυρή σχέση με τον κόσμο. Και η δημοσιογραφία και το τραγούδι μού δώσανε πάρα πολλά. Τι ήμουν; Οπως και ο Νταλάρας, ένα φτωχό, λαϊκό παιδί, το παιδί μιας γειτονιάς, μιας αλάνας. Μου δώσανε φήμη, μου δώσανε τη δυνατότητα να ζήσω και να ζήσω καλά. Κυρίως χάρη στη δημοσιογραφία που με την παρεμβατικότητά της αποτελεί ένα πανίσχυρο όπλο. Οπως ακριβώς έκανε και ο Νταλάρας. Θα μπορούσε να τραγουδήσει μια βλακεία που να είναι της μόδας και να βγάλει του κόσμου τα λεφτά. Οπως κι εγώ, αντί να γράψω τη «Φτωχολογιά» ή το «Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι», θα μπορούσα να έχω γράψει τραγούδια ευτελή που είχανε πάντα πολύ μεγάλη πέραση. Θέλω να πω ότι με τις επιλογές μας παρεμβαίναμε στον κοινωνικοπολιτικό χώρο.

Γ.ΝΤ.:Αν ισχύει και για μένα η ίδια ερώτηση, έχω την εντύπωση ότι η φήμη που απέκτησα με έβλαψε. Το «Νταλάρας» σκέπασε το «Γιώργος» και ο κόσμος δεν ξέρει ποιος ακριβώς είναι ο Γιώργος. Λέει «Νταλάρας» και εννοεί ένα πρόσωπο σε αφίσες στον δρόμο, που ο ένας του βάζει γυαλιά, ο άλλος του βάζει δόντια και έτσι ο καθένας φαντάζεται ό,τι θέλει ως προς αυτός που πραγματικά είμαι. Για να πω την αλήθεια δεν με ενδιέφερε ποτέ να γίνω διάσημος τραγουδιστής. Για να μην προσθέσω μάλιστα ότι είναι και κάτι που δεν το είχα ποτέ σε μεγάλη υπόληψη. Πέρασαν τα χρόνια αλλά η άποψή μου δεν άλλαξε. Δεν έχω σε μεγάλη υπόληψη το τραγουδιστικό τοπίο, εννοώ τις δραστηριότητες πολλών συναδέλφων. Μπήκα σε αυτή τη δουλειά από τη βαθιά επιθυμία να γίνω μουσικός. Και αυτό το κατάφερα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ http://www.tanea.gr

Σταύρος Ξαρχάκος και Ελένη Βιτάλη σε ένα αφιέρωμα στον Τσιτσάνη, στην Ιερά Οδό

$
0
0
Σταύρος Ξαρχάκος και Ελένη Βιτάλη σε ένα αφιέρωμα στον Τσιτσάνη, στην Ιερά Οδό
Η μουσικήσκηνήΙερά Οδόςθα φιλοξενήσει μια από τις πιο σημαντικές μουσικές συνεργασίεςτης χρονιάς, αφού ο Σταύρος Ξαρχάκοςθα συναντήσειτην εξαιρετική Ελένη Βιτάλη, σε ένα πρόγραμμαμε τίτλο "Νυν και αεί... Τσιτσάνης", αφιερωμένο όπως γίνεται αντιληπτό, στον αξέχαστο  Έλληνα λαϊκό συνθέτη.
 Είναι η μουσική είδηση του καιρού μας.
 Τριάντα χρόνια απ’ τον θάνατο του κορυφαίου λαϊκού συνθέτη Βασίλη Τσιτσάνη («Η μόνη απόδειξη πως έχουμε πολιτισμό» κατά Γιάννη Τσαρούχη) ο Σταύρος Ξαρχάκος, αυτή την φορά , επέλεξε από το περιβόλι της δημιουργίας του μεγάλου λαϊκού συνθέτη, αθάνατα κομμάτια.
 Τα έβαλε  σε σειρά.
Τα ενορχήστρωσε μοναδικά και πρόσθεσε μια ενότητα από το δικό του κλασικό και διαχρονικό «Ρεμπέτικο», έναν κύκλο τραγουδιών που υπήρξε η συμπαγής συνέχεια του λαϊκού μας τραγουδιού.
 Και μετά, στήθηκε ένα λαϊκό πάλκο. Και σ΄ αυτό το πάλκο, θα κάτσει η κορυφαία τραγουδίστρια Ελένη Βιτάλη που μέσα στα γυρίσματα της φωνής της, συμπυκνώνονται τέσσερις δεκαετίες στο ελληνικό τραγούδι και σ’ όλες του τις εκδοχές.
 Μαζί τoυς η Ηρώ Σαϊα, απ΄τις πιο δυναμικές και ελπιδοφόρες περιπτώσεις του ελληνικού μας τραγουδιού και με αξιόλογες συνεργασίες (Ξαρχάκος, Κραουνάκης , Μάνος Ελευθερίου, Νεοφυτίδης κ.α) στο ενεργητικό της, θα συμπράξει με την Βιτάλη, σε μια μουσική παράσταση , με έντονη την σφραγίδα του Σταύρου Ξαρχάκου.
 Τραγούδια του Τσιτσάνη από όλες του τις εποχές (από το πρώιμο ρεμπέτικομέχρι τα λαϊκά του 70 που εκείνος έγραψε) και όλα, υπό την επιμέλεια και ενορχήστρωση του Σταύρου Ξαρχάκου που συχνά επανέρχεται στο έργοτου Τσιτσάνη.


Ας θυμηθούμε τις συναυλίεςτου με την Κρατική ΟρχήστραΕλληνικής Μουσικής  «Τσιτσάνη Διάλογοι - Μυστικές συναντήσεις του νεαρού από τα Τρίκαλα» που είχαν πάρει και την μορφή δισκογραφικής αποτύπωσης, επιβεβαιώνοντας την δηλωμένη αγάπη του Ξαρχάκου για τον λαϊκό δημιουργό.

Η Ελένη Βιτάλη με τέσσερις δεκαετίες στο ελληνικό τραγούδι (από τα πανηγύρια και τα ζόρικα πάλκα που ανέβηκε μικρή, με την θρυλική οικογένεια Λαβίδα από όπου κατάγεται, μέχρι και τις πιο προσωπικές και εσωστρεφείς δικές της δημιουργίες) επιστρέφει σε έναν οικείο χώρο, σε ένα χώρο λαϊκό, αδιαμεσολάβητο.

Την δεκαμελή ορχήστρααπαρτίζουν οι σολίστες μουσικοί:
Νεοκλής  Νεοφυτίδης (πιάνο)
Βασίλης Δρογκάρης (ακορντεόν)
Σωτήρης Μαργώνης (Βιολί)
Μανώλης Πάππος (μπουζούκι)
Ηρακλής Ζάκκας (μπουζούκι)
Αρίστος Βαμβακούσης (μπουζούκι)
Διαμαντής Σιδερίδης (μπουζούκι, μπαγλαμά, τζουρά, τσουμπούς)
Νίκος Σαμπαζιώτης (κιθάρα)
Δημήτρης Σιάμπος (κιθάρα)
Χάρης Μέρμηγκας (Κοντραμπάσο)

Εικαστικά: Ντίνος Πετράτος
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Ηχητική επιμέλεια: Μιχάλης Αλεξάκης
Ηχοληψία Stage: Θανάσης Καρασαρίνης

Από τον Ένα Μάγκα στο Βοτανικό στη Σβετλάνα και πάσης Ελλάδος

$
0
0
Magnify Image
Η πατρότητα του τραγουδιού Ένας μάγκας στο Βοτανικό είναι αρκετά μπερδεμένη ιστορία. Άλλοι αποδίδουν τη μουσική του σε τουρκικό χαβά των αρχών του 1930, άλλοι σε παλαιότερη ακόμα παραδοσιακή μελωδία και άλλοι στον Σπύρο Περιστέρη. Μία απ'τα ίδια και για τους στίχους του: Σε κάποιες εκδοχές φαίνεται το όνομα του Μάρκου Βαμβακάρη και σε άλλες αυτό του Χαράλαμπου Βασιλειάδη ή Τσάντα. Πολλοί επίσης οι τραγουδιστές που τραγούδησαν τον Μάγκα του Βοτανικού σε κάποια από τις προαναφερθείσες βερσιόν του, από τον γλυκόλαλο Ζαχαρία Κασιμάτη και τον Στράτο Παγιουμτζή μέχρι τον Δημήτρη Τζιμ Αποστόλου και τον Στέλιο Καζαντζίδη.

 


Στην άνωθεν εκτέλεση με τον Ζαχαρία Κασιμάτη, που διατήρεί αναλλοίωτο τον χασικλίδικο λούμπεν χαρακτήρα των στίχων, γίνεται αναφορά στον διαβόητο Μεντρεσέ, απ'όπου εικάζεται ότι ουσιαστικά ξεκίνησε το ρεμπέτικο ως τραγούδι των φυλακισμένων. Διότι, μεντρεσές ήταν ένα από τα κεντρικά ισλαμικά ιεροδιδασκαλεία της Αθήνας, στους Αέρηδες της Πλάκας, που επί Όθωνος μετατράπηκε σε σωφρονιστικό ίδρυμα και τόπος απαγχονισμού των καταδίκων. Ο τύπος του μάγκα, που περιγράφει το τραγούδι, θα γνώριζε καινούργια αναβίωση μετά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, συνδεδεμένος άμεσα με τη ρεμπέτικη υποκουλτούρα της εποχής. Από τα μικρά μαχαίρια και τα κουμπούρια που έκρυβε κάτω από το ζωνάρι της μέσης του, μπορούσε να κρύβει μαύρο ή και ηρωίνη ακόμη και μέσα στις γυρισμένες μύτες των παπουτσιών του. Σε κάθε περίπτωση, η υπερβολική έπαρση και αυτοπεποίθηση ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά ενός ορίτζιναλ μάγκα.

 
Στη μεταγενέστερη εκδοχή με τον Στέλιο Καζαντζίδη στο ξεκίνημα της καριέρας του, το 1953, ο παραβατικός χαρακτήρας του μάγκα γίνεται αρκετά πιο...λάιτ και περιορίζεται σε τζόγο, νταηλίκι και γκομενιλίκι. Καμία σχέση εν ολίγοις με τεκέδες, μαύρα και παράνομες ουσίες. Μόνο ο μάγκικος χαρακτήρας του τραγουδιού διασώζεται μαζί φυσικά με την ερμηνεία του Καζαντζίδη σε μία εκτέλεση που η πατρότητα της πιστώθηκε στους Στελλάκη Περπινιάδη - Χαράλαμπο Βασιλειάδη.

 
Το ακριβώς αντίθετο έκανε με τη δική του κατάθεση εν έτει 1975 ο Σπύρος Ζαγοραίος. Όχι απλά το γύρισε σε ένα καθαρόαιμο χασικλίδικο ζεϊμπέκικο, αλλά το ερμήνευσε και σε μία απολαυστική, κατά τη γνώμη μου και αρκετά χιουμοριστική, ελληνο-γαλλική αργκό, με ευφάνταστες ανύπαρκτες λέξεις, ούτως ώστε καμία επιτροπή λογοκρισίας δε θα μπορούσε να επικαλεστεί επιχειρήματα για να το κόψει. Ενδεικτικοί στίχοι από τον ίδιο τον Σπύρο Ζαγοραίο: Στα ντε μπουζουκέν ντε καμπαρέ/ άλα ντε δικό μας ο καρέν Άντε λα φουμέντο και μαστουριόρε/ με τε γκομενέτε ο τεκέ/ και η Αγγέλω πατημέντο/ φλόκο ντ'αργιλέ Έστε μάγκας έστε μπελαλίκ/ λα ντε Βοτανικό ο πιο νταήκ κλπ. Την περίοδο που βγήκε το τραγούδι αυτό και η Πλάκα άρχισε ν'αναστενάζει από αντάρτικα και ρεμπέτικα, υπήρξαν θιασώτες των πρωτομαστόρων του είδους που θεώρησαν ότι ο Ζαγοραίος το σκύλεψε και το έκανε σχεδόν παρωδία, ασχέτως αν έγινε μεσ'στα χρόνια το must των μικροαστών χορευταράδων από τις ντισκοτέκ μέχρι τα πανηγύρια, χαρίζοντας τους για λίγα λεπτά τη δέουσα επίφαση μαγκιάς και παραβατικής συμπεριφοράς. Σαν την παλιά συμφοιτήτρια μου την Αθηνά, ένα πράγμα, που έγραφε παντού Doors και Jim Morrison, μέχρι που μια μέρα πετάχτηκε ένας άλλος συμφοιτητής και την πρόγκηξε: Κοίτα το βλαχάκι που ήρθε απ'την Κέρκυρα, που δεν έχει φάει ούτε ένα τριπάκι στη ζωή της και μου θέλει και Doors...

 
Πρόσφατα ανακάλυψα στο διαδίκτυο ακόμη μία επανεκτέλεση του Ένας μάγκας στο Βοτανικό από τον Ζαγοραίο και διαπίστωσα πως ο κυρ - Σπύρος δεν έχει το θεό του! Στο ξεκαρδιστικό αυτό ζεϊμπέκικο με την αναμφισβήτητα trash αισθητική των στίχων του Γιώργου Κλεφτογιώργου, πάνε περίπατο και οι χασικλήδες και οι νταήδες και οι αργιλέδες των περασμένων δεκαετιών. Αυτή τη φορά οι στίχοι χωρίζονται σε δύο μέρη: Στο πρώτο, με τίτλο Σβετλάνα και πάσης Ελλάδος, στηλιτεύονται οι αλλοδαπές που τρώνε τις συντάξεις, ξελογιάζοντας παππούδες, οι οποίοι με τη σειρά τους καταφεύγουν στο βιάγκρα για να ανταπεξέλθουν στις νέες υποχρεώσεις τους! Στο δεύτερο μέρος, όμως, τα Μπλε κομμούνια, έχουμε ξεκάθαρο υπαρκτό σουρεαλισμό, εφόσον ο Ζαγοραίος μνημονεύει τον Τσε Γκεβάρα και τον κομπανιέρο...Σάββα Τσιτουρί! Ποιος ξέρει πώς τού'ρθε του Ζαγοραίου να ηχογραφήσει ξανά ένα παμπάλαιο ζεϊμπέκικο, όχι αλλάζοντας του τα φώτα, όπως είχε κάνει με το Ε ντε λα μαγκέν ντε Βοτανίκ το 1975, αλλά τσακίζοντας το κανονικά! 
 Magnify Image
Πάλι όμως τυχαίνει να έχω γνωρίσει τον Ζαγοραίο και να είναι ο μοναδικός άνθρωπος που την ώρα συνέντευξης έκλαψε σα μωρό παιδί, φανερώνοντας μια σπάνια ευαισθησία. Το ίδιο χειμαρρώδης ήταν και σε κάποιες αστείες ιστορίες του από τα μαγαζιά των δεκαετιών του 1950 και του ΄60, όταν τραγουδούσε δίπλα στην Καίτη Γκρέυ και τον Μπιθικώτση. Έχει μεγαλώσει πολύ ο κυρ - Σπύρος και τα τελευταία χρόνια ανεβαίνει το δικό του Γολγοθά μετά το θάνατο του αγαπημένου του γιού. Του εύχομαι να είναι καλά, όσο γίνεται καλύτερα, και του λέω από δω πώς το να γράψεις ή να τραγουδήσεις ένα πραγματικά χιουμοριστικό τραγούδι δεν είναι και ότι πιο εύκολο. Αυτός όμως απόδειξε ότι τό'χει, όχι τώρα με τη Σβετλάνα και πάσης Ελλάδος, αλλά και τότε με τον υπερρεαλιστή Ε ντε λα μαγκέν ντε Βοτανίκ! 
Πηγή:www.lifo.gr
Πρόσφατα ανακάλυψα στο διαδίκτυο ακόμη μία επανεκτέλεση του Ένας μάγκας στο Βοτανικό από τον Ζαγοραίο και διαπίστωσα πως ο κυρ - Σπύρος δεν έχει το θεό του! Στο ξεκαρδιστικό αυτό ζεϊμπέκικο με την αναμφισβήτητα trash αισθητική των στίχων του Γιώργου Κλεφτογιώργου, πάνε περίπατο και οι χασικλήδες και οι νταήδες και οι αργιλέδες των περασμένων δεκαετιών. Αυτή τη φορά οι στίχοι χωρίζονται σε δύο μέρη: Στο πρώτο, με τίτλο Σβετλάνα και πάσης Ελλάδος, στηλιτεύονται οι αλλοδαπές που τρώνε τις συντάξεις, ξελογιάζοντας παππούδες, οι οποίοι με τη σειρά τους καταφεύγουν στο βιάγκρα για να ανταπεξέλθουν στις νέες υποχρεώσεις τους! Στο δεύτερο μέρος, όμως, τα Μπλε κομμούνια, έχουμε ξεκάθαρο υπαρκτό σουρεαλισμό, εφόσον ο Ζαγοραίος μνημονεύει τον Τσε Γκεβάρα και τον κομπανιέρο...Σάββα Τσιτουρί! Ποιος ξέρει πώς τού'ρθε του Ζαγοραίου να ηχογραφήσει ξανά ένα παμπάλαιο ζεϊμπέκικο, όχι αλλάζοντας του τα φώτα, όπως είχε κάνει με το Ε ντε λα μαγκέν ντε Βοτανίκ το 1975, αλλά τσακίζοντας το κανονικά! Magnify Image Πάλι όμως τυχαίνει να έχω γνωρίσει τον Ζαγοραίο και να είναι ο μοναδικός άνθρωπος που την ώρα συνέντευξης έκλαψε σα μωρό παιδί, φανερώνοντας μια σπάνια ευαισθησία. Το ίδιο χειμαρρώδης ήταν και σε κάποιες αστείες ιστορίες του από τα μαγαζιά των δεκαετιών του 1950 και του ΄60, όταν τραγουδούσε δίπλα στην Καίτη Γκρέυ και τον Μπιθικώτση. Έχει μεγαλώσει πολύ ο κυρ - Σπύρος και τα τελευταία χρόνια ανεβαίνει το δικό του Γολγοθά μετά το θάνατο του αγαπημένου του γιού. Του εύχομαι να είναι καλά, όσο γίνεται καλύτερα, και του λέω από δω πώς το να γράψεις ή να τραγουδήσεις ένα πραγματικά χιουμοριστικό τραγούδι δεν είναι και ότι πιο εύκολο. Αυτός όμως απόδειξε ότι τό'χει, όχι τώρα με τη Σβετλάνα και πάσης Ελλάδος, αλλά και τότε με τον υπερρεαλιστή Ε ντε λα μαγκέν ντε Βοτανίκ! Πηγή: www.lifo.gr

ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑ ΚΑΙ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ - Ρεμπέτες και στέκια των ρεμπέτηδων

$
0
0

Πολλά έχουν λεχθεί και έχουν γραφτεί για τους διάφορους ρεμπέτες.
Λίκνο των ρεμπέτηδων ήταν η περιοχή του Πειραιά, πρώτα η Δραπετσώνα και μετά η Τρούμπα.
Στις περιοχές αυτές γεννήθηκε το ρεμπέτικο τραγούδι γύρω στα 1920.
Απέναντι από τον Αγιο Διονύση είναι η γέφυρα του Ρεμπέτη, η γέφυρα που ενώνει τον Πειραιά με τη Δραπετσώνα, που από κάτω περνούσε το τραίνο της Λαρίσης.
Για να γίνει κανείς ρεμπέτης έπρεπε να περάσει τη γέφυρα.
Στη Δραπετσώνα έγιναν μετά το 1922 τα πρώτα μπουζουκτσίδικα που συγκέντρωναν τους μάγκες της εποχής
Ο ρεμπέτης Νίκος Μάθεσης ή Τρελάκιας –γιος ψαρά από τη Σαλαμίνα - αναφέρει σε μια αφήγησή του:
« Η Δραπετσώνα ήταν ένα από τα μεγαλύτερα στέκια της μαγκιάς. Στους τεκέδες της και στα Βούρλα σύχναζαν κάθε καρυδιάς καρύδι. Στους τεκέδες οι μάγκες κάπνιζαν ναργιλέ».
Στην «Κρεμμυδαρού» ήταν πολλοί τεκέδες όπως του Μίχαλου, του Σάλωνα, του Μαρκεζίνη, του Σαραντόπουλου και άλλων.
Πολύ αργότερα, το 1968, έκλεισαν και τα «σπίτια», λιγόστεψαν τα καμπαρέ, όμως η φήμη κι ο φόβος στην Τρούμπα έμεινε:


Ενας Θεσσαλονικιός, ο Θανάσης Π. που επισκέφθηκε την περιοχή το 1989, όταν διορίστηκε δικαστικός αντιπρόσωπος σε εκλογές σημειώνει:
«Κάνοντας μια βόλτα πίσω από το Πρωτοδικείο στη Σκουζέ, είδα ένα βαμμένο κατακόκκινο μαγαζί.
Δεν ήταν αυτό που νομίζετε και νόμιζα κι εγώ αρχικά.
Ηταν κέντρο διασκέδασης, "οικογενειακό"έγραφε μάλιστα !!!
Εκεί τραγουδούσε πλέον ο Γιώργος Ζαμπέτας, λίγο πριν πεθάνει, στην Τρούμπα.
Ηταν μέρα όταν πέρασα απ΄έξω, παρόλα αυτά μ'έπιασε φόβος, καθότι:
"Πέντε μάγκες στον Περαία.....
Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΓΙΟΒΑΝ ΤΣΑΟΥΣ
Στην περιοχή αυτή έδωσε μαθήματα μπουζουκιού ο Γιοβάν Τσαούς ή Γιάννης Εϊτζιρίδης - δηλαδή Γιάννης ο Λοχίας, από τον βαθμό με τον οποίο υπηρέτησε στον τουρκικό στρατό- (1924-1925 τότε που το μπουζούκι ήταν απαγορευμένο όργανο).
Στην περιοχή αυτή έμαθαν μπουζούκι, έγραψαν, τραγούδησαν ή έσυραν τα βήματά τους πολλές φορές οι Ρεγγίνας, Ζυμαρίτης, Μιμίκος Βογιατζής, Σκριβάνος, ο Στέλιος Περπινιάδης, ο Γιάννης Γυλιάς, το Αλεκάκι, ο Χαρίλαος Κηρομύτης, ο Νίκος Αϊβαλιώτης, ο Γιώργος Μπάτης, ο Γιάννης Παπαιωάννου, ο Κώστας Σκαρβέλης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Μάρκος Βαμβακάρης –που δούλευε σαν εκδοροσφαγέας στο γειτονικά σφαγεία – ο Ανέστης Δελιάς, ο Γιάννης Λελάκης, ο Στέλιος Κερομύτης, ο Ηλ.Ποτοσίδης, ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο Δημ. Γκόγκος (Μπαγιαντέρας), ο Παναγιώτης Τούντας, ο Σ. Περιστέρης, ο Μιχάλης Γενίτσαρης, ο Μακαρόνας, ο Σοφρωνίου και πολλοί άλλοι
Οι Στράτος,Μάρκος, Μπάτης, Δελιάς είχαν σκαρώσει την κομπανία "τετράς".
Μιχάλης Γενίτσαρης Στέλιος Κερομύτης
Οι γέννημα- θρέμμα ρεμπέτες του Πειραιά ήταν ο Στέλιος Κερομύτης, ο Δημ. Γκόγκος από Ποριώτη πατέρα και ο Μιχάλης Γενίτσαρης.
Ο Μπάτης ήταν από τα Μέθανα και Μάθεσης από τη Σαλαμίνα.
"Πολλοί από όσους προαναφέρθηκαν έμεναν στην «Κρεμμυδαρού», όπως ο Ανέστης Δελιάς, ο Απόστολος Χατζηχρήστος και άλλοι..
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΛΑΚΗΣ στην Αυτοβιογραφία του αναφέρει:
»Εκείνη τη χρονιά (1937) άρχισα συνεργασία με το συνθέτη Απόστολο Χατζηχρήστο, ο οποίος ήτο και ο πρώτος που συνεργάστηκα.
Είχαμε γνωριστεί στη Δραπετσώνα όπου κι εκείνος κατοικούσε εκεί από πολλά χρόνια.
Έπαιζε μπουζούκι παρέα με τον Ηλ. Ποτοσίδη, τον Ανέστο Δελιά και το Μακαρόνα……
Ήταν φτωχό παιδί και εξαιρετικός άνθρωπος και συνθέτης.
Πολύ σεμνό και πολύ καλό παιδί. Έντιμος, φιλαλήθης και κουβαρντάς»…...
Κι ένα κομμάτι από την αυτοβιογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη:
«Βέβαια στον κύκλο που γύριζα να πούμε, τον μάγκικο αυτό, στους τεκέδες που πήγαινα, ακούγαμε πολλά για διάφορους κουτσαβάκηδες προσωπικότητες...
Εκεί, όταν είχα γνωρίσει τον Αλέκο τον Σχίζα να πούμε, κάθε μέρα επήγαινα στο σπίτι αυτουνού, εκεί στην Κρεμμυδαρού που ήταν το Καστράκι.
Πίναμε χασίσι..... Είχε λεφτά αυτός......
Επήγαινα και του μάθαινα μπουζούκι και φουμέρναμε κιόλας ε?
Αυτός έμενε εκεί κάτω στην Κρεμμυδαρού, εδώ στο λιμάνι του Πειραιώς.
Και πήγαινα κάθε μέρα στην κάμαρά του.
Ώσπου τώρα αυτόν τον ζήταγε η Ασφάλεια Αθηνών για κάτι κλοπές που γινόντανε.
Και ξέρανε αυτοί ότι άλλος δε μπορεί να τις κάνει ειμή αυτός, αλλά δεν ξέρανε που βρίσκεται...
» Σχετικά με τα Βούρλα ο Μάρκος Βαμβακάρης αφηγείται:
«…Δεκαεννιά χρονών (το 1924) έγινα αγαπητικός στο μπορντέλο μιας Ειρήνης από τη Σύμη.
Ήτανε στο δεύτερο διαμέρισμα των Βούρλων, η πρώτη μου ερωτική επαφή.
Μεγαλύτερη είκοσι εφτά, είκοσι οκτώ χρονών, μου 'δινε και λεφτά και κουστούμια
Αγάπησα την άλλη, τη Μανιάτισσα, τη Ζιγκοάλα,(τη γυναίκα που παντρεύτηκε) και την απαράτησα…».
Για τη Δραπετσώνα γράφτηκε το τραγούδι
«Αφ ότου εγεννήθηκα». (Το τραγούδι είναι στο όνομα του Καρυδάκη, φίλου του Μάρκου αλλά μάλλον είναι δικό του. Στίχοι: Γ. Δερέμπεης. Μπουζούκι: Σ. Περιστέρης. Ο Γιώργος Δερέμπεης ήταν ο πατέρας της σπουδαίας μουσικού και πιανίστριας Βούλας Δερέμπεη.
Ο Δημήτρης Καρυδάκης ή Καρυδάκιας, βρέθηκε νεκρός-δολοφονημένος-στα χρόνια της κατοχής, στη Δραπετσώνα και κανείς δεν έμαθε ποτέ, ποιός και γιατί τον σκότωσε.
Ανήκε στην παρέα της Πειραιώτικης Κομπανίας, αλλά ήταν "σπιτικό"μπουζούκι και απέφευγε τη δημοσιότητα, το πάλκο και τις εταιρείες
ΣΤΗ 10ΕΤΙΑ ΤΟΥ 40 Ο ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΗΤΑΝ ΑΓΡΙΟΣ
Τότες ο Πειραιάς ήταν πολύ άγριος. Από την μια ο αποκλεισμός, από την άλλη τα πολιτικά μας μίση.
Οι φόνοι στα Καρβουνιάρικα, Τρούμπα και Τζελέπη ήταν στην ημερησίαν διάταξιν.
Όσο για ντεκέδες από την Πειραϊκή, Παναγίτσα, Άγιο Νείλο, Άγιο Νικόλαο, Γύφτικα, στο Χατζηκυριάκειο, στην Τρούμπα και όσο πιο πέρα πήγαινες, Άγιο Διονύση, εκεί φουμάρανε στο δρόμο.
Ζάρια μες το δρόμο παίζανε, περνούσε ο χωροφύλακας και δεν του έδινε κανείς σημασία, παρά τραβούσανε την δίκοπη επιδειχτικά να την δει!
Τι να έκανε;
Από στρατιώτη αγράμματο βουνήσιο τον ρίξανε χωροφύλακα στον Πειραιά μες τα λυσσασμένα τσακάλια.
Πρωτοδικείο, Εισαγγελία δεν είχε τότε ο Πειραιάς!
Από την Αθήνα κατέβαιναν οι νωματαρχέοι νταήδες να επιβάλουν την τάξη και να συλλάβουν κανέναν επικίνδυνο καταζητούμενον.
Ο Μαρούδας και ο Γαλιγάλης,
Οι μάγκες είχανε συνθέσει και στίχους για τους μόρτες καταδότες και ας μην τους ήξεραν και το τραγουδούσαν παίζοντας το μπουζούκι τους.
»Ο Πειραιάς τότε είχε και έφιππη χωροφυλακή.
Για τον σκυλόμαγκα ο άγραπτος νόμος είναι σκληρός!
Καφωδεία ο Πειραιάς είχε πολλά γύρω στην τρούμπα.
Απάνω στο πάλκο έπαιζαν τσιφτετέλια, ζεϊμπέκικο κ.λ.π.
Κάτω στο πάλκο ορχήστρα ευρωπαϊκή, πιάνο, βιολί και τζάζι για ταγκό κ.λ.π.
Και μπροστά χαμηλά, σχεδόν κάτω ήταν δώδεκα κορίτσια σε παράταξη άβαφτες Γερμανίδες που έπαιζαν με την σειρά τους βιολιά.
Αυτή την διαρρύθμιση είχαν όλα τα καφωδεία της Τρούμπας.
Οι φόνοι εκεί γινόντουσαν συχνότατα
Αφού του έτρωγε τα λεπτά του και τον έκανε στούπα, του έλεγε να την περιμένει απέξω!
Και η αρτίστα έβγαινε αγκαζέ με τον ντερβίση της, αλλά και ο άλλος ο επαρχιώτης άγριος, και το ψυχικό γινότανε..
Επίσης και τα παιχνίδια ήταν πάμπολλα (λέσχες).
Μέσα κάθε καρυδιάς καρύδι, μπράβοι, αβανταδόροι, μούτρα, να πουν αμέσως φυλακή σε ένα γνέμα!
Φόνοι πιο πολλοί στα παιχνίδια γιατί έχανες τα λεπτά σου, ίσως και ξένα που στα είχαν εμπιστευθεί να τους ψωνίσεις κάτι πράγματα.
Και το αίμα ανέβαινε στο κεφάλι και ... όσο για μάγκες, δηλαδή ρεμπέτες, κάθε συνοικία είχε τους δικούς της.
Αν ακουγότανε κανένας ρεμπέτης καλός με πράξεις σωστές ρεμπέτικες, δηλαδή παλικαρίσιες εξηγήσεις, τότε ακουγότανε και στον Πειραιά, δηλαδή στην καρδιά του Πειραιά.
Στα παιχνίδια που είχαν οι νταήδες ανεγνωρισμένοι...
Έσπαγε τα δεσμά της συνοικίας του και από μαχαλόμαγκας αφανής –ενός μαχαλά -γινότανε διεθνής.
Αναγνωριζότανε από όλες τις συνοικίες, αλλά πως;
Έπρεπε με έργα και όχι με λόγια, να μαλώσει, να μαχαιρώσει, να μπιστολίσει, να τραυματίσει καλόν νταή ανεγνωρισμένον, ασχέτως εάν δεν πήγε στην φυλακή.
Μηνύσεις δεν γινόντουσαν, θα καθαρίζανε στον δεύτερο γύρο που θα έβγαινε ο χτυπημένος απ'το νοσοκομείο...
Η αστυνομία το μάθαινε και ερχότανε να σου πάρει κατάθεση και εσύ τους έλεγες ότι έπεσες από ένα μικρό γκρεμό και σου μπήκαν κάτι σίδερα στην κοιλιά... και σου έλεγε μακάρι μόλις βγεις να σου μπούνε κι άλλα να ησυχάσουμε από εσάς τα τομάρια...
Αν όμως έκανες μήνυση κατέρρεες αυτομάτως και όλοι οι μάγκες είχαν να κάνουν με σένα και να σε ξεφτιλίζουν...
Τέτοια γινόντουσαν που και που, μάλλον από γερασμένους νταήδες και από φιγουρατζήδες ρεμπέτες...
Όσο για μπουζούκια, ο Πειραιάς με τους μαγκίτες του, ήτανε ορχήστρα πλήρης.
Μέρα και βράδυ από όπου και να πέρναγες, δηλαδή από καφενείο, άκουγες το κελάηδισμα του μπουζουκιού ή του μπαγλαμά και την μυρωδιά της ταλμίρας (χασίς) ή από αργιλέ ή από τσιγαριλίκι.
Και αυτός που το έπαιζε δεν ήταν κάνα παιδάκι, ήταν άνθρωπος της τούφας και το είχε μάθει στο σχολείο - φυλακή.
Έτσι λεγότανε η φυλακή για να μην καταλαβαίνουν οι ανίδεοι.
Παιδιά κάτω των 20 χρόνων και ανώμαλοι απαγορευότανε η είσοδος δια καρπαζιάς, σβουριχτής και κλοτσάς!
Εδώ το νταραβέρι είναι του τάδε και συχνάζει όλο το σκυλολόι».
Όταν δημιουργήθηκαν τα «Βούρλα» στη Δραπετσώνα, το 1875, η περιοχή ήταν ακατοίκητη.
Όμως μετά 60 χρόνια, το 1932, και αφού είχαν έρθει και οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, ήταν κέντρο πυκνοκατοικημένης περιοχής και οι κάτοικοι δεν ανέχονταν πια τα κακόφημα σπίτια.
Γι αυτό και έκαναν συνεχείς διαμαρτυρίες προς την Κυβέρνηση.
Τελικά το 1937 τα κακόφημα σπίτια των Βούρλων διαλύθηκαν και στο χώρο εκείνο λειτούργησαν φυλακές.   clubs.pathfinder.gr

MEA CULPA ΑΥΡΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΓΕΝΑΡΗ (14:30)

$
0
0
Συνεχίζουμε...... Επιμένουμε...... Γουστάρουμε......... Συμπράξεως συνέχεια..... Το "Στέκι του Θανάση"βρήκε τη Κυριακάτικη στέγη του στο MEA CULPA!!!! Για ένα μεσημέρι εντεχνορεμπετοκαταστάσεων !!!!!!! ένα μεσημέρι μεζεδοαπολαύσεων !!!!!!! ένα μεσημέρι μέθεξης και αναζήτησης !!!!! Καλά μας ξίδια και ταξίδια ......

28 & 29/1 Ο Χρήστος Νικολόπουλος στο Μέγαρο

$
0
0
Με τίτλο «Της ζωής μου τα τραγούδια» θα παρουσιαστεί στο Μέγαρο Μουσική Αθηνών, ένα αφιέρωμα στον Έλληνα λαϊκό δημιουργό και βιρτουόζο στο μπουζούκι Χρήστο Νικολόπουλο. Το κοινό θα παρακολουθήσει μία αναδρομή στην πορεία του στην ελληνική δισκογραφία με τραγούδια που σημάδεψαν την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού, από την πρώτη του εμφάνιση στη μουσική μέχρι τις πρόσφατες συνθέσεις του.
Το Χρήστο Νικολόπουλο τιμούν με την παρουσία τους οι φίλοι του, σπουδαίοι ερμηνευτές: Γλυκερία, Μελίνα Ασλανίδου, Κώστας Μακεδόνας, Δημήτρης Μπάσης, Γιώτα Νέγκα αλλά και ο Πασχάλης Τερζής, ο οποίος εμφανίζεται για πρώτη φορά ύστερα από τρία χρόνια απουσίας.
Τη σκηνοθετική επιμέλεια της παράστασης έχει η Πέμη Ζούνη.
Mουσική επιμέλεια – μπουζούκι ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
Μαζί του 15μελής ορχήστρα με επικεφαλής 5 σολίστ του μπουζουκιού
Επιμέλεια ορχήστρας ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΟΥΝΑΡΗΣ
28 & 29 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014 ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ – ΑΙΘΟΥΣΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη
ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ : 20:30
ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ: ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΖΩΝΗ: 75€ | A ΖΩΝΗ: 55€ | Β ΖΩΝΗ: 35€| Γ ΖΩΝΗ: 20€ | ΦΟΙΤΙΗΤΙΚΑ/ΑΜΕΑ/ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ: 10€
Πηγή: www.musicpaper.gr

Του αιώνα η παράγκα στο Νίκο Χατζηνικολάου 17 χρόνια πριν (Βίντεο)

$
0
0
 
1996. 17 χρόνια πριν. Η ελληνική δισκογραφία ευημερεί. Ο μέχρι πρότινος Υπουργός Πολιτισμού της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, μετά από 2ετή θητεία, απαλλάσσεται των υπουργικών του καθηκόντων και ξαναγυρίζει στη μουσική γράφοντας έναν από τους σημαντικότερους δίσκους των τελευταίων δεκαετιών.
Είναι ο συνθέτης Θάνος Μικρούτσικος και γράφει «Στου αιώνα την παράγκα» (MINOS-EMI, 1996)». Μελοποιώντας κείμενα των: Άλκη Αλκαίου, Κώστα Λαχά, Γιώργου Κακουλίδη, Λίνας Νικολακοπούλου και επιλέγοντας έναν από τους σπουδαιότερους λαϊκούς ερμηνευτές, τον Δημήτρη Μητροπάνο, δημιουργούν μαζί μερικά από τα πιο διαχρονικά τραγούδια τους, τραγούδια που συντροφεύουν τον ερμηνευτή σε κάθε ζωντανή του εμφάνιση από τότε μέχρι το τέλος αλλά και τον Θάνο Μικρούτσικο, μέχρι σήμερα: Ρόζα, Λούνα Πάρκ, Πάντα γελαστοί, Πατησίων και παραμυθιού γωνία, Ο τυμβωρύχος κ.ά. Την καλλιτεχνική επιμέλεια του δίσκου έχει Ηλίας Μπενέτος.
Την ίδια χρονιά, λίγο καιρό μετά την κυκλοφορία του δίσκου, ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Δημήτρης Μητροπάνος είναι καλεσμένοι στην τηλεοπτική εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου «Ενώπιος Ενωπίω» στο MEGA στην οποία παρουσιάζουν ζωντανά κάποια από τα τραγούδια του δίσκου, αλλά και όσα πράγματα τους ένωσαν με αποτέλεσμα τη συνεργασία. Δουλέψαμε πάρα πολύ σκληρά, πολύ αγαπημένα, η δουλειά είναι, όπως θα αντιληφθείτε, σχεδόν ερωτική ή μάλλον θα έλεγα ερωτική, και είμαι ευτυχισμένος. […] Δε θέλω να πιστέψουν οι τηλεθεατές – και το λέω με όλη μου την ειλικρινά – ότι πρόκειται γι αυτό το κοινότοπο πράγμα που λέγεται πριν από κάθε δουλειά, και καλό θα ήταν, ένα χρόνο μετά, που θα την ξέρει ο κόσμος αυτή τη δουλειά, να καταλάβει – και θα καταλάβει τότε – ότι είμαστε πολύ ειλικρινείς. Θάνος Μικρούτσικος


Πηγή: www.musicpaper.gr

Πέθανε η Τζένη Βάνου.....Τη «νίκησε» ο καρκίνος

$
0
0

 Πέθανε η Τζένη Βάνου

Τις τελευταίες μέρες νοσηλευόταν στο νοσοκομείο «Μεταξά» και σήμερα το πρωί άφησε την τελευταία της πνοή

Την τελευταία της πνοή άφησε σήμερα, στο νοσοκομείο «Μεταξά» του Πειραιά, στα 75 της χρόνια, νικημένη από τον καρκίνο, η μεγάλη ερμηνεύτρια Τζένη Βάνου.

Το «αηδόνι» του ελληνικού τραγουδιού, η κατά κόσμον Ευγενία Βραχνού, γεννήθηκε το 1939 στην Αθήνα. Αρχικά σκόπευε να σπουδάσει στη Φυσικομαθηματική Σχολή, αλλά μετά τη γνωριμία της με τον συνθέτη Μίμη Πλέσσα, τον οποίο θεωρούσε μέντορά της, έδωσε εξετάσεις στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Ξεκίνησε την καριέρα της το 1959 σαν τραγουδίστρια ελαφράς ορχήστρας στον ραδιοφωνικό σταθμό της ΕΡΤ.

Τραγούδησε πρώτη φορά μπροστά σε κοινό το 1964, οπότε με το τραγούδι του Πλέσσα «Τώρα» πήρε το Α΄ βραβείο στο Φεστιβάλ Ελαφράς Μουσικής της Θεσσαλονίκης. Σύντομα καθιερώθηκε ως τραγουδίστρια του ελαφρού τραγουδιού και ερμήνευσε ντουέτα κυρίως με τον Γιάννη Βογιατζή. Στα τέλη του 1970, κυριάρχησε το λαϊκό τραγούδι και το 1982 συναντά τον Τόλη Βοσκόπουλο, ο οποίος της κλείνει συμβόλαιο στην Columbia κι έτσι γνώρισε μεγάλη επιτυχία και τραγουδώντας λαϊκά.

Υπήρξε βασική ερμηνεύτρια και «μούσα» πολλών συνθετών. Ερμήνευσε τραγούδια του Μίμη Πλέσσα, του Μίκη Θεοδωράκη, του Γιώργου Μουζάκη, του Κώστα Γιαννίδη, του Ζακ Ιακωβίδη, του Αττίκ, του Αλέκου Χρυσοβέργη, του Τάκη Μουσαφίρη κ.ά.

Είχε βραβευτεί για τη δουλειά της στην Ισπανία, την Πολωνία και την πρώην Σοβιετική Ένωση. Τα τελευταία χρόνια, απείχε από τη δισκογραφία.

Η κηδεία της θα γίνει μεθαύριο, Παρασκευή, από το κοιμητήριο της Νέας Σμύρνης.

www.protothema.gr
 


 


 



Συνέντευξη - Μιχάλης Παούρης ... Ο άνθρωπος "φαινόμενο", "ο πιο γρήγορος μπουζουξής του κόσμου"

$
0
0
http://eirinika.gr/images/datafiles1/13206.jpg
O άνθρωπος "φαινόμενο",  "ο πιο γρήγορος μπουζουξής του κόσμου"κατά τον Al di Meola, μιλάει για τα "πάντα όλα"σε μια συνέντευξη - συζήτηση διαφορετική απ'όλες τις άλλες...

Θα ήθελα να σε ρωτήσω γιατί διάλεξες το μπουζούκι για να παίξεις  το συγκεκριμένο στυλ μουσικής, αφού σαν όργανο το μπουζούκι πιστεύω δεν είναι και το πιο ευέλικτο από πλευράς ήχου, έχει συγκεκριμένο ήχο ο οποίος δεν «αλλάζει» εύκολα... Δεν είναι όπως η κιθάρα για παράδειγμα που θα μπορούσες να φιλτράρεις τον ήχο με την χρήση κάποιου πεταλιού... Τι πιστεύεις;

To μπουζούκι το επέλεξα επειδή μου αρέσει πολύ περισσότερο από την κιθάρα σαν ηχόχρωμα. Πιστεύω ο ήχος της κιθάρας δεν έχει κατάληξη, τι θέλω να πω ... Το μπουζούκι έχει έναν όγκο και ένα πείσμα στον ήχο, τέλος πάντων, που δεν το βρίσκεις εύκολα σε άλλα όργανα. Αυτό γίνεται επειδή  σαν όργανο το μπουζούκι έχει διπλές χορδές πράγμα που σημαίνει ότι όταν παίζεις η πίεση δεν σταματάει, πρέπει να ασκηθεί δηλαδή στις χορδές μια συγκεκριμένη δύναμη, έτσι ώστε οι νότες να ακούγονται όπως πρέπει να ακούγονται ανάλογα βέβαια και με το είδος που παίζεις. Και εκεί βρίσκεται το όλο point...



Για παράδειγμα, με το Trio Rosenberg έπαιζα πιο πολύ με gypsy στυλ όταν παίξαμε μαζί (σ.σ. λεπτομέρειες για την συγκεκριμένη συναυλία μπορείτε να διαβάσετε εδώ) ενώ στο δικό μου set τα πράγματα ήταν διαφορετικά, αφού το ηχητικό φάσμα ήταν μεγαλύτερο, δηλαδή οι δυναμικές στο παίξιμό μου δεν ήταν σε ένα συγκεκριμένο pick (σ.σ. ανάλογα με την δύναμη που ασκείς στις χορδές αλλάζει η δυναμική και το ηχόχρωμα της νότας που παίζεις), και αυτό συνέβαινε για να μπορείς να βγάλεις και το pizzicato (σ.σ. μουσικός όρος) ας πούμε, ή και άλλα πράγματα...  αλλά αυτό εξαρτάται από το πώς εσύ βλέπεις το μπουζούκι μέσα σε μια μπάντα που παίζει jazz ή jazz fusion.

Στο θέμα του ήχου έχουμε ελλείψεις... είναι και θέμα τεχνολογίας αλλά και οι κατασκευαστές του οργάνου έχουν μείνει λίγο πίσω... Δηλαδή, πώς να το πω, δεν έχουμε καλό μαγνήτη για το μπουζούκι, και γι αυτό ακούς όλα αυτά τα μεσαία στα μπουζούκια... δεν βγαίνει το σκάφος του... δηλαδή άμα ακούς ένα μπουζούκι μόνο με το σκάφος του για να «σκάει» η πένα και να έχει «κιλά» η πενιά, αυτό θα γίνει μόνο με μικρόφωνο ή με μικρόφωνο και με μαγνήτη για να παίρνεις και την ατάκα μέσα από τον μαγνήτη... υπάρχουν και άλλα θέματα στα οποία φταίνε οι «παίχτες» κυρίως, και όχι τόσο οι κατασκευαστές, για παράδειγμα εγώ κανονικά, πρέπει να αλλάζω χορδές ανά δύο μέρες, που δεν το κάνω για οικονομικούς λόγους,  αφού οι μπουργκάνες, δηλαδή οι μπάσες χορδές κόβονται σε κάθε τάστο και αυτό επειδή το ίδιο το όργανο δεν αντέχει αυτήν την καινούργια προσέγγιση, και όχι λόγω της δικής μου τεχνικής ... το όργανο δεν αντέχει όλες αυτές τις συγχορδίες ή όλο αυτό το flamingo στυλ, ή ό,τι άλλο ... και έχω πρόβλημα με τις χορδές, το έλεγα στους κατασκευαστές για να βρούμε μία λύση για το πώς θα το ντύσουμε όλο αυτό και να μην κόβονται οι χορδές...

Για παράδειγμα έχω μιλήσει με συγκεκριμένους ανθρώπους, εξαιρετικούς και καινοτόμους τεχνίτες, όπως ο Αλέξης Ρόστος,  και συζητάγαμε να φτιάξουμε ένα μπουζούκι με nylon χορδές για να δούμε πως θα πάει... Το πρόβλημα που έχουμε στο μπουζούκι σαν κατηγορία είναι ότι ενώ η κιθάρα ας πούμε έχει κλασσική, έχει ακουστική, έχει ηλεκτρική, ακόμα και το μαντολίνο έχει εξελιχθεί, -και έτσι όλο αυτό βοηθά στην σύνθεση-...  στο μπουζούκι αντίστοιχα δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη και γι'αυτό και μείς είμαστε κολλημένοι σε ένα  συγκεκριμένο είδος...

  
Μιας και το έφερε η κουβέντα, πώς θα ήθελες να κατασκευαστεί το δικό σου custom μπουζούκι; ... Πώς σκέφτεσαι να εξελίξεις το όργανο; Ο μοναδικός που γνωρίζουμε που έχει κάνει κάτι τέτοιο είναι ο μεγάλος  Μανώλης Χιώτης, είχες και το γιο του δάσκαλο....

Χωρίς να θέλω να μπω λοιπόν στην διαδικασία οποιασδήποτε σύγκρισης - δεν υφίσταται κάτι τέτοιο άλλωστε - ... θεωρώ όμως ότι η προσέγγιση σου στο όργανο αφήνει περιθώριο στο να σε ρωτήσω κάτι τέτοιο... Τι θα ήθελες να κάνεις εσύ λοιπόν για να πάει το μπουζούκι, ως όργανο,  ένα βήμα παρακάτω, γιατί απ'ότι φαίνεται δε σε χωρά η ταστιέρα;

Ξέρεις ο κόσμος  έχει μπερδέψει τις έννοιες, το να δεις έναν άνθρωπο ο οποίος θα μπορεί να εξελίξει το όργανο από κει που το άφησε ο Χιώτης δεν είναι κακό να το λες, δηλαδή ...μπορούσαν να το κάνουν και άλλοι αλλά δεν το κάνανε... δηλαδή δεν το επέλεξες, αλλά από την στιγμή που δεν το επέλεξες δεν μπορούσες να το κάνεις κιόλας. Αυτό γίνεται γιατι είναι πολύ δύσκολο να παίξεις jazz στο μπουζούκι.

Πίστεψέ με σ'αυτό, γιατί δεν είναι κιθάρα - και θα σου πω ένα απλό παράδειγμα σ΄αυτό. Όταν παίζεις με alternate picking (σ.σ. μουσικός όρος, κάτω-πάνω η πένα σ'όλη την διάρκεια του παιξίματος) αλλάζοντας τις χορδές, γιατί δεν παίζω με sweep (σ.σ. τώρα αυτό είναι δύσκολο λίγο να περιγραφεί χωρίς video...) δεν το επιλέγω ως τεχνική... δεν μ΄αρέσει... όταν θα φτάσεις στις μπάσες χορδές και κάνεις μια άρση (σ.σ. ουσιαστικά παίζεις κόντρα στο tempo,  από κάτω προς τα πάνω -τείνει να γίνει αδύναμη δηλαδή επείδή είναι αντίθετη με την "φυσιολογική"φορά του χεριού), ενώ στην κιθάρα είναι όλα καλά, και πιθανότατα θα ακουστεί η νότα όποια γωνία και έχει ο καρπός σου, στο μπουζούκι δεν θα γίνει το ίδιο.

Ο καρπός στο μπουζούκι δεν αλλάζει παραμένει ίδια η γωνία γιατί αλλιώς στο ίδιο παράδειγμα με την άρση μπορεί να ακουστεί μόνο το καντίνι (σ.σ. η κάτω χορδή από τις διπλές του μπουζουκιού), όπου θα ακούγεται μια οκτάβα πάνω... και αυτό δεν θα είναι καθόλου καλό στο άκουσμα... Πρέπει ο καρπός να παίζει όλο το φάσμα της χορδής. Μπορείς να παρατηρήσεις μπουζουξήδες οι οποίοι όταν παίζουν οι διπλές χορδές δεν έχουν την ίδια ταλάντωση, δηλαδή βλέπεις ότι κουνιέται μόνο η μία ... αυτό πάει να πει ότι δεν έχει ολοκληρωμένη γωνία ο καρπός και δεν παίζει όλο το φάσμα των χορδών... γι'αυτό και ο ήχος είναι στενός, δεν ηχεί κανονικά.

Όσον αφορά την ερώτησή σου... το μπουζούκι δεν το είδα ποτέ ως πειραματισμό, δεν πήγα σε 3 -4 -5 μουσικές σκηνές να παίξω jazz και να βγει από κει, δεν έκανα αυτό. Το έκανα κατευθείαν στο pick του... Πώς μπορεί να παιχτεί jazz fusion... Έτσι!... Εδώ!!.. "For Piazzola"το ένα (σ.σ. το  πρώτο κομμάτι από τον νέο δίσκο του Μιχάλη Παούρη "Disharmony")... Εκεί τα «χώνω» όλα, έχεις καταλάβει τι συμβαίνει, και τις δυναμικές και το έτσι του και το τούτο του... όλα αυτά που ενορχηστρώνω, μ'αυτόν τον τρόπο ακούγεται  jazz... δηλαδή αν δεν παίξει η μπάντα jazz δεν θα ακουστεί  jazz το μπουζούκι.

Ο κιθαρίστας για παράδειγμα συνοδεύει τον πιανίστα, ο μπουζουξής δεν μπορούσε -τώρα μπορεί- και είμαι μέσα στο όραμά μου δηλαδή το να μπορεί το μπουζούκι να είναι μέσα στην μουσική, δηλαδή να είναι ένα με την μπάντα, να μην είναι τέσσερις διαφορετικοί άνθρωποι. Για παράδειγμα, στα μπουζούκια δεν ενδιαφέρεται ο ένας για τον άλλον δηλαδή το τι θα παίξει το μπάσο, η κιθάρα, το μπουζούκι... τον ενδιαφέρει τι θα παίξει αυτός διεκπεραιωτικά και μετά  θα φύγει. Οπότε για μένα το επόμενο βήμα που χρειάζεται να γίνει στο μπουζούκι - ο Χιώτης τι έκανε, το έκανε μισή κιθάρα, δεν έβαλε μια χορδή ....όχι.... το έκανε μισή κιθάρα και  απέκτησε αμέσως «1600 συγχορδίες» παραπάνω από αυτές που είχε το τρίχορδο-....

...και τις αναστροφές τους(σ.σ. διαφορετικοί τρόποι να παίξεις την ίδια συγχορδία)...

Ναι, βεβαίως... και το solo του βέβαια μπορούσε πια να γίνει μέσα σε τέσσερα με πέντε τάστα. Οπότε για μένα το επόμενο βήμα που θα έπρεπε να γίνει είναι να ολοκληρωθεί αυτό και να γίνει μια κανονική κιθάρα... αλλά βέβαια όχι με αυτό το κούρδισμα.

Τι σημαίνει αυτό... επειδή οι μπουζουξήδες πάντοτε στην προσέγγισή τους είχαν μια απλότητα, τα ακόρντα δηλαδή θέλανε να τα «πιάσουν» όσο πιο απλά γίνεται για να παίξουν λαϊκά, με ένα διαφορετικό κούρδισμα - το οποίο έχω στο μυαλό μου να το κάνω κάποια στιγμή - θα μπορούσες για παράδειγμα να «πιάνεις» ένα Gm7 (σ.σ. σολ μινόρε εβδόμης) με ένα δάχτυλο... δηλαδή να προσφέρεις την απλότητα αλλά ταυτόχρονα να τον «βάλεις» σε ένα άλλο είδος, οπότε αυτό είναι ένα επόμενο βήμα από μόνο του.

Αυτό βέβαια θα γίνει σταδιακά όταν όντως χρειαστεί, γιατί μπορεί να φαίνεται  ότι δεν με χωρά η ταστιέρα - ξέρεις να «ακούω» πιο χαμηλές νότες και να θέλω να παίξω πιο κάτω ακόμα- , όμως ακόμα και τώρα το τετράχορδο μπουζούκι ακόμα το ανακαλύπτω... Αυτό που λέω είναι ότι έχουμε ακόμα συνθετικό υλικό να βγει...

 
Αυτό που μου περιέγραψες με την αλλαγή κουρδίσματος είναι μια αλλαγή προσέγγισης στο όργανο, αλλάζεις κούρδισμα, αλλάζεις τονικότητα δηλαδή...

Αλλαγή κουρδίσματος στις δύο χορδές έξτρα εννοώ...



Ουσιαστικά θες να το κάνεις το μπουζούκι εξάχορδο, δηλαδή δωδεκάχορδο...

Ναι, για να έχω περισσότερες σκάλες στο παίξιμό μου και να μπορέσω εκμεταλλευτώ την έκταση των δυνατοτήτων που θα μου παρέχουν οι δύο έξτρα χορδές... πχ. για να μπορέσω να καταφέρω να ακούγονται καλά συνδυαστικά δύο μπουζούκια που αναγκαστικά για να υπάρχει συχνοτικό φάσμα το ένα θα παίξει σε πιο χαμηλή οκτάβα και το άλλο σε μια  πιο ψηλή, έτσι γίνεται αυτό... και θα ανοίξει έτσι ηχητικά η έκταση του μπουζουκιού...



Την ιστορία με τον Χιώτη και τον Ηendrix την έχεις ακούσει νομίζω... τώρα πια θα λέμε ο Παούρης με τον Μeola... με τον οποίο «ταιριάζετε» απόλυτα και στα τεχνικά σας χαρακτηριστικά. Δηλαδή πέρα από όλα τα άλλα ο Meola είναι γνωστός για την φοβερή του «πένα» - αυτό το απίστευτο δεξί χέρι -... κάτι ανάλογο έχεις και εσύ πιστεύω... Θέλω να σε ρωτήσω πώς σου φαίνεται όλη αυτή η ιστορία που έχει γίνει μεταξύ σας...

Επίσης θέλω να μας πεις τι ξέρεις για την ιστορία του Χιώτη με τον Hendrix, όντως γνωρίστηκαν; Και βέβαια θα ήθελα να μας μιλήσεις για την όλη προσέγγιση  με τον Meola, πώς έγινε όλο αυτό... Πολλά πράγματα ρώτησα μαζί...

Ναι, ο Χιώτης γνώρισε τον Ηendrix, αφού όσο ήταν στην Αμερική, ο Jimi πήγαινε και τον παρακολουθούσε και έβλεπε αυτό το «δεξί χέρι» που ανέφερες και για Meola... Απ'ότι κατάλαβα το νόημα της ερώτησης είναι το αν η ιστορία επαναλαμβάνεται ουσιαστικά ...κάπως έτσι...

Ναι, ακριβώς.. Θα ήθελα να μου βέβαια και για το θέμα της προσέγγισης, τον βρήκες εσύ, σε άκουσε; Τι έγινε;....

Youtube... Ναι, παίξαμε μαζί στην Γαλλία, σε μια επαρχιακή πόλη...

Ναι αλλά με 15.000 άτομα να σας παρακολουθούν... Πώς αισθάνθηκες;

A... δεν είχα κανένα πρόβλημα... Ξέρεις οι μουσικοί το χουν αυτό... άμα τους πετάξεις πάνω στην σκηνή, αναγκαστικά πρέπει να κάνουν αυτό που ξέρουν, οπότε έχεις δεν έχεις άγχος πρέπει να γίνει...

Είναι και φώτα που σε βοηθάνε και δεν βλέπεις...

Ναι, έχεις δίκιο σ'αυτό γιατί όταν υποκλίθηκα, σήκωσα τα μάτια και οι προβολείς δείξανε το κοινό και εκεί απλά έπαθα πλάκα, έτρεμαν τα πόδια μου μπορώ να πω... με τόσα μάτια να σε κοιτάζουν ....

 
Καταλαβαίνω απόλυτα το πώς θα αισθάνθηκες αλλά για πες μου για την προσέγγιση με τον Meola... Ανέφερες το youtube, δηλαδή ανέβασες κάποιο video και σε προσέγγισαν, τι ακριβώς έγινε;

H ιδέα ήταν δική μου, την ανέφερα  στον παραγωγό μου και ουσιαστικά έτσι ξεκίνησε, είπα θέλω αυτόν... και αυτό έχει να κάνει με τον πειραματισμό που λέγαμε, δεν ήθελα να πάω σε μια μουσική σκηνή και να παίζαμε jazz και να λέγαμε να... το μπουζούκι παίζει jazz... Oχι, το μπουζούκι δεν παίζει jazz... κανένα όργανο δεν παίζει jazz αν δεν έχει πάρει το εισιτήριο από έναν master....

Oπότε εγώ σκέφτηκα τον Meola... το υλικό το έχουμε, ξέρουμε τι είμαστε,  οπότε του είπα πάρε το υλικό και θα δούμε τι θα γίνει. Ήρθε σε επαφή με τον Meola, με είδε ο Meola, και τότε είπε το "....not too fast"τέλος πάντων, και στη συνέχεια αποφάσισε ότι ήθελε να παίξει μαζί μου στo Reims. Δηλαδή είδε τα video, κατέληξε στο συμπέρασμα που κατάληξε, και  με κάλεσε λέγοντας «Θέλω τον Μιχάλη στο Reims»... και πήγα... Παίξαμε εκεί και η πρώτη ατάκα που έχει μείνει από τότε είναι το "not too fast"....



Και το επαναλαμβάνει συνέχεια όταν παίζεται μαζί βέβαια. Έχετε παίξει αρκετές φορές από τότε..

Τέσσερις συνολικά, και βέβαια είπε και κάτι άλλο το οποίο μου το παν, δεν το άκουσα εκείνη την ώρα, "Mιχάλης Παούρης the fastest buzuki player in the world" (σ.σ. Μιχάλης Παούρης ο πιο γρήγορος μπουζουξής στον κόσμο)... Το δα στο video μετά... και σκέφτηκα «ωχ,..τί είπε!»...(σ.σ. διαβάστε τι έγινε στην πρόσφατη συναυλία του Al di Meola με τον Μιχάλη Παούρη εδώ)



Κοίταξε δεν έχει και άδικο μπορώ να πω... αφού ο τρόπος που παίζεις είναι τελείως διαφορετικός από ότι έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε για το συγκεκριμένο όργανο.

Κοίταξε να δεις... για παράδειγμα εγώ γνωρίζω αυτή τη στιγμή το  τι είναι η κιθάρα,  ο άλλος που δεν γνωρίζει τι είναι το μπουζούκι, δεν θα κάτσει να ανακαλύψει το όργανο... δηλαδή άμα βάλεις ένα κιθαρίστα να παίξει μπουζούκι δεν θα το κάνει, ο μπουζουξής θα κάνει αυτή την προσέγγιση κάπως, θα μπορέσει να παίξει... Όταν ανακαλύψουν ότι όλα αυτά που λένε για έναν μπουζουξή αναφέρονται σε έναν άνθρωπο που στην κιθάρα παίζει τα διπλάσια... εκεί τα πράγματα θα είναι λίγο δύσκολα... Είναι η άγνοια κινδύνου που λέμε.. είναι αυτό που λέμε «the fastest buzuki player in the world»...

Με την κιθάρα εγώ έχω μια ιδιαίτερη σχέση, μ'αρέσει αλλά μ'αρέσει έως ένα σημείο, δεν μου βγάζει αυτόν τον τσαμπουκά που βγάζει το μπουζούκι... Γι'αυτό άμα άκουσες στους Rosenberg η σύμπραξη ήταν συμπληρωματική...



Δυστυχώς Μιχάλη νομίζω πως στη συγκεκριμένη συναυλία και ειδικότερα στο συγκεκριμένο σημείο ο κόσμος δεν αντιλήφθηκε αυτό που μου λες, διότι ο ήχος δεν ήταν καλός... Μπορεί να θελήσατε να το κάνετε αυτό που λες αλλά δυστυχώς στο σημείο που παίξατε μαζί η κιθάρες δεν ακούγονταν.... Περισσότερο ακουγαμε εσένα με την μπάντα παρά τις κιθάρες των Rosenberg...

Yπάρχει ένα video στο youtube, με τους Rosenberg, το οποίο δεν ξέρω αν το έχεις δει αλλά νομίζω θα αντιληφθείς απόλυτα αυτό το συμπληρωματικό που λέω... Και στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφέρω ότι το PROVA Studio, δηλαδή ο Xρήστος Βεντούρας ήταν πίσω απ'όλα, με τις πρόβες, με τον δίσκο και όλα αυτά, ήταν μία βοήθεια που δεν την έχει εύκολα πολύς κόσμος, ήταν ο χορηγός μου...

 
Και γιατί να μην το κάνει άλλωστε...

Ακριβώς,  έχουμε και ένα υλικό «τρικάμερο», αν δεν κάνω λάθος, το οποίο έχει τον ήχο του κανονικά και νομίζω ότι όταν θα ανέβει στο youtube θα καταλάβουν όλοι, είτε ήταν είτε δεν ήταν εκεί, αυτό που έγινε εκείνη την βραδιά. Για να επιστρέψω σ'αυτό που έλεγα, το συμπληρωματικό,  το μπουζούκι πήρε για πρώτη φορά  το «εισιτήριο» στις 4-5 Νοέμβρη του 2011 - αξέχαστες μέρες για μένα  με τον Meola στο Αcropol - γιατί ακριβώς έπαιξε μ'αυτόν τον μουσικό... και χωρίς πρόβα... εντάξει αυτό έχει να κάνει με τον Παούρη αλλά εγώ σου μιλάω για το μπουζούκι...



Είναι πολύ ωραίο αυτό που λες χωρίς πρόβα... γιατί πόσο πιο jazz;

Πόσο πιο jazz; Aκριβώς αυτό που λες εσύ είναι το καλύτερο...



Δηλαδή αν δεν μπορείς να «μιλήσεις» με τον άλλο μουσικό στη jazz γιατί jazz μιλάμε;

Aκριβώς αυτό όμως!.. Mιλάμε την ίδια γλώσσα... Πόσο πιο jazz;... Aυτό είναι... Ενιωσα πραγματικά πολύ ευτυχισμένος, γιατί κάτι τέτοια συναισθήματα δεν τα έχεις κάθε μέρα οπότε φροντίζεις να το κρατάς μέσα σου...



Είχαμε αναφέρει λίγο πιο πριν την οικογένεια του Χιώτη, και τον ίδιο αλλά δεν το πολυαναλύσαμε λόγω της ροής της κουβέντας... Ποια είναι η σχέση σου με την οικογένεια τώρα;... o Διαμαντής υπήρξε δάσκαλός σου (σ.σ. ο γιος του Mανώλη Χιώτη) και εσύ κατά την γνώμη μου είσαι ταλεντάρα και μπορείς να κάνεις θαύματα, ταυτόχρονα η ιστορία του Mανώλη είναι τεράστια και αδιαμφισβήτητη...

Eλπίζω να μην παρεξηγήσεις την ερώτηση αλλά νομίζεις ότι μπορεί να υπάρχει κάποιου είδους ανταγωνισμός πια μεταξύ εσένα και της οικογένειας του Χιώτη;

Ο Διαμαντής μου πρόσφερε πολλά, εξαιρετικός δάσκαλος- πιανίστας αλλά δεν έχουμε καμία επαφή πια. Καμία... Φοβερό πνεύμα. Η οικογένεια δεν έχει κανένα λόγο να με βλέπει ανταγωνιστικά.



Όσον αφορά τον Meola έχω μια ερώτηση oι jazz-ίστες τον βλέπουν ως ροκά και οι ροκάδες ως jazz-ίστα. Τι πιστεύεις;

Eγώ τον βλέπω ως μουσικό, τώρα τι λένε δεν ξέρω... Είναι world μουσικός...

"Όταν ο Παούρης ήταν είκοσι και είπε «γεια σας» γιατί έβλεπε όλη αυτή τη χλέμπα, έκανε την επιλογή του, δεν κρύφτηκε πίσω από το ότι θα μπορούσε να έχει πολλά λεφτά και 2-3 γκόμενες κάθε βράδυ"  Μιχάλης Παούρης



Δεν έχω αμφιβολία, όσον αφορά τον χαρακτήρα του;

Είναι φοβερός... Γι'αυτό και παίζει έτσι, απλά τα πράγματα. Αυτά τα επίπεδα δεν πλησιάζονται αν μέσα σου δεν έχεις αυτό. Ξέρεις να είσαι καλός άνθρωπος πρωτίστως. Έχω ακούσει πολλά για τον Meola, αλλά εγώ δεν τον είδα έτσι.



Όσον αφορά την μουσική σου, είσαι υπέρμαχος του «more is more» ή του «less is more»; ... Kαι για να γίνω και πιο σαφής πιστεύεις ότι κάποιος δεξιοτέχνης μπορεί να κρύψει της συνθετικές του αδυναμίες μέσα απ'αυτήν την δεξιοτεχνία του;

Θα σου πω. Άλλο ταχύτητα , άλλο τεχνική, εγώ είμαι υπέρ της τεχνικής. Δηλαδή μπορώ να παίξω με 40 διαφορετικούς τρόπους όσον αφορά το στήσιμο του καρπού μου... η βάση σου εννοείτε πρέπει να είναι ένας καλός ήχος, ο καλός ήχος δεν έρχεται με τους πολλούς τρόπους στησίματος του χεριού.

Οι πολλοί τρόποι του χεριού έρχονται όταν θες να δώσεις αναπνοή και διαφορετικό ηχόχρωμα εκείνη τη στιγμή, δηλαδή όταν «δίνεις» στο μπουζούκι να μπορέσεις να αποσυμφορήσεις το χέρι την κατάλληλη στιγμή... και να πας κάπου αλλού, αυτή είναι η αναπνοή στο χέρι... Αυτός που κατέχει την τεχνική είτε παίξει αργά είτε παίξει γρήγορα ξέρεις ο ήχος του θα είναι στρογγυλός, όπως πρέπει να είναι και όπως επιλέγει εκείνος να είναι...

Γιατί εμείς ακούμε, κρίνουμε, και μπορεί μετά να του πεις ξέρεις εκεί δεν μου άρεσε ο ήχος... και να σου πει ξέρεις το επέλεξα, δεν με νοιάζει αν σου άρεσε ή δεν σου άρεσε εσένα... εγώ το επέλεξα όμως.  Τώρα όσον αφορά την σύνθεση... δεν μπορείς να καλύψεις με την τεχνική ατέλειες στην σύνθεση, αυτό είναι πολύ δύσκολο... και ναι μπορείς να χαθείς...



Θα ήθελα να μου πεις μερικά πράγματα για το πώς ξεκίνησες να παίζεις και επίσης πόσο practice πρέπει να κάνει κάποιος για να φτάσει σε ένα τέτοιο επίπεδο όπως το δικό σού... Μήπως είναι καθαρά θέμα practicing;... δηλαδή κλείστηκες 5 χρόνια και δεν έκανες τίποτα άλλο πάρα αυτό;

Aυτή είναι η εντύπωση που έχει ο κόσμος για μένα, ότι ήμουν έτσι... αλλά εμένα δεν μου χρειάστηκαν πάνω από δύο ώρες την μέρα, ο κάθε άνθρωπος εξελίσσει τον εαυτό του τελείως διαφορετικά...  Είχα βέβαια και τα 7ωρα μου καμιά φορά αλλά το έκανα επειδή γούσταρα. Να φανταστείς είχα φτάσει να παίζω δέκατα έκτα στα 420 bpm (σ.σ. δεν υπάρχει!)... Αλλά σαν μέσο όρο 2 ώρες την ημέρα.

Όσον αφορά το πώς ξεκίνησα... Όταν ήμουν 7 χρονών ζήτησα από τον πατέρα μου να μου αγοράσει ένα μπουζούκι και φυσικά δεν ξέρω ποιος ήταν ο λόγος που το ζήτησα απλά το έκανα, αλλά βέβαια άκουγα σπίτι μου λαϊκά. Είχα αυτήν την κουλτούρα... τρέλα με Καζαντζίδη και τέτοια... Όταν πήγα 8 όμως μου το αγόρασε, και πήγα στο ωδείο... Στα δέκα μου σταμάτησα γιατί διόρθωνα το δάσκαλό μου, πχ... ήταν ένα κομμάτι ματζόρε μου και το έδειχνε μινόρε και εγώ το άκουγα αυτό, και βέβαια δεν του άρεσε όταν εγώ του επεσήμανα το λάθος ...

Του είπα ότι αυτό είναι λάθος που μου δείχνεις, και τρελάθηκε αυτός... και έλεγε «Τι είναι αυτός; 9 -10 και να με διορθώνει;»... Βέβαια πέρασαν χρόνια για παραδεχθεί αυτό το λάθος... Από τα δέκα μου ξεκίνησε λοιπόν μια επαγγελματική σχέση με την μουσική, δηλαδή μαγαζιά και τέτοια... πέτυχα την εποχή που πήγαινες πάνω από τα τραπέζια και σου έδιναν κατοστάρικα - πολλοί στην ηλικία μου δεν το πρόλαβαν αυτό. Πήγαινες πάνω από τα ζευγάρια και σου έδιναν κατοστάρικο... Ο κόσμος από την άλλη ερχόταν στο μαγαζί και έλεγε... «πάμε να ακούσουμε τον πιτσιρικά στο Στο στέκι του Φωστήρα» ένα μαγαζί στο Μοσχάτο.

Για το θέμα της τεχνικής εκείνη την περίοδο -εγώ μάθαινα τότε-  οπότε ζητούσα να μάθω Χιώτη αλλά δεν μου τα έδειχνε αυτός - ήθελε να παίζω πιο αργά κομμάτια -έλεγα τότε  «Δείξε μου το "Περασμένες μου αγάπες"», τίποτα αυτός... Σ'έναν δάσκαλο που πήγα μετά ,9 1/5 -10 ήμουν, μου έδειξε κάποια κομμάτια Χιώτη και όταν εγώ ξεκίνησα να παίζω την "Φλόγα"σε μια μεγάλη ταχύτητα, στα 280 bpm περίπου, κομμάτι το οποίο έχει μια πάρα πολύ δύσκολη εισαγωγή...

O δάσκαλος μου τότε για να με φρενάρει επειδή ήθελα να παίξω γρήγορα, μου έλεγε - άκου τώρα τι σκέφτηκε -  ότι ο Χιώτης το έπαιζε αργά και έβαζε το δίσκο να τρέχει, ... εμένα αυτό με τρέλανε όμως γιατί ήταν το πρότυπό μου και αυτός τι μου έλεγε;... ότι ο Χιώτης δεν μπορούσε να παίξει γρήγορα;...Kαι εγώ από την άλλη παίζω γρήγορα για να του μοιάσω; Γι΄αυτό και γω  το έπαιξα στην τριπλάσια ταχύτητα! Μπορούσα να παίξω «1500» κομμάτια σε μία ώρα...

Σπάστηκα επειδή μου το είχε για λάθος... Τί πρόβλημα έχεις αν ένα παιδί 12 χρονών παίζει γρήγορα;... ή και 15 χρονών;... οπότε το πρόβλημα πρέπει να το έχει ο άλλος όχι εσύ. Αυτό το πρόβλημα με τη ζήλεια το αντιμετώπισα από μικρός, και μέσα στα μαγαζιά και μέσα στο όλο κύκλωμα, αφού από τα 10 μέχρι τα 22 ήμουν μέσα στα μαγαζιά. Μιλάμε για 12 χρόνια νύχτας που είχα παίξει με όλους.

 
Ένιωθες περιορισμένος;

Nαι... αλλά έκανα και αυτά που ήθελα... δεν ήμουν διπλωμάτης. Έπαιζα αυτά που έπρεπε αλλά έπαιζα και τα δικά  μου... Αυτό όμως είναι κάτι που δεν αρέσει. Φαντάσου να είναι ο τραγουδιστής μπροστά και να φεύγουν τα λουλούδια από πίσω του... Φαντάσου να έχεις τον Άγγελο Διονυσίου και να φεύγουν τα λουλούδια από πάνω του, δεν το λέω για τον Άγγελο φοβερός άνθρωπος, αλλά για φαντάσου αυτό,  είναι που δεν αρέσει...



Μιας και το έφερε η κουβέντα πως κρίνεις το γεγονός ότι πολλοί πολύ καλοί μουσικοί επιλέγουν να δουλέψουν σε τέτοιου είδους μαγαζιά... Υπάρχει το βιοποριστικό αλλά πώς το κρίνεις εσύ;

Eχω συγκεκριμένη άποψη γι'αυτό. Είμαι απόλυτος όσον αφορά θέματα αρχών και με την ηθική... είμαι κομπλεξικός με την ηθική, έχω πρόβλημα. Όταν ο Παούρης ήταν είκοσι και είπε «γεια σας» γιατί έβλεπε όλη αυτή τη χλέμπα, έκανε την επιλογή του, δεν κρύφτηκε πίσω από το ότι θα μπορούσε να έχει πολλά λεφτά και 2-3 γκόμενες κάθε βράδυ. Θα μπορούσα να ξυπνάω 5 η ώρα το απόγευμα και να λέω τις ίδιες ατάκες κάθε βράδυ.  Η νύχτα σε κάνει ένα με την μάζα δεν σε διαφοροποιεί... Ίδια πράγματα κάθε βράδυ... Αυτό το έχω δει και το έχω ζήσει και δεν μπορούσα άλλο - και να σου πω και κάτι άλλο-  απ'όσα έχεις δει ο Παούρης δεν έχει πάρει φράγκο!

Έχω παίξει τέσσερις φορές με τον Meola, αλλά αυτό είναι μια δική μου επιλογή, εγώ το έχω χτίσει αυτό και εγώ το επέλεξα, εγώ θυσίασα τον Πλούταρχο και τα 500 ευρώ το βράδυ και να είμαι με το Meola και να μοιραστώ το όργανό μου και ταυτόχρονα ο άλλος μπουζουξής να με βρίζει.  Ενώ βέβαια είναι καλό και γι΄αυτόν... γιατί όταν θα πάει στην Γαλλία και θα πει μπουζούκι, δεν θα πει ο άλλος Ζορμπάς, τζατζίκι και σαλάτες... Θα πει Al di Meola!.. Δεν θα πει Παούρης, θα πει Μeola και κάπου θα θυμηθεί το μπουζούκι.... Χώρια που 5000 μπουζουξήδες με βρίζουν με όλα αυτά που έχουν γίνει αλλά ευτυχώς υπάρχουν και 15 που καταλαβαίνουν... οι υπόλοιποι όμως δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτό που έκανα το έκανα και γι αυτούς.

Με λίγα λόγια επιλέγεις το πώς θα κινηθείς και αυτό θα σε πληρώσει κάποια στιγμή. Επίσης δεν  θεωρώ τον εαυτό μου καλλιτέχνη αυτήν την στιγμή που μιλάμε, δεν είμαι ο Μιχάλης ο Παούρης για τον Ιάσονα, είμαι ο Μιχάλης που θα παίξουμε τάβλι... Και αυτό είναι κάτι που επίσης δεν μπορούν να καταλάβουν εύκολα οι μουσικοί αυτής της φάρας στη νύχτα...



Θα έγραφες για κάποιον τέτοιοo τραγουδιστή, που βρίσκεται σε τέτοια μαγαζιά;

Nαι, αλλά θα τον φέρω στα μέτρα μου... δεν θα διαπραγματευτώ.



Υπάρχουν άλλοι που ακολουθούν το παράδειγμα σου στο μπουζούκι αυτή τη στιγμή; Tη «σχολή Παούρη» ας πούμε;

Oχι, αυτή τη στιγμή όχι... έχω ορισμένους μαθητές που πραγματικά είναι πολύ καλοί και  ενδιαφέρονται να μάθουν, το ψάχνουν και ρωτάνε με σκοπό να μάθουν... και να πάνε παρακάτω..



Το θέμα με τη jazz πώς προέκυψε για σένα;

Από τα 16 μου άρχισα μου φαίνεται... έπαιζα με τον Θεοδοράκη τότε δεν θυμάμαι.... Από τότε είχα τα ακούσματά μου, μελετούσα πολύ Meola, Rosenberg, κτλ... Ήμουν σε ωδεία αλλά ουσιαστικά μόνος μου έμαθα να γράφω, να διαβάζω μουσική.  Αυτός που μου «άνοιξε τα μάτια» στην μουσική, που έδωσε μια άλλη οπτική, και ουσιαστικά τον μπούσουλα να εξελιχθώ,  είναι ο Μανώλης ο Μιχαλάκης, μεγάλος δάσκαλος και ας είναι ίσως από τους πιο άγνωστους του χώρου αν και έχει μεγάλη καριέρα...



Τις τενοντίτιδες πώς τις έχεις γλιτώσει; Πολλοί «παίχτες» τραυματίζονται, και είναι εύκολο να γίνει...

Γυμνάζομαι αρκετά, κάνω βάρη - είναι το χόμπι μου - επίσης με την συγκέντρωση-διαλογισμό, έκανα και αϊκίντο κάποιον καιρό... Το πώς οι τένοντές μου είναι έτσι όπως είναι δεν μπορώ να στο απαντήσω αυτό...



Αν έρθει να σου πει κάποιος που θέλει να μάθει μπουζούκι αλλά επίσης ότι θέλει να παίζει σαν και σένα τι θα του πεις;

Πρωτίστως του λέω ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο. Επίσης του γνωστοποιώ ότι το επίπεδο αυτό είναι δύσκολο, άλλα είναι χαρά μου να σου δείξω όλους τους τρόπους για να το καταφέρεις...



Αυτό που λέγαμε που δεν κάνουν πολλοί Έλληνες ίσως...

Ακριβώς... Αυτό που πρέπει να λες είναι «ναι φίλε, αυτό που λες για μένα ισχύει, αλλά μπορώ να σε βοηθήσω να το κάνεις και συ»... βέβαια μετά εξαρτάται και από τι θέλει ο μαθητής και κυρίως τι στυλ θέλει... Βέβαια έχω συγκεκριμένη ύλη και ουσιαστικά μετά ο μαθητής το βλέπει αλλιώς το όργανο, και αυτό είναι γραμμή του δάσκαλού μου, του Μανώλη του Μιχαλάκη... να έχεις τις βάσεις τις σωστές έτσι ωστέ εσύ να μπορέσεις να το πας όπου θες.

Ποιος είναι ο Μιχάλης Παούρης; Eίναι το παιδί που ξεκίνησε να παίζει στα μαγαζιά από τα έντεκά του; Είναι ο δεξιοτέχνης; Είναι ο δάσκαλος, παρά το νεαρό της ηλικίας του; Είναι ο άνθρωπος που έπαιξε με τους μεγαλύτερους έλληνες συνθέτες; Είναι ο άνθρωπος που τον ακούσαμε να παίζει μπουζούκι στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών του 2004; Είναι ο άνθρωπος που παίζει με τον Meola; Που τοποθετείς τον εαυτό σου;

Eγώ βλέπω έναν άνθρωπο που αγαπάει πάρα πολύ τη μουσική... Και προσπαθώ κάνω επίσης περήφανους του δασκάλους μου - τους καλούς -  γι'αυτά τα όμορφα που λένε για μένα ... Με λίγα λόγια όλα για τη μουσική και τίποτα για μας...

 Και πότε θα σε ξαναδούμε live; Τι κανονίζεις;

Eχω μία-δυο συναυλίες τον Ιανουάριο, για παράδειγμα στο thissio view... όπου δεν έχει κλείσει η ημερομηνία ακόμα. Κανονίζουμε επίσης ορισμένες συναυλίες στην επαρχία καθώς και στο εξωτερικό αλλά είναι νωρίς ακόμα να μιλήσω γι 'αυτά. Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι να έρθει ο κόσμος να δει το τι συμβαίνει και το τι κάνουμε live... να το δει να γίνεται...

Ευχαριστώ πολύ Μιχάλη...

Περισσότερες πληροφορίες για τον Μιχάλη Παούρη:  paouris.blogspot.gr         facebook mihalis.paouris

Πηγή ανάρτησης www.allaboutmusic.gr
http://www.jazzbluesrock.gr/datafiles//Michalis_Paouris1%CE%B1.jpg

Ένα ταξίδι στο ρεμπέτικο, στο El Convento del Arte

$
0
0
 Ένα ταξίδι στο ρεμπέτικο, στο El Convento del Arte
Το El Convento del Arteπαρουσιάζει ένα ταξίδι στα χρόνια του ρεμπέτικου με τίτλο "Μη μου ξυπνάς το παρελθόν", κάθε Δευτέρα και Τρίτηγια όλο το Φεβρουάριο.

ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ
Βασισμένο σε μια ιδέα του Δημήτρη Αθανασίου
Ένα ταξίδι στο χρόνο. Ο χρόνος πίσω. Καρέ – καρέ.
Μάλλον η ψυχή στο χθες βρίσκει καταφύγιο.
Για να φωτίσει το σήμερα.

Μετά από την επιτυχία της παράστασης «Φυσικά και ονειρεύομαι» σε ποίηση της Κικής Δημουλά, η Πέμη Ζούνηκαι η Φρόσω Κορρού καθοδηγούν  οκτώ νέους ηθοποιούς στο επόμενο θέμα που επέλεξαν: Εποχή του ρεμπέτικου.


«Μη μου ξυπνάς το παρελθόν» : μια ερωτική ιστορία εμπνευσμένη από τα υλικά της ιστορίας που μπόλιασαν το ρεμπέτικοτραγούδι. Με θρυλικά τραγούδια και σπάνιες εικόνες (video) εκείνης της εποχής.

Οι βραδιές αυτές  του El Convento είναι αφιερωμένες στην ελληνική μουσική , παρέα με παραδοσιακούς  μεζέδες και τσίπουρο από την Οικογένεια Αποστολάκη.

Κείμενο: Δημήτρης Αθανασίου – Έφη Καμπάνταη
Έρευνα πηγών - επιμέλεια κειμένων: Ρένα Τσουρή
Διεύθυνση – Οργάνωση παραγωγής: Δέσποινα Γρηγοροπούλου
Επιμέλεια μουσικής - sound design: Κατερίνα Κουτούγκου
Επιμέλεια κοστουμιών: Μαριλού Θεοδωρίδου
Φροντιστήριο: Δήμητρα Παπουρτζή

Καλλιτεχνική επιμέλεια: Πέμη Ζούνη – Φρόσω Κορρού
Παίζουν: Δημήτρης Αθανασίου, Δέσποινα Γρηγοροπούλου, Μαριλού Θεοδωρίδου, Έφη Καμπάνταη, Κατερίνα Κουτούγκου, Αλέξανδρος Παπατριανταφύλλου, Δήμητρα Παπουρτζή, Ρένα Τσουρή


ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΥΚΑΣ

$
0
0
http://3.bp.blogspot.com/-cuYf-NY83dA/TtLpPJ-S2NI/AAAAAAAAIkk/k0oSnCInV6g/s1600/1%2B%25281%2529.jpg (Σπάρτη 1919 - Αθήνα 1972). Γνωστός λαϊκός τραγουδιστής, μπουζουξής και δημιουργός μεταπολεμικών ρεμπέτικων τραγουδιών (τα περισσότερα σε στίχους του και σε ρυθμό ζεϊμπέκικου). Αξίζει να σημειωθεί ότι ορισμένες πηγές τον φέρνουν γεννημένο το 1924.

Ήρθε στην Αθήνα το 1943 για να σπουδάσει στη Γεωπονική, αλλά τον κέρδισε το λαϊκό τραγούδι. Σύμφωνα με τον Τάσο Σχορέλη, το πρώτο «μαγαζί» που εργάστηκε ήταν το «Υποβρύχιο» (οδός Δεληγιώργη 47) και εκεί έγραψε το πρώτο του τραγούδι, τη «Σεβιλιάνα», που δισκογραφήθηκε το 1945.

Στην Κατοχή επίσης, σύμφωνα με τον Γ. Μανισαλή, εργαζόταν και στους «Φοίνικες», τα μετέπειτα «Μπουζούκια» (γωνία Σόλωνος και Μαυρομιχάλη). Το 1961 έπαιζε με την ορχήστρα του στην «Κομπαρσίτα».

Το 1963 τραγουδούσε με τον Πρ. Τσαουσάκη σε Κέντρο της οδού Βουλιαγμένης. Το 1968 έπαιζε με την ορχήστρα του στο «Χάραμα» της Καισαριανής, κ.λπ. Ώς το τέλος του μετείχε σε λαϊκά Συγκροτήματα και συνέθετε τραγούδια (αρκετά σε στίχους Σ. Τσιλιβερδή).

Οι LP δίσκοι που περιέχουν τραγούδια του: "Κι όμως ζει" (1975), "Το 13 το κελλί" (1975), "Επιτυχίες" (1983), «Οι μεγαλύτερες επιτυχίες» (1987), "Ψεύτρα Κοινωνία" (1994), «Αφιέρωμα 4» (1995). Επίσης ακούγεται ως τραγουδιστής στον δίσκο "Αυτοί που έφυγαν" (1973).

Τα γνωστότερα των τραγουδιών του: "Καημός" (1951), "Το στοιχειωμένο σπίτι" (1954;), "Σκαλί-σκαλί κατέβηκα" (1954;), «Αφού με πρόδωσες», «Ποτέ δεν είναι αργά», «Στο 13 το κελί», «Πεταλούδα», «Αν μ’ αγαπάς θα σε λατρεύω», «Αρρώστησα μανούλα μου», "Θεσσαλονίκη μου μεγάλη" (1963), «Ηλιοβασίλεμα σωστό», «Για μένα μην κλάψεις», «Πέτα τη μάσκα», «Λάθος πίστεψα σε σένα», «Κελί βαρύ και σκοτεινό», «Ο θεός έπλασε τη γυναίκα», «Στους γονείς μου στέλνω γράμμα», «Την πόρτα μη μου κλείνεις», «Το κλάμα», «Ο επισκέπτης», «Έλα, έλα», «Δεν υπάρχει αμφιβολία», «Ξημέρωσε», «Αυτό που μού ’κανες», «Η αγάπη δεν είναι ντροπή», «Η βέρα σου στο χέρι μου», «Άντε στο καλό κυρά μου», «Τσιφτετέλι οριεντάλ» (ορχηστρικό), «Σεβιλιάνες», κ.λπ.

Έφυγε απο τη ζωή στις 18 / 12 / 1972


ΠΗΓΗ.Τάκης Καλογερόπουλος, Λεξικό της Ελληνικής μουσικής, εκδόσεις Γιαλλελή, 2001
rempetomania.blogspot.gr 
Viewing all 1584 articles
Browse latest View live