Quantcast
Channel: Το Ρεμπέτικο Τραγούδι
Viewing all 1586 articles
Browse latest View live

Καλή Χρονιά - Ευτυχισμένο το 2020!!

$
0
0
https://lh3.googleusercontent.com/UApTMQkODF7Ld7wgjU_qnMNBE2lIV00C7N5GqJcUyD15uNSs9anVX2pHqy-lOjoVqr6Cjxq3mRDWgIt0JeKyDwui129mRr2cPCGez0oRh-v8nmFdrvsZP4X94O-nHA8_tkZR_WTYY-Uxk3Iz_3PTL3fMK4cRC9C3Hyq5o7fhMX7cjSXJl9xM8J1bQct7yyiZnXE5adSfv1tpghTZMq2eP5qz2uu_HeO24JRxpAoOxlJZoCCnkGjyVNMeCpBGYzEn_mz8qi50TEVP4P8-8fpVEbYxy6SqcenRQAklRaQUSL2i3ZuqdGQrH9BPurWSaDJP6eeYVev7uZtKdjeXVDoESlC13Nob0sSLNA4aeKT_OYrddx3DLUMs66ob3UIy9CpONak9ikeerOpS9zLibjK_GVIBs_rZefW00lw5weVsmwWD4x-9Z0sOQFY5Ue5GL70j5ZsQNqT3YjLiQzq3ufvD6tkB6vAVMXRf_igRGbJWmOrgpVRkywqq2yhZbUON0X1LIem0d48G0R-gW99_rST3lSg8gtALMwdBAUzdpXclW6eG992oKoP8Huy5qp6rNl--k-pYnTMT1MRzIriLZSfN-DouNM2Mod6u-23cTQqa1mgn3XROeGNoVlzGD5PJuR0hot6yXt4e2tVatDGe36MZ52JyQS5ufdNnc9EgPlAjFqjwWpBjbKgfp2No=w972-h730-noΧαρούμενη, δημιουργική, γεμάτη όνειρα  Νέα Χρονιάμε όμορφες! 
Χρώματα, ήχοι, μουσικές να ομορφαίνουν την κάθε μας μέρα! 
Γιώργος Γυρνάς


Ρεμπέτικο τραγούδι: Ύμνος ή μήπως Αφορισμός;

$
0
0
ρεμπέτικο
Ρεμπέτικη Κομπανία. Πηγή εικόνας: mousikes-diadromes.gr

Η ρεμπέτα, οι ρεμπέτες και το ρεμπέτικο

Είναι δύσκολο να προσεγγίσεις χωρίς παραλήψεις και ανακρίβειες ένα τόσο μεγάλο κομμάτι της μουσικής μας κληρονομιάς όπως είναι το ρεμπέτικο τραγούδι. Θα επιχειρήσω απλά να δώσω ένα  στίγμα, ελπίζοντας να προσφέρω μια μικρή γεύση.
Ξεκινώντας από την προέλευση των λέξεων «ρεμπέτης, ρεμπέτικο»κατά τον Ν. Σαραντάκο και μετά από μια εκτενή έρευνα που έκανε προέρχονται από τη «ρεμπέτα». Αυτή με τη σειρά της από τα τούρκικα, μάλλον από τη λέξη rabιta (που σήμαινε ‘στρατιωτικός καταυλισμός, ιδίως μεθοριακός’ αλλά στη συνέχεια, στην ανατολική Μεσόγειο του 19ου αιώνα είχε πάρει τη σημασία «ξενώνας, καραβανσεράι» και «τεκές, άσυλο»).

Οι περίοδοι του ρεμπέτικου

Υπάρχουν πολλοί σπουδαίοι μελετητές του ρεμπέτικου τραγουδιού που έχουν ασχοληθεί με την ιστορία του αλλά και με την εξέλιξή του.
Ένας από αυτούς, ο Ηλίας Πετρόπουλος, χωρίζει την ιστορία του ρεμπέτικου σε τρεις περιόδους:
  • 1922-1932 – Η εποχή που κυριαρχούν τα στοιχεία από τη μουσική της Σμύρνης.
  • 1932-1942 – Η κλασική περίοδος.
  • 1942-1952 – Η εποχή της ευρείας διάδοσης και αποδοχής.

Το ξεκίνημα

Σαν πρώτο ξεκίνημα αυτού του νέου ακούσματος θεωρούνται οι αρχές του 19ουαιώνα, στις φυλακές του ελληνικού κράτους. Γι’ αυτά τα τραγούδια κάνουν αναφορά και μεγάλοι λογοτέχνες όπως ο Παπαδιαμάντης, ο Καρκαβίτσας κ.ά.
Μέχρι τότε στην Ελλάδα κυριαρχούσαν οι οπερέτες. Ένα είδος που, σαφώς, δεν εξέφραζε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Άρχισαν να γράφονται και ελληνικές καντάδες, επτανησιακές κυρίως, που και αυτές όμως είχαν τις ρίζες τους στις ιταλικές οπερέτες.
Σιγά σιγά άρχισαν να ανοίγουν τα καφέ σαντάνκαι αργότερα τα καφέ σαντούρπου μετονομάστηκαν σε καφέ αμάν. Όλα αυτά, βέβαια, μετά την ίδρυση του Ωδείου Αθηνών. Άρχισαν να γράφονται επιθεωρήσεις και να διευρύνεται σταδιακά ο μουσικός κύκλος.



Στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης θα διδάσκεται η ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού..

$
0
0
https://thecaller.gr/wp-content/uploads/2020/01/rempetiko-1024x575.jpg
Την εισαγωγή ενός νέου μαθήματος στο πρόγραμμα σπουδών του, ανακοίνωσε το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης (NYU), που θα ασχολείται με τις απαρχές του ελληνικού ρεμπέτικου τραγουδιού και των αμερικανικών μπλουζ.
Στον κύκλο μαθημάτων με τίτλο «Τραγούδια των περιθωριακών: Τα αμερικανικά μπλουζ συναντούν το ελληνικό ρεμπέτικο», θα εξετάζεται η ιστορία και η σχέση μεταξύ των δύο ειδών. Το μάθημα θα ξεκινήσει για πρώτη φορά στο εαρινό εξάμηνο του 2020, υπό την αιγίδα του γενικού προξενείου της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη.
Ο συνθέτης Περικλής Κανάρης θα διδάσκει το μάθημα, σε συνεργασία με το πρόγραμμα ελληνικών σπουδών Αλέξανδρος Σ.Ωνάσης του NYU και τη Μουσική Σχολή Steinhardt School of Music. «Είναι ένα ταξίδι στις ρίζες τραγουδιών των λαών, των δύο χωρών μου. Είναι μεγάλη τιμή και εξίσου μεγάλη ευθύνη», σχολίασε ο κ. Κανάρης στο Facebook.
Το μάθημα θα είναι διαθέσιμο για τους φοιτητές των ανθρωπιστικών σπουδών και των κοινωνικών επιστημών.
Αναλυτικά η περιγραφή του μαθήματος στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης
«Τα τραγούδια είναι τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας που σπάνια κάνουμε «ένα βήμα πίσω» για να τα παρατηρήσουμε ως κάτι άλλο από μουσική και στίχους. Κι όμως, μπορούν να περικλείσουν σπουδαίο πλούτο πληροφορίας για την εποχή που γράφτηκαν. Στην αρχή του 20ου αιώνα, δύο ανθολογίες τραγουδιών γεννήθηκαν παράλληλα και εξελίχθηκαν σε θρυλικά μουσικά είδη, καθένα από αυτά στο πλαίσιο της κουλτούρας του.   
Τα αμερικανικά μπλουζ, γεννήθηκαν από Αφρικάνους σκλάβους και τους απογόνους τους, στις νότιες φυτείες των Ηνωμένων Πολιτειών και το ελληνικό ρεμπέτικο, γεννήθηκε όταν μεγάλοι αριθμοί προσφύγων εγκαταστάθηκαν σε πόλεις - λιμάνια της Ελλάδας, στο ξεκίνημα της μικρασιατικής καταστροφής του 1922.    Παρά τις ευδιάκριτες διαφορές τους σε εθνικές και μουσικές καταβολές, το ρεμπέτικο αργότερα έγινε γνωστό στους φανατικούς του παγκοσμίως ως τα «ελληνικά μπλουζ», επειδή και τα δύο είδη αντικατόπτριζαν την σκληρότερη πραγματικότητα των περιθωριακών που τα δημιούργησαν.
Μία συγκριτική ανάλυση των δύο ειδών μέσα από τον φακό πολλαπλών σχολών, θα αποκαλύψει έκδηλες ομοιότητες και διαφορές στους τρόπους που δημιουργούσαν και υποδέχονταν αυτά τα κομμάτια. Επιλεγμένα κείμενα, ηχογραφήσεις, φιλμ και εμβόλιμες παρουσιάσεις από προσκεκλημένους, θα καθοδηγήσουν τους φοιτητές στα διαφορετικά επίπεδα αυτής της σύγκρισης».

TheCaller.Gr

Πηγή ανάρτησης: thecaller.gr


Σπύρος Ταραπόσος ο λατερνατζής..Ένας απο τους λίγους που κρατάει την παράδοση..

$
0
0
Σπύρος Ταραπόσοςο Μακεδόνας λατερνατζής (από την Αλεξάνδρεια Ημαθίας) που προσπαθεί να ζήσει την οικογένεια του με την λατέρνα, αφού μετά από πολλές προσπάθειες και  αιτήσεις για δουλειά, ακόμη και στον τόπο του δεν καρποφόρησαν.
Και του ήρθε η ιδέα να χρησιμοποιήσει την κληρονομιά από τον παππού του, την λατέρνα, η οποία είναι πολύ παλιά, κατασκευής του 1942.
Όπως μας είπε ο κύριος Σπύρος, ο παππούς του με την λατέρνα είχε γυρίσει σε πολλά μέρη πηγαίνοντας σε γάμους, πανηγύρια, βαπτίσεις και με τα λίγα χρήματα που έβγαζε ζούσε την οικογένεια του αξιοπρεπώς.

Ο κύριος Σπύροςμας λέει για το επάγγελμα του λατερνατζή πως δεν είναι καθόλου εύκολο και δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας.
Χρειάζεται μαεστρία, να εμπνέεις στον άλλον φιλικότητα, να τον κερδίσεις με το παίξιμο σου και με το χαμόγελο σου.

Τα τελευταία χρόνια συνήθως γυρίζει  τα στενά  της Αθήνας, θα τον ακούσεις στην Βουκουρεστίου, Ερμού, Μοναστράκι, Κολωνάκι, εκτός και τον καλέσουν εκτός Αττικής για κάποια εκδήλωση.

(ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ  ΜΙΑ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΓΙΟΡΤΗ, ΣΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ,ΣΤΟ ΓΑΜΟ, ΣΤΑ ΒΑΠΤΙΣΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΑΡΑ ΝΑ ΚΑΛΕΣΕΙ ΤΟΝ Κο ΣΠΥΡΟ ΜΕ ΤΗΝ ΛΑΤΕΡΝΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΕΙ ΜΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΕΚΠΛΗΞΗ ΤΟΥΣ ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥ. 
Τηλ Επικοινωνίας 6931080272)

Βασίλης Τσιτσάνης. 100 χρόνια απο την γέννησή του..(Βίντεο)

$
0
0
http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/bg-header-sm.jpg
Σαν σήμερα γεννήθηκε και πέθανε ο Βασίλης Τσιτσάνης
Βασίλης Τσιτσάνης, ο μεγαλύτερος Έλληνας δημιουργός του λαϊκού τραγουδιού.
Γεννήθηκε στα Τρίκαλα από γονείς Ηπειρώτες. Τσαρουχάς ο πατέρας του, είχε ένα μαντολίνο με το οποίο έπαιζε σχεδόν αποκλειστικά κλέφτικα τραγούδια της πατρίδας του. Αυτά ήταν τα πρώτα ακούσματα του μικρού Βασίλη μαζί με τις βυζαντινές ψαλμωδίες που άκουγε στην εκκλησία. Στα 11 χρόνια του χάνει τον πατέρα του και μόνον τότε πέφτει στα χέρια του το μαντολίνο – το οποίο στο μεταξύ έχει μετατραπεί από κάποιον ντόπιο οργανοποιό σε μπουζούκι.

Στα γυμνασιακά του χρόνια στα Τρίκαλα μαθαίνει παράλληλα βιολί, συμμετέχοντας με αυτό σε τοπικές εκδηλώσεις. Το μπουζούκι όμως, αν και χωρίς κοινωνική καταξίωση στη μικρή τοπική κοινωνία, τραβάει περισσότερο το ενδιαφέρον του. Τα πρώτα του τραγούδια τα γράφει σε ηλικία 15 χρονών. Στα τέλη του 1936 φεύγει από τα Τρίκαλα για την Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει νομικά.
 http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/mouseio-logo.png
Για να συμπληρώσει τα έσοδά του δουλεύει παράλληλα σε ταβέρνες. Σε μια απ’αυτές γνωρίζει τον τραγουδιστή Δημήτρη Περδικόπουλο ο οποίος τον πηγαίνει σε μια δισκογραφική εταιρεία. Ηχογραφεί για πρώτη φορά το 1937, αλλά το κύριο μέρος των προπολεμικών δίσκων του πραγματοποιείται τα επόμενα χρόνια.

Η «Αρχόντισσα» είναι το πιο γνωστό τραγούδι που ηχογραφεί τότε αλλά μαζί μ’αυτό βρίσκουν θέση στη δισκογραφία τραγούδια όπως τα «Να γιατί γυρνώ», «Γι ‘αυτά τα μαύρα μάτια σου» και πολλά άλλα που ερμηνεύουν ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Κερομύτης αλλά και ο Μάρκος Βαμβακάρης. Με αυτά τα τραγούδια ο Τσιτσάνης εισήγαγε ένα νέο είδος Λαϊκού τραγουδιού το οποίο αποτείνεται στο πλατύτερο κοινό, σε αντίθεση με το ρεμπέτικο τραγούδι που ενδιαφέρει ένα περιορισμένο κύκλο ακροατών. Μ’ αυτά απαντά στην λογοκρισία της Μεταξικής δικτατορίας η οποία απαγορεύει τόσο τα προϋπάρχοντα τραγούδια του ρεμπέτικου περιθωρίου όσο και τις εμφανείς ανατολίτικες μελωδίες. Τα χρόνια της κατοχής τα περνά στη Θεσσαλονίκη, όπου δουλεύει σε διάφορα μαγαζιά. Αυτά τα χρόνια γράφει πολλά από τα τραγούδια που ηχογραφεί μετά τονπόλεμο όταν άνοιξαν ξανά τα εργοστάσια δίσκων. «Αχάριστη», «Μπαξέ τσιφλίκι», «Τα πέριξ», «Νύχτες μαγικές», «Ζητιάνος της αγάπης», «Ντερμπεντέρισσα» και βέβαια τη «Συννεφιασμένη Κυριακή». Το 1946 εγκαθίσταται ξανά στην Αθήνα και αρχίζει πάλι να ηχογραφεί.

Η δεκαετία 1945 – 1955 είναι ίσως η κορυφαία της καριέρας του καθώς γνωρίζει την πλατιά καταξίωση στη δισκογραφία και η πιο μεστή δημιουργικά γι’ αυτόν. Φέρνει στο προσκήνιο νέες φωνές που υπηρετούν τα τραγούδια του και δένονται μαζί του : τη Μαρίκα Νίνου, τη Σωτηρία Μπέλλου, τον Πρόδρομο Τσαουσάκη. «Είμαστε αλάνια», «Πήρα τη στράτα κι έρχομαι», «Χωρίσαμε ένα δειλινό», «Τρελός τσιγγάνος», «Πέφτουν της βροχής οι στάλες», «Όμορφη Θεσσαλονίκη», «Αντιλαλούνε τα βουνά», «Κάνε λιγάκι υπομονή», «Φάμπρικες», «Πέφτεις σε λάθη», «Καβουράκια», «Κάθε βράδυ λυπημένη», «Ξημερώνει και βραδιάζει», «Έλα όπως είσαι», είναι μερικά μόνο από τα τραγούδια του γι’ αυτή την περίοδο. Κι ίσως θα’ πρεπε να σημειώσουμε τόσο το μελωδικό πλούτο, όσο και τη δεξιοτεχνία στην απόδοση πολλών απ’ αυτά τα τραγούδια.

Χαρακτηριστικές οι εισαγωγές τους – που κάποτε είναι…τρείς : ταξίμι, προεισαγωγή, εισαγωγή – δείγματα ιδιαίτερης σπουδής και απίστευτης ευχέρειας στη μελωδική έκφραση.
Καθώς, μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’50, το σκηνικό στο λαϊκό τραγούδι πλατιάς αποδοχής αλλάζει και κυριαρχούν κάποιες αραβικές ή και ινδικές επιρροές, ο Τσιτσάνης προσπαθεί να εγκλιματιστεί χωρίς να εγκαταλείψει το προσωπικό του ύφος. Το ίδιο κάνει και σε επόμενες εποχές που η περιρρέουσα ατμόσφαιρα αλλάζει ξανά.

Χωρίς ποτέ να αποδεχτεί κάποια απ’ τις εποχιακές «μόδες», παρουσιάζει πάντα κάποια τραγούδια που μπορούν να προστεθούν στα κλασικά του, αν και ανήκουν σε νεότερα χρόνια κι έχουν επιρροές απ’ τον κυρίαρχο ήχο αυτών. Τραγούδια του ερμηνεύουν ο Καζαντζίδης, ο Μπιθικώτσης,ο Γαβαλάς, ο Αγγελόπουλος, η Γκρέυ, η Πόλυ Πάνου, η Χαρούλα Λαμπράκη, ο Σταμάτης Κόκοτας κι από κάποιο σημείο και κάτω, κατ’ εξοχήν ο ίδιος. Απ’ αυτά ν’ αναφέρουμε ενδεικτικά : «Ίσως αύριο (1958), «Τα λιμάνια» (1962), «Τα ξένα χέρια»(1962), «Μείνε αγάπη μου κοντά μου»(1962), «Κορίτσι μου όλα για σένα»(1967), «Απόψε στις ακρογιαλιές»(1968), «Κάποιο αλάνι»(1968), «Της Γερακίνας γιός»(1975),»Δηλητήριο στη φλέβα»(1979). Το 1980 με πρωτοβουλία της UNESCO ηχογραφείται ένας διπλός δίσκος με τίτλο «Χάραμα» – έτσι λεγόταν το μαγαζί στο οποίο ο Τσιτσάνης εμφανιζόταν τα τελευταία 14 χρόνια της καριέρας του και της ζωής του. Σ’ αυτό το δίσκο παίζει μια σειρά από κλασικά του τραγούδια αλλά και πολλά αυτοσχεδιαστικά κομμάτια στο μπουζούκι.
Ο δίσκος αυτός με την έκδοσή του στην Γαλλία (1985) παίρνει το βραβείο της Μουσικής Ακαδημίας Charles Gross. Όμως στο μεταξύ ο κορυφαίος δημιουργός έχει φύγει για πάντα. 

Το 1984, ακριβώς την ημέρα των γενεθλίων του (18 Ιανουαρίου), πεθαίνει στο νοσοκομείο Brompton του Λονδίνου ύστερα από επιπλοκές μιας εγχείρησης στους πνεύμονες. Μέχρι και 24 μέρες πρίν εμφανιζόταν κανονικά σε κέντρο και δούλευε καινούργια τραγούδια…

 http://mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/03/ypografi_1.gif


 http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/mouseio-logo.png 


 http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/mouseio-logo.png

 http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/mouseio-logo.png
 http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/mouseio-logo.png
 http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/mouseio-logo.png

 http://www.mouseiotsitsani.gr/wp-content/uploads/2015/09/mouseio-logo.png


Ο Ρεμπώ συναντά τα ρεμπέτικα: Οι Μιχάλης και Παντελής Καλογεράκης στην Αγγλικανική Εκκλησία

$
0
0
Rembotika.jpgΟι Μιχάλης και Παντελής Καλογεράκης παρουσιάζουν στην Αγγλικανική Εκκλησία την μουσική παράσταση «Ρεμπώτικα», όπου ο ρεμπέτικος κόσμος του Ρεμπώ συναντά τον ποιητικό κόσμο του ρεμπέτικου.
Ο Μιχάλης και ο Παντελής Καλογεράκηςκαλωσορίζουν τη νέα δεκαετία με μια μουσική παράσταση που μας παρουσιάζουν για πρώτη φορά την επικείμενη δισκογραφική τους δουλειά με τίτλο «Ρεμπώτικα».
Τα αδέλφια Καλογεράκη παρουσιάζουν τη θυελλώδη σχέση του ποιητή Άρθουρ Ρεμπώμε τον Πωλ Βερλαίνμέσα από τις ερωτικές επιστολές που αντάλλαξαν, ενώ ταυτόχρονα σχολιάζουν μουσικά ερμηνεύοντας ρεμπέτικα τραγούδια.
Η μουσική αφήγηση επιχειρεί να αναδείξει τα αόρατα νήματα που συνδέουν τον «ρεμπέτικο» τρόπο ζωής του Ρεμπώ με τον έντονο ποιητικό κόσμο του ρεμπέτικου τραγουδιού δίνοντας τον τίτλο «Ρεμπώτικα».
Μια μουσική παράσταση στον ιστορικό χώρο της Αγγλικανικής εκκλησίας Αγίου Παύλου.

Συντελεστές:


Παναγιώτης Κουνάδης: «Το αρχείο είναι τα τσιγάρα που δεν κάπνισα, οι καφέδες που δεν ήπια»

$
0
0

Μια κουβέντα με τον συλλέκτη και ερευνητή του ελληνικού τραγουδιού. 

Επισκέπτομαι τον Παναγιώτη Κουνάδη στο σπίτι του στο κέντρο της Αθήνας, όπου στεγάζεται το περίφημο αρχείο του. Αφορμή γι’ αυτή μας τη συνάντηση είναι ο διαδικτυακός τόπος του Εικονικού Μουσείου Αρχείου Κουνάδη, ο οποίος εδώ και λίγες μέρες είναι ανοιχτός στο κοινό. Το εικονικό μουσείο, το οποίο υλοποιήθηκε με την υποστήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και την ερευνητική υποστήριξη του Πανεπιστημίου Αιγαίου, προσφέρει στον επισκέπτη σπάνιους θησαυρούς με κοινό σημείο αναφοράς τη μουσική των Ελλήνων εντός κι εκτός της χώρας, με έμφαση στα πρώτα εξήντα χρόνια του 20ού αιώνα αλλά και με αναφορές σε παλιότερες ιστορικές περιόδους.
Με ένα κλικ στο vmrebetiko.grγίνονται προσβάσιμα περισσότερα από 6.000 τεκμήρια, όπως δίσκοι 78 στροφών, παρτιτούρες, συνεντεύξεις (ήχος και απομαγνητοφωνήσεις), φωτογραφίες, καρτ ποστάλ, μηχανήματα αναπαραγωγής ήχου και μουσικά όργανα. «Για κάθε ντοκουμέντο που έχουμε υπάρχουν μέχρι 25 συμπληρωματικές συνιστώσες τεκμηρίωσης οι οποίες περιλαμβάνουν στοιχεία στην ετικέτα του δίσκου, τα ονόματα των δημιουργών, των ερμηνευτών, την εταιρεία, την ημερομηνία και τον τόπο ηχογράφησης και άλλες εκτελέσεις που μπορεί να έγιναν» λέει ο Π. Κουνάδης.
Καθώς συζητάμε για όλα αυτά βλέπω πάνω στο τραπέζι τη θήκη ενός εγχόρδου. Μου λέει ότι πρόκειται για το όργανο του Γιοβάν Τσαούς και στο μυαλό μου παίζει το «Πέντε μάγκες στον Περαία».

Avanti μαέστρο…ρεμπέτικα...

$
0
0
Ημερομηνίες παραστάσεων: 19/02/2020, 26/02/2020, 04/03/2020, 11/02/2020

Ένα µουσικό ταξίδι σκιών και λαϊκής ορχήστρας για όλους!
 
Ο γνωστός σκιοπαίκτης και σκηνοθέτης Ηλίας Καρελλάςεπιστρέφει µε µια ολοκαίνουργια παραγωγή για όλη την οικογένεια.

Ο Αγάθωνας, ο πιο γνήσιος εκφραστής του ρεµπέτικου τραγουδιού, συναντά στη σκηνή την µοναδική ερµηνεύτριαΚατερίνα Τσιρίδουκαι µας προσκαλούν σε µια µουσική παράσταση έκπληξη! Στον φωτισµένο µπερντέ του Ηλία Καρελλά, ο Καραγκιόζης συνοµιλεί µε τον Βαµβακάρη, τον Χατζηχρήστου, τη Νίνου, τον Τσιτσάνη, την Εσκενάζυ, τον Παπαϊωάννουκαι παρέα µάς αφηγούνται σπαρταριστά στιγµιότυπα από τη ζωή και την καριέρα τους.

Ένα µελωδικό οδοιπορικό στους µεγάλους συνθέτες και ερµηνευτές της ρεµπέτικης και λαϊκής µουσικής, γεµάτο χιούµορ, ζωντανή µουσική και τις ανεξίτηλες στο χρόνο ατάκες του Καραγκιόζη.
Ένα ταξίδι, από τη «Φραγκοσυριανή» ως το «Καροτσέρη τράβα» και από τα «Καβουράκια» ως το «Μινόρε της αυγής», µε ζωντανή ορχήστρα και γιγαντοφιγούρες θεάτρου σκιών, για ηλικίες έως 102 ετών! 

Ηλίας Καρελλάςερμηνεία Θεάτρου σκιών

Αγάθωναςφωνή και μπουζούκι
Κατερίνα Τσιρίδουφωνή και μπαγλαμάς
Κυριάκος Γκουβένταςβιολί
Δήμος Βουγιούκαςακορντεόν
Νίκος Πρωτόπαπαςκιθάρα

Δήμητρα Κώνσταχειρισμός φιγούρας
Νικόλας Τζιβελέκηςχειρισμός φιγούρας

Συμπαραγωγή:
Θίασος Σκιών Ηλία Καρελλά
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών


ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ - ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Εκδοτήρια: Βασ.Σοφίας & Κόκκαλη, Αθήνα
Tηλ 210 7282333
ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ
Τηλ 210 7282367
ΑΓΟΡΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
Χώρος:
Παιδική Σκηνή Β' Φουαγιέ Ισογείου
Ημερομηνία/ Ώρα έναρξης:
19 & 26 Φεβρουαρίου, 4 & 11 Μαρτίου 2020/21:00
Προπώληση από: 29 Ιανουαρίου 2020
Τιμές:Γενική είσοδος: € 12
Αγορά Εισιτηρίων Online
Πηγήαφίσας: www.loaded.gr

Πηγή ανάρτησης: www.megaron.gr



Το «Προπολεμικό Ρεμπέτικο» στο Μουσείο Τσιτσάνη

$
0
0
par vivΗ οργανοποιία Αναστάσιος – Luthieros music instruments, ο Οργανισμός Πολιτισμού Seikilo, οι εκδόσεις Iwrite και ο συγγραφέας Ευάγγελος Πετρινιώτης παρουσιάζουν το νέο του βιβλίο με τίτλο «Προπολεμικό Ρεμπέτικο – Μ. Βαμβακάρης, Α. Δελιάς, Γ. Μπάτης».

Η παρουσίαση θα γίνει το Σάββατο 8 Φεβρουαρίου στο Μουσείο Τσιτσάνη, στις 19:30.

Για το βιβλίο, εκτός από τον συγγραφέα, θα μιλήσει η μουσικολόγος Δέσποινα Ψαθά.
Θα ακολουθήσει μικρή συναυλία.

Από το οπισθόφυλλο
ΔΕΚΑΕΤΊΑ ΤΟΥ ’30 και στον Πειραιά μεσουρανεί η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς». Οι μάγκες της εποχής ακούν το σχήμα που ανέδειξε το Πειραιώτικο Ρεμπέτικο και οι τεκέδες μοιάζουν με χώρους λατρείας του μπουζουκιού. Μέλη του σχήματος είναι οι Μάρκος
Βαμβακάρης, Ανέστης Δελιάς, Γιώργος Μπάτης και Στράτος Παγιουμτζής. Τοπροπολεμικό έργο των τριών πρώτων προσώπων αποτελεί και το αντικείμενο μελέτης της παρούσας έκδοσης.
Ο αναγνώστης θα γνωρίσει, αρχικά, τον τρόπο ζωής της εποχής και θα μυηθεί στο ρεμπέτικο ιδίωμα. Έπειτα, ακολουθούν ξεχωριστά κεφάλαια για τον κάθε συνθέτη, στα οποία εμπεριέχονται βιογραφικά στοιχεία, κατάλογοι των συνθέσεών τους, καταγραφή και ανάλυση επιλεγμένων τραγουδιών και τα χαρακτηριστικά του έργου τους.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στη λεπτομερή καταγραφή της μελωδίας του μπουζουκιού (ή του μπαγλαμά στην περίπτωση του Μπάτη) και στη σε βάθος μουσικολογική και στιχουργική ανάλυση των τραγουδιών, με ειδική αναφορά στον τρόπο παιξίματος, τα ντουζένια και την ερμηνευτική-εκτελεστική τεχνική. Τέλος, παρατίθεται η συγκριτική μελέτη των τριών και τα συμπεράσματα της έρευνας.
Ο συγγραφέας

Ο Ευάγγελος Πετρινιώτης γεννήθηκε το 1991 στην Καρδίτσα. Οι πρώτες του μουσικές σπουδές πραγματοποιήθηκαν στο Δημοτικό Ωδείο Καρδίτσας και έπειτα στο Ωδείο Αρίων (Καρδίτσα), απ’ όπου αποφοίτησε με πτυχίο Αρμονίας και Αντίστιξης αντίστοιχα.
Στη συνέχεια φοίτησε στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, όπου περάτωσε τις σπουδές του με προπτυχιακό και μεταπτυχιακό τίτλο ειδίκευσης στην ερμηνεία και εκτέλεση του τρίχορδου μπουζουκιού. Το 2016 κυκλοφόρησε η πρώτη του δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Χρώματα».
Από το 2017 εργάζεται ως καθηγητής τρίχορδου μπουζουκιού σε μουσικά σχολεία και εμφανίζεται σε φεστιβάλ και μουσικές σκηνές.

PyliNews

Πηγή ανάρτησης: pylinews.gr


Τα λογοκριμένα τραγούδια και η ιστορία τους

$
0
0
https://www.ogdoo.gr/images/stories/Kika/logokrimena_banner.jpg
Την Τρίτη 11 Φεβρουαρίου, στις 20:30, ο Κώστας Μακεδόνας, ο Γιάννης Μπέζος, η Ρίτα Αντωνοπούλου και η Ελένη Καρακάση συναντούν το Εργαστήρι Ελληνικής Μουσικής Δήμου Αθηναίων στο Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», στη μουσική παράσταση «Τα λογοκριμένα», μία αναδρομή σε τραγούδια που υπέστησαν λογοκρισία από το 1937 μέχρι τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.

Την ιδέα, τα κείμενα και την καλλιτεχνική επιμέλεια της παράστασης έχει ο Δημήτρης Χαλιώτης, ο οποίος στο προσωπικό του σημείωμα προς το Ogdoo.gr αναφέρει:

Η Ιουλία Καραπατάκη έκανε το ρεμπέτικο να «ανθίσει» ξανά στην Ελλάδα.♫

$
0
0
ioulia-karapataki.jpgΌταν ήταν μικρή, περνούσε τα καλοκαίρια της στο Πόρτο Ράφτη με την αδερφή της, τον παππού και τη γιαγιά. Όλοι της οι φίλοι ήταν εκεί. Κάμποσα χρόνια μετά, η Ιουλία Καραπατάκη είναι ακόμα εκείνο το κορίτσι που βουτούσε ξέγνοιαστα στο νερό.
Απλώς τότε δεν φανταζόταν ούτε καν ως παιδικά αφελή σκέψη ότι θα γίνει αυτό που είναι σήμερα: μια από τις ωραιότερες λαϊκές φωνές της χώρας.
Τα τελευταία δύο χρόνια τραγουδάει μαζί με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και κυρίως τον Σωκράτη Μάλαμα. Ήταν μια ανακάλυψη του πρώτου και σίγουρα εμείς ως κοινό του οφείλουμε κι αυτό του Θανασάρα.
Πριν από μερικούς μήνες η Ιουλία Καραπατάκη συμμετείχε σε..........

Μια μουσική παράσταση σκιών και ρεμπέτικων για όλη την οικογένεια στο Μέγαρο Μουσικής.

$
0
0
https://www.lifo.gr/icache/540/360/1/1596929_%CE%97%CE%BB%CE%AF%CE%B1%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%81%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CF%82_lifo.jpg
 Ο γνωστός σκιοπαίχτης και σκηνοθέτης Ηλίας Καρέλλας διοργανώνει ένα μουσικό παιχνίδι σκιών για μικρούς και μεγάλους στο Μέγαρο Μουσικής.
Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη και σκιοπαίχτη Ηλία Καρέλλα, διοργανώνουν την ολοκαίνουργια παραγωγή, «Avanti μαέστρο...ρεμπέτικα» για όλη την οικογένεια, η οποία χαρακτηρίζεται ως ένα μουσικό ταξίδι σκιών και λαϊκής ορχήστρας.

Την μουσική παράσταση έκπληξη θα ηγηθεί ο πιο γνήσιος εκφραστής του ρεμπέτικου τραγουδιού Αγάθωνας, σε συνεργασία με την ερμηνεύτρια Κατερίνα Τσιρίδου, με θέμα την συνομιλία του Καραγκιόζη με τους Βαμβακάρη, Χατζηχρήστου, Νίνου, Τσιτσάνη, Εσκενάζυ και Παπαϊωάννου, οι οποίοι και διηγούνται στιγμιότυπα και γεγονότα από την ζωή και την καριέρα τους.

Τραγούδια της φυλακής. (γράφει η Μαρίνα Αγγελάκη)

$
0
0

H Λιζέτα Καλημέρη και ο Θωμάς Κοροβίνης σε ένα ξεχωριστό πρόγραμμα.

Με αφορµή το πρόσφατο πεζογράφηµά του «Ολίγη µπέσα, ωρέ µπράτιµε! - Η τελευταία νύχτα του Οδυσσέα Ανδρούτσου» (κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αγρα), το οποίο διαδραµατίζεται στη φυλακή της Ακρόπολης και παρουσιάζει µια φανταστική δηµόσια εξοµολόγηση του προδοµένου εµβληµατικού οπλαρχηγού του 1821 τις τελευταίες ώρες της ζωής του, ο συγγραφέας και τραγουδοποιός Θωµάς Κοροβίνης επιµελήθηκε και παρουσιάζει στη Θεσσαλονίκη το ερχόµενο Σάββατο (15 Φεβρουαρίου)ένα πρόγραµµα µε ελληνικά τραγούδια της φυλακής. Πρόκειται για µια αντιπροσωπευτική επιλογή από το πλούσιο ρεπερτόριο του είδους µε δηµώδη, ρεµπέτικα και λαϊκά τραγούδια αλλά και συνθέσεις νεότερων δηµιουργών για την «ψειρού» ή «σκολιό» ή «σίδερα» ή «στρουγκού», ή «κολέγιο», ή «στενή», όπως περιγράφουν τη φυλακή οι ρεµπέτες.
Στη συναυλία θα ακουστούν τραγούδια.....

Johan Papaconstantino: Ο Ελληνογάλλος ''ρεμπέτης'' που διασκευάζει Περπινιάδη..♫ ♪ (vids)

$
0
0
Johan Papaconstantino.jpgΗ μουσική δίνει ψυχή στις καρδιές και φτερά στις σκέψεις μας. Το μότο του Johan Papaconstantino.
O Johan Papaconstantino έχει μπαμπά Έλληνα και μητέρα Γαλλίδα, αποτελεί δηλαδή ένα γνήσιο Ελληνογαλλικό χαρμάνι, πράγμα που φαίνεται και στα ιδιαίτερα τραγούδια που διασκευάζει... Γεννήθηκε στην Μασσαλία και ζει στο Παρίσι.
Ο Johan κυκλοφόρησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο Contre-jour (ελληνιστί η αντηλιά) που αποτελείται κυρίως από μεταμοντέρνα ρεμπέτικα τραγούδια σερβιρισμένα με πολλά στοιχεία ανάμικτα από τις δύο χώρες. Εμπνέεται κυρίως από σπουδαίους Έλληνες μουσικούς που τραγούδησαν την αγάπη, την θλίψη, το πένθος και τη μετανάστευση όπως ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Το αποτέλεσμα ενθουσίασε τα Γαλλικά αυτιά και σήμερα ο Johan ''παίζεται'' σε μεγάλα ραδιόφωνα της Γαλλίας όπως το France Inter και το France 3, του παίρνουν συνεντεύξεις αναγνωρισμένα περιοδικά και ετοιμάζεται ήδη για τον δεύτερο δίσκο του.

Προπολεμικά ρεμπέτικα όχι για τζάμπα μάγκες!

$
0
0
Προπολεμικά ρεμπέτικα όχι για τζάμπα μάγκες!Μία μουσική παρουσίαση βιβλίου έκανε ο Καρδιτσιώτης συγγραφέας Ευάγγελος Πετρινιώτης, στο παραδοσιακό ζαχαροπλαστείο Σερεμέτα, για την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου «Προπολεμικό Ρεμπέτικο – Μ. Βαμβακάρης, Α. Δελιάς, Γ. Μπάτης».

Πρόκειται για ένα βιβλίο, που βασίζεται στη μεταπτυχιακή εργασία του Ευάγγελου Πετρινιώτη, για τους τρεις ξακουστούς οργανοπαίχτες, τους Μ. Βαμβακάρη, Α. Δελιά και Γ. Μπάτη, μεταφέροντας στον αναγνώστη την εικόνα που κυριαρχεί στο ρεμπέτικο τραγούδι, λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο που ήταν ίσως η παραγωγικότερή του.

Την παρουσίαση έκανε ο ίδιος ο συγγραφέας και αναφέρθηκε στο περιεχόμενο του βιβλίου, που αποτυπώνει το κοινωνιολογικό πλαίσιο, στο οποίο είναι ενταγμένος ο ρεμπέτης της προπολεμικής περιόδου, τα βιογραφικά στοιχεία και τα χαρακτηριστικά του έργου των τριών αυτών οργανοπαιχτών, που μαζί με τον Σ. Παγιουμτζή αποτελούσαν μία από τις σημαντικότερες ορχήστρες της εποχής, οι οποίοι άφησαν σημαντικό δισκογραφικό έργο, που ακούγεται ακόμα και στις μέρες μας σε μεγάλο βαθμό.

O αναγνώστης θα διαβάσει και θα μάθει πράγματα σχετικά με τη ζωή του τότε και πως είχε να κάνει η μουσική στον Πειραιά στη δεκαετία του ’30 και ’40 κυρίως, μιλάμε για μία εποχή που έχουμε τους τεκέδες, το μπουζούκι αποτελεί σημείο αναφοράς, έχουμε τη λαϊκή κιθάρα, το μπαγλαμά κ.α. Στα επόμενα κεφάλαια θα βρει πληροφορίες για τον κάθε συνθέτη ξεχωριστά (βιογραφικό, κατάλογο τραγουδιών, παρτιτούρες κτλ).

Πολλά και ενδιαφέροντα τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτή την έρευνα, όπως ανέφερε ο συγγραφέας και ένα από αυτά έχει να κάνει με την ελευθερία και την αμεσότητα που βγάζει τόσο η μουσική, όσο και ο στίχος του ρεπερτορίου αυτού. Ο κάθε «παίκτης» αλληλοσυμπλήρωνε ο ένας τον άλλον, ό,τι ένιωθε το περνούσε απευθείας στο μπουζούκι χωρίς δεύτερη σκέψη και την αλήθεια που ένιωθε μέσα του την έβγαζε κατευθείαν στο όργανο, κάτι που λείπει από τη σημερινή δισκογραφία, δίνοντας μία καλή σύνοψη των προσόντων του καλού μάγκα. Μία κάστα ανθρώπων θαρραλέων με δικό τους κώδικα τιμής, όπου η αξία του ανθρώπου μετριόταν στην προσωπικότητά του.

Στις ερμηνευτικές ικανότητες και τα κοινά χαρακτηριστικά των τριών προσώπων του βιβλίου, αλλά και στα μουσικά χαρακτηριστικά του κάθε συνθέτη ξεχωριστά, αναφέρθηκε η μουσικολόγος Δέσποινα Ψαθά, που επίσης μίλησε για το βιβλίο.

Η παρουσίαση έγινε το απόγευμα του Σαββάτου 15 Φεβρουαρίου, στον πολύ ζεστό χώρο του παραδοσιακού ζαχαροπλαστείου Σερεμέτα, παρουσία πολλών φίλων και θαυμαστών του ρεμπέτικου τραγουδιού.

Στη συνέχεια ο συγγραφέας μαζί με την ορχήστρα ερμήνευσε ορισμένα από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια της εποχής, που εναλλασσόταν με κείμενα που διάβαζαν ηθοποιοί του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας, και είχαν άμεση σχέση με το ρεμπέτικο τραγούδι, χαρίζοντας όμορφες στιγμές  μουσικές στιγμές στο κοινό και απόσπασαν το θερμό χειροκρότημα.

Την εκδήλωση διοργάνωσε η Οργανοποιία Αναστάσιος - Luthieros Music Instruments, ο Οργανισμός Πολιτισμού SEIKILO και οι εκδόσεις iWrite.

Photos

Εφημερίδα Ημερήσια Ημαθίας

Πηγή ανάρτησης: www.imerisia-ver.gr



"Αυτό το ...Αχ!.." Η ...ΚΡΕΜΜΥΔΑΡΟΥ (του Μπάμπη Μώκου)

$
0
0
 "Αυτό το ...αχ, δεν είν’ φωτιά
                                           να πιώ νερό να σβήσει.
                                           Μον’ είναι πόνος στην καρδιά
                                           και θα με...  τυραγνίσει!.."
                                                             (Σαμπάχικος Μανές)
του Μπάμπη Μώκου
Σωτήριον έτος 1926. Αν η Κοκκινιά της προσφυγιάς θεωρείται η ...βυζομάνα του Σμυρνέικου, μια άλλη πειραιώτικη περιοχή, η Δραπετσώνα (η Κρεμμυδαρού), αναδεικνύεται σε ...μήτρα του ...καθαρού, του "Πειραιώτικου Ρεμπέτικου" τραγουδιού. Εδώ, κάτω απ’ τη γέφυρα, τα κλαρίνα, τα ούτια και τα σαντουροβιόλια σιγά-σιγά παύουν, τελειώνουν.
   Βασιλιάς πλέον είναι εδώ το μπουζούκι και ...πρίγκηπας ο μπαγλαμάς. Η συνοικία οικιστικά ασυνάρτητη, σχεδιαστικά ανύπαρκτη, βρώμικη τρισάθλια, με αντιφάσεις, πληθυσμιακά προσφυγική και άλλη πολυπικοιλότητα, στεγασμένη άτσαλα, ακανόνιστα  σε πρόχειρα αυτοσχέδια παραπήγματα και παράγκες.


Λασποδρόμια, καλντερίμια, χαμόσπιτα, ρούχα απλωμένα στο σύρμα και, που και που, κανένα γεράνι, μπροστά σε καμιά υποτυπώδη μικρή αυλούλα, σε γκαζοντενεκέ, σε χρώμα, όπως το αίμα, λαμπερό και κατακόκκινο να θυμίζει τη  ζέση για ζωή και ...την ομορφιά.
   Η Δραπετσώνα της απόγνωσης, των απόκληρων, των κατατρεγμένων, μέσα στη σκόνη των στενοσόκακων, των ανύπαρκτων υποδομών υγιεινής, της λάμπας του φωτιστικού πετρέλαιου, στη δίνη της αυθαιρεσίας, του τσαμπουκά, του δίκιου του ισχυρότερου, του περιθώριου, της ανυποληψίας. Με τις μικρότητες και το μεγαλείο της, τις ζηλοτυπίες και τη μεγαλοφροσύνη, τις χαρές και τα βάσανά της. Ένας χώρος, άλλη νοοτροπία, άλλη κοινωνία , άλλη εθιμικότητα.
   Καμιά τρακοσαριά μέτρα απ' τα Βούρλα και το Καστράκι και δίπλα στον Αη-Διονύση, γεμάτη από πρόσφυγες, λασπουριά, τεκέδες, μουσικά καφενεία "ιδιότροπα", όπως του Μπάτη, με τον δικό της νόμο, δικά της μπερεκέτια.
    Γυρίζεις τη ματιά και 100 μέτρα στα αριστερά σου "Η ΚΟΡΙΤΣΙΕΡΑ ΤΩΝ ΒΟΥΡΛΩΝ", το μεγαλύτερο μπορντέλο των Βαλκανίων, με περισσότερες από 50 γυναίκες, κάθε καταγωγής και ηλικίας. Και γύρω-γύρω, οι αγαπητικοί, οι νταβαντζήδες, οι προαγωγοί, οι ...προστάτες, με βασικό στέκι το καφενείο της Μπουρδούσαινας, που είναι "μεγαλοτσατσά ", αλλά, άμα -λάχει, λέει και το φλιτζάνι.
   Από τη μια μεριά το προσφυγικό σινάφι που προσπαθεί να συμμαζέψει τα... ασυμμάζευτα, να βάλλει ένα κεραμίδι στο κεφάλι του, να επιζήσει έστω και υποτυπωδώς με τα βασικά, τα αναγκαία κι απ’ την άλλη ...άλλος κόσμος. Ο κόσμος των ντόπιων, επιφυλακτικών και  ...δύσπιστων.
   Η "πιάτσα" της άγριας, της ανυποχώρητης, της γνήσιας μαγκιάς, όπου οι αμανέδες και τα σμυρνοτράγουδα  ...δραπετεύουν τα βράδια από κάποιο ανοιχτό παραθυρόφυλλο και πασχίζουν να ...χαστουκίσουν  με μανία τη μιζέρια και την κακομοιριά. 
   Όπου όμως το σέβας στην οικογένεια και η σιωπή στους γεροντότερους αποτελούν στοιχεία μιας άλλης εμφανέστατης κοινωνιοεθιμικής διάστασης, με προέλευση-καταγωγή  κυρίως απ’ τη Σμύρνη, όπως εκεί την ήξεραν και την καταλάβαιναν. Όπου, οι περισσότεροι, πικραμένοι, ξεχασμένοι απ’ το Θεό, βασανισμένοι, απόκληροι , όντας αγράμματοι -κυρίως οι ντόπιοι- και μη μπορώντας να εξηγήσουν  το γιατί της προέλευσης, της υπόστασης, τη συγκυρία της φτωχοζωής τους, αρνούνται τα πάντα και από άγνοια διερμηνείας, θεοποιούν την τύχη, τη μοίρα, το πεπρωμένο τους, κάνοντας αντίσταση στον ...εαυτό τους. Και ξεσπούν μετατρέποντας αυτή την αντίσταση  σε οργή, σε πείσμα, σε μένος, σε απόλυτη εναντίωση απέναντι σε κάθε μορφής κυρίαρχη ιδέα, σε κάθε μορφής εξουσία. Ντόπιοι και πρόσφυγες είναι τώρα ...ένα. Η φτώχεια και η ανέχεια ενώνει. Μαζί μ’ αυτά  τους χαρακτηρίζει ένα αίσθημα βαθύτερης αλληλεγγύης και έχουν σαν όνειρο να μπορέσουν να ζήσουν, ξεπερνώντας τη δοκιμασία και τα πάθη που τους σπαράσσουν.
     Νυχτώνει. Μαζεύονται τα γυναικόπαιδα στα χαμόσπιτα, κουρνιάζουν. Παραέξω το αντρίκιο σεργιάνι και τα μπερεκέτια. Τα σαντουροβιόλια έχουν μπει τώρα στο πλάι. Ότι ακούγεται είναι ...πεννιά. Τζουράδες, μπουζούκια, μπαγλαμάδες βγαίνουν απ’ την ...κρυψώνα- τη γωνιά στα γλεντζέδικα ελάχιστα στέκια, τους τεκέδες και τα καταγώγια και οι πενιές αρχίζουν ...πόλεμο -μάχη με τη μοίρα, τα καθημερινά βάσανα.

 
     Στο καφενείο του Μπάτη, ανάμεσα σε καπνούς, πιοτά και ...λιβάνια, κάποιος ...ζυγιάζει βήματα και συναισθήματα, πασχίζοντας να συντρίψει τελειωτικά, ακόμα περισσότερο, την ήδη ...θρυμματισμένη μοίρα του, μέσα από ένα βαρύ σφοδρό ζειμπέκικο και πενιά γλυκιά, αλλιώτικη στακάτη και... ντουζενάτη. Που παλεύει μέσα του να κατανοήσει τον παραλογισμό του κόσμου, ενός άλλου κόσμου που τον περιτριγυρίζει. Να δώσει νόημα, να ξορκίσει τη μιζέρια του, να θυμηθεί κάποιον ανεκπλήρωτο  έρωτα που τον έχει τσακίσει, να δώσει κλότσο στην αδικιά του ...παλιοντουνιά, της ...παλιοκοινωνίας. Να εναντιωθεί με κάθε τρόπο απόλυτα σε ό,τι και σε όποιον τον φωνάζει ...λούμπεν, υποπρολετάριο, περιθωριακό, χαμίνι , κουτσαβάκι.
    Στη Δραπετσώνα δεν υπάρχουν κουτσαβάκια, μάγκες υπάρχουν, που σιχαίνονται τον παλιό κουτσαβάκικο ...νόμο και τον χτυπούν ανελέητα.
  Για να περπατήσεις στην Κρεμμυδαρού, πρέπει να σε... γνωρίζουν τα... χαλίκια, οι πέτρες, τα καλντερίμια της. Κι αν θες να κρυφτείς, πάλι εδώ περπάτα, αφού, έτσι κι αλλιώς, δεν θα φαίνεσαι μέσα στη σκόνη, στη ...νεφοσκιά.
     Στην περιοχή για να σε σέβονται, πρέπει να σε ...φοβούνται. Η τοποθεσία  έχει δυο "βάλες". Βάλη, λένε τον ορμίσκο, τον μικρό φυσικό κολπίσκο -λιμανάκι, όπου οι γύρω δένουν τις μικρές βαρκούλες τους, ώστε χαράματα, πρωί-πρωί, να σαλπάρουν για καμιά σαρδέλα, σπάρο, γαύρο, καμιά ζαργάνα. Μέχρι την Κούλουρη, όχι παραπέρα.
    Αποβραδίς τ’ αλάνια ...ματιάζουν νοσταλγικά τη θάλασσα, τα πίνουν αβέρτα κι  όταν σιμώσει η ώρα κι αρπάξει φωτιά το ...μυαλό, αρχίζουν τα νιαβέτια, τα σαμπάχια, τα καραντουζένια και "άλλα", που συνοδεύουν τα γλέντια, τη χαρά, τη λύπη, τα  σεκλέτια, το μεράκι, τους νταλγκάδες, αλλά και τη ...μοναξιά τους.
   Πολλές από τις συνήθειες κυρίως των προσφύγων, είναι αστικού πληθυσμού, αφού οι πρόσφυγες που πρωτοεγκαθίστανται εδώ ήταν κυρίως μεσοαστοί. Άνθρωποι που με μοναδική περιουσία ένα "μπόγο" στον ώμο γεμάτο με λιγοστά απαραίτητα, τις φωτογραφίες γονιών και προγόνων, που κατάφεραν να  γλυτώσουν από την Τουρκιά και να φθάσουν να ...κατακάτσουν σε τούτη την ελλαδίτικη γωνιά, ασθμαίνοντας, μα, προς το παρόν, ευχαριστημένοι ικανοποιημένοι που ξέφυγαν από την τσέτικη κόψη του αλλόπιστου δρεπανομαχαιριού. Και που άφησαν πίσω μια άλλη ζωή, της εργατικότητας, της ανεμελιάς, της καλοπέρασης, του μεγαλείου της ανυπέρβλητης νοικοκυροσύνης. Που όμως δεν ξέχασαν  τους "ζαιρέδες", τα καπηλειά, τα γλέντια και τους περίφημους αμανέδες, το σεβνταλίδικο πονεσιάρικο τραγούδι τους. Αυτό ήξεραν, αυτό έμαθαν, αυτό έφεραν και αυτό τραγουδούν ακόμα.
    Τώρα η συνοικία, είναι ο τόπος, η περιοχή όπου τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του σμυρνέικου περνούν στο καθαρό ρεμπέτικο, που πασχίζει ν’ ακουστεί καθαρά, δωρικά, στακάτα και ντουζενάτα.
   Ο νόμος πλέον είναι άλλος, σεβαστός και την τήρησή του ...φροντίζουν, απαιτούν, οι "καλοί", ονομαστοί περιβόητοι μάγκες της περιοχής.
   Η τιμή της οικογένειας είναι το ύψιστο κι αλλοίμονο σ’ αυτόν που θα προσβάλλει  που θα πειράξει σωστές οικογένειες.  Έντιμες μικρομάνες και η πιτσιρικαρία προστατεύονται με κανόνες "εσωτερικούς", αξιοπρέπειας, που τους τηρούν όλοι απαρέγκλιτα. Ιδιαίτερα σε ό,τι έχει σχέση με το παιδομάνι. Αν εδώ πειράξεις παιδί, είσαι να φεύγεις, ν’ αλλάζεις γειτονιά.

 
   Το "τόξο", η διαδρομή της μαγκιάς είναι Πλατεία Καραϊσκάκη, Λεμονάδικα, μέχρις εδώ στη γέφυρα, στη Δραπετσώνα, όχι παραπέρα.
      Στα στέκια του γλεντιού γίνεται μύλος, χαμός. Κι όταν έρχεται η ώρα ο μάγκας να χορέψει, υπάρχει κώδικας: Με βάση το ποιος είναι, τι "όνομα" έχει στην πιάτσα, χαίρει και του ανάλογου σεβασμού. Στην πίστα είναι μόνος. Άλλος, δεύτερος απαγορεύεται να χορέψει μαζί. 
    Απ’ τους περιβόητους τεκέδες και τα γλεντζέδικα οπωσδήποτε θα περάσει καθημερινά η "παρέα". Και η παρέα είναι ο Βαγγέλης ο Βετούλας, ο Σωτηράκης ο Γαβαλάς ή Μεμέτης, που πανελλήνια δεν υπάρχει κάτεργο-φυλακή που να μην έχει δώσει τα ...διαπιστευτήρια του, ο χωραταντζής πολυτεχνίτης, αυτοσχέδιος οδοντογιατρός και "δάσκαλος" χορού Ζώρζ Μπατέ η κατά κόσμον Γιώργος Μπάτης, ο Μάρκος, ο Λευτέρης ο Τσαγγάρης, ο Στράτος, ο Ανέστος ο Δελιάς, ο
Κουλουριώτης "μέγας στιχουργός" Νίκος Μάθεσης που τον λένε και ..Τρελλάκια και βέβαια ο πρώτος των πρώτων, το φόβητρο, με δυο φόνους στην πλάτη, ο  ονομαστός Σκριβάνος, που όλοι τον σέβονται,  αφού για 10 χρόνια "επιθεώρησε" όλες τις φυλακές της επικράτειας και που όταν μπαίνει σε καφενείο διατάζει τον  μαγαζάτορα να το ...αδειάσει αμέσως, στα γρήγορα και χωρίς δεύτερη κουβέντα  γιατί "γουστάρει" να πιεί τον καφέ ...μονάχος του.
    Λίγο πιο εκεί, απαραίτητος κι ο Γιοβάν Τσαούσης που όταν ...σκαλώνει το μυαλό του απ’ τον αργιλέ, παίρνει στα χέρια του το όργανο -κάτι σαν ταμπουρά, σαν σάζι- και παίζει ...αγγέλους. Το...καταπίνει, όπως λένε οι παρατρεχάμενοι  μουσικομαστόροι.
   Δίπλα κι ένας άλλος "μάστορης", ο μπαρμπα Νίκος απ’ τ’ Αϊβαλί, που στα μουλωχτά παίρνει παράμερα το Μάρκο και τον δασκαλεύει στα πρώτα ...πατήματα του μπουζουκιού.(Δεν γίνεται αλλιώς, αφού το …παιδί τα ...παίρνει τα ...γράμματα!).
     Στη Δραπετσώνα η συμπεριφορά της ρεμπέτισσας προκύπτει παροιμιώδης. Εδώ και μέχρι το '29 πρωτοδιαμορφώνεται και ο βασικός χαρακτήρας της. Ένα πρότυπο ελεύθερης γυναίκας, γυναίκας με μαγκιά και σερετιλίκι, που έχει τόλμη κότσια, πηγαίνει ενάντια στη συμβατική ηθική, τη ...μιξοηθηκή των πολλών, που δεν χαλαλίζεται για χάρη κανενός, δεν χαρίζεται σε κανένα και που διεκδικεί θέση και δικαιώματα ίσια με αυτά του αρσενικού μάγκα. Μιας γυναίκας όχι ξιπασμένης, μα υπέρτατου θηλυκού που όμως αυτή και μόνον αυτή κάνει τις επιλογές της ακόμα και στα προσωπικά της. Έτσι στη ρεμπέτικη ζωή έχει θέση κυρίαρχη. Κι ας τη λένε οι πονηροί συντηρητικοί άνοες "παστρικιά", αλανιάρα. Τόσα ήξεραν, τόσα έλεγαν. Και ύστερα βγήκαν και κάτι όψιμοι "λεξικογράφοι"-ετυμολόγοι και (δυστυχώς) ως τα σήμερα ταυτίζουν τα αλάνια και τις αλανιάρες με την προστυχιά, την αλητεία.
   Αλάνι, η αλανιάρα (από το τούρκικο Αλάν), για τη ρεμπέτικη παρασημαντική νοοτροπία σημαίνει ζωή ασύμβατη, μποέμικη, γλεντοκοπιά. Και η αλανιάρα ήταν αυθεντική γυναίκα, απόλυτα αυτόνομη, δεν ήταν του σχοινιού και του...παλουκιού, όπως ήθελαν και μέχρι σήμερα ορισμένοι εννοιολογικά την παρουσιάζουν. Και οι αρσενικοί  την υπολόγιζαν, την εκτιμούσαν, τη σέβονταν.
   (Σημ: Από 1970 και δώθε, πάμπολλοι ρεμπετοενδιαφερόμενοι, κυρίως αστοί, καθηγητάδες  και άλλοι, ασχολούνται με την κοινωνιολογία του ρεμπέτικου. Πως όμως να καταλάβει το είδος ένας αστός, αφού τα βιώματα και οι προσλαμβάνουσες  που έχει είναι αλλιώτικες; Γι’ αυτούς υπάρχει ένα μήνυμα: Το ρεμπέτικο ήταν  και θα είναι απόλυτα ταξικό τραγούδι. Για να το ξέρεις, πρέπει να
το ζήσεις. Είναι νοοτροπία και πράξη. Τα υπόλοιπα είναι ...θεωρίες).
    Στα στέκια, τα μουσικά καφενεία και τους τεκέδες μπαίνουν μάγκες και δοκιμασμένες -τεσταρισμένες "εγκεκκριμένες " καθαυτό  ρεμπέτισσες "γιαμπουκλούδες". (Πόρνες και "γυναικωτοί" απαγορεύεται να πατήσουν. Είναι νόμος. Τώρα τί γίνεται αλλού, παραπέρα, είναι αλλού ...ιερέως ευαγγέλιο).
   Πολλά, πάρα πολλά μπορεί κανείς να γράψει και να πει για τη Δραπετσώνα. Τη συνοικία που αγκάλιασε καημούς πόνους, βάσανα,  αλλά  που επέδειξε υπέρτατη αλληλεγγύη και ανθρωπιά και που πάνω στη λασπουριά της αποτυπώθηκε  ανάγλυφα και ολοκάθαρα μια λέξη: Η Ελπίδα. Η ελπίδα της φτώχειας και της προσφυγιάς για μια καλύτερη ζωή. Μια ζωή από την αρχή.
   Κι αφού οι πρόσφυγες έφεραν τα "καλά"  από εκεί που ήρθαν, είπαν και οι αρχικά επιφυλακτικοί ντόπιοι πως "το αίμα, νερό δεν γίνεται" και έτσι μόνιασαν και έγινα όλοι ...ένα, παραμερίζοντας διαφορές και κοινωνικές αντιθέσεις. 
   Και έζησαν και ζουν μαζί κοντά 90  χρόνια τώρα. Και νοικοκυρεύτηκαν και δημιούργησαν κι όπως όλοι οι Πειραιώτες πρόκοψαν και, γιατί όχι, μέχρι σήμερα συνεχίζουν να ...αναπολούν, να τραγουδούν και να ...ονειρεύονται.
     Αυτή ήταν " Η ΚΡΕΜΜΥΔΑΡΟΥ" με τους νταήδες , τους γνήσιους μάγκες, τους τεκέδες, τα γλέντια, τα μπερεκέτια, τις μουσικές της, όπου σαν μεράκι πρωτομπήκε και κάθισε ο αυθορμητισμός  και ο ερασιτεχνισμός στο μπουζούκι κι απ’ τη άλλη πόρτα βγήκε ...επάγγελμα. Που από εκεί βγήκε "Αυτό το ...Αχ!".
   Όσο για τους ρεμπέτες, αυτοί φορτωμένοι τα πάθη, το ταλέντο, το μεράκι, τα όργανα (τα ζητιανόξυλα όπως τα έλεγαν), χωρίς να ...ρεζιλέψουν την τρέλα τους τράβηξαν για του Τζελέπη...

Του Μπάμπη Μώκου..

ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΩΡΟΣ Ή ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΤΗΣ - ΑΜΠΑΤΗΣ (Βιογραφία)

$
0
0
Giorgos_Mpatis.jpg
Έφυγε σαν σήμερα, 10 Μαρτίου του 1967
Ο μεγάλος ρεμπέτης του Πειραιά Γιώργος Τσωρός, γνωστός ως Γιώργος Μπάτης ή Αμπάτης ήταν από τους πρώτους μάγκες και ρεμπέτες του Πειραιά που έπαψε νάχει εδώ και πολλά χρόνια.

Γιατί, πώς να το κάνουμε, στον Πειραιά « ανδρώθηκε» το μπουζούκι, στον Πειραιά βγήκαν οι πρώτοι  «μπουζουξήδες», και δημιουργήθηκε το πρώτο λαϊκό συγκρότημα. Στον Πειραιά γεννήθηκαν οι πρώτοι αριστοκράτες μάγκες, ο Γιώργος Αμπάτης ή Μπάτης, ο Μήτσος Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας ο Στέλιος Κερομύτης και άλλοι που δίδαξαν το μπουζούκι και το λαϊκό ή «αλανιάρικο» τραγούδι.

Ο Γιώργος Αμπάτης ή Μπάτης, ψευδώνυμο του Γιώργου Τσωρού,  γεννήθηκε στα Μέθενα - στη Μούσκα - το 1886.

Όταν ήταν οκτώ ετών η οικογένειά του μετακόμισε στον Πειραιά. Πήρε το ψευδώνυμο Αμπάτης ή Μπάτης γιατί οι πρόγονοί του είχαν συγγενέψει με τον Κεφαλλονίτη ταγματάρχη Ιωσήφ Αμπάτη που ήταν στο στρατό του στρατηγού Φαβιέρου ο οποίος στα 1826 έφτιαξε  κάστρο στο στενό των Μεθάνων .

Στον ταγματάρχη αυτό το  Ελληνικό Κράτος,  μετά την απελευθέρωση,   είχε  δωρίσει μια μεγάλη έκταση γης στην  Καλλονή  για την προσφορά του  προς το Εθνος. Ο Ιωσήφ Αμπάτης  έμεινε  μόνιμα στην Ελλάδα  και   έφτασε μέχρι   το βαθμό του συνταγματάρχη. Αναφέρεται  ότι ο  αγωνιστής αυτός είχε έρθει από το Βονιφάτιο της Κορσικής, και γι  αυτό είχε ονομαστεί Φιλέλληνας. Εθεωρείτο δε ευγενούς καταγωγής, γι αυτό και ο  Μπάτης έκανε  ψευδώνυμό του το Αμπάτης, που  για λόγους ευκολίας προφοράς κατέληξε σε Μπάτης.

Ο Γιώργος  Μπάτης ή Αμπάτης ( Τσωρός),  χωρίς κανένας από τους δικούς του να είναι μουσικός, χωρίς να έχει κανέναν   να τον σπρώξει στο τραγούδι, έγινε μουσικός.

Στο σπίτι του διατηρούσε μια μεγάλη συλλογή από λαϊκά  και ρεμπέτικα όργανα. Είχε πέντε μπουζούκια, δυο μπαγλαμάδες, ένα μισομπούζουκο, μια κιθάρα και μια ρομβία-λατέρνα.

Στα  μέσα της δεκαετίας του 1920 άνοιξε το χοροδιδασκαλείο του " Κάρμεν¨.

Στα 1931 άνοιξε έναν  καφενέ, το "Ζώρζ Μπατέ", στα Λεμονάδικα του Καραϊσκάκη ( Ακτή Τζελέπη) που έμελλε  να γίνει λίκνο του λαϊκού μας τραγουδιού.

Η  αγάπη του για το μπουζούκι κάνει τον καφενέ του στέκι όλων των μπουζουξήδων    και των ρεμπέτηδων της   εποχής. Εκεί σύχναζαν ο Βαμβακάρης, ο Στράτος, ο Δεληάς, ο Κερομύτης, Ο Μουφλουζέλης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου και άλλοι φίλοι του ρεμπέτικου.

Ο Μουφλουζέλης μάλιστα, χρησιμοποιεί το καφενείο και για σπίτι  του, αφού κοιμάται εκεί.



ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ  ΑΓΑΠΗ

Ο Γιώργος Μπάτης  είχε μια  παθολογική  αγάπη  για το μπουζούκι και το μπαγλαμά.  Ολοι  οι νέοι που ήθελαν  να μυηθούν στο μπουζούκι σύχναζαν στο καφενείο του (ντεκέ)  και μάθαιναν τα  «κόλπα»  του μαγικού οργάνου.

Το 1932  ο Μπάτης δημιούργησε  το πρώτο λαϊκό συγκρότημα. Πήρε με το ζόρι το Μάρκο που  ήταν εκδοροσφαγέας στη Δραπετσώνα, το Στράτο που ως τότε ασκούσε το επάγγελμα του  βαρκάρη και τον μπουζουξή Δεληά.  Εκαναν  πρόβες, συγχρονίστηκαν  και σε λίγες μέρες παρουσίασαν δικό τους   πρόγραμμα στο Χαϊδάρι.

Το 1937  του κλείνουν το καφενείο  στου Καραϊσκάκη, και τότε αναγκάζεται  να κάνει άλλο στο Γιουσουρούμ του Πειραιά. Και στο νέο του καφενέ συνεχίζει να διδάσκει το μπουζούκι.

Αλλά εκτός  από τη μουσική αυτή «μυσταγωγία» στο καφενείο οι φίλοι ακούνε και τα  γνωστά του καλαμπούρια. Λέγεται ότι στο καφενείο του Μπάτη σύχναζε και ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο οποίος έδωσε πολλά ποιήματά  του  στους ρεμπέτες της εποχής να τα μελοποιήσουν. Όμως τα τραγούδια  δεν τα εξέδωσε  ποτέ ο Λαπαθιώτης, γι   αυτό δεν μπορούμε  να ξέρουμε ποια είναι  δικά του.

Ο ΜΑΧΑΛΟΜΑΓΚΑΣ

Ο Μπάτης, όπως και  ο  Μασέλος, ντυνόταν πάντα στην «πέννα».  Στο κλασσικό στυλ  του  «παλιόμαγκα», με μαύρο κουστούμι, άσπρο πουκάμισο, παπιγιόν, σκληρό καπέλο   και κρατούσε μπαστουνάκι. Φορούσε στιβάλια  μυτερά και ψηλοτάκουνα, χαρακτηριστικά παπούτσια των « Κουτσαβάκηδων».

Έγραψε πάρα πολλά  τραγούδια, που όλα σχεδόν έγιναν  επιτυχίες. Τα πιο γνωστά  είναι:

Η ΑΤΣΙΓΓΑΝΑ,
ΜΑΓΚΕΣ ΚΑΡΑΒΟΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟΙ,
Ο ΘΕΡΜΑΣΤΗΣ ,
ΓΚΑΜΗΛΙΕΡΙΚΟ,
ΓΥΦΤΟΠΟΥΛΑ (ΣΤΟ ΧΑΜΑΜ) ,
ΒΑΡΚΑ ΜΟΥ ΜΠΟΓΙΑΤΙΣΜΕΝΗ ,
ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΥ ΩΡΩΠΟΥ ,
ΤΟ ΜΠΑΡΜΠΕΡΑΚΙ ,
Ο ΦΑΣΟΥΛΑΣ ,
ΟΙ ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΕΣ ,
ΟΙ ΦΩΝΟΓΡΑΦΙΤΖΗΔΕΣ ,
ΤΑΞΙΜΙ ΑΘΗΝΑΙΚΟ ΚΑΙ ΖΕΙΜΠΕΚΙΚΟ,
ΣΟΥ ΄ΧΕΙ ΛΑΧΕΙ ,
ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ
ΖΕΜΠΕΚΑΝΟ ΣΠΑΝΙΟΛΟ (Ζούλα σε μια βάρκα)  ή  " Ζούλα σε μια  βάρκα μπήκα, στη σπηλιά του Δράκου  βγήκα».  Η σπηλιά  του  Δράκου βρισκόταν  πίσω από τον Κερατόπυργο  στο Κερατσίνι, αριστερά  όπως εισπλέουμε  προς τον  όρμο, κάτω  από   το  λεγόμενο "θρόνο του Ξέρξη" - έναν ισόπεδο  βράχο. Στη  θέση  αυτή   υπήρχε  κυλινδρικός πύργος, μάλλον ανεμόμυλος, ο λεγόμενος  μύλος του Δράκου, από τα ερείπια του οποίου  χτίστηκε πυριτιδαποθήκη, που  όμως  καταστράφηκε  από  έκρηξη  των πυρομαχικών.  Και   να   οι  στίχοι  του τραγουδιού  που  μας  έθεσε  υπ όψη   ο  Γιάννης  Πατρίκος:

Το τραγούδι, όμως, που τραγουδιέται ακόμη και σήμερα είναι «ο μπουφετζής»:

Θέλω να γίνω  μπουφετζής
σε τούρκικους μπουφέδες,
νά ρχονται οι χανούμισσες
με δίχως φερετζέδες,


Πήγα κι εγώ κάποια  βραδιά
και μπήκα στα μεράκια,
γνώρισα  τρεις χανούμισσες,
τρία σωστά κουκλάκια,
τρεις κοπελίτσες πεταχτές
να πίνουν  τσιγαράκια.
Ο Γιώργος Μπάτης είχε κι άλλα παρατσούκλια: Ντερβίσης, Μάγκας του Πειραιά, Δάσκαλος. Το Δάσκαλος  αφορούσε την προσφορά του στο λαϊκό τραγούδι.

Τελικά ο Μπάτης άρχισε να παρακμάζει  στο τέλος της δεκαετίας του 30. Εμειναν όμως να συνεχίζουν οι άλλοι: Βαμβακάρης, Στράτος, Δελιάς, Μουφλουζέλης, Κερομύτης , Γκόγκος και άλλοι.

Μέχρι τις 10 Μαρτίου του 1967 που  πέθανε  ο  Μπάτης, σύχναζε στο Ρολόϊ του   Πειραιά και στην κωλότσεπη    είχε  πάντα κρυμμένο ένα μπαγλαμαδάκι.Μαζί μ αυτό τον έθαψαν.


Σήμερα  στα Μέθενα και στο Αγκίστρι  υπάρχουν  οικογένειες με το επώνυμο Τσωρός και στην Κεφαλλονιά με το επώνυμα  Αμπάτης. Φυσικά τα επώνυμα αυτά υπάρχουν και στην Αθήνα  και τον Πειραιά.


Αναδημοσίευση από:  www.koutouzis.gr







Γιώργος Ζαμπέτας: 28 χρόνια χωρίς τον δεξιοτέχνη στο μπουζούκι

$
0
0

Σαν σήμερα πριν από 28 χρόνια, στις 10 Μαρτίου 1992, έφυγε από τη ζωή ο βάρδος του λαϊκού τραγουδιού και δεξιοτέχνης στο μπουζούκι Γιώργος Ζαμπέτας.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου του 1925 στην Αθήνα. Τα πρώτα μαθήματα στο μπουζούκι τα πήρε από τον κουρέα πατέρα του και από το 1950 άρχισε να εργάζεται επαγγελματικά σε λαϊκά κέντρα. Στη δισκογραφία μπήκε το 1953.
Το 1959 ο Μάνος Χατζιδάκις τον έκανε «σολίστ» στις συνθέσεις του. Τα επόμενα χρόνια, ο Γιώργος Ζαμπέτας «κέντησε» με τις πενιές του τις εισαγωγές και τα τραγούδια των Θεοδωράκη, Ξαρχάκο, Πλέσσα, Μαρκόπουλο, Μαρκέα, Καπνίση και πολλών άλλων συνθετών.

Τα φυματικά ρεμπέτικα – «Μάνα μου το στήθος μου πονεί»

$
0
0
Τα φυματικά ρεμπέτικα –
Στα ρεμπέτικα, βρίσκουμε αρκετά τραγούδια τα οποία μιλάνε για αρρώστιες, γιατρούς και φάρμακα. Βέβαια δεν θα ήταν δυνατόν να μην περάσει και η φυματίωση στα ρεμπέτικα, η αρρώστια που θέρισε πάρα πολύ κόσμο, τότε! Μου ήρθε να σας γράψω για τα φυματικά ρεμπέτικα, επειδή περνάμε την περίοδο του κορονοϊού και κάποια συμπτώματα είναι κοινά στις δύο νόσους, αλλά και πολλές αντιδράσεις του κόσμου.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των ρεμπέτικων που αναφέρονται σε αρρώστιες έχουν να κάνουν με τη φυματίωση ή φθίση. Ως γνωστόν η φυματίωση οφείλεται σε βακτήριο το οποίο καταστρέφει τα πνευμόνια, προκαλεί πυρετούς, συνεχή βήχα με αιμοπτύσεις, απώλεια βάρους και γενικότερη κατάρρευση του οργανισμού. Ο λαός, τη φθίση, την έλεγε σαράκι, χτικιό ή και φτίση. Η φθίση δε γνώριζε όρια γεωγραφικά και τάξεις κοινωνικές. Θέρισε τον Σοπέν, την Έληνορ Ρούσβελτ, τον Μόζαρτ; (ίσως και έλλειψη D)…

Τα ρεμπέτικα της Μπέλλου.

$
0
0
Σωτηρία_Μπέλου.jpg
Του Σπύρου Καραχρήστου
Μια μοναδικότητα στο χώρο της δισκογραφίας συνδέει τη μεγάλη ερμηνεύτρια των ρεμπέτικων τραγουδιών Σωτηρία Μπέλλου με τον χαράκτη Α. Τάσσο. 

Η ιστορία ξεκινάει το 1965 από το δαιμόνιο Αλέκο Πατσιφά, ιδρυτή ένα χρόνο πριν και διευθυντή της δισκογραφικής εταιρείας ΛΥΡΑ. Η νέα αυτή εταιρεία δίσκων, που από το ξεκίνημά τους συγκεντρώνει γύρω της τους διανοούμενους και της καλλιτέχνες της εποχής, ανασύρει έπειτα από μακρόχρονη απουσία τη μοναδική λαϊκή τραγουδίστρια Σωτηρία Μπέλλου και ηχογραφεί τους δύο πρώτους δίσκους της μακράς διάρκειας (LP), με ρεμπέτικα της ίδιας και των Ροβερτάκη, Παπαϊωάννου, Μπακάλη, Μητσάκη, Χιώτη, Τσιτσάνη και Μπαγιαντέρα.
Η Σωτηρία Μπέλλου και ο Α. Τάσσος το 1977. Με τη μεγάλη λαϊκή τραγουδίστρια ο Τάσσος συνδέθηκε φιλικά το 1966 και εικονογράφησε εξώφυλλα δίσκων της μέχρι το 1980  (φωτ.: Γιάννης Μαΐλλης).
Ο Πατσιφάς ζητάει από τον Τάσσο να κάνει τα εξώφυλλα των δύο δίσκων, βασισμένα σε λεπτομέρειες της ξυλογραφίας του Ο νέος με το λαγούτο. Το έργο αυτό, από την ενότητα «Άσπρο−Μαύρο», είχε εκτεθεί στη μεγάλη ατομική έκθεση του Τάσσου στην γκαλερί «Ζυγός» τον Μάιο του 1964. Το ξάφνιασμα − αδρή ασπρόμαυρη ξυλογραφία − δεν ήταν μικρό στη μικρή ακόμα τότε αγορά δίσκων LP και ταυτίζεται απόλυτα με το πολιτικό και πνευματικό κλίμα εκείνης της εποχής που αργότερα αποκλήθηκε «Ελληνική Άνοιξη».

Ο τρίτος δίσκος της Μπέλλου το 1969 παρακινεί τον Τάσσο να χαράξει ειδικά γι’ αυτόν πρωτότυπη ξυλογραφία, πράγμα που επαναλαμβάνεται έως το έκτο προσωπικό της άλμπουμ με τίτλο Η Σωτηρία Μπέλλου τραγουδάει Τσίτσανητο 1974.

Η Μπέλλου εξανίσταται

Το 1976 ο Πατσιφάς, θέλοντας να προσαρμοστεί στο πνεύμα μιας καταιγιστικής πια δισκογραφικής παραγωγής, αποφασίζει να αλλάξει το μέχρι τότε στιλ των εξωφύλλων της Μπέλλου. Έτσι για τον έβδομο προσωπικό της δίσκο εξασφαλίζει μια θαυμάσια έγχρωμη φωτογραφία της, τραβηγμένη από τον Elliot Landy.

Η Μπέλλου εξανίσταται και αρνείται πεισματικά: «Δεν θέλω βεντετίστικα καραγκιοζιλίκια. Για το εξώφυλλο θέλω πάντα Τάσσο· η φωτογραφία μου να μπει στο οπισθόφυλλο». Είναι ανένδοτη − με το δυσεύρετο τότε και σήμερα ήθος και τον αντιβεντετισμό των πραγματικά μεγάλων καλλιτεχνών − και ο Πατσιφάς υποχωρεί, σχολιάζοντας με τον μοναδικό του τρόπο: «Πάει γέρασε η Σωτηρία...». Στους επόμενους δίσκους της χρησιμοποιήθηκαν οι Αρχόντισσες των ρεμπέτικων τραγουδιών, ξυλογραφίες του 1970, και άλλα πρωτότυπα χαρακτικά του Τάσσου.

Εξώφυλλα δίσκων της Σωτηρίας Μπέλλου με ξυλογραφίες του Α. Τάσσου.

Η Μπέλλου, χάρη στο αλάνθαστο ένστικτό της, επιβάλλει το μοναδικό στη δισκογραφία φαινόμενο, όπου ολόκληρο το μουσικό έργο ενός καλλιτέχνη συμβαδίζει και λειτουργεί παράλληλα με το εικαστικό μέρος ενός διακεκριμένου χαράκτη.

Ο τελευταίος, δωδέκατος, δίσκος αυτής της σπάνιας συνεργασίας, έχοντας στο εξώφυλλο την Αρχόντισσα της Κοκκινιάς, κυκλοφορεί το 1990, πέντε χρόνια μετά το θάνατο του Τάσσου και εφτά χρόνια πριν από το χαμό της μεγάλης ρεμπέτισσας που φεύγει τον Αύγουστο του 1997, έπειτα από πολύχρονη αρρώστια.


 Ο χαράκτης Α. Τάσσος 7 Ημέρες Η καθημερινή Αθήνα 1998



#####https://www.kaliterilamia.gr/2020/04/blog-post_6768.html

Πηγή ανάρτησης: www.kaliterilamia.gr


Viewing all 1586 articles
Browse latest View live